Επειδή οι εμπορικές ονομασίες όμως είναι συνήθως μακρόσυρτες και δυσνόητες και τελειώνουν σε -εξ χρησιμοποιείται ο όρος για να δηλώσει φάρμακο για αποβολή. Εναλλακτικά το χάπι της επόμενης μέρας.

Προς φαρμακοποιό: «Κανα αποβολέξ έχετε;»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποτελούν φανταστικά-κοροϊδευτικά συμπληρώματα διατροφής ευρέως διαδεδομένα στους κύκλους που συχνάζουν επίδοξα μπιλντέρια.

Αποδίδεται (η χρήση τους) με έναν ειρωνικό τόνο, σε αυτούς που καυχιούνται ότι «έχτισαν» το εν λόγω σώμα τους περνώντας αμέτρητες εργατοώρες στα γυμναστήρια, ενώ μια βδομάδα πριν είχαν το σώμα του Παναγιώτη (σώμα γνωστού τυροπιτούλη).

Εικάζεται λοιπόν ότι η απότομη αλλαγή αυτή οφείλεται στο κούμπωμα των ουσιών αυτών από τον εκάστοτε τσαρώφ των gym.

Πιάνοντας το χέρι του φίλου μας

- Τι έγινε μωρή ξεφτίλα, τουμπάνιασες σε μια βδομάδα μέσα; Τι πήρες, κοκταίηλ απο πρισμενολ και πριξτίν πάλι;
- Ρε μαλάκα ξεκόλλα, γαμιέμαι δυο μήνες στα βάρη!
- Έλα τώρα... μεταξύ μας μεταξά..

(από notheitis, 19/05/10)

Βλέπε και σταρχιδιαμόλ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ναρκωτικό ecstasy, όταν βρίσκεται σε μορφή σκόνης και όχι χαπιού, συνηθίζεται να καλείται με την επιστημονική του ονομασία, δηλαδή «MDMA» ή, εν συντομία, «MD».

Εξ ου και η ελληνικότατη παράφραση: MDMA -> ΜD -> MDδια (εμντίδια)

Χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό!

- Πώς περάσατε το Σάββατο;
- Άσε, γάμησε... πήγαμε πάλι Fabric!Room 2, είχε Adam Beyer και πλακωθήκαμε στα εμντίδια... ακόμα κλαίω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοροϊδευτικά, τα διάφορα στεροειδή, αμφεταμίνες και λοιπά αναβολικά που καταναλώνουν τα ντούκια.

Επίσης χρησιμοποιείται για να δηλώσει ταινίες που «βρωμάνε τεστοστερόνη» σε στιλ Rambo.

  1. (Στο γυμναστήριο)
    - Πω τον τυπά! Μαλάκα, με γυμναστική και διατροφή μόνο δεν γίνεσαι έτσι.. θα πνίγεται στις μπρουταλίνες!

  2. (Στο σινεμά)
    - Τί να δούμε ρε 'σεις:
    - Ψήνεστεγια ROCKY;;;
    - Πωωω! Μπρουταλίνη! Μέσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αγαπημένο δηλητήριο των Ελλήνων δεν είναι μήτε το ούζο, μήτε το τσίπουρο, μήτε καν ο οίνος ο αγαπητός. Είναι το ουισκάκι! Όχι μόνο πίνουμε περισσότερο απ’ τους Σκωτσέζους, αλλά σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, η Ελλάδα έχει την μεγαλύτερη κατά κεφαλήν κατανάλωση στον κόσμο.

Ως γνήσιοι απόγονοι κλεφτών και αρματολών, δικαιωματικά οικειοποιούμε το ουισκάκι από τα Highlands – και δη το αγαπημένο μας καραουισκάκι, ήτοι το φέρον μαύρη ετικέτα!

Υπάρχουν άλλωστε αδιαμφισβήτητα γλωσσολογικά τεκμήρια για την Ελληνικότητα του ουίσκι. Ας εξετάσουμε την λέξη Lagavulin, όνομα του χωριού που παράγει το ομώνυμο θεϊκό single malt. Η ιστοσελίδα της εταιρίας ετυμολογεί την ονομασία εκ της Γαελικής Lag a’ Mhuilinn («κοιλότητα του μύλου»). Γαελική; Μy arse! Το μεν Lag είναι εκ του λάγκος (> λαγκάδι/λάκκος), το δε Mhuilinn είναι οφθαλμοφαλώς από τον μύλο. Το ουισκάκι αυτό φέρει Ελληνικότατο όνομα, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι προϊόν της Ρούμελης ή του Μοριά! Να τα χέσουμε τα Σκωτικά υψίπεδα! Lagavulin is Greece!

Μπαίνει ένας μεθυσμένος τρεκλίζοντας σ' ένα μπαρ
«βάλε ένα καραουισκάκι» λέει στον μπάρμαν
«δε σερβίρουμε μεθυσμένους» του λέει εκείνος και τον πετάει έξω!
Μετά από καμιά ώρα επιστρέφει...ξαναλέει:
«θα μου βάλεις ένα καραουισκάκι;»
«το φελέκι μου ρε;...δε σερβίρουμε μεθυσμένους».... τον ξαναστέλνει
Μετά από κάνα μισάωρο το ίδιο σκηνικό
Την τέταρτη φορά μπαίνει μέσα ο μεθυσμένος και μόλις βλέπει το μπάρμαν του λέει:
«καλά ρε φίλε .........σε πόσα μαγαζιά δουλεύεις;»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοροϊδευτικός όρος για τα ροφήματα-εφευρέσεις που θέλουν να ονομάζονται είδη καφέ ενώ κατά βάθος η περιεκτικότητά τους σε καφεΐνη περιορίζεται στο ελάχιστο.
Ο «Ice Cool Super Turbo Jet Energizer Carameloccino» για παράδειγμα είναι ένας πουτσοτσίνο.
Ο όρος έγινε γνωστός από το γνωστό σποτάκι με το «Star Mitsos» όπου ο Ελληνάρας πελάτης του ομώνυμου μαγαζιού στην Αμερική δεν καταφέρνει να παραγγείλει ελληνικό καφέ (μέτριο), αλλά μόνο φραπουτσίνο κτλ.

  1. - Όχι ρε μαλάκα, μην πάμε εκεί, τι θα πιούμε, πουτσοτσίνο;

  2. - What καπουτσίνο, φραπουτσίνο, πουτσοτσίνο και τα παπάρια του Καράμπελα over here you have; I want a greek coffee, μέτριο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βασική γυναικεία ορμόνη, χάρη στην οποία μια γυναίκα, που μπορεί να μην ξέρει να πάει ούτε από την Ομόνοια στο Σύνταγμα, εντοπίζει με κλειστά μάτια όλα τα υποκαταστήματα της αλυσίδας Hondos Center σε ακτίνα 150 ναυτικών μιλίων.

Βλέπε επίσης Χοντοθεραπεία

Σημείωση καταχωριστή: Ο ορισμός της συγκεκριμένης ορμόνης, αποτελεί μέρος του επιστημονικού κειμένου «Γυναικείες Ορμόνες», το οποίο δυστυχώς κυκλοφόρησε χωρίς τα ονόματα των επιστημόνων/ερευνητών. Πάσα βοήθεια για την απόδοση των απαραίτητων ευσήμων είναι ευπρόσδεκτη.

Επιστημονικός όρος - αποτελεί παράδειγμα εξ ορισμού.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το φανταστικό φάρμακο που παίρνει κάποιος για να αντιμετωπίσει προβλήματα που του προκύπτουν, τα οποία δεν εκτιμώνται ως πολύ σοβαρά από τον ίδιο ή από αυτόν που του προτείνει να το πάρει.

- Η προϊσταμένη μου, μου έχει σπάσει τα νεύρα, με έχει στο τρέξιμο συνέχεια.
- Κοίτα, μόλις σου ξαναπεί κάτι, πάρε μια γραψαρχιδίνη! Αν σου ξαναπεί, πάρε άλλη μία γραψαρχιδίνη και θα σου περάσει σίγουρα!

Για τα μην τα τραβάτε! (από Vrastaman, 10/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μάρκα τσιγάρων του μεγάλου τρακαδόρου. Προκύπτει από το:

τράκα + Παπαστράτος = Τρακαστράτος

Βλ. και Απόλλων.

-Φέρε ένα τσιγαράκι ρε φιλαράκι... -Άντε πάρε πάλι. Και τώρα που το σκέφτομαι, δεν έχω δει ποτέ τι τσιγάρα καπνίζεις... -Ε... Τρακαστράτο μωρέ...

(από jesus, 03/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified