Selected tags

Further tags

Αυτός που αντί για χέρια έχει μανταλάκια. Χρησιμοποιείται ιδιαίτερα για αθλήματα και παιδικές αθλοπαιδιές για τους διάφορους δεντηβρίσκοβιτς, που δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα χέρια τους, ιδίως σε μπάσκετ, βόλευ, bitch volley κ.τ.ό.

- Πιάσ' τη μπάλα ρε μανταλάκια! Μανταλάκια έχεις στα χέρια σου ρε παράλjυτε;

Βλ. και παράλjυτος, παρμένο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τα πάλαι ποτέ παιχνίδια που παίζαμε όταν είμαστε παιδιά. (Σ.ς.: Αν κρίνω από όσα λέγονται για την πρόσφατη συνάντα αυτό θα ήταν στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες... Ή μήπως στον Μεσοπόλεμο;).

Η προέλευση έχει ως εξής: Παίζαμε λ.χ. βόλευ, ή ακόμη καλύτερα «μήλα» κ.ο.κ. και η μπάλα έβρισκε στο λεγόμενο «φυσικό εμπόδιο», δηλαδή στα κλαδιά μιας συκιάς, μουριάς, πεύκου κ.τ.λ. που δεν μπορούσαμε να αποφύγουμε, γιατί δεν είχαμε πολύ χώρο για να διαλέξουμε πού θα παίξουμε.

Για αυτούς που μεγάλωσαν σε πόλεις, το «φυσικό εμπόδιο» μπορεί να ήταν κολώνα της ΔΕΗ ή η μπουγάδα της κυρα-περμαθούλας. Έτσι η φάση χάλαγε αδικώντας την μία ομάδα, η οποία φώναζε «φυσικό εμπόδιο» και διεκδικούσε την εξαρχής επανάληψή της.

Από εκεί προήλθε το «φυσικό» χάριν συντομίας, το οποίο σλανγκίστηκε με το αυθόρμητο σλανγκικό αισθητήριο που είχαμε ως παιδιά σε «φυσικός» και για μεγαλύτερη σλανγκ αίσθηση σε «χημικός». Αν ήταν τεχνητό εμπόδιο, λ.χ. κολώνα ΔΕΗ, λέγαμε και «τεχνητό». Αατα.

- Μπραααφ! (Κολώνα ΔΕΗ).

Κακομαθημένο παιδί: Δεν παίζω! Φυσικός! Φυσικός! Απ' την αρχή!
Αντίπαλη ομάδα: Σιγά μην σας δώσουμε και χημικό! Εμείς φταίμε που σημάδεψες την κολώνα;
Κ. Π. : Δεν παίζω! Δεν παίζω! Α. Ο. (ρυθμικά): Υ-πο-χώ-ρη-ση! Υ-πο-χώ-ρη-ση!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο νεαρός ποδοσφαιριστής του Εργοτέλη που έχει βγάλει μάτια φέτος ιδιαίτερα λόγω της καταπληκτικής του ταχύτητας. Το όνομά του έχει γίνει φέτος για τους ποδοσφαιρόφιλους συνώνυμο της ταχύτητας.

  1. - Ρε συ χάσαμε το πούλμαν, πριν λίγα δευτερόλεπτα έφυγε, ρε πούστη.
    - Τρέχα μπας και το προλάβουμε!
    - Σιγά ρε ποιος είσαι; Ο Μπολτ ή ο Κουτσιανικούλης;

  2. (Από το σήριαλ «Ευτυχισμένοι μαζί»):
    Μήτσος: - Έχω καλύτερη ιδέα ρε!
    Μάρκος: - Λέγε...
    Μήτσος: - Αντί να κυνηγάμε το κουνέλι, μπορείς να αγοράσεις άλλο, και να πεις της Εύας ότι το έπιασες. Καλή ιδέα ε;
    Μάρκος: - Ναι ρε συ. Καλή ιδέα. Γιατί, εδώ που τα λέμε, αυτό που αγόρασα πριν δεν είναι κουνέλι. Είναι ο Κουτσιανικούλης.

(από rigo21, 13/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει ντροπιαστική ήττα σε αγώνες, ή όταν συμβαίνει κάτι μη αναμενόμενο.

Συνήθως προηγούνται τα «έφαγα» ή «έριξα», αναλόγως ποιος το λέει.

  1. Ρε τι ταμπάνι φάγαμε χθες. Αυτή η ομάδα δεν πιανόταν στο γήπεδο.

  2. Φίλε μου κόλλαγε ένας πιτσιρικάς στο φανάρι. Του έριξα ένα ταμπάνι...

  3. Άσε κι έφαγα ένα ταμπάνι απ' τη ΔΕΗ (λογαριασμό)!

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την ποδοσφαιρική ορολογία, καθιερώθηκε από τον Χάρρυ Κλυνν, που μετέφερε έτσι την εμπειρία του ως Πρόεδρος του Απόλλωνος Καλαμαριάς. Λέγεται από προπονητές / παράγοντες ομάδας σε στυλ Αγανακτήσεως ή Απελπισιακού, που κινδυνεύει άμεσα με υποβιβασμό στην Β΄ Εθνική κατηγορία και της χρειάζεται μία, μόλις μία ισοπαλία (ούτε καν νίκη!) για να παραμείνει στην Α' Εθνική. Κρέμεται δηλαδή η σωτηρία της από μια τρίχα, απ' το τσακ του τσακός. (Μπορεί να ειπωθεί και για μια οποιαδήποτε πρόκριση, αλλά πολύ δευτερευόντως).

Το χαρακτηριστικό της φράσης είναι ότι παραδοξολογικά λέγεται ταυτόχρονα με:

1) Σεμνότητα και ταπεινοφροσύνη, αφού αυτός που την εκφέρει δεν ζητάει πρωτάθλημα, αλλά μη υποβιβασμό, δεν ζητάει καν νίκη, αλλά ισοπαλία.
2) Αυταρχισμό, αφού νυν ο υπέρ πάντων αγών, η μάχη για την επιβίωση, οπότε εννοείται ότι πρέπει να κινηθούν νεκροί και ζωντανοί, λυτοί και δεμένοι, να μετέλθουμε κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο, να αγοράσουμε διαιτησίες, να κάνουμε το γήπεδο κόλαση, για τη φουκαριάρα τη μάνα μας...

Τα δύο αυτά έχουν αμοιβαία αιτιότητα: ακριβώς επειδή απειλείται η ίδια μας η επιβίωση και δεν ζητάμε από την άλλη πολυτέλειες, ακριβώς γι' αυτό έχουμε δικαίωμα να κάνουμε το ο,τιδήποτε. Οπότε, η φράση λειτουργεί πλέον ως μέθοδος των κάτα Γκατσάνδρα βιοπαλαιστών: ξέρετε, αυτών των τύπων που, με ύφος σαράντα κλαψομούνηδων σου κόβουν τον μισθό σου και σου κάνουν και κήρυγμα ότι πρέπει να είσαι ευγνώμων που εν μέσω οικονομικής στύσης συμβάλλεις στην επιβίωση της εταιρείας κ.ο.κ.

Συνώνυμο: να ρεφάρω, να σώσω το καπέλο.

Υφιστάμενος: - Τι εννοείτε κύριε Αφεντικουλέσκου, ότι οι ώρες εργασίας μου θα αυξηθούν κατά μία, ενώ ο μισθός μου θα πέσει κατά 10%;
Αφεντικουλέσκου: - Έλα βρε Γιάννη μου, απορώ με το εγωιστικό μη ομαδικό σου πνεύμα! Εδώ κλείνουν τόσες και τόσες εταιρείες σαν εμάς με την κρίση! Μια ισοπαλία θέλουμε για να σωθούμε! Σκέψου με και μένα, που έχω τέσσερα παιδιά! Μια φιλική χάρη σου ζητάω για να επιβιώσουμε όλοι μας και συ το κάνεις θέμα! Έχω και ζάχαρο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρική ιαχή των οπαδών του Ολυμπιακού, ιδίως σε γκολ, νίκες, και σε αγώνες που εξελίσσονται σε πορνόσφαιρο.

Από εκεί μεταφέρθηκε και στα γαμησιάτικα μπινελίκια, ως συμπλήρωμα των «τι σου κάνω μάνα μου, μάνα μου Τουρκογύφτισσα», «πες μου πού κάθεσαι μάνα μου» κι άλλων παρόμοιων εκφράσεων που αναπέμπουν τα αρσενικά στα θηλυκά την ώρα του ζευγαρώματος (ελπίζω να μην με ακούει η Μες και χαλάσω την ωραία εντύπωση που έδωσα με το ροντάρω).

Ο Χάρρυ Κλυνν το «λογόκρινε» ως «έτσι αγαπάει ο Πειραιάς» κι έμεινε. Επίσης, μπορεί να αλλάξει πόλη, λ.χ. «έτσι γαμάει το Τορίνο», αν νικήσει η Ίντερ κ.ο.κ.

Μένιος, κατά την διάρκεια διασπερμάτευσης με την Λάουρα: - Στα αυτιά ρε Λαουράκι, αφού έτσι αγαπάει ο Πειραιάς!
Λάουρα: - Γιατί Πειραιώτης είσαι;
Μένιος: - Όχι, αλλά κάνε τον σλανγκισμό και ρίξ' τον στον Γιαλόμ.

(από GATZMAN, 25/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέγιστη δήλωση από τον κεντρικό επιθετικό της ομάδας του Εργοτέλη, που διαμαρτυρήθηκε στις κάμερες για τον μη καταλογισμό πέναλτυ στον αγώνα της ομάδας του με τον ΟΦΗ. Πλέον χρησιμοποιείται ειρωνικά όταν κάποιος ζητάει την εσχάτη των ποινών.

- Καθάρισε πάλι ο αμυντικός...
- Τι καθάρισε; Τον καθάρισε εννοείς! Ολόκληρη τρικλοποδιά του έβαλε!! Το ντώσει πενάλτυ!!!!

το ανεβάζω ως μύδι μιας κ ο τασούλης την έκανε απ\' το σάιτ. αν ξαναμπεις θείο, ανέβασέ το εσύ κ το σβήνω. (από jesus, 05/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αψυχολόγητη πράξη, βλακώδης ενέργεια, άτεχνη κίνηση.

Χαρακτηρίζεται έτσι μια πράξη όταν, τη στιγμή που όλα πάνε σχετικά καλά, «καταφέρνει» να τα κάνει όλα σκατά.

Από το όνομα του ποδοσφαιριστή Λουκά Βύντρα.

Στο τάβλι:
Ρε μαλάκα τι βυντριά ήταν αυτή; Δεν είδες ότι σου πιάνει τη μάνα με ντόρτια;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοροϊδευτικά, τα διάφορα στεροειδή, αμφεταμίνες και λοιπά αναβολικά που καταναλώνουν τα ντούκια.

Επίσης χρησιμοποιείται για να δηλώσει ταινίες που «βρωμάνε τεστοστερόνη» σε στιλ Rambo.

  1. (Στο γυμναστήριο)
    - Πω τον τυπά! Μαλάκα, με γυμναστική και διατροφή μόνο δεν γίνεσαι έτσι.. θα πνίγεται στις μπρουταλίνες!

  2. (Στο σινεμά)
    - Τί να δούμε ρε 'σεις:
    - Ψήνεστεγια ROCKY;;;
    - Πωωω! Μπρουταλίνη! Μέσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο=Ορίστε
Σ=Στραγάλια
Φ=Φιστίκι
Π=Παστατέμπο

οσφπ 0-5 ΑΕΚ (Αποτέλεσμα τελικού κυπέλου)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified