Παιχνίδι του πέους, ανδρικός αυνανισμός, μαλακία.
Ελπίζω να βοήθησα εις το ιερόν σου φαλλοπαίγνιον με τα πορνο-λινκς που σου έδωκα, αγιότατε.
Παιχνίδι του πέους, ανδρικός αυνανισμός, μαλακία.
Ελπίζω να βοήθησα εις το ιερόν σου φαλλοπαίγνιον με τα πορνο-λινκς που σου έδωκα, αγιότατε.
Got a better definition? Add it!
Πουλόφωνο θεωρείται το αντρικό μόριο εις το στόμα της γυναικός παιζόμενο κατά τέτοιο τρόπο που θυμίζει κάποια μουσικό πνευστού οργάνου της φιλαρμονικής. Ομοίως και για τον τρόπο που κρατάει μια τραγουδιάρα, παρουσιάστρια, δημοσιογράφος κτλ. το μικρόφωνο σφιχτά και κοντά στο στόμα ώστε και πάλι να θυμίζει ότι η εν λόγω κυρία κρατάει ένα πέος / πουλί. Εξ' ου και η λέξη πουλόφωνο = πουλί+μικρόφωνο.
Ξεπήδησε πολύ πιθανόν από την Ελληνική τσόντα «Το μικρόφωνο της Αλίκης» , όπου η Αλίκη (Κατερίνα Σπάθη) στον πρόλογο της ταινίας βλέπουμε να επιδίδεται σε στοματικό σεξ με τον Καρανικόλα ξαπλωμένο να μην του καίγεται καρφί για το σενάριο, ενόσω εκείνη εξιστορεί τις εμπειρίες και τις κάψες της κρατώντας αντί για μικρόφωνο, το σε στύση «πουλόφωνο» του συμπαθεστάτου μουστακαλή Καρανικόλα.
- Τι συγκρότημα ήταν αυτό ρε συ που είχαν καλέσει στο μπαράκι με την έκθεση απόψε; Η άλλη τι όργανο ήταν αυτό που έπαιζε με ηχητικά κύματα; Δεν το 'χω ξαναδεί!
- Έλα μωρέ, κάποιο είδος πουλόφωνου ήταν!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η γυναίκα που τρέφεται αποκλειστικά με ανδρικό κρέας. Αλλιώς τσιμπουκοζητιάνα ή ψωλορουφήχτρα.
- Τι ξέρεις ρε συ για τη Μαίρη;
- Μεγάλη ψωλύκαινα... Σταθερά φτάνει τριψήφιο αριθμό μηνιαίως... μαύρη ζώνη στο τσιμπούκι κι ένα νταν σου λέω...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χαμογελώ κατόπιν σεξουαλικής ικανοποίησης, (μεταφορικά) νίκης.
(Σε παιχνίδι)
Γιατί μου γαμογελάς; Θα σε είχα αν δεν είχες κάνει πουστιά!
Λέξεις με ρήμα για πρώτο συστατικό: αλλαξοκωλιά, γαμο-, γαμογελώ, γαμολεβιές, γαμοπαίδι, γαμοπερίπτωση, γαμοπιλώθω, γαμόπουστας, γαμοσείρι, γαμοσπέρνω, γαμοσταυρίδι, γαμοτζάζ, γαμόφλαρος, γαμοχέρουλα, γλειφομούνι, γλειφοκώλι, γλειφοπούτσι, ζαλαρχίδης, κλασομούνι, κλαψομούνης, κοψοχρονιά, λαχταροψώλα, μαδομούνι, σπαζαρχίδης / σπασαρχίδης, σπασικαύλιος, σπασοκλαμπάνιας, τρεχέδειπνος
Got a better definition? Add it!
Προπονητής των οπισθίων!
Πήρε έναν προπονητή η Έβερτον, Χοσέ Μουνίνιο μάς βγήκε!
Got a better definition? Add it!
Το επίμονο και ρουφητχό τσιμπούκωμα, από κορίτσι που ξέρει από καλό λάδι. Ο όρος αποτελεί μετάπλαση του γνωστού «μπιμπερό», με επίδραση του «πίπα».
Όταν τα πέταξε χαλάστηκα λιγάκι, αλλά όταν άρχισε το πιπερό, τα είδα όλα σου λέω!
Got a better definition? Add it!
Published
Μεταφορικά, ο αυνανισμός, η μαλακία.
Η έκφραση αποτελεί συνδυασμό κατάληξης γυναικείου ονόματος, όπως π.χ. Αμαλία, Ευθαλία, Κορνηλία, Κρυσταλλία κλπ, που, παραπλανητικά και ενδεχομένως και νοσταλγικά, παραπέμπει σε γυναίκα, μαζί με το τμήμα της άκρας χειρός, παλάμη η αλλέως χούφτα, που υλοποιεί την παλινδρομική κίνηση της επιδερμίδας του ανδρικού μορίου, κατά την αυτοηδονική και ανακουφιστική διαδικασία εξαγωγής του γνωστού γαλακτώδους οπού του άρρενος.
Got a better definition? Add it!
Στοιχειώδες σωματίδιο της φυσικής, υπεύθυνο για την έλξη ανάμεσα σε δύο (ή περισσότερους) άνθρωπες, κυρίως εκπεμπόμενο από το θηλυκό γένος τύπου: μουνάρα, τούμπανο, καυλέτα-καυλέτα, κορίτσαρος-γεννίτσαρος κ.ο.κ.
Η δράση του αναγνωρίζεται σχετικώς εύκολα, εις τον εκτεθέντα στην ακτινοβολία του, αν και μπορεί να έχει ποικίλες αντιδράσεις, αναλόγως τους παράγοντες, όπως πχ στις ακόλουθες εικόνες. (όχι 'δω, πιο κά')
Τα καυλόνια δεν επηρεάζουν τους πάντες, όπως πχ άτομα του ιδίου φύλου (τσου στρέιτ), τους ασέξουαλ, τους happily married or happily in love ξέρω γω, τους μοναχώτες και γενικώς τους απέχοντες από το άθλημα.
Επίσης, αν είσαι τυχερός / ή και γκαβώθηκε το αντικείμενο του πόθου σου και σ' το δώσει τότε πολύ πιθανό να εξασθενήσει η ενέργεια του καυλονίου πάνω σου, καθώς συνήθως δεν έχουν να κάνουν τόσο με τον έρωτα, τις καρδούλες και τα βελάκια, όσο με αυτό που στον καθημερινό λόγο περιγράφουμε ως «η καύλα της στιγμής».
Διαχέεται μαζικά στην βιόσφαιρα τους ζεστούς κυρίως μήνες καθώς τα πολλά ενδύματα είναι κακοί αγωγοί των καυλονίων, ιδαιτέρως τα τύπου βράκα, φόρμα-παντελόνι οριεντάλ-αμπίρ-Φατίχ Χακίν και γενικώς ότι φαντεζί «προκαλεί-τις-αισθήσεις»-μι χαίσο-παπαριά σκεφτούν κάτι ψωνισμένοι ΜΜήδια-κατασκευασμένοι κόπανοι της κραταιάς εσπερίας, ονόματι miss Racksevski, Sarah Florence, Roberto carValei, lela trela kai kordela ετσετερά ετσετερά... -συνοδευόμενα πάντα απο το κατάλληλο υπόδημα χρώματος «κράμα λευκόχρυσου Βουργουνδίας ανακατεμένο με σάπιο μήλο Ζανζιβάρης» (με σκουλήκι) και φο μπιζού και μπιχλιμπίδια και θέλω τα σέα μου θέλω τα μέα μου θέλω τα όοοοπα μου και το κούρασαμε το ένστικτο.
Έτσι λοιπόν, αν και ούτε στον περιοδικό πίνακα αναφέρεται, ούτε και κανείς επιστημονικός οργανισμός διερευνά το εν λόγω σωματίδιο, οφείλουμε να αναγωρίσουμε την υπαρξή του καθώς οι αποδείξεις είναι αδιάσειστες και τα αποτελέσματα χειροπιαστά και εμφανώς παρατηρήσιμα.
Επιπλέον ουδεμία σχέση έχει με αυτό αν και διάφοροι αρχαιολόγοι λεν πως παλιάααα η Καλαβρία ελέγετο Καυλαβρία και παρεποιήθη εις τους αιώνας εκ των αδαών (και των Αχαιών).
- Πουώω δικέ μου! Περιμένω πώς και πώς για Ίο καλοκαίρι!!
- Ναι, αλλα απ΄ τα πολλά αιωρούντα καυλόνια δεν θα ξέρουμε πού να τη βάλουμε... Εγώ δεν κοιμάμαι στη σκηνή μαζι σου μαλάκα.. χαχαχα!
- εμποριο σπερματος στο μπαρακι μας;;; Ουστ βρε!! Θα σασ ριξω ραδιενεργο πολονιο στα ποτα μου φαινεται!!:smash:
- καυλωνιο να ριξεις μπας κ ξεκαβλωσουν μερικοι εδω μεσα.»
(από φόρουμ, εδώ)
Got a better definition? Add it!
Πέος που έχει κλίση προς τα κάτω όταν είναι σε στύση.
- Τί κλαίς ρε μαλάκα κοτζάμ άντρας;
- Άσε ρε συ... Να την ψήνω ένα μήνα την πουτάνα, κι'όταν την καταφέρνω να μου την βγαίνει στην έτσι...
- Στην πώς δηλαδή;
- Την έχω από κάτω και πετάω το παντελόνι.
- Ωραία.
- Και τι μου λέει;
- Τι;
- Ρε παλικάρι, μου λέει, τι χαμηλοβλεπούτσα είναι τούτη;... Και να πώ οτι την έχεις μεγάλη και δέν κρατιέτ' απάνω...
Λογοπαίγνιο με το χαμηλοβλεπούσα. Δες και στραβοψώλης.
Τρανταχτό παράδειγμα:
Πήρα καινούρια παπούτσια, πανάκριβα.
Πήγα να τα δείξω στη γυναίκα μου όλο χαρά...
- Γυναίκα, βλέπεις τίποτα καινούριο πάνω μου;
- Όχι. Κι άσε με γιατί έχω δουλειές.
Νευρίασα. Πήγα στο μπάνιο, γδύθηκα τελείως κι άφησα μόνο τα παπούτσια.
- Τώρα βλέπεις;;;
- Βλέπω μια χαμηλοβλεπούτσα.
Νευρίασα περισσότερο!
- Είναι γιατί σου δείχνει τα καινούρια μου παπούτσια!!!
Και μου απάντησε:
- Ε τότε ας έπαιρνες καινούριο καπέλο...
Got a better definition? Add it!
Πρόκειται για τη διάθεση, την οποία ενδέχεται να έχει κανείς για το εποικοδομητικό πέρασμα χρόνου με το ανδρικό μόριο, καθώς επίσης και την προδιάθεση ενός σώματος για πέοντα.
Συχνά, μάλιστα, υπάρχει εσφαλμένη σύγχυση με τη λέξη προδιάθεση, λόγω της εύρεσης των γραμμάτων «ρ» και «ε» σε κοντινό, μεταξύ τους, σημείο στο πληκτρολόγιο.
-Έχω πεοδιάθεση κατάθλιψης.
-Η συμπεριφορά σου με πεοδιαθέτει για κάτι ευχάριστο!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified