Η έκφραση έλκει την καταγωγή της από τη μοδιστρική και το πλέξιμο. Είναι γνωστό ότι μια μπλούζα έχει ως κύρια συστατικά τμήματα το εμπρός τμήμα («μπροστινή»), το πίσω τμήμα («πισινή») και τα μανίκια. Υπάρχουν βέβαια και άλλα σημαντικά τμήματα όπως ο λαιμός, τα λάστιχα κλπ, ο κορμός όμως είναι «μπροστινές, πισινές και μανίκια».

Στα σλάγκικα η έκφραση χρησιμοποιείται χλευαστικά για έργα που παρουσιάζονται ως ολοκληρωμένα, αλλά επί της ουσίας λείπουν σημαντικά κομμάτια που καθιστούν το προϊόν άχρηστο και ατελέσφορο. Η κατάσταση αυτή είναι πολύ συνηθισμένη κυρίως στα δημόσια έργα, π.χ. συμφοράι, κτηματολόγιο, TAXIS κλπ.

  1. - Τέλειωσα, αλλά θέλει σύνδεση με GUI, serial interface και δυο τρία μερεμέτια.
    - Κατάλαβα, θέλει μπροστινές, πισινές και μανίκια...

  2. Μας παρέδωσαν το νέο πρόγραμμα, αλλά, από το λίγο που το είδα, λείπουν μπροστινές πισινές και μανίκια.

  3. Ρε συ αυτό δεν τρέχει τίποτα, όλο «Λυπούμαστε, αλλά αυτή η λειτουργία δεν υποστηρίζεται ακόμη» μου βγάζει. Θέλει μπροστινές, πισινές και μανίκια!

μπροστινές, πισινές, μανίκια (από panos1962, 04/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά η βάλανος του πέους (πουτσοκέφαλο). Ως επιθετικός προσδιορισμός, ή αυτοαναφορικό, σημαίνει αυτόν που σκέφτεται με το κάτω κεφάλι, που έχει το μυαλό του στο μουνί, ή στο γαμήσι γενικότερα.

Συνήθως το πουτσοκέφαλο άτομο λειτουργεί παρορμητικά και, ως προς αυτό, ο όρος πουτσοκέφαλος παρουσιάζει συγγενή συμπεριφορά με το παρεμφερές «θερμοκέφαλος». Εννοείται ότι απαντά πάντα σε αρσενικό γένος, ενώ σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιείται υποτιμητικά, π.χ. «ασ' τον μωρέ, αυτός είναι πουτσοκέφαλος».

  1. Καλά, ρε πουτσοκέφαλος είσαι; Μόνο το μουνί έχεις στο μυαλό σου!

  2. Πήγαμε προχθές στον «Καλιγούλα» και ο Γιώργος τα 'μπλεξε με μια στριπτιτζού που του πούλησε αγάπες. Πουτσοκέφαλος είναι, ο μαλάκας...

  3. -Ο Νίκος τα 'ριξε στην καινούρια γκόμενα του Αλέκου. -Ρε τον πουτσοκέφαλο! θα μας χαλάσει την παρέα, ο μαλάκας.

Πουτσοκέφαλος (από panos1962, 05/11/09)Καπέλο Πουτσοκέφαλο (από panos1962, 05/11/09)Μπιλ Κλίντον (από panos1962, 05/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση άγνωστης ετυμολογίας και προέλευσης που χρησιμοποιείται όταν όλα πάνε στραβά και ξαφνικά πάνε στραβότερα. Αν, π.χ., την πέσαμε στη γκόμενα του κολλητού μας (επειδή νομίζαμε ότι μας γουστάρει και μας παίζει και είμαστε και λίγο πουτσοκέφαλοι) και φάγαμε χυλόπιτα (είτε επειδή λάθος τα νομίζαμε όλα αυτά που νομίζαμε, είτε από κακοήθεια της ξεμωραμένης), υπάρχει και το χειρότερο: να το σφυρίξει στον κολλητό μας, οπότε... κλάφ' τα Χαράλαμπε!

  1. - Όχι, ρε πούστη μου! Μου κλέψαν το πορτοφόλι!
    - Είχες ταυτότητα και τα τοιαύτα μέσα;
    - Όχι, ρε συ, ευτυχώς! Είχα μόνο 7€, έ ρε γέλια που θα κάνει όποιος το πήρε. Αν είχα ταυτότητα και δίπλωμα, κλάφ' τα Χαράλαμπε.

  2. - Έπιασε φωτιά στα κεντρικά.
    - Ρε μαλάκα, έχουμε τα backup εκεί. Αν κάηκαν, κλάφ΄ τα Χαράλαμπε!

Χαράλαμπος Γαργανουράκης (από panos1962, 05/11/09)Έχασα το πέναλτι. Κλάφ\' τα Χαράλαμπε! (από panos1962, 05/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει χάλια κατάσταση προσώπου, πράγματος, ή κατάστασης.

Προέρχεται από την περίπλοκη και πολυσχιδή μορφολογία του μουνιού. Ο καλλιγραφικός προσδιορισμός εντείνει την όποια περιπλοκότητα ακριβώς όπως συμβαίνει και με την καλλιγραφική γραφή, δεδομένης δε και της υγρής υφής (χύσια, ούρα, σάλια και άλλες σωματικές εκκρίσεις) που σε πολλές περιπτώσεις απαντούν στο μουνί, η κατάσταση περιπλέκεται ακόμη περισσότερο.

  1. - Ο Μήτσος σουτάρισε το καινούριο Alfa Romeo του μπαμπά του. Ευτυχώς δεν έπαθε τίποτα.
    - Το αμάξι;
    - Μουνί καλλιγραφίας έγινε. Πάει για απόσυρση.

  2. Ρε, τι γίνεται 'δω μέσα; Τ' άφησα τζιτζί και τα βρίσκω μουνί καλλιγραφίας!

  3. Δε φτάνει που μου βάφτηκε σαν την πουτάνα, την πήραν και τα κλάματα, άστα. Μουνί καλλιγραφίας έγινε! Τη λυπήθηκα την κακομοίρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει τον αρχηγό, το συντονιστή μιας ομάδας ή ενός project. Κυριολεκτικά σημαίνει τον προπονητή αθλητικής ομάδας. Σε κάθε περίπτωση είναι αυτός που έχει το γενικό πρόσταγμα και αυτός ο οποίος θα ακούσει τα μπινελίκια σε περίπτωση αποτυχίας ή ακόμη και ατυχίας.

Στην αργκό μπορεί να συναντήσετε και τα πιο σοφιστικέ «κότσης» και «κότσας», που έχουν και μια δόση «κότσια» (guts, αρχίδια). Πάντως σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να συγχέεται με το «κώτσος», που έχει τελείως διαφορετική σημασία. Γενικά ο όρος θεωρείται επαινετικός και φανερώνει την αποδοχή του υποκειμένου από την ομάδα.

  1. Γεια σου ρε κόουτς!

  2. Κόουτς, έχουμε πρόβλημα! Οι πολυπλέκτες τα 'παιξαν. Μόνο εσύ μπορείς να σώσεις την κατάσταση. Θα 'ρθεις λίγο;

  3. - Το κάνω με τον παλιό τρόπο και δε γαμιέται, βαρέθηκα!
    - Αν σε πιάσει ο κόουτς θα σε σκίσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει ήρεμα, χαλαρά. Απαντά και σε άλλες παραλλαγές, π.χ. «χαμηλά τη μπάλα», «τη μπάλα κάτω» κλπ. Η έκφραση έλκει την καταγωγή από το χώρο του ποδοσφαίρου. Πράγματι, δεν είναι σπάνιες οι φορές που ακούμε μαινόμενους προπονητές να ουρλιάζουν στα γήπεδα τις συγκεκριμένες εκφράσεις προσπαθώντας να τιθασεύσουν τους παίκτες τους, που έχουν πάρει αέρα και κάνουν σαλτανάτια και παιχνίδι εντυπωσιασμού κινδυνεύοντας να φάνε γκολ. Εκτός γηπέδου, η έκφραση λέγεται ήρεμα, παραινετικά και συνωμοτικά και κατατείνει σε χαλάρωση ή εκτόνωση φορτισμένης κατάστασης.

  1. - Πώς πάει ρε Μήτσο;
    - Άσε ρε μαλάκα κι εσύ, μας έχει γαμήσει αυτός ο καινούριος! Ανάσα δεν παίρνουμε.
    - Ήρεμα, ρε συ. Τη μπάλα κάτω, μη μασάς. Θα φύγει.

  2. - Δες το μαλάκα, την πέφτει στη Μαρία! Τώρα θα φταίω άμα του σπάσω κανα μπιφτέκι;
    - Έλα, βρε μαλάκα, δεν τη γάμησε κιόλας. Χαλάρωσε, κάτω τη μπάλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κακώς εννοούμενος οίστρος, δηλαδή ο χυδαίος, ο (ζ)αγοραίος οίστρος, αυτός που έχει απώτερο (και εγγύτερο) σκοπό το ξέδωμα, το ξαλάφρωμα, το γαμήσι. Λέγεται σε περιπτώσεις που κάποιος ή κάποιοι αραδιάζουν μαλακίες σωρό πιστεύοντας ότι λένε κάτι σπουδαίο ή ιντελεκτουέλ.

Βλέπε και σχετικό διάλογο στα σχόλια του χαγιαπούτσα.

- Εννοώ, μια ενιαία πλατφόρμα σε αντιιμπεριαλιστική βάση, έξω και πέρα από λογικές του ευρωμονόδρομου και της ρεβιζιονιστικής φράξιας της μεταμοντέρνας αριστεράς.
- Να μη σε κόψω πάνω στο χύστρο σου, αλλά το αριστερό μου κλαίγανε και το μοιρολογούσαν! Τι παπαριές μας αραδιάζεις; Το θέμα είναι τι γίνεται με την επιδότηση!

Με συνεπήρε ο χύστρος (από panos1962, 06/11/09)Αγορητής σε χύστρο (από panos1962, 06/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αυνανισμός, η καλώς εννοούμενη μαλακία, το τρομπάρισμα γενικώς. Ευχάριστη απασχόληση στην οποία επιδίδονται κυρίως ενήλικες, αλλά και άτομα μικρότερης ηλικίας.

Για λόγους τους οποίους δεν γνωρίζουμε η πράξη της χ. επιτελείται κυρίως κατά μόνας και αποκρύβεται επιμελώς από το περιβάλλον. Πιθανόν να έπαιξαν ρόλο παλαιότερες δοξασίες σχετικά με δυσάρεστα επακόλουθα που δήθεν συνοδεύουν την εν λόγω πράξη: τύφλωση, αποβλάκωση κλπ. Ως συνέπεια αναφέρεται ακόμη και ο νανισμός («πάλι μαλακία βαράς, δεν θα ψηλώσεις βρε αγοράκι μου, πόσες φορές θα στο πω») που πιθανόν όμως να έχει κάποια βάση: αυ + νανισμός = αυνανισμός. Σήμερα πάντως, και σύμφωνα με τα νέα επιστημονικά δεδομένα, πιστεύεται ότι δεν υπάρχει πρόβλημα που να σχετίζεται με το άθλημα, οπότε παρατηρείται μεγάλη έξαρση σε παγκόσμια κλίμακα.

  1. -Τι κάνει ο Γιώργος; Έμαθα ότι η Αντριάνα πήρε μετάθεση στη Σκύρο.
    -Τι να κάνει; Έχει τρελαθεί στη χειροτεχνία.

  2. Την είδες τη Δόξα σήμερα; Ήρθε να κάνει αρχαία στο Γ3 με κολλητό κολάν και βρακί ξέχνα το! Θα τρελαθούν τα παιδάκια στη χειροτεχνία απόψε. Πες της κι εσύ κάτι!

  3. Ρε συ, η δικιά σου απέναντι το 'χει ρίξει στη χειροτεχνία με τα φώτα ανοιχτά και τις κουρτίνες φόρα παρτίδα. Θα μας τρελάνει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος έλκει την καταγωγή από την αργκό των Η/Υ. Πρόκειται για το ακριβώς αντίθετο του γκουρού που σημαίνει ειδήμων, βαθύς γνώστης θεμάτων των Η/Υ και της Hi Texh γενικότερα. Το λέμε συνήθως για άσχετους που το παίζουν επαΐοντες. Στην κυριολεξία, κουρού είναι είδος τυροπιτακίου χωρίς σφολιάτα (βλέπε σχετικό μήδι).

  1. -Άκουσα ότι αυτός ο καινούριος είναι γκουρού.
    -Κουρού είναι! Χθες μου γάμησε το registry και δεν μπορώ να το συνεφέρω.

  2. Ήρθε απ' την εταιρεία ένας κουρού και τα έκανε κουλουβάχατα. Όλοι οι servers αλλάξαν IP. Τι να σου πω, χαμός. Μπλέχτηκαν τα σώβρακα με τις φανέλεςμ!

Τυροπιτάκια κουρού (από panos1962, 06/11/09)Εργασίες αποκατάστασης μετά από παρέμβαση κουρού (από panos1962, 06/11/09)Richard Stallman (από panos1962, 06/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μεταφερσιμότητα (portability) προγραμμάτων στους Η/Υ. Ο όρος προέρχεται από γαλλοποίηση και συνακόλουθη παραφθορά της λέξης portability -> πορταμπιλιτέ -> πορταμπιντέ. Η χρήση του όρου κρίνεται απαραίτητη, καθώς ο αγγλικός όρος, αλλά και ο ελληνικός είναι γλωσσοσπάστες.

  1. - Ρε μεγάλε, το 'χεις ρίξει στη Java. Γιατί έτσι;
    - Γιατί έχει και γαμώ τα πορταμπιντέ· κάνω πρόγραμμα και μου τρέχει από Cray μέχρι κινητό τηλέφωνο!

  2. - Πήραμε το καινούριο Compiz. Είναι κατσεκαλάν!
    - Κατσεκαλάν μπορεί να είναι. Δες όμως και το πορταμπιντέ μην πάθεις καμιά κασκαρίκα.

  3. Πολύ καλό το καινούριο GUI. Έχει και πορταμπιντέ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified