Είναι αυτό που μας προφυλάσσει από το κέρατο. Σε αντίθεση με το αλεξικέραυνο, το αλεξικέρατο έχει πιο αφηρημένη σημασία και λειτουργία, επομένως μπορεί να είναι χίλια δυο πράγματα: ο ήρωας του Ροΐδη ας πούμε (βλ. παράδειγμα 1) θεωρεί πως το ψώνιο της γυναίκας του δεν της αφήνει καιρό για αγάπες και λουλούδια, άρα είναι αλεξικέρατο.
Ένα άλλο παλιό και δοκιμασμένο αλεξικέρατο είναι η ασχήμια: κυκλοφορεί άλλωστε από παλιά στους φιλολογικούς κύκλους το εξής ρητό: «η γυναίκα είναι σαν την μετάφραση: όταν είναι πιστή δεν είναι ωραία και όταν είναι ωραία δεν είναι πιστή».
Όπως το αλεξικέραυνο ετυμολογείται στα αλεξι- (= αυτό που διώχνει) + κεραυνός, έτσι και το αλεξικέρατο βγαίνει από τα τα αλεξι- + κέρατο.
Η λεξιπλασία αυτή είναι αναμφίβολα παλιά, αφού την συναντάμε στο διήγημα του Εμμανουήλ Ροΐδη «Ψυχολογία Συριανού συζύγου», γραμμένο το 1894.
(Από το διήγημα του Εμμανουήλ Ροΐδη, «Ψυχολογία Συριανού συζύγου»)
«Δύσκολον τω όντι ήτο να εύρη καιρόν ν' αγαπήση κανένα η επιχειρούσα τον κόσμον όλον να κατακτήση. Την άμετρον φιλαρέσκειαν της γυναικός μου εσυνείθισα βαθμηδόν να θεωρώ ως ασφάλειαν κατά της μεγάλης συμφοράς, ως είδος τι αλεξικεραύνου, ή, ως θα έλεγεν ο Χαλδούπης, 'αλεξικεράτου'.»
(από εδώ)
«Αν νοιώθεις έντονη φαγούρα στη κορυφή του κεφαλιού άστο μη το ψάχνεις, είναι αργά (αλεξικερατο δεν υπάρχει).
Δεν γράφω άλλα μη τυχόν και διαβάζει το μπλογκ σου η δικιά μου και μάθει όλα τα κόλπα.»