Οι κομψευόμενοι νέοι της δεκαετίας του '60 και του '70 που φόραγαν "ψαλιδόκωλα" σακάκια, δηλαδή τα μοντέρνα σακάκια της εποχής με το ένα ή τα δύο ανοίγματα πίσω. Ήταν κάτι σαν συνώνυμο του τεντυμπόης.

Θυμάσαι το Στέλιο απ' τη Σχολή; Λοιπόν άμα τον δεις δεν θα τον γνωρίσεις! Μοντέρνα κουστουμιά, γραβάτα, πατούμενο, ψαλιδόκωλος κανονικός σου λέω!

Got a better definition? Add it!

Published

Σημαίνει "με τα πόδια", "ποδαράτο", "on foot" τέλος πάντων! Κατά παράφραση του Γιώτα Χι (Ι.Χ.)

-Με τι θα γυρίσεις σπίτι; -Με Γιώτα Πι! Τι ρωτάς, βλέπεις καμιά καλύτερη λύση;

Got a better definition? Add it!

Published

Στη φανταρίστικη αργκό, κάποιας εποχής τουλάχιστον, το ειδικό εργαλείο γραφείου για το τρύπημα των εγγράφων προκειμένου στη συνέχεια να αρχειοθετηθούν.

-Πιάσε ρε σύ τον κωλομπαρά να ταχτοποιήσω λίγο αυτά τα χαρτιά, γιατί σε λίγο θα βγούνε φίδια εδώ μέσα!

λεζάντα εικόνας

Got a better definition? Add it!

Published

γαμάω τους περίεργους

"Πληρωμένη" απάντηση στην ερώτηση "τι κάνεις;" ή "τι δουλειά κάνεις;"
Λέγεται συνήθως:
1. Όταν ο άλλος έχει καταντήσει τσιμπούρι με τις ενοχλητικές και αδιάκριτες ερωτήσεις του και θέλουμε να τον ξεφορτωθούμε με όχι και πολύ... ευγενικό τρόπο.
2. Χάριν αστεϊσμού μεταξύ κολλητών.

- Και δε μου λες, εσύ από πού τα ξέρεις όλ' αυτά και ανακατεύεσαι; Τι δουλειά κάνεις;
- Γαμάω τους περίεργους!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρητορική ερώτηση του τύπου "κόβει η πουτάνα το γαμήσι;" που λέγεται όταν αυτό που προτείνουμε στον άλλον είναι τόσο προφανές ότι το θέλει "με χίλια", ώστε η ερώτηση καταντάει περριτή.

Μάνα: Να σου βάλω ένα κομάτι πίτα; Μοσχοβολάει έτσι ζεστή-ζεστή που βγήκε από το φούρνο!
Γιός: Τι ρωτάς ρε μάνα; "Θες καλόγερε γυναίκα"; Μου ΄χει σπάσει τη μύτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο με καρακίτς εμφάνιση που γίνεται αντικείμενο ειρωνικών σχολίων από χιλιόμετρα μακριά (συνώνυμο περίπου του σούργελο).

Στη γηπεδική αργκό, η ομάδα που έχει τα χάλια της, που σέρνεται στο γήπεδο, και αντιστοίχως τσίρκουλα οι παίχτες της εν λόγω ομάδας.

- Τι βλέπω ρε, ο Γιάννης κυκλοφορεί με καινούργια γκόμενα;
- Καλά την έχεις δει πως είναι; Που πάει ρε ο μαλάκας μ' αυτό το τσίρκουλο;

- Τέτοια τσίρκουλα δεν έχω ξαναδεί ρε φίλε! Σου λέω δε μπορούσαν ν' αλλάξουν μια μπαλιά στα δύο μέτρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο οδηγός νταλίκας, ο νταλικέρης, με ολίγον υποτιμητική και ειρωνική διάθεση.
Δες και νταλίκαμαν.

Και κατεβαίνει που λές κάτω ο νταλίκερμαν και τι να δω ρε μαλάκα; Ένα γομάρι δυο μέτρα, σωστή ντουλάπα μιλάμε! Έπαθα την πλάκα μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για στρατιωτική μονάδα όπου το πήξιμο πάει σύννεφο, όπου σε πάει πίπα κώλο εμπλοκή.

Κλασσικός όρος για τον χαρακτηρισμό παραμεθόριων μονάδων καθώς και πλοίων του Π.Ν. όπου «βλέπεις την άδεια με το μακαρόνι».

Βλέπε και σχετικά λήμματα: βλέπω την βάλε πόλη προέλευσης εδώ με το μακαρόνι
αγγαρειομάχος.

Μετά τη βασική εκπαίδευση πήρα μετάθεση για ένα πλοίο σκέτη μαυρίλα! Φοβερό πήξιμο, συνέχεια ταξίδια και να βλέπεις την άδεια με το μακαρόνι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που υποδηλώνει τον τελείως άχρηστο, αυτόν που και την πιο απλή δουλειά να του βάλεις να κάνει, θα καταφέρει να τα κάνει σκατά.

Χρησιμοποιείται και για τους τελείως άχρηστους ποδοσφαιριστές, τους λεγόμενους και παλτά, ιδίως για όσους εξ αυτών είναι απελπιστικά αργοί.

  1. - Τι λέει ο καινούργιος υπάλληλος;
    - Γάμησέ τα φίλε! Το άτομο είναι απελπισία σου λέω, δεν κάνει για τίποτα! Αυτός αν τον βάλεις να τρέξει μόνος του θα 'ρθει δεύτερος!

  2. Καλά τι παλτό είναι αυτό που κονομήσαμε πάλι ρε μαλάκα; Δεν έχω δει πιο αργό σέντερ φορ. Αυτός όταν τρέχει μόνος του έρχεται δεύτερος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παροιμιακή έκφραση.

Το ερώτημα είναι ρητορικό βεβαίως, αφού η απάντηση είναι προφανής, και ως τέτοιο χρησιμοποιείται όταν αναφερόμαστε σε άτομα που είναι τόσο κολλημένο σε κάποια συνήθειά τους, ώστε να θεωρούμε ότι είναι αδύνατον να την κόψουν.

- Το καλύτερο έγινε στο τέλος: παίρνει το τελευταίο τσιγάρο από το πακέτο το ανάβει και μας λέει: «Το βλέπετε; Αυτό είναι το τελευταίο τσιγάρο που καπνίζω, από σήμερα τέρμα το κάπνισμα!»
- Ποιος ρε θα κόψει το τσιγάρο; Ο Γιάννης; Ναι, καλά! Κόβει η πουτάνα το γαμήσι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified