Further tags

Μπουχτίζω, αφιερώνω πολύ χρόνο (και αίμα) σε κάτι που δεν προσφέρει ευχαρίστηση.

— Πάμε να δούμε τον γαύρο ρε;
— Άντε πάμε γιατί έχω πήξει στο διάβασμα όλη μέρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περίοδος αγαμίας.

- Καιρό έχω να σε δω, πώς και χάθηκες, βρήκες γκόμενα; - Τι γκόμενα ρε, με δουλεύεις; Μεγάλη ξηρασία. Έχω να πάω με γυναίκα 5 μήνες. Ευτυχώς που υπάρχει και το filmnet και την βγάζουμε και μόνοι μας.

βλ. και αναμουνή, ξεραΐλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπανιστήρι, η ηδονοβλεψία. Λέγεται και «κάνω μάτι».

- Αν την ρίξεις την γκόμενα θα με αφήσεις να πάρω μάτι; - Τι λες ρε ανώμαλε, αντί να βρεις και εσύ καμία μπας και ξελαμπικάρεις, θες να πάρεις μάτι.

Λυσιστράτη. Οι κωμωδίες του Αριστοφάνη σε κόμικς, Τ. Αποστολίδη και Γ. Ακοκαλίδη. (από patsis, 07/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το γαλλικό complet. Σημαίνει ολοκληρωμένος. Χρησιμοποιείται για καταστάσεις ή πράγματα που δεν παίρνουν άλλο, που είναι πλέον τίγκα.

Πιάσε και μια σαλάτα και είμαστε κομπλέ.

βλ. και κομπλέντερ, κομπλεδόν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαμένος από χέρι, χωρίς περίπτωση θετικού αποτελέσματος ή έκβασης.

Καλά ρε, σε αυτό το ψωράλογο έβαλες όλα σου τα λεφτά; Αυτό είναι καμένο χαρτί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η παράδοση, ή η τέχνη που περνάει από γενιά σε γενιά. Η βαθιά γνώση ενός αντικειμένου.

Ο Τάκης είναι μεγάλη πουτάνα σ' αυτά ρε, χρόνια στο κουρμπέτι. Δεν πρόκειται να το χάψει σου λέω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αφορά την πράξη της μαλακίας ή απλά της αδράνειας.

— Τι θα γίνει θα βγούμε; Ο Νίκος θα έρθει;
— Άσ' τον αυτόν θα κάτσει σπίτι... Ασπρίζει τοίχους...

Δες και βάφει ταβάνι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παθαίνω σοκ απο αυτά που ακούω ή βλέπω. Αλλιώς, μου πέφτουν τα μαλλιά.

Μου είπε ότι η Βαρκελώνη είναι στο Ιράκ και με καράφλιασε!

Βλ. και καράφλιασα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται (εκδικητικά) για κάποιον που δεν προσέχει / δεν δίνει σημασία στα λεγόμενα και τις συμβουλές μας.

- Εγώ στα έλεγα, αλλά εσύ πετούσες χαρταετό. Φάτα τώρα στη μάπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το sex της μιας βραδιάς
  2. Χαρακτηρισμός για μέτρια γυναίκα / μέτριο άντρα.
  1. - Έκανα χτες μια ξεπέτα...

  2. - Καλή η γκόμενα; - Μπα, μόνο για ξεπέτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified