Παραλλαγή της λέξης τίποτα, (σύμπτυξη του τίποτις), με την ίδια ακριβώς σημασία...

- Τίπτις να φάμε έχει, γιατί πείνασα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν μια λογική απαίτηση κάποιου στα αυτιά κάποιου άλλου φαντάζει εντελώς απραγματοποίητη και ουτοπική και όταν ο αποδέκτης του αιτήματος καταλαβαίνει πως ο συνομιλητής του δεν κατέβηκε από τον Άρη, ούτε έχει ως άτομο παράλογες απαιτήσεις, τότε καταλαβαίνει πως ο άλλος πρέπει να του κάνει πλάκα, γι' αυτό και δίνει διαστάσεις ανεκδότου στο αίτημα. Οπότε αντιδρά ανάλογα. Με αυτή του όμως τη στάση στέλνει τον άλλο.

Η φράση αυτή προήρθε από γνωστή διαφήμιση.

Ένας εργαζόμενος που έχει πραγματοποιήσει ειδικές σπουδές και έχει μεγάλη προϋπηρεσία σε ένα εργασιακό αντικείμενο και παίρνει ό,τι προβλέπεται από το νόμο, αναζητώντας καλύτερες οικονομικές απολαβές δίνει συνέντευξη για να προσληφθεί σε εταιρεία που ζητά άτομο για να καλύψει αντίστοιχη θέση. Δεν γνωρίζει όμως ότι η εταιρεία, στην οποία ζητά δουλειά, δίνει πολύ λιγότερα χρήματα για τη θέση.
Διευθυντής Προσωπικού: - Και με τι οικονομικές απολαβές θα είστε ικανοποιημένος;
- Θα ήθελα 2.000 ευρώ μεικτά. 150 ευρώ περισσότερα από αυτά που παίρνω τώρα.
Ο διευθυντής χαμογελώντας του λέει:
- Το άλλο, με τον Τοτό, το ξέρεις;

(από polemarxos90, 29/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολλές φορές η ηθική ανταμοιβή για το αποτέλεσμα κάποιας μεγάλης προσπάθειας αποδίδεται με ένα βραβείο.

Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που επικρατεί η αντίληψη πως το αποτέλεσμα ενός μεγάλου εγχειρήματος που έγινε, ή προτίθεται να γίνει από μας ή από κάποιους άλλους, είναι μηδαμινό, ή αντίθετο από το αναμενόμενο; Μιας επιλογής, ή μιας μεγάλης προσπάθειας, που μπορεί να σχετίζεται με χαμένο χρόνο, απώλεια χρημάτων, μη προσδοκώμενα συναισθήματα, αχαριστία, ψεύτικες υποσχέσεις, κλπ.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν θα μπορούσε να αποδοθεί βραβείο. Τι θα μπορούσε όμως να αποδοθεί;

Η αίσθηση της απωλείας μας οδηγεί πολλές φορές στο να εκφράσουμε τα συναισθήματά μας για το θέμα με το να αποδώσουμε έναν εικονικό τίτλο τιμής για την περίσταση μέσω ενός εικονικού φασκελώματος... το βραβείο της ανοικτής παλάμης. Πολλές φορές για μεγαλύτερη εκφραστικότητα, ακολουθεί και πραγματικό φασκέλωμα

  1. - Ξόδεψα για σένα μια ολόκληρη περιουσία, χωρίς κανένα ευχαριστώ, χωρίς καμία αναγνώριση. Ξέρεις τι κέρδισα; Το βραβείο της ανοιχτής παλάμης κέρδισα.
    (Ακολουθεί αυτοφασκέλωμα του ομιλούντος.)

  2. - Σκέπτομαι να παντρευτώ τη Μαρία;
    - Αν το κάνεις θα 'σαι πολύ ηλίθιος
    - Γιατί το λες;
    - Γιατί αυτό που θα κερδίσεις θα είναι το βραβείο της ανοιχτής παλάμης. Είναι σχιζοφρενής, ρε, η κοπέλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς η γερμανική, η αγγλική γλώσσα, κλπ.

  1. - Το μιλάς το εγγλέζικο;
    - Τσατ πατ, κάτι πιάνω.

  2. Στη Ρόδο:
    - Άσε τις γκόμενες επάνω μου, τό 'χω το γαλλικό.

(από iwn, 19/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τούτη η παλαιά έκφραση, με την οποία οι ελληνόφωνοι εφιστούσαμε και εφιστούμε την προσοχή ο ένας στον άλλο εν όψει κινδύνων, τείνει πλέον να μετατραπεί σε απλό φιλικό αποχαιρετισμό, κι εν μέρει να αντικαταστήσει το τα λέμε προς φίλους, μιας και προς αυτούς αυτό το «τα λέμε» ακούγεται λίγο και περιττό («σιγά που δε θα τα ξαναλέγαμε») -αντισταθμιστικά, το «τα λέμε» ακούγεται όλο και περισσότερο ως κατακλείδα σε εφήμερες μη φιλικές γνωριμίες, αν και είναι σαφές ότι δεν θα ξαναϋπάρξει συνάντηση, μισή υποκρισία δική μου, μισή δική σου, δλδ. (στην Αγγλία λένε αυτό το φρέντλι «see you» έτσι χαζά, ακόμα και στα τηλεφωνικά κέντρα, και δε χρειάζεται να πω ότι αυτό το c u έχει συμβάλει και στην καθιέρωση της καθ΄ ημάς «τα λέμε»- culture ).

Επανερχόμενος στο λήμμα: οι χρήσεις στις οποίες εστιάζω είναι εκείνες κατά τις οποίες αυτό το «το νου σου» ακούγεται σκέτο στο τέλος ενός διαλόγου -αντικαθιστά, δηλαδή, ακόμα και τα «γεια σου», «άντε γεια» κ.τ.ο. καμιά φορά- και, κυρίως, ενώ δεν δικαιολογείται από την περίσταση (δεν έχει, δλδ, επισημανθεί, συζητηθεί κάποιος κίνδυνος, ενώ δεν συντρέχει κάποια άμεση εύλογη απειλή).

Κοινωνιοψυχοανθρωπολογικά αν το δει κανείς, το «το νου σου» αυτό δεν είναι παρά η σλανγκική έκφραση της Κοινωνίας του Ρίσκου, εσχάτως και του Πανικού, την οποία έχουν αναλύσει οι κοινωνιολόγοι και διανοητές της ύστερης κυρίως νεωτερικότητας. «Το νου σου» παναπεί κατά βάση «πρόσεχε», ο κίνδυνος είναι καταστατικό στοιχείο της ζωής (η οποία, βέβαια, ζωή ΣΟΥ είναι και πολύτιμη, αν έχεις γεννηθεί από τη σωστή πλευρά των εσωτερικών και εξωτερικών συνόρων). Παναπεί επίσης: πονηρέψου μη σε φάνε, μην επαναπαύεσαι γιατί την πούτσισες. Παναπεί τελικά κοινωνία = κίνδυνος, μην εμπιστεύεσαι κανέναν -α, και μαλακίες έλεγα, κοινωνία δεν υπάρχει.

Το «το νου σου» που περιγράφω, θεωρώ ότι έχει δυο ορίζουσες:

α) η μια είναι η ανάγκη να υπάρξει ένα αντίστοιχο του αγγλοσαξονικού αποχαιρετισμού take care = πρόσεξε τον εαυτό σου. Η τάση των αγγλοσαξόνων, ρεκτών καθετί χυδαίου τις τελευταίες δεκαετίες προς την κουλτούρα της ασφάλειας (safety, security), γιγαντώθηκε μετά τους δίδυμους πύργους, κι έτσι φτάσανε στα ντεκαβλέ have a safe trip και τους λοιπούς δολοφονικούς του ζην επικινδύνως και της χαράς της ζωής γλωσσικούς αυτοματισμούς. Ως γνωστόν η κουλτούρα μας είναι αμερικανοποιημένη ως ένα βαθμό...

β)... κι έτσι έχουμε κι εμείς πλέον αυτό το «το νου σου» που, ναι μεν είναι πιο λαϊκότροπο και μάγκικο ως προέλευση, καθώς μάλιστα προς το παρόν εκφέρεται από άτομα που είναι ή -κυρίως- φαντασιώνονται ότι είναι της πιάτσας, άρα και παίρνουν «ρίσκα», και αισθάνονται καθήκον να εφιστούν ο ένας στον άλλον την προσοχή.

Δεν είναι, λοιπόν, τόσο φλώρικο όσο το take care αυτό το «το νου σου», αλλά αυτά είναι προσχήματα, υφολογικοί φερετζέδες, φόβο εκφράζουν και τα δύο.

Πολιτισμικά θα έλεγα εν τέλει ότι, ως αποχαιρετισμός, χρησιμοποιείται είτε από κάγκουρες και ανακλά την πρόθεσή τους να φανούν σχετικά εκλεπτυσμένοι («το νου σου, κι εμένα που με βλέπεις έχω πολλές φορές μπλέξει, σκατοκοινωνία, αλλά μπορείς να επιβιώσεις, αν έχεις... το νου σου»), η οποία τάση του κάγκουρα αλληλεπικαλύπτεται με την εκμάγκευση του φλώρου που προσπαθεί να επιβιώσει υπό αντίξοες πλέον συνθήκες -ανταγωνισμός, κοινωνικοποίηση της εξαπάτησης, επισφάλεια κλπ («το νου, μην είσαι μαλάκας, θέλει κωλοπετσοσύνη και μυαλό για να επιβιώσεις»).

Τέλος, να επισημάνω ότι το «το νου σου» ως αποχαιρετισμός απευθύνεται σε ένα άτομο και εκφράζει αυτήν ακριβώς τη συνθήκη του ατομισμού. Το «το νου σας» χρησιμοποιείται ως ειλικρινής προειδοποίηση και συνδηλώνει συνήθως μια συλλογική μορφή αλληλεγγύης.

- Πού πας φίλος;
- Σπίτι δικέ μου...
- Εδώ μένεις;
- Ναι ρε συ, δυο στενά πιο κάτω...
- Άντε, το νου σου!

(από jesus, 05/03/10)(από xalikoutis, 11/05/14)

Βλέπε και το νου σ'.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

The mouse that roared, τίτλος ταινίας με τον Peter Sellers και την θρυλική Jean Seberg. Σημαίνει κάποιον ανούσιο και αδύναμο, που μεγαλοπιάνεται και σε κοιτάει με ύφος σαράντα καρδιναλίων ή και σε απειλεί. Η παρομοίωση είναι από ποντίκι, που δοκιμάζει να βρυχηθεί, όπως το λιοντάρι. Κυρίως για κράτη τύπου τσιμπουκιστάν, που κάνουνε και τον καμπόσο. Από τις αρχές των '90ς αποτελεί πάγια δημοσιογραφική φράση για να αναφερθεί κανείς στο κράτος των Σκοπίων.

  1. Αντώνης Καρκαγιάννης, Καθημερινή:

Είναι το ποντίκι που βρυχάται επειδή -έτσι πιστεύει τουλάχιστον- έχει τις πλάτες των ισχυρών και ιδιαίτερα των ΗΠΑ. Λένε ότι οι άλλοι δεν καταλαβαίνουν την άρνησή μας να φέρει το γειτονικό κρατίδιο το ιστορικό όνομα μιας μεγάλης περιοχής εντός της ελληνικής επικράτειας. Και αν ακόμα τα δικά μας επιχειρήματα δεν τους πείθουν, οι προκλήσεις και οι επιθετικές τάσεις του γειτονικού νεοπαγούς κρατιδίου θα έπρεπε να τους είχαν ανησυχήσει. Πώς μπορούμε να δεχθούμε ότι θα είναι σύμμαχός μας εντός του ΝΑΤΟ κρατίδιο που θρασύτατα μας απειλεί και μας προσβάλλει;

  1. Από μπλογκ:

Αρωγός του ποντικιού που βρυχάται, είναι φυσικά και οι ΗΠΑ, με την όψιμη ανακάλυψη «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα, αλλά αυτό το γεγονός δεν αποτελεί διόλου κολυμβήθρα του Σιλωάμ για την εξωτερική μας πολιτική, η οποία οφείλει να δρα και όχι να αντιδρά…

  1. Από το «Βήμα»:

Κάποιος σινεφίλ διπλωματικός παρατηρητής θα παρομοίαζε τη FΥRΟΜ με την ταινία «Το ποντίκι που βρυχάται» με τον Πίτερ Σέλερς. Τέτοιου είδους χώρες, όμως, πολύ μικρές, πολύ φτωχές και σε διαρκή κρίση- που δεν θα ξεπεραστεί ποτέ αφού προέρχεται από γεωγραφικούς, ιστορικούς και εθνικούς παράγοντες- εύκολα εξαγοράζονται.
Μέριμνά μας, λοιπόν, αφού εμείς έχουμε ΑΕΠ 250 δισ. ευρώ και τα Σκόπια 5,5 δισ. ευρώ, θα έπρεπε να είναι ένα ασφυκτικό οικονομικό «αγκάλιασμα» της χώρας. Περισσότερο τον ρόλο του προστάτη παρά του εχθρού θα έπρεπε να παίζουμε έναντι της FΥRΟΜ. Ακόμη περισσότερο, οι Σκοπιανοί θα έπρεπε να αναζητούν από εμάς προστασία παρά να είναι σε αντιπαράθεση.

Για μια ελαφρώς διαφορετική σημασία... (από Dirty Talking, 01/05/09)Το ορίτζιναλ (από Dirty Talking, 01/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά ειρωνική παροιμία, που αποδίδει στην δημοτική (χωρίς να ταυτίζεται) το εξιλεωτικό «ο νεκρός δεδικαίωται» και μπαλατζάρει με το αντίθετό του «σκατά στον τάφο του»!

Δηλαδή ό,τι και να έχει διαπράξει κάποιος στον βίο του, μόλις τα κορδώσει αποσβέννυνται όλα του τα ατοπήματα, δίκην σεβασμού μετά κιλλίβαντος (δίκαια-άδικα, ο λαός το λέει).

Χρησιμοποιείται εύστοχα για τεθνεώτες πολιτικούς με αμαρτωλό παρελθόν, από νέους με μέλλον...

- Είδες τον τάδε; Μας έχει κάτσει στο σβέρκο πενήντα χρόνια τώρα -μια ζωή στη ρεμούλα κι ατσάκιγος, εδέησε ο Κύριος και σκυλοψόφησε, τώρα λέει θα του κάνουν κι ανδριάντα!
- Ε, τί περίμενες; Μόνο κάτι λίγα γερόντια θυμούνται τί κουφάλα ήταν. Δεν τα ξέρεις τώρα; Τον κασίδη σαν πεθάνει, χρυσομάλλη θα τον πούν. Είναι και το σόι του στα πράγματα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Πηγαίνω κάπου, μεταβαίνω. Το τράβηγμα = η μετάβαση. Συνήθως (αλλά όχι πάντα) η χρήση του υπονοεί ότι η μετάβαση αυτή προκαλεί δυσφορία στον μετακινούμενο, ότι είναι γι' αυτόν σκέτη ταλαιπωρία. Επί το κοσμιότερον, αλλά με την ίδια σχεδόν σημασία, χρησιμοποιείται το πολύ ευρύτερα διαδεδομένο «τρέχω» (αν δεχθούμε ότι το «τραβιέμαι» προκαλεί σεξουαλικούς συνειρμούς). Το «τρέχω» και το «τρέξιμο», αν και πιο πολιτικώς ορθά, δηλώνουν κατά κανόνα ένα βαθμό δυσφορίας του υποκειμένου. Αντίθετα, το «τραβιέμαι» παίζει να χρησιμοποιείται και ουδέτερα, ως ένας εξαιρετικά μαγκιόρικος τρόπος να πεις απλώς «πάω» κάπου.

  2. Βρίσκομαι μέσα σε μια ορισμένη κατάσταση, περνάω μια ορισμένη φάση στη ζωή μου με τις ιδιαιτερότητες και τα προβλήματά της. Εν προκειμένω δλδ, το ρήμα δηλώνει περισσότερο την εν χρόνω διάρκεια μιας κατάστασης ενώ στην περίπτωση 1 δηλώνει την κίνηση.

Παραδείγματα: τραβιέμαι με τα ναρκωτικά απ' τα 14, τραβιέμαι πολύ με τη δουλειά αυτό τον καιρό, τραβιέμαι τώρα 3 μήνες μ' ένα γκομενάκι, η Ρούλα τραβιέται με τα ψυχολογικά της τα τελευταία 2 χρόνια κ.ο.κ.

Τράβηγμα = η όλη φάση, το όλο σκηνικό με τα παλούκια του και τις μανούρες του (αλλά ενίοτε και τις καλές του στιγμές). Και εδώ παίζουν εναλλακτικά τα «τρέχω» και «τρέξιμο», αλλά σε λιγότερες περιπτώσεις. Π.χ. μπορείς να πεις «η Ρούλα τρέχει με τα ψυχολογικά της τα τελευταία 2 χρόνια» αλλά χλωμό να ακούσεις «τρέχει με τα ναρκωτικά από μικρός».

  1. Βρίσκομαι σε μπελάδες. Σημασία συναφής με την 2 (της οποίας ενδεχομένως θα μπορούσε να θεωρηθεί υποκατηγορία). Εδώ τα τραβήγματα είναι απλώς και μόνο μπελάδες, ενώ η όλη φάση μπορεί ανέτως να χαρακτηριστεί ως εξόχως μανουριάρικη. Τα «τρέχω» και «τρέξιμο» χρησιμοποιούνται σε απόλυτη αντιστοιχία, διαφέρουν όμως όσον αφορά την ένταση της μανούρας. Όταν σε έχει χώσει το αφεντικό να δουλεύεις υπερωρίες απλήρωτες, το λες «τρέξιμο», το λες και «τράβηγμα». Όταν όμως σε κυνηγάει κάποιος πιστωτής σου να τον ξοφλήσεις και απειλεί ότι, αν δε το κάνεις, θα σε θάψει, τότε έχεις απλά πολύ χοντρά τραβήγματα.

Γενικά και για τις τρεις περιπτώσεις: το «τραβιέμαι» είναι πιασάρικο διότι γραμματικώς ανήκει στη μέση φωνή, η οποία διατηρεί στενές επαφές τρίτου τύπου με την παθητική φωνή (και κλίνεται όπως αυτή). Τονίζει δλδ τη διάσταση του πάθους, του ακούσιου, του αναγκαστικού. Βλ. και το κλασικό «τραβάτε με κι ας κλαίω». Γιατί όλους μας αρέσει κατά βάθος να μας τραβολογάνε κι ας μη το παραδεχόμαστε. Έχει τη καύλα του ενίοτε να αφήνεσαι, να παρασύρεσαι, να άγεσαι και να φέρεσαι, να είσαι άθυρμα στον άνεμο, να μην προσπαθείς ψυχαναγκαστικά να τα έχεις διαρκώς όλα υπό τον έλεγχό σου, να αφήνεις και λίγο τα πράματα στην τύχη.

Some of them want to be abused, όπως έλεγαν και οι Ευρυθμικοί.

  1. - Μαλάκα ψάχνω να βρω λίγη φούντα για την Κυριακή που θα 'μαστε με τη Γωγώ. Γουστάρω να 'χω κάτι να την κεράσω, μη με πάρει και για μαλάκα... Tραβιόμαστε καμιά Ομόνοια λες;
    - Είσαι άσχετος τελικά. Στην Ομόνοια πας μόνο για ζαπρέ αγόρι μου, δεν πας για μαύρο... Για μαύρο μόνο στους γύφτους.
    - Ε άντε λοιπόν ρε φίλε, θα με πετάξεις με το μηχανάκι να ψωνίσουμε; Θα σου βάλω και βενζίνη...
    - Δε θα 'σαι καλά μου φαίνεται. Δεν τραβιέμαι τέτοια ώρα Ζεφύρι για κανένα λόγο... Αύριο και βλέπουμε...

  2. - Πόσα χρόνια τραβιόσαστε με το φροσάκι βρε μαλάκα; Τρία, τέσσερα; Πώς και την παλεύεις ακόμα;
    - Το κέρατο όμως που της έχω περάσει δεν περιγράφεται.

  3. - Πριν δυο χρόνια που λες, ο Γιαννάκης κι ο Τάσος κάνανε την κέντα και πήρανε το εκείνο το μπαράκι που πουλιότανε στο Μαρούσι. Το δούλεψαν καλά στην αρχή, κονομάγανε, γαμούσαν και τα γκομενάκια που πήγαιναν να ζητήσουν δουλειά... Κομπλέ η φάση, αμέρικαν ντρημ σου λέω κι έτσι...
    - Και μετά τι χάλασε;
    - Μετά ο ένας έμπλεξε με τα κοκορέτσια, τον άλλο τον έβαλε μες το βρακί της μια καριόλα μπαργούμαν που γνώρισε εκεί... Το παράτησαν το μαγαζί, άρχισαν να μπαίνουν μέσα... Χρώσταγαν στην εφορία, στο προσωπικό, στον προηγούμενο ιδιοκτήτη. Στο τέλος έβαλαν λουκέτο. Και τώρα έχουν όλους αυτούς να τους κυνηγάνε, χώρια τα δικαστήρια για τα ναρκωτικά. - Πω ρε φίλε, αυτά είναι χοντρά τραβήγματα.

αφού κορόιδο πιάνεσαι τί θέλεις και τραβιέσαι; (από joe909, 06/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποστομωτική αρνητική απάντηση με μπόλικη δόση ειρωνείας.

Βλ. επίσης: παλιά, και μπορέλι, ούτε με σφαίρες.

- Μήτσο, έλα δω ρε φιλαράκο να με βοηθήσεις λίγο...
- Πώς αμέ, τρέχοντας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Tρίχες!»: Επιφώνημα που χρησιμοποιείται για να δώσει την απάντηση «πολύ λίγο» σε ερώτηση που αφορά ποσά (π.χ. χρηματικά).

- Πόση είναι η επιδότηση ανέργου που πήρες;
- Τρίχες! Με αυτά τα λεφτά, ούτε μια βδομάδα δεν τα βγάζω πέρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified