Further tags

Έτσι μεταφέρεται το «sex» στα ελληνικά, σλανγκική αδεία για πλάκα. Και «σεχάκι».

Έπεσε σεχάκι χτες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σοφή παροιμία των αρχαίων Σουμερίων, επίσης συναντάται και στην μορφή τρεις τον πούτσο κλαίγανε με πολλαπλές χρήσεις στην καθομιλουμένη. Για έμφαση μπορεί πριν την έκφραση να χρησιμοποιηθεί και το άιντεεεεεεε και για ακόμα μεγαλύτερη έμφαση να συνοδεύεται από χαρακτηριστική κίνηση παλινδρόμησης της χούφτας.

Με την έκφανση αυτή, συχνά χρησιμοποιείται ανάλογα με την περίσταση, ως συνώνυμη με άλλες εκφράσεις (χαμηλότερου και λαϊκότερου επιπέδου ασφαλώς) όπως άρες μάρες κουκουνάρες, άρτσι μπούρτζι και λουλάς, ό,τι να 'ναι να ‘χαμε να λέγαμε, καλά κρασιά, εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται ή σε διάφορους συνδυασμούς αυτών.

Σε κάθε περίπτωση χρησιμοποιείται ως σχόλιο σε κάποιο γεγονός ή κάποια δήλωση άλλου, σε έκφραση διαφωνίας, απαξίωσης, αποδοκιμασίας, περιφρόνησης, βδελυγμίας κ.λπ. ή και ως διαπίστωση πλήρους ασυνεννοησίας μεταξύ δύο ομιλητών.

- Άσε με ρε έχω φορτώσει, πήρε η διευθύντρια και μου ζήταγε μέσα στον χαμό, να της στείλω σε excel ανάλυση ανά τμήμα για το ετήσιο κόστος του χαρτιού υγείας.
- Άιντεεεεεεεεε, τρεις τον πούτσο κλαίγανε πέστης…

- Μωρέ Σούλα, έχω τραπέζι τους κουμπάρους μου, πες κάτι εύκολο και γρήγορο να φτιάξω εσύ που είσαι μαστόρισσα σε αυτά.
- Α, μια ωραία συνταγή είναι το ζαρκάδι με μύρτιλλα και σως πριμαβέρα.
- Αμάν ρε Σούλα, τρεις τον πούτσο κλαίγανε, εύκολο και γρήγορο σου είπα…

- …και του λέω, πες ρε Γιώργο κανα πικάντικο νέο τις τελευταίες μέρες που δεν μιλήσαμε… και τι μου λέει το άτομο; «βρήκα ένα κόλπο με το spacebar και πέρασα στην επόμενη πίστα»
- Πώωω, τρεις τον πούτσο κλαίγανε, το άτομο είναι εντελώς καμένο.

(από Galadriel, 24/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για το πρώτο (γνωστότερο, δημοφιλέστερο και περισσότερο χρησιμοποιούμενο) μέρος της παροιμίας: Του κώλου τα εννιάμερα - του πούτσου τα σαράντα.

Background / παρασκήνιο: Τα «εννιάμερα» και τα «σαράντα» είναι μνημόσυνα. Τα μνημόσυνα είναι τελετές που γίνονται στην μνήμη νεκρών και αφορούν σε τρισάγια και επιμνημόσυνες δεήσεις. Τρισάγιο γίνεται στο τριήμερο («τριήμερα») και στις εννιά ημέρες («εννιάμερα») από τον θάνατο του νεκρού, ενώ επιμνημόσυνη δέηση ψάλλεται στο «σαρανταήμερο» ή «στα σαράντα» (δηλαδή στις σαράντα ημέρες), στους τρεις μήνες («τρίμηνα»), στους έξι μήνες («εξάμηνα») και στο χρόνο (ετήσιο) από τον θάνατο καθώς και στα τρία χρόνια από την κηδεία.

Στο θέμα μας: Τα «εννιάμερα» γίνονται πριν τα «σαράντα». So, όταν τρώμε κόλλυβα για τα «εννιάμερα» του κώλου, ήδη τρώμε τα κόλλυβα για τα «σαράντα» του πούτσου. Τουτέστιν, πρώτα πεθαίνει ο πούτσος και μετά ο κώλος κι αυτό το ξέρει ο κόσμος όλος.

Επικρατεί, ο πιο θλιβερός θάνατος να είναι ο πρώτος, δηλαδή αυτός του πούτσου. Η θλίψη μας για τα «σαράντα» του πούτσου είναι μεγαλύτερη, κατά πολύ, από αυτή για τα «εννιάμερα» του κώλου.

Συνεπώς, η έκφραση «του κώλου τα εννιάμερα» αναφέρεται σε γεγονότα των οποίων η σημασία κρίνεται ως μικρή σχετικά, δεδομένου ότι υπάρχουν άλλα πολύ πιο σημαντικά για να κλάψει κανείς...

Και εδώ έρχεται και δένει ο παρών ορισμός με τον προηγούμενο (σπεκ στους προλαλήσαντες), όπου αναφέρεται μεταξύ άλλων:

«Χρησιμοποιείται ... για να δηλώσει κάτι ... ανάξιο λόγου, με μια δόση αγανάκτησης ή επιδεικτικής αδιαφορίας.»

-Αυτός ο Κώστας όλο με gucci και armani τριγυρνάει ρε Ελένη, στάνταρ είναι πολύ φραγκάτος.
-Του κώλου τα εννιάμερα είναι μωρή μαλάκω, φραγκάτος και τρίχες, γιαυτό πηγαίνει στην δουλειά με το παπάκι; Μαϊμούδες είναι τα gucci, ξεκόλλα με τις θεωρίες.

(από Vrastaman, 05/02/09)(από pavleas, 05/02/09)(από Galadriel, 05/02/09)(από pavleas, 09/02/09)

Βλ. και Τ.Κ.9 (ταυ κάπα εννιά)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο σλανγκιπενές Λεξικό Μπαμπινιώτη η τέταρτη σημασία που δίνεται για τον «δακτύλιο» είναι: «ο σφιγκτήρας του πρωκτού» ως δίοδος με κυκλικό σχήμα, δηλονότι.

Η σημασία αυτή είναι σλανγκενεργή σε σχέση με όλη την φιλολογία για το μέτρο του δακτυλίου στο κέντρο της Αθήνας, που αποτελεί μείζον θέμα από τα ηρωικά 80ς. Εξ ου και η φράση «παραβιάζω τον δακτύλιο» είναι σλανγκιστί το τροχονομικό ισοδύναμο του «είμαι οφσάιντ».

Ο Χάρρυ Κλυνν είχε διακωμωδήσει το μέτρο με το να βάλει έναν θηλύγλωττο φλωρούμπα πρασινοφρουρό (επί ΠΑΣΟΚ) σε σκετσάκι να αναφωνήσει θαυμαστικά: «Αχ, αυτός ο υπέροχος δακτύλιος, αυτό είναι μέτρο!», δηλώνοντας προφανώς την στοργή του για τον άλλο δακτύλιο.

Γενικά, η φράση «παραβιάζω τον δακτύλιο» λέγεται για ανθρώπους που θέλουν να τα έχουν «μονά-ζυγά δικά τους» και να εισχωρούν και στις δύο τρύπες κατά βούληση. Η φράση έχει λάβει νέα επικαιρότητα μετά τον «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών».

Λάουρα: Είχαμε κανονίσει με τον Μένιο, τις μονές μέρες μουνί, τις ζυγές κώλο, αλλά αυτός ήθελε στις 9 του μήνα να παραβιάσει τον δακτύλιο! Δεν σεβάστηκε ούτε του κώλου τα εννιάμερα και την θλίψη μου ο απεόφοβος!
Λίλιαν: Και τι έκανες; Του έκοψες κλήση;
Λάουρα: Τι κλήση! Στην Ελλάδα είμαστε! Έχεις δει κανέναν να πάρει κλήση για παραβίαση δακτυλίου; Άλλωστε στον Μένιο έχω αδυναμία! Είναι ο Άρχοντας των Δακτυλιδιών!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γαμιάς στο καβαλητό σεξ.

Είναι η Λίλιαν καλή στην Καβαλέρια Ρουστικάνα, αλλά κι ο Βάγγελας είναι κι ο πρώτος καβαλάρης!

Aϊντε γουστα: Η "καρδιά" μου είναι μεγάλη... Τ\' αλογο του καβα λάρη(λάρα... χμ) (από GATZMAN, 23/03/11)

Βλ. σχετικά: καβάλα, Καβαλητός, ο, Καβαλέρια Ρουστικάνα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε κλασική διαφήμιση του λαδιού «Άλτις» υπετίθετο ότι όσοι είναι από Μυτιλήνη ξέρουν από καλό ελαιόλαδο και γι' αυτό συνιστούν Άλτις. Η φράση σλανγκικώς σημαίνει τον γνώστη, τον επαίοντα, με μια χροιά προς το πονηρό κατά το φάε λάδι κι έλα βράδι. Επίσης, περιγράφει τις επαΐουσες λεσβίες, λόγω Μυτιλήνης, Λέσβου κτλ.

- Δεν το πιστεύω! Λεσβία η Λάουρα με τη Λίλιαν! Πέφτω απ' τα σύννεφα!
- Εμ, όταν σου 'λεγα ότι η Λάουρα ξέρει από καλό ελαιόλαδο, δεν τό 'πιασες το υπονοούμενο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποτε που δεν υπήρχαν τα βιάγκρα, μπορεί οι ανάφτρες να κάνανε χρυσές δουλειές, αλλά οι εραστές για να βελτιώσουν την απόδοσή τους είχαν μόνο το θαλασσινό βιάγκρα, τους κρόκους αβγών και το λάδι.

Γι' αυτό η φράση σημαίνει: «φάε λάδι κι έλα βράδυ για πήδουλο».

Σήμερα η φράση είναι παρωχημένη κι έχει μείνει μόνο για την χαζή ομοιοκαταληξία της.

- «Φάε λάδι κι έλα βράδυ», μου είπε η Λάουρα!
- Πού την θυμήθηκε αυτήν την φράση;
- Μάλλον έχει χρόνια στο κουρμπέτι.
- Και πόσο ρε πστ μου! Από μικρό παιδί;

(από Galadriel, 15/12/09)(από Galadriel, 14/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πόλη της Μακεδονίας.

Χρησιμοποιείται για να δηλώσουμε το καβαλητό σεξ, την Καβαλέρια Ρουστικάνα.

Απ' την Καβάλα ο Βρασίδας. Και ξέρει από καλό ελαιόλαδο!

"Ο πραγματικός έρωτας για την Καβάλα" (από Khan, 16/05/14)

Βλ. σχετικά: Καβαλητός, ο, καβαλάρης, ο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γαμώ γεμίζοντας κοιλότητα. Κυρίως για το στοματικό σεξ. Παρετυμολογείται από το «τσι-μπουκώνω».

Οι Γιαπωνέζοι που παίζανε το μπουκάκι τη μπούκωναν εναλλάξ.

Got a better definition? Add it!

Published

«Plafond»: γαλλική λέξη, που σημαίνει «οροφή» και χρησιμοποιείται για το ανώτατο όριο που δεν μπορείς να ξεπεράσεις, κατά κανόνα.

Χρησιμοποιείται πολύ στις τραπεζικές συναλλαγές και στους αριθμούς των στύσεων και οργασμών κάποιου/ας, δηλ. πόσους πήδουλους μπορείς να κάνεις στη διάρκεια μιας τελετουργικής κατάστασης που λέγεται σεξ.

Επειδή όμως κάθε κανόνας έχει τις εξαιρέσεις του, έτσι και εδώ υπάρχουν άνθρωποι που ξεπερνούν το πλαφόν. Στην πρώτη περίπτωση λέγεσαι παραβάτης και μπορεί να βρεθείς πίσω από τα κάγκελα. Στην δεύτερη περίπτωση λέγεσαι ήρωας και χαίρεις του θαυμασμού όσων γνωρίζουν ότι πέρασες το πλαφόν σου!!!

  1. Το πλαφόν στις αναλήψεις από τις πιστωτικές κάρτες αυξήθηκε.
  2. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι ο Κώστας εχτές το βράδυ ξεπέρασε το πλαφόν που είχε μέχρι σήμερα! Μετράω τις φορές που τον κρατούσα ντούρο και ακόμα δεν το πιστεύω!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified