Ο απατεώνας, ο κομπιναδόρος. Η λέξη πιθανολογείται ότι προέρχεται από την ισπανική έκφραση «la moya» που σημαίνει «η τάδε».

Τράβα να κάνεις δουλειά με τα λαμόγια και μετά έλα να μου κλαφτείς που σε δαγκώσανε. Θα φας κάτι κλωτσές.....

(από GATZMAN, 03/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κασμάς είναι αγροτικό εργαλείο, ο γκασμάς είναι άτομο αργόστροφο, που το μυαλό του δουλεύει με κάρβουνο.

-Χίλιες φορές σου τόχω πει, αλλά είσαι τελείως γκασμάς. Ήτανε κουβέντα αυτή που πέταξες μπροστά στον άνθρωπο;

Γκασμάς ή κασμάς. (από patsis, 27/01/10)

Βλ. και γκαζμάς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται απο το Κέντρο Ψυχαγωγίας Μονάδος (=ΚΨΜ) του στρατού. Σημαίνει μέρος όλο άντρες.

- Πάμε να βρούμε τον Τάσο στο "Mama's". - Σιγά μην πάμε να κλειστούμε Σαββατιάτικα στο καψιμί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται απο το αιδοίο. Σημαίνει μέρος, μαγαζί, γεμάτο γυναίκες.

- Πάμε να βρούμε τον Τάσο στο "Mama's".
- Τρελλός είσαι; Πάμε σε κανα ωδείο στου Ψυρρή, να χαζέψουμε μωράκια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μεγάλη αναστάτωση, το μπέρδεμα. Η λέξη «κουλουβάχατα» προέρχεται από την Αραβική έκφραση «Kullu Wahad» η οποία σημαίνει «όλα ένα».

Να τη διώξεις αυτή τη καθαρίστρια. Μου κάνει κουλουβάχατα τα πράγματά μου, η μπετούγια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όσο όσο, σε εξευτελιστική τιμή.

  1. Αφού θες να τα διώξεις τα έπιπλα, τι κάνεις παρθενιές. Δώσ' τα μπιρ-μπαρά να γλυτώσεις!

  2. Τόσο κάτω δεν σ' τ' αφήνω το ρολόι, ρε κύριος. Σιγά μη σ' το δώσω μπιρ-μπαρά, να σε κάνω τζάμπα μάγκα.

Αλλιώς και μπιρ παρά. Δες και κοψοχρονιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεαρός άντρας. Προέρχεται από τα «γκαλιαρντά», τη διάλεκτο του αδερφάτου.

Τι να σου λέω μωρή, ένα τεκνό μούρλια. Μούσκεψα την κυλότα μου σου λέω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από μια παροιμία των Μάγιας, «τρεις το πούτσο κλαίγανε», που αναφέρεται σε τρεις γκόμενες του μακαρίτη! Σημαίνει στεναχώρια χωρίς ουσία, αφού δεν αλλάζει με κάποιο τρόπο. Και τελικά κάτι ανούσιο, ανάξιο λόγου.

- Να πάμε να διαμαρτυρηθούμε.
- Τώρα μάλιστα, τον πούτσο κλαίγανε...

θα καώ στο εξώτερο πυρ μ\'αυτά τα μύδια!! (από BuBis, 22/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σωστό είναι: αλάργα, το αντίθετο του απίκο.

- Δεν βγήκαμε στο νησί, το καράβι έριξε άγκυρα αλάργα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified