Η σεξουαλική πράξη κατά την οποία η γυναίκα κρατά ενωμένα τα στήθη της ενώ ο άντρας μετακινεί παλινδρομικά το πέος του ανάμεσά τους. Η στάση αυτή μπορεί να εκτελεστεί μόνο όταν τα γυναικεία στήθη είναι αρκούντως ευμεγέθη.

Συνώνυμα: ισπανικό, ισπανική μαλακία, ισπανική πίπα.

- Του Μήτσου του αρέσει πολύ η βυζομαλακία: γι' αυτό τα φτιάχνει μόνο με βυζαρούδες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Aπό το φράγκα + killer. Ο τσιγκούνης. Συνώνυμα: [φραγκοφονιάς], γερο-Λαδάς.

Ο Μήτσος είναι μεγάλος φραγκοκίλερ: πήγε ραντεβού με την Καίτη και ούτε ένα καφέ δεν την κέρασε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξέκωλο, στον υπερθετικό βαθμό.

- Τι ξέμουνο είναι αυτή η Ντίνα... είδες το μίνι που φόραγε προχτές;

Βλ. και ξεψώλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασσικός τύπος εργασιακού συναδέλφου, ο οποίος έχει την ενοχλητική συνήθεια να παρεμβαίνει απροκάλυπτα και να διαλύει τη ρομαντική ατμόσφαιρα που πιθανόν να έχει δημιουργηθεί μεταξύ δύο άλλων συναδέλφων που "συνεργάζονται" στενά.

Ότι είχα καθίσει δίπλα της και δουλεύαμε μαζί στον υπολογιστή, τσουπ ήρθε ο Κώστας ο χαλάστρας και άρχισε να μας λέει τις παπαριές του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αιδοίο. Χρησιμοποιείται αντί της λέξης μουνάκι, κυρίως στα social media.

Κοίτα εικόνα που πόσταρε ο άλλος: φαίνεται το μουθνάκι της τραγουδίστριας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Γιώργος γαμάει τόσο μαγικά: έχει ένα πέος δοσίληθο!

Μια πούτσα που σε κάνει να ξεχνάς τ' όνομά σου.

Got a better definition? Add it!

Published