Συναφές με το με πάει γαμιώντας, αλλά με διαφορετική έννοια. Όχι απλά πάνε όλα στραβά (γαμιώντας), αλλά πάνε όλα πίσω. Από το κακό στο χειρότερο, αν μιλάμε για κλίμακα του τύπου «κακό, χειρότερο, σκατά, απόσκατα» κ.ο.κ.

- Πώς τα πάτε στη δουλειά;
- Γάματα. Με την όπισθεν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το υπερμεγέθες πέος του ανδρός. Όχι απλά το μεγάλο, αλλά το τεράστιο.

Ως εκ τούτου το λήμμα αποκλείεται να έχει σχέση με το μικροσκοπικό συμπαθές ομώνυμον έντομον. Επομένως, πρόκειται δια άλλον έναν παραλληλισμόν του ανδρικού γεννητικού οργάνου με διάφορα εργαλεία όπως λοστάρι, στυλιάρι, καλέμι, κ.λπ.

Παρότι ο παραλληλισμός αυτός είναι σύνηθες φαινόμενον, δεν είναι βέβαιη η προέλευσις του λήμματος «γρύλος». Πιθανώς η χρήσις του όρου να υποδηλώνει ότι το εν λόγω πέος είναι τόσο μεγάλο που μπορεί μεταφορικά να χρησιμοποιηθεί και ως γρύλος δια ανύψωση οχημάτων ή ενδεχομένως άλλων βαρών. Γενική πεποίθησις είναι παρόλ' αυτ'α, ότι απ' όσους διατείνονται πως διαθέτουν γρύλον, ελάχιστοι λένε την αλήθεια.

Επιπροσθέτως επισημαίνεται πως: Ος θεωρεί ότι διαθέτει γρύλον αντί πέους, καλόν θα είναι να μην προβεί εις δοκιμάς άρσης βαρών. Το ανδρικόν πέος δεν προορίζεται δια ταύτην χρήσιν.

  1. - Αν είσαι μάγκας, κατέβα κάτω μωρή κότα.
    - Τράβα ρε απο 'δω μη βγάλω το γρύλο έξω και φύγεις τρέχοντας.

  2. - Γιώργο, είδες το dvd της Τζούλιας;
    - Ναι ρε. Μαλακία ήτανε. Πάντως ο τύπος είχε ένα γρύλο ....

(από dimitriosl, 13/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ουρητήρας. Συναντάται συνήθως σε επαγγελματικούς χώρους, όπου στα WC υπάρχει και χέστρα και κατρουλιέρα.

Εστιάτορας: Ρε παιδιά βούλωσε η χέστρα και δε δουλεύει η κατουρλιέρα στο WC. Πού θα κατουράει ο κόσμος;
Υπάλληλος: Ο νιπτήρας δουλεύει, μάστορα;

(από dimitriosl, 18/03/10)(από dimitriosl, 18/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποδηλώνει στάση του σώματος κατά την οποία τα οπίσθια προτείνονται προς χρήση. Είναι το αποτέλεσμα του ρήματος τουρλώνω, όταν βέβαια αναφέρεται στα οπίσθια (βλ. κώλος). Ορθόκωλα μπορεί να βρεθεί κάποιος / κάποια, είτε ηθελημένα (σεξουαλική στάση), είτε παρά τη θέλησή του (κωλονοσκόπηση, μπρρρρ !!!!).

  1. Καλά ρε φίλε, όλο τον ιεραπόστολο παίζεις; Βάλε ρε κανένα μαξιλάρι και στήσε την ορθόκωλα να πει τον δεσπότη Παναγιώτη.

  2. Πανάγος: - Καλημέρα Μήτσο. Πώς πάει η σπορά;
    Μήτσος: - Καλά ρε Παναγή. Με βοηθάει και η γυναίκα μου.
    Πανάγος: - Είναι εδώ ρε; Και πού έχει πάει;
    Μήτσος: - Δεν την βλέπεις; Ορθόκωλα στο χωράφι, μαζεύει χόρτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει κάποιον /-α του οποίου /-ας η εμφάνιση είναι πολύ άσχημη. Είτε λόγω φυσικής «ομορφιάς», είτε λόγω αισθητικής, είτε λόγω ένδυσης.

Αθηνά: - Ρε Μαρία πώς σου έκανε έτσι το μαλλί ο Τρύφωνας (Σαμαράς); Σπας καθρέφτες φιλενάδα!
Μαρία: - Δίκιο έχεις. Πάω να τα ξαναχτενίσω και αν με ξαναδεί, να μου γράψει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το νησί Μύκονος, όπου κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, εκτος άλλων, αποτελεί κοινό τόπο προορισμού ομοφυλόφιλων.

- Πάμε Μύκονο το καλοκαίρι;
- Πας καλά ρε; Στο πουστράδικο δεν πατάω. Να τον φάμε στα γεράματα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική ατάκα από την ανεπανάληπτη ταινία Αλοίμονο στους νέους με τον Δ. Χορν που έγινε έκφραση. Χρησιμοποιείται από μεσόκοπους ή ώριμους άνδρες όταν αναφέρονται σε σεξουαλικές περιπτύξεις τους με πιπίνι(α).

Στο καφενείο:
- Ρε Θανάση κοίτα αυτό το μικρό που περνάει. Α ρε και να το 'βαζα κάτω.
- Και τι θα του έκανες ρε μάυρε, αφού δε μπορείς να πάρεις τα πόδια σου.
- Μωρε ας μου καθότανε και χράτσα - χρούτσα θα το κανόνιζα.
- Σιγά ρε μη σπάσεις καμιά μασέλα.

(από dimitriosl, 19/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Πληροφορική

Από τους επαγγελματίες της πληροφορικής, ως big irons χαρακτηρίζονται οι servers. Όχι οι απλοί servers, αλλά οι μηχανές που ζυγίζουν περίπου ένα τόνο και φιλοξενούνται σε racks τουλάχιστον 24U.

Στην πληροφορική ο όρος προέρχεται από τη δεκαετία του '90 όπου, στην αυγή της εποχής των PC, οι μηχανές αυτές άρχισαν σιγά σιγά να μπαίνουν στο περιθώριο. Θυμάμαι με νοσταλγία ένα Perkin Elmer 90 το οποίο ήταν μαζί με τους δίσκους και τις ταινίες του 4 racks 220 x 50 x 50 cm, και είχε κεντρική μνήμη (RAM) 728ΚΒ και δύο δίσκους 32inch x 80 Mb. Όταν το πετάξαμε, κάναμε 4 άτομα 3 ημέρες να το λύσουμε γιατί δεν έβγαινε από την πόρτα του computer room.

  1. Αυτοκινητιστές

Big irons λένε οι ψαγμένοι φορτηγατζήδες τους μεγάλους σε όγκο τράκτορες με τους ατελείωτους ίππους, ή τα βαρέος τύπου μηχανήματα.

Ο όρος προέρχεται από τις ΗΠΑ, όπου ως γνωστόν εκεί και λόγω BIG αισθητικής της χώρας και του λαού, η παραγωγή και χρήση ΜΕΓΑΛΩΝ οχημάτων είναι σύνηθες φαινόμενο.

  1. Data Center
    - Ρε παιδιά, το ένα τροφοδοτικό του server δεν παίζει. Δίνει fault στο panel.
    - Μη μασάς ρε. Big iron είναι. Έχει άλλα 3 τροφοδοτικά on-line.

  2. «Την περασμένη εβδομάδα πήγαινα Θεσσαλονίκη με το 142 (Scania) και στο Μαλιακό με περνάει ένας Ολλανδός με ένα big iron που δεν κατάλαβα από που ήρθε... Μαλλιά πήγαινε ο δικός σου. Μου φάνηκε σαν Volvo αλλά δεν είμαι και σίγουρος».

(από dimitriosl, 20/03/10)(από dimitriosl, 20/03/10)(από dimitriosl, 20/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής. Συνήθως ο όρος χρησιμοποιείται από επαγγελματίες του χώρου της πληροφορικής και χαρακτηρίζει κατά κύριο λόγο τους servers (βλ. big iron), ενώ για τους σταθμούς εργασίας χρησιμοποιείται το υπολογιστήρας.

- Ρε Θανάση ακόμα τρέχει το query*. 20 λεπτά και δεν έχει τελειώσει. - Μεγάλε, ή ο κώδικάς σου είναι για κλωτσιές, ή ο κεφάλας τα έχει παίξει.

  • query = ερώτημα sql σε βάση δεδμένων.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν αναφέρεται σε μηχανήματα (συνήθως μοτό ή αυτοκίνητα), σημαίνει ότι το εν λόγω όχημα ή μηχάνημα είναι για τον πούτσο. Δε μετράει.

  1. Στο φανάρι της παραλιακής:
    - Μεγάλε τα στήνουμε;
    - Πάρε ρε φίλε το κλαστήρι σου από 'δω και πέτα το.

  2. Στην Ε.Ο. Αθηνών - Κορίνθου:
    - Κοίτα το μαλάκα με το κλαστήρι. Με 50 στο αριστερό ρεύμα!

βλ. και καβουρδιστήρι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified