Further tags

Κλασική ατάκα προπονητών, πραγματικών ή της κερκίδας. «Βλέπω γήπεδο» σημαίνει έχω καλή αντίληψη του χώρου σε ένα ομαδικό παιχνίδι. Δηλαδή, ξέρω ανά πάσα στιγμή πού είναι οι συμπαίκτες μου (γιατί δεν βλέπω μήπως σκουντουφλήσω με την μπάλα) και επίσης ξέρω σε ποιο σημείο και με τι δύναμη πρέπει να πασάρω, ώστε να μην ξελιγώσω τον συμπαίκτη προς τον οποίο πασάρω.

Χαρακτηριστικό κάποιου που βλέπει γήπεδο είναι η ικανότητά του να βγάζει τυφλές μπαλιές. Πάσες ή σέντρες, χωρίς να έχει άμεσα οπτική επαφή με τον συμπαίκτη. Και όχι κατά τύχη στα κουτουρού (όπως καμιά φορά συμβαίνει στον Βύντρα)! Να τις θέλει.

Η ικανότητα (να βλέπει γήπεδο) που έχει κάποιος παίκτης είναι ένα από τα χαρακτηριστικά που ανήκουν στην αθλητική ιδιοφυΐα (για ομαδικά αθλήματα). Χαρακτηριστικά παραδείγματα παιχταράδων με τεράστια αντίληψη χώρου είναι (ή ήταν) ο Κρόιφ, ο Φραντσέσκο Τότι και προσφάτως ο Κακά (στη μούρη σου). Στην Ελλάδα ένας παίκτης που, εκτός όλων των άλλων χαρισμάτων του (πολλά κιλά μπάλα), έβλεπε και γήπεδο, ήταν ο Βάσια. Μετά από πέντε ή έξι τρίπλες, με κάτω το κεφάλι, έβγαζε συμπαίκτη τετ α τετ με το τέρμα, και το μόνο που είχε να κάνει (ο συμπαίκτης) ήταν να φυσήξει την μπάλα μέσα.

Τώρα, η έκφραση εκτός αθλητικής σλανγκ, χρησιμοποιείται και:

  • για να χαρακτηρίσει εργαζόμενους /-ες σε μπαρ. Δλδ ένας μπάρμαν γατόνι είναι αυτός που βλέπει γήπεδο, ξέρει πότε να πλησιάσει τον πελάτη, δεν αφήνει ποτέ τον πελάτη να περιμένει και πάντα βέβαια τσεκάρει με το κεφάλι ψιλά τι γίνεται γύρω από την μπάρα. Έχει δλδ τον έλεγχο.
  • για να χαρακτηρίσει γκόμενες και γκόμενους που παίζουν με τα μάτια.
  1. - Τι νέα παλικάρια;
    - Μια χαρά, εσύ;
    - Καλά. Γιατί δεν πίνετε τίποτα. Αφραγκιές, αφραγκιές;
    - Μπααααα. Μια ώρα είμαστε εδώ, αλλά ο καινούριος δεν λέει να μας δει. Φτιάχνει ένα κοκτέιλ και μετράει τα παγάκια.
    - Μιλάμε δεν βλέπει γήπεδο με τίποτα. - Αντιθέτως η γκόμενα απέναντι μοιράζει παιχνίδι...

  2. από ιστότοπους:

α. βυντρα δεν πρεπει ποτε να παιζει λιμπερο διοτι πρωτον δεν βλεπει γηπεδο, δευτερο ειναι ατσαλος και καντεμης και τριτον δεν εχει διαρκεια ...

β. ... Καλή κοψιά,τεχνηταράς ,με μάτι που βλέπει γήπεδο,δυνατό μακρυνό σουτ και μεγάλη μπαλλιά. Αλλά...

γ. ... Δεν βλέπει γήπεδο γι' αυτό και στα στατιστικά του δεν υπάρχει ενδιαφέρον στις ασίστ. Παρότι έχει μεγάλα άκρα και μεγάλο κορμί δεν είναι ...

(από electron, 31/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προέρχεται από την υδατοσφαίριση. Όταν κάποιος αμυντικός κάνει κάποιο αντικανονικό ή σκληρό φάουλ, μία από τις πιθανές ποινές είναι και η αποβολή του από το γήπεδο για συγκεκριμένο χρόνο. Ο χρόνος αυτός ορίζεται όσο η διάρκεια μιας επίθεσης για την αντίπαλη ομάδα. Η επιτιθέμενη ομάδα παίζει με έναν παίκτη παραπάνω μέχρι να εξαντληθεί ο χρόνος επίθεσης (ο οποίος μηδενίζεται με την αποβολή). Με το πέρας της επίθεσης (αλλαγή στην κατοχή μπάλας, γκολ, άουτ), ακόμα και αν δεν έχει συμπληρωθεί ο απαραίτητος χρόνος, ο τιμωρημένος παίκτης επανέρχεται στον αγωνιστικό χώρο.

Η πιο πάνω κατάσταση αναφέρεται σαν επίθεση με παίχτη παραπάνω. Ακόμα και στα στατιστικά, αναφέρεται π.χ. «στον παίχτη παραπάνω» είχαμε τραγικό ποσοστό, εννοώντας ότι στις επιθέσεις με αριθμητικό πλεονέκτημα δεν καταφέραμε να έχουμε καλό ποσοστό επίτευξης γκολ.

Αυτή είναι η ορολογία (λίγο βαρετή). Ο όρος σλανγκίζεται όμως και πέραν της κάπως «στραβής» χρήσης, όπως η πιο πάνω (εμφανές στα παραδείγματα), και στις ακόλουθες δύο περιπτώσεις:

α) «(παίχτης) παραπάνω» αποκαλείται και ο παίκτης ο οποίος μένει χωρίς αντίπαλο. Ο οποίος δεν είναι ο ίδιος πάντα. Αν ακριβολογούσαμε, θα έπρεπε να αναφερόμασταν στον «ελεύθερο» παίκτη, όπως γίνεται και στα άλλα ομαδικά αθλήματα. Αλλά στην υδατοσφαίριση, ο ελεύθερος λέγεται και «ο παραπάνω».

β) σε όλες τις περιπτώσεις που το ουσιαστικό απαλείφεται ή, ως ευκόλως εννοούμενο, παραλείπεται. Δλδ. σε όλες τις πιο πάνω περιπτώσεις, δεν χρησιμοποιείται η έκφραση «παίχτης παραπάνω», αλλά μόνο το «παραπάνω», κλινόμενο σαν το ουσιαστικό που παραλείφθηκε.

  1. ... και τα 6 γκολ επιτεύχθησαν στον παίχτη παραπάνω με ένα πολύ καλό ποσοστό 6/7 ...

  2. Trikala Gate 7 .:: ΠΟΛΟ - Ολυμπιακός - Πανιώνιος 7-6
    Ο Δημήτρης Μάζης ισοφάρισε για τον Πανιώνιο στον παίκτη παραπάνω, ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψαγμένη έκφραση σχολιαστών ποδοσφαίρου, διάφορων πανουτσοκαρπετόπουλων και γενικά όσων ασχολούνται με ποδόσφαιρο ή στοίχημα.

Το πονηρό ματς είναι εκείνο που ενω μεν έχει ενα προφανές φαβορί, εν τούτοις δεν έχεις και μεγάλη εμπιστοσύνη οτι όντως θα κερδίσει αυτό το φαβορί.

Συνήθως έχει απόδοση στο στοίχημα του στυλ 1.55 όπου ναι μέν από τι μια λες είναι στοιχηματικό δώρο αλλά από την άλλη δεν θες να το παίξεις γιατί φοβάσαι ότι θα σπάσει.

  1. «Πονηρό» ματς... στο Ελληνικό

Ένα και μοναδικό το παιχνίδι της Β’ Εθνικής στο κουπόνι του Σαββάτου. Ο Εθνικός Πειραιώς στην έδρα του παραμένει αήττητος καθώς μετά από 7 παιχνίδια έχει απολογισμό 3 νίκες και 4 ισοπαλίες. Ο Αγροτικός Αστέρας από την άλλη πλευρά, σε 8 παιχνίδια μακριά από τον Εύοσμο μετρά 2 νίκες και 6 ήττες. εδώ

  1. ...Ξεκινάμε ανάποδα γιατί η αξία του ηττημένου δίνει δόξα στον νικητή. Πόσω μάλλον που το ματς διεξήχθη χωρίς θεατές. Που πάει να πει «πονηρό». Και στα «πονηρά» φέτος ο Παναθηναϊκός πιάστηκε ή πήγε να πιαστεί κάμποσες φορές κορόιδο. εδω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το συμπαθές, μικροκαμωμένο πλην νοστιμότατο τρωκτικό, που αποτελεί ανέκαθεν στόχο κυνηγών, ήρωα πλήθους παραμυθιών, ανεκδότων, γνωμικών κι εκφράσεων, καθώς και κινέζικο ζώδιο που, παρεμπιπτόντως, θα κυβερνά για ένα χρόνο απ’ τον επόμενο Φλεβάρη.

Ετυμολογικά ίσως από το «λαγωός»: με χαλαρά αυτιά (λαγαρός + οὖς).

Γνωστότατα τα:

  • βγάζω/βρίσκω/πιάνω/χτυπώ λαγό: φέρνω καλύτερο από το αναμενόμενο αποτέλεσμα, έχω απρόσμενη σε μέγεθος επιτυχία, μου τυχαίνει σημαντική ευκαιρία, κάνω σημαντική ανακάλυψη.
  • βγάζω/τραβώ λαγό απ’ το καπέλο: παρόμοιο με το «βγάζω/πετάω άσσο απ’ το μανίκι» ή και κατά το «έκανε πάλι τα μαγικά του». Σημαίνει «ανατρέπω προς όφελός μου/σώζω μια κατάσταση» που φαινόταν χαμένη/τελειωμένη χρησιμοποιώντας κάποιο τέχνασμα ή κάποιο κρυφό ατού, εν είδει ταχυδακτυλουργού, τη στιγμή που κανείς δεν το περίμενε.

    Επίσης, τα σχετικά με τη περίφημη δειλία του λαγού:

  • γίνομαι λαγός: από το φόβο μου την κάνω / εξαφανίζομαι τρέχοντας (και έμμεση αναφορά στην ταχύτητα του λαγού),

  • λαγουδόκαρδος: για τον φοβητσιάρη,
  • κι ο έτερος ορισμός – μομφή για τους οπαδούς του τριφυλλιού από τους αιώνιους αντιπάλους τους.

    Επίσης τα σχετικά με το μέγεθος του λαγού:

  • το εξαίρετο λαγογαμίστρα: για μικρά οικήματα, γαμιστρώνες,

  • και το προφανέστατο πούτσα από λαγό.

    Ήδη στο σάη οι εκφράσεις:

  • τάζει λαγούς με πετραχείλια: για κάποιον που υπόσχεται πράγματα αδύνατο να πραγματοποιηθούν,

  • άρμεγε λαγούς και κούρευε χελώνες: για κάτι που ακούσαμε αλλά θεωρούμε αδύνατο να γίνει,
  • λαγός την φτέρη έσειε, κακό της κεφαλής του: για κάποιον που κινδυνεύει να υποστεί τις συνέπειες της απερισκεψίας του/που προκαλεί την τύχη του.

    Η δική μου συνεισφορά:

Από τ’ αθλητικά σινάφια και ειδικότερα αυτά των αγωνισμάτων δρόμου:

  • Έστω δυο δρομείς. Ο Α κι ο Β. Ο Α έχει τα κότσια να σπάσει το ρεκόρ, ο Β όχι. Ο Β δεν είναι πάντα ξεφτίλας· μπορεί να τερματίσει και σε μια αξιοπρεπή θέση, αλλά σίγουρα όχι πρώτος. Μπορεί όμως να πουσάρει τον Α να αγγίξει ή και να ξεπεράσει το όριο των δυνατοτήτων του, βοηθώντας τον (ηθελημένα ή και άθελα) να σπάσει το ρεκόρ ως εξής: κατά το πρώτο μέρος του αγωνίσματος μπαίνει επικεφαλής ο Β και τα δίνει όλα. Τρέχει στο μέγιστο, «τραβώντας» και τον Α, ώστε να τρέξει κι αυτός στο μέγιστο των δυνατοτήτων του. Ο Α κυνηγά/βρήκε (το) λαγό που χρειαζόταν. Όταν στο τελευταίο κομμάτι του αγωνίσματος ο Β τα φτύσει (γιατί δεν έχει τα κότσια να κρατήσει τον ρυθμό του), ο Α (που τα έχει) θα τον προσπεράσει (πολλές φορές με εμφανή άνεση) και θα τερματίσει πρώτος, σπάζοντας (ενίοτε) και το ρεκόρ (ατομικό ή όποιο άλλο). Στην ουσία ο λαγός «άνοιξε δρόμο» σ’ αυτόν που ερχόταν πίσω του και φαινόταν να τον κυνηγά.
  • Τα κάνει το λαγό σε κάποιον/κάτι, είναι λαγός για κάτι χρησιμοποιούνται και εκτός σταδίων, με την έννοια «ανοίγει δρόμο σε κάποιον ή κάτι»/«προαναγγέλλει κάτι»/«βγάζει είδηση». Τέτοιο ρόλο παίζουν κλασικά δημοσιογράφοι με άρθρα ή εκπομπές τους (σχεδόν καθημερινά σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη) ή και πολιτικοί (ακόμα και μεγάλου βεληνεκούς) με δηλώσεις τους, ώστε να ανοίξουν δρόμο σε πολιτικές, αποφάσεις ή και νομοσχέδια που σίγουρα δεν θα πολυαρέσουν σε μερίδα των πολιτών.

    Στα σινάφια των στριπτιτζάδικων:

  • Ο πελάτης-θύμα που καψουρεύτηκε κάποιο απ’ τα κορίτσια και ξηλώνεται για χάρη της (κερνώντας αβέρτα, ανοίγοντας μπουκάλια σαμπάνιες για το εφέ κι ό,τι άλλο) χωρίς ανταπόκριση και φυσικά ...κοκό.Ενίοτε ακούγεται είτε σαν σφόλι, είτε σαν παράπονο το: «φέρε και κανένα καροτάκι» ή και το: «για λαγό με πέρασες μωρή;»

Οι επενδυτές συνεχίζουν να δίνουν στο ευρώ το πλεονέκτημα της αμφιβολίας. Ωστόσο, και καθώς η σύνοδος κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης διεξάγεται στις Βρυξέλλες, πολλοί επενδυτές αρχίζουν να χάνουν την ψυχραιμία τους. Εκτός κι αν οι ηγέτες της Ε.Ε. βγάλουν έναν πολύ πειστικό... λαγό από το καπέλο τους, το μέλλον του νομίσματος θα θεωρηθεί για μία ακόμη φορά αμφίβολο.
(απ’ το δίχτυ)

Α.i. Ενσωματωμένο στον ορισμό (αναζητώ βιντεομήδι αλλά γιοκ)

Α.ii.α. «Η «Κάρτα Αγορών» αποτελεί τον λαγό για την «Κάρτα του Πολίτη»;»
(απ’ το δίχτυ)

Α.ii.β. Η κ. Παπαρήγα αναφέρθηκε και στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, τον οποίο χαρακτήρισε «λαγό», είτε αφορά το Αιγαίο, είτε το χρέος. «Δεν είναι προσωπική του επιλογή. Την ώρα που εσείς ισχυρίζεστε ότι οι ελληνοτουρκικές διαπραγματεύσεις είναι σε καλό δρόμο, επίσημα βγήκε και είπε πως η υφαλοκρυπίδα φτάνει μέχρι τα 200 μέτρα βάθος, που αποτελούν το 15% μόνον των διεθνών υδάτων του Αιγαίου άρα το υπόλοιπο το αφήνει στο χώρο των λεγόμενων γκρίζων ζωνών», απηύθυνε προς τον πρωθυπουργό.
(χθεσινό, απ’ το σύνολο των ΜΜΕ)

Β. – Κι άλλο μπουκάλι ρε καρντάση; Για τη Σούλα;
- Σούζι είπαμε!!
- Ρε μαλάκα σ’ έχει για φάγωμα!! - Λέγε ό,τι μαλακία θες. Υπάρχει χημεία κάργα.
- Ναι ανόργανη!
- Δε μας γαμάς; Για τσολιά στ’ αρχίδια μας!
- Μωρό! Φέρε και κανένα καροτάκι μπίο για τον κύριο.
- Με λες λαγό ρε;
- Εγώ; Αυτή κι οι φίλες της σε φωνάζουν Μπαξ. Τυχαίο; Δε νομίζω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινή ονομασία για μια ομάδα πολυοργάνων γυμναστικής. Κοινά τους χαρακτηριστικά είναι κατά κανόνα τα εξής:
1. Η χρήση τους βασίζεται σε ένα μόνο σετ βαριδίων που μετακινεί ο ασκούμενος μέσω συρματόσχοινων.
2. Έχουν συμπαγή και «βαριά» κατασκευή από ατσάλι.
3. Το ύψος τους είναι σαφώς η μεγαλύτερή τους διάσταση.
4. Έχουν θέση (κάθισμα) για τον ασκούμενο.
5. Έχουν λαβές ώστε ο ασκούμενος να μπορεί να εκτελέσει τις πιο βασικές ασκήσεις σχεδόν σε όλο το σώμα (στάνταρ ώμοι, πλάτη, στήθος και λίγο από πόδια).

Παρά το βάρος και το μέγεθός τους, είναι πολυόργανα που αγοράζονται, εκτός από γυμναστήρια, και από ιδιώτες για το σπίτι, ακριβώς λόγω της πολυχρηστικότητάς τους. Απαιτούν ωστόσο το χώρο τους και δεν μετακινούνται καθόλου εύκολα.

Η προέλευση του όρου μου είναι άγνωστη. Πιθανώς να ήταν εμπορικό όνομα κάποιου συγκεκριμένου προϊόντος.

  1. Από εδώ:

Εχω ηρακλη(πολυοργανο σπιτι,στηθος,ωμους,παγκο κτλ),οπου 2-3 φορες την εβδομαδα κανω ενα light προγραμμα.

  1. Από εδώ:

το σκουοτ ΙΣΩΣ να ειναι απο τις καλυτερες ασκησεις ...σκου[ο]τ με ελευθερα βαρη και οχι σε «ηρακλη» καλυτερα να την προτεινεις σε κανα εχθρο σου...κορμος το ποδιου ειναι η γαμπα ,ουτε οι μηριαοι ουτε οι τετρακεφαλοι...

  1. Από εδώ:

Υπήρχαν ένα θερμοσίφωνας 500 λίτρων, ντουζιέρες, μπαταρίες μπάνιου, πάγκοι, αλουμίνια κουφώματα, γραφείο, ένα πολυόργανο «Ηρακλής», για γυμναστική, καρέκλες, ψυγείο, πλυντήριο-στεγνωτήριο ρούχων, ένας πίνακας ρεύματος, συναγερμός, φώτα, ντουλάπες. Από όλα αυτά δεν υπάρχει τίποτα αυτή τη στιγμή.

Χαρακτηριστική περίπτωση "ηρακλή". (από patsis, 06/06/11)Μεγαλύτερος "ηρακλής" με περισσότερες θέσεις ασκουμένων. (από patsis, 06/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συγκεντρώνοντας και προσθέτοντας:

  • Όπως έχει καταγράψει κι ο emkrit σε άλλο ορισμό, πρόκειται για εκείνο το καθίκι με το χαρακτηριστικό σχήμα πάπιας, τη «σκωραμίδα» (από το αρχαίο «σκῶρ», «σκατός»: περίττωμα και το «ἀμίς»: ουροδοχείο – για να προσθέσω και κάτι) που χρησιμοποιείται για τους ασθενείς που δεν μπορούν να σηκωθούν απ’ το κρεβάτι.
  • Όπως έχει καταγράψει κι ο imaginas σε άλλο ορισμό, στα σινάφια κυνηγών κι όχι μόνο, είναι το συνδεμένο ξύλινο ή πλαστικό εξάρτημα του όπλου, που καλύπτει μέρος της κάτω επιφάνειας της κάννης ή των καννών. Να προσθέσω πως στην επιφάνειά του έχει χαρακιές ώστε η παλάμη του χειριστή να ‘χει καλύτερο κράτημα καθώς αυτός στρέφει το όπλο στο στόχο, και πως εκτός από «χειροφυλακτήρας» λέγεται και «ξυστός».
  • Το μέσα μέρος του πήχη του χεριού, αλλά συνεκδοχικά και ολόκληρος ο πήχης πάντα στο πιο μυϊκό τμήμα του. Κυκλοφορεί πολύ στα σινάφια μποντιμπιλντεράδων, χειροπαλαιστών -κοινώς λάτρεων του bras de fer - αλλά και ντράμερ όπου αμφότερα τα γυμνάζουν με ειδικές ασκήσεις και όργανα. Καθώς συμμετέχουν σε πολλές ασκήσεις όπου δουλεύουν τα χέρια, γυμνάζονται μεν από σπόντα, αλλά οι απληροφόρητοι, χωρίς σωστή προθέρμανση και κατάλληλες διατάσεις, κινδυνεύουν από τενοντίτιδες. Σε σινάφια τατουατζήδων απλώς τις διακοσμούν.
  • Μονό ή διπλό μεταλλικό κομμάτι που συνδέει μεταλλικές δοκούς, σχηματίζοντας πλαίσια τα οποία χρησιμοποιούνται στη στήριξη κατασκευών όπως π.χ. τούνελ. (βλ. μήδια 4, 5 & 6)

1.
Ρε τενεκέ ξεγάνωτε A…! οι νοσοκόμες είναι για τις ενέσεις να στρώνουν τα κρεβάτια και για τις πάπιες. Από πότε οι νοσοκόμες κάνουν ιατρικές γνωματεύσεις; (διεκπεραιωτικά)

2.
Το ράγισμα της πάπιας είναι περίπου αναπόφευκτο σε καραμπίνες ελατηρίου. Τα πιθανά αίτια είναι: χαλαρό βίδωμα του πώματος, υπερβολικό σφίξιμο του πώματος, λανθασμένη κατασκευή της πάπιας που επιτρέπει επαφή με τα μεταλλικά μέρη του όπλου.
(επίσης διεκπεραιωτικά)

3.
Για πήχη εννοείς το εξωτερικό μέρος λογικά κι όχι την πάπια ε; Βοηθάνε πολύ και οι κάμψεις με μπάρα με ανάποδη λαβή (παλάμες προς τα κάτω), αυτή που πιάνει δηλαδή την εξωτερική κεφαλή στο δικέφαλο. Οι ανάστροφες θα τις ακούσεις να τις λένε μερικοί. Αν πάλι μιλάς για την πάπια και δε θες να κάνεις άσκηση απομόνωσης είτε με μπάρα είτε με αλτήρα, μπορείς όταν θα κάνεις χαμηλή κωπηλατική για πλάτη στην τροχαλία, στο τελείωμα της κίνησης να στρέφεις λίγο προς τα μέσα τους καρπούς ώστε να σε πιάνει και λίγο παραπάνω στην πάπια.

(όλα από το δίχτυ)

πλαίσια οριζόντιας δοκού στήριξης από μονή πάπια (από sstteffannoss, 20/06/11)πλαίσια οριζόντιας δοκού στήριξης από διπλή πάπια (από sstteffannoss, 20/06/11)Στα τοιχώματα και στο πλάι της φωτογραφίας διακρίνεται η χρήση των πλαισίων (από sstteffannoss, 20/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα σινάφια ανταγωνιστικών επιχειρηματιών, μπασμένων στα βαθιά κόλπα αφανών και σιωπηλών κομματόσκυλων, της παράγκας, ενημερωμένων μουμουέδων κι όχι μόνον, έτσι αποκαλείται ο εχέμυθος ντιλιβεράς των μπικικινίων της διαπλοκής, δωροδοκίας, των μιζεκλικίων, της μιζθοδοσίας, της ευγενούς χορηγίας, του λαδιού ντε, για την ομαλή λειτουργία των μηχανισμών για το ...κοινό καλό.

Και φυσικά ο κουβαλητής ποτέ δε ρωτά πόσο μακριά πηγαίνει η βαλίτσα, για της οποίας το περιεχόμενο ξέρει καλά πως ποτέ δε θα αισθάνονταν άνετα εν είδει επιταγής σε φάκελο ευδώδη κεκλισμένον: αυτή δεν περνά τόσο άνετα κάτω από τα ραντάρ.

Για αυτούς που δεν ξέχασαν την εποχή μεταφοράς τούβλων σε κούτες από πάμπερς, είναι σχεδόν συγκινητική τόσο η ιστορική συνέχεια, όσο κι η εξέλιξη της όλης θαυματουργής διαδικασίας που μετατρέπει βρώμικο ή μαύρο χρήμα από επιχειρηματικό, είτε σε αντίστοιχο πολιτικό, είτε σε καθαγιασμένο από τον τζόγο, κεφάλαιο προς νόμιμες επενδύσεις.

Ο όρος ξαναβγήκε στην επιφάνεια λόγω των πρόσφατων παραγκοεξελίξεων που συντάραξαν το πανελλήνιο. Το περίεργο τάιμινγκ, μια κι ο Ερμής είν’ αθώος, αποδίδεται, με βεβαιότητα, στο πως βρισκόμαστε μεταξύ εκλείψεων.

1.
Όταν ξεκινάει ο απεργός μιλώντας για τις θέσεις εργασίας που θα χαθούν, (ναυτεργάτες), ή για τις εταιρίες που θα τους πάρουν ολωνών το επάγγελμα και θα τους κάνουν φτωχομπινέδες μεροκαματιάρηδες, (φορτηγατζήδες), ή για το ξεπούλημα της ενέργειας της χώρας σε βαλιτσάκηδες λαμόγια που κοιτάνε, ίσα που προφταίνουν, ν’ αρπάξουν κάτι απ’ τα έτοιμα, τώρα που βρήκανε τη χώρα αφύλακτη και σε τιμή ευκαιρίας, (εργαζόμενοι της ΔΕΗ), έρχονται τότε τα ξεπουλημένα παπαγαλάκια, μαζί κι η τσαπερδόνα χορεύτρια βουλευτής, και αρχίζουν εν χορώ να ξετυλίγουνε θαρρείς όπως το πατρόν, τον παμπάλαιο διάλογο της πλύστρας:….

2.
Μόλις «δέσει» το στήσιμο, οι λεγόμενοι «επενδυτές» ή «βαλιτσάκηδες» αναλαμβάνουν δράση. Το βρώμικο χρήμα που έχει συγκεντρωθεί από άλλες παράνομες δραστηριότητες πρέπει να ξεπλυθεί και το ποδόσφαιρο αποτελεί (παγκοσμίως) μια διαδεδομένη δίοδο.

(Όλα από το δίχτυ)

Προς αναζητητές κλεμένων: Cherchez le valisas! (από sstteffannoss, 26/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος ποδηλάτου αγώνων δρόμου (άκα κούρσα).

Η ονομασία προέρχεται προφ από το χαρακτηριστικό γυριστό σχήμα του τιμονιού του που θυμίζει τα κέρατα του γνωστού αρσενικού θηλαστικού.

Επίσης υπάρχει ικανός αριθμός ατόμων που χαρακτηρίζει έτσι το συγκεκριμένο είδος τιμονιού και όχι ολόκληρο το ποδήλατο.

(Πάσα: κατσικίδιο..)

- Δεν τα θέλω τα μάουντεν, εγώ θέλω κριάρι! Αλλά είναι ακριβό το γαμίδι!
- Ναι, το φτηνότερο από 500 λέει.
- Α, καλά! εσύ μιλάς για αγιοβασιλιάτικο... από χίλια πεντακό και πάνω λέμε!

Τιμόνι από κριάρι. (από PUNKELISD, 28/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αεροδυναμικό βοήθημα σπορ αυτοκινήτου, γνωστό και ως αεροτομή. Συχνά όμως, αναφέρεται σε δύο συγκεκριμένα αυτοκίνητα που φέρουν χαρακτηριστική αεροτομή, τα Subaru Impreza & Mitsubishi Evo.

- Και τους πάτησε όλους ο Τάκης με το πουντικό χθες;
- Εεεε ναι... μέχρι που ήρθαν δύο φτερούγες και γίναμε!

(από caution, 15/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός τύπου που συχνάζει σε σκακιστικούς συλλόγους, ο οποίος δεν χάνει την ευκαιρία να προτείνει ένα μπλιτς στα γρήγορα. Το μπλιτς είναι το γρήγορο ματς (δέκα λεπτών ο αγώνας, με χρονόμετρο) μεταξύ δυο αντιπάλων, αλλά ένας καλός σκακιστής σε επίπεδο μαιτρ μπορεί να κερδίσει την παρτίδα μέσα στα δέκα λεπτά. Ο μπλιτσαδόρος, για τους υπολοίπους του συλλόγου, είναι κάτι σαν το αντίστοιχο του μπριτζ (ομοιοκατάληκτο), σαν πρεφαδόρος.

Ωχ τι θέλει πάλι ο μπλιτσαδόρος... τι να παίξουμε τώρα, εδώ παρακολουθούμε αγώνα σοβαρό.

(από allivegp, 01/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified