Χοντρά γυαλιά μυωπίας –τόσο χοντρά, όσο και οι πάτοι μπουκαλιών (π.χ. μπύρας).
Όχι χρυσό μου, το (γυαλί-) πατομπούκαλο δεν είναι της μόδας.
Χοντρά γυαλιά μυωπίας –τόσο χοντρά, όσο και οι πάτοι μπουκαλιών (π.χ. μπύρας).
Όχι χρυσό μου, το (γυαλί-) πατομπούκαλο δεν είναι της μόδας.
Got a better definition? Add it!
Ο άντρας που έχει ξεμείνει απο γυναίκα.
- Ρεβεγιόν και να έρθω σαν το μπακούρι, δε λέει τώρα.
Got a better definition? Add it!
Πορδίζω.
-Σταμάτα ρε να κλάνεις, θα πεθάνουμε εδω μέσα.
Got a better definition? Add it!
Είμαι ασυνεπής.
-Μη με κλάσεις σήμερα σαν την άλλη φορά που περίμενα μια ώρα.
Got a better definition? Add it!
(πληθυντικός: πάντες) Η μεριά / πλευρά.
Got a better definition? Add it!
γαμιστρώνας, γαμηστρώνας
Το μπουρδέλο, ή ακόμα και ανεπίσημο μέρος όπου ο κόσμος τείνει να αγαπιέται.
- Ρε φίλε, γιατί βγαίνουν συνέχεια ζευγαράκια από κείνο το ξενοδοχείο;
- Είναι γνωστός γαμιστρώνας, δεν τό 'ξερες;
Got a better definition? Add it!
Δε χρησιμοποιείται κυριολεκτικά. Εκφράζει τη δεξιοτεχνία, την επιδεξιότητα κάποιου σε κάποιον τομέα.
- Γιατί ο Ηρακλής απεικονιζόταν πάντα γυμνός και με ένα ρόπαλο στο χέρι;
- Γιατί;
- Γιατί γαμούσε κι έδερνε!
- Καλά, η Σούλα φτιάχνει ένα μουσακά να γλείφεις τα δάχτυλά σου! Γενικά είναι πολύ καλή στο μαγείρεμα. Γαμάει και δέρνει στην κουζίνα σου λέω!
Got a better definition? Add it!