Φανταστικό ηρεμιστικό φάρμακο, χρησιμοποιούμενο συχνά και προτεινόμενο σε μεγάλες δόσεις.

- Δεν αντέχω άλλο κολλητέ! Παιδιά, γυναίκα, δουλειά, υποχρεώσεις! θα τρελαθώ!
- Αγαπητέ μου, εγώ παίρνω γραψαρχιδίνη των 500mg τρεις φορές τη μέρα και μου περνάνε όλα!

(από allivegp, 27/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευχή στην αρχή της ημέρας, για μια μέρα που προβλέπεται/ ή ευχόμαστε να είναι καυλερή.

Επίσης: Η καυλημέρα φαίνεται απ' το πρωί.

Πω πω τι σηκωμάρες είναι αυτές πρωϊνιάτικα! Η καυλημέρα απ' το πρωί φαίνεται!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος του γυναικωτού, μαλθακού, μυγιάγγιχτου, φοβιτσιάρη και γενικώς υποτιμημένο!!!

- Με πήρε τηλέφωνο και τελευταία στιγμή με ακύρωσε...
- Αφού είναι γυναικοθαλής μωρέ...

Τι να τον πάρουμε μαζί μας τον γυναικοθαλή ρε... Ούτε πίνει, ούτε καπνίζει, δεν τα μπορεί αυτά, είναι μη μου άπτου το παιδί!!!

Κοίτα τον γυναικοθαλή, ντρέπεται να πει ότι είναι άντρας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράπονα, διαμαρτυρίες, γκρίνιες. Λέξη που χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, συνήθως από γονείς προς/για μικρά παιδιά. Πιθανόν είναι ηχομιμητική επιφωνημάτων διαμαρτυρίας.

Εκφράσεις: κάνω μουτσουτσούνια, άσε τα μουτσουτσούνια!

  1. - Φάε Κωστάκη το φαγητό σου...
    - Δεν μου αρέσει!
    - Αυτό έχουμε, αυτό θα φας. Άσε τα μουτσουτσούνια!

  2. - Τι έχει γυναίκα το παιδί; Δεν είναι καλά; - Μπα, απλώς δεν θέλει να πάει σχολείο και κάνει μουτσουτσούνια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν τα lol δεν αρκούν, έρχονται τα ROFL και όταν γίνουν πολλά και πέφτουν με καταιγιστικούς ρυθμούς που θυμίζουν ελικόπτερο, τότε έχουμε το Roflcopter,

- Ήταν μία κότα. Σηκώνει το ένα πόδι , σηκώνει το άλλο και πέφτει.
- Roflcopter.

(από sexpeer, 25/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την εκπληκτική τριλογία Amici Miei (Εντιμότατοι Φίλοι μου), προέρχεται η αυτονομημένη ατάκα «γουρδώνω το περπούτσι παράμοιρα», που αποτελεί ελέυθερη μετάφραση εκ του ιταλικού πρωτοτύπου από έναν προφανώς πεφωτισμένο επαγγελματία μεταφραστή. Η έκφραση χρησιμοποιήθηκε για να θολώσει τα νερά και να παρέχει μία αληθοφανή δικαιολογία για κάτι που περισσότερες λεπτομέρειες δε χρειάζεται/δεν πρέπει να δοθούν. Έτσι χρησιμοποιείται και στην αυτονομημένη της εκδοχή.

  1. - Λουκά μου, μπορείς να με πετάξεις μέχρι τη μαμά μου και μετά λίγο μέχρι το ΙΚΕΑ και αν έχουμε καιρό για πέντε λεπτάκια στο κομμωτήριο;
    - Θα ήθελα πάρα πολύ αλλά πρέπει να γουρδώσω το περπούτσι...
    - Ποιο; Τι λες Λουκά;
    - Ναι, παράμοιρα. Ασ' τα να παν. Έπρεπε να είχα ήδη φύγει.

  2. - Και πώς εξηγείς τότε το λεκέ στο πουκάμισο Αρχέλαε; Ε;
    - Έπρεπε να γουρδώσω το περπούτσι παράμοιρα και βιαζόμουν και όπως το έβαζα ακούμπησε στο ρουζ που ήταν ανοιχτό πάνω στον πάγκο, Πίτσα μου.

(από jesus, 13/10/10)

Βλ. και καλιμπιστίρι!.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κολλητός και αδελφικός φίλος του Μαστακουνά (συνήθως) Δημητρίου.

Αμφότεροι παρευρίσκοντο εις άπασας τας σπασαρχιδικές συζητήσεις ή νουθετήσεις.

Ετυμολογικά αυταπόδεικτο.

- Όστις συλληφθεί καπνίζων εις τας τουαλέτας θα οδηγηθεί πάραυτα εις τον Γυμνασιάρχην και αν δεν πάρει πενθήμερον αποβολή να μην με λένε Κωνσταντίνο Μπουλουγρή…
Από την μάζα των συγκεντρωμένων μαθητών: - Ιωάννης Μαστακλάνης.
Ο διπλανός του σφίγγοντας του το χέρι: - Μαστακουνάς Δημήτριος.
Ο Μπουλουγρής: - Ησυχία είπα, τι λέτε εσείς εκεί κάτω Δρακόπουλε;
Ο Δρακόπουλος/Μαστακλάνης: -Τίποτα, Κύριε καθηγητά, τίποτα…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified