Champions League.
Η Μπαρτσελόνα πάει να πάρει το τσου-λου.
Got a better definition? Add it!
Ο υπερβολικά γυμνασμένος, σε αντιαισθητικό βαθμό, που για να πετύχει τέτοιο αποτέλεσμα έχει πάρει μπόλικα αναβολικά.
-Κοίτα τον πρησμένο που βγαίνει απο τη θάλασσα! Έχει ένα ύφος «εδω είμαι κορίτσια»... -Ναι, κοίτα όμως που περπατάει και σαν χεσμένος!
Σχετικά: Κ.Δ.Ο.Α., κορμαρίων, μποντέος / μπονταίος, μποντιμπιλντεράς, ντούκι, σβάρτσος, σφίχτερμαν, σφίχτης, τίγκας, τίγκατρον, τρίπατος, φουσκωτός, χτιστός.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Δείχνει το άτομο που περνά πιο πολύ χρόνο στο γυμναστήριο παρά στο σπίτι του προκειμένου να φτιάξει το ιδανικό σώμα για λόγους υγείας, για να πάρει μέρος σε κάποιο διαγωνισμό (σπανιότερα), ή για να το εκθέτει σε κοινή θέα στη παραλία το καλοκαίρι με ανάλογες αξιώσεις (συχνότερα).
Το όνομα προέρχεται απο τον Arnold Schwarzenegger
διάσημο bodybuilder-ηθοποιό και νυν κυβερνήτη της California των Η.Π.Α.
- Θα έρθει απόψε μαζί μας για ποτάκι ο Δημήτρης;
- Αποκλείεται, πάλι στο γυμναστήριο θα πάει. Θέλει λεει μέχρι το καλοκαίρι να έχει φτιάξει σώμα!
- Α, την έχει δει και πολύ σβάρτσος!
Βλ. και σφίχτης, σφίχτερμαν, μπονταίος, πρησμένος.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Έκφραση γηπέδου που συνοδεύει μια επιτυχημένη ντρίμπλα ενός μπαλαδόρου. Έχει βγει γιατί υποθετικά ο αμυντικός ζαλίζεται και φτάνει στα πρόθυρα του εμετού.
-Πω ρε μαλάκα... Είδες τι έκανε ο παίκτουρας; Μοίρασε σακούλες σε λέω!
Got a better definition? Add it!
Ο διαιτητής ενός αγώνα. Προφανώς λόγω του μαύρου χρώματος.
- Και εκεί που πάμε για το διπλό, σφυρίζει το κοράκι πέναλτυ. Θά' μπαινα μέσα να του χώσω τη σφυρίχτρα στον κώλο.
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Ο οπαδός του ΠΑΟΚ.
-Με ποιους παίζουμε το Σάββατο;
-Με τους Τουρκόγυφτους στην Τούμπα.
Got a better definition? Add it!
Αποκαλείται έτσι ο οπαδός του ΑΡΗ, από τους υπόλοιπους συμπολίτες σε μια ψευδοεπιστημονική εκδοχή του πρωταρχικού χαρακτηρισμού σκουλήκι.
- Μαλάκα, τι παιχτούρα είναι αυτή που πήρανε τα σκουλήκια;
- Άσε με ρε! Ποιος τ' ακούει τ' ασπόνδυλα τώρα;
Got a better definition? Add it!
Κόψιμο πάνω σε σουτ (μπασκετική αργκό). Συνώνυμα: τάπα.
- Ρε μαλάκα, ποιον θυμήθηκα χθες;...
- Ποιον;
- Τον Τ σ α τ σ έ ν κ ο !...
- Πόοοο ρε πούστη, τον ρ ώ σ ο γ ί γ α ν τ α εννοείς!
- Που απλά στεκόταν ακίνητος, σήκωνε το χέρι, και τους έκανε όλους φυστικοβούτυρο...
Got a better definition? Add it!
Το γυναικείο εσώρουχο τύπου στρινγκ, που η πίσω όψη του αποτελείται από λεπτό κορδόνι που χάνεται ανάμεσα στα κωλομέρια.
Η γυναίκα που ανάμεσα στο παντελόνι και τη μπλούζα της διαφαίνεται το πάνω μέρος του εσώρουχού της, είτε είναι τύπου στρινγκ είτε παρεμφερές.
Προέλευση:
Προέρχεται από το όνομα του ποδοσφαιριστή Παναγιώτη Κορδονούρη λόγω προφανούς ηχητικής συγγένειας και ενδέχεται να πρωτοδιαδόθηκε ως όρος από αθλητικό ραδιοφωνικό σταθμό της Θεσσαλονίκης.
...κάνω που λες στην άκρη τον κορδονούρη με το μικρό μου δαχτυλάκι, παίρνω φόρα και βουρ για το γκρόβερ!
- Σσσσσσσσσσσσσ! Πιάσε ρε μαλάκα ένα κορδονούρη που περνάει...
- Αυτό δεν είναι σώβρακο ρε φίλε, αυτό είναι μεσινέζα!
Got a better definition? Add it!