Γνωστή και σαν μουνοθύελλα.
- Είχε καθόλου γκομενίτσες στο «La hoja»;
- Μόνο είχε; Σκέτη θεομουνία ήτανε. Όλα τα ποτά πάνω μου τα έχυσα για να κοιτάω.
Γνωστή και σαν μουνοθύελλα.
- Είχε καθόλου γκομενίτσες στο «La hoja»;
- Μόνο είχε; Σκέτη θεομουνία ήτανε. Όλα τα ποτά πάνω μου τα έχυσα για να κοιτάω.
Λέξεις για το συνωστισμό αντρών: αρχιδάλωνο, αρχιδαριό, αρχιδόκαμπος, καψιμί, λοσταρία, πουτσοπανήγυρος, πουτσοσπορά, πουτσοχώραφο, σβερκαρία, τίγκα στο αρχίδι, τσατσάρα, ψωλαρία, ψωλοχώρι.
Λέξεις για το συνωστισμό γυναικών: Αιδοίον πέλαγος, ακατάσχετη μουνορραγία, θεομουνία, μουνόβραση, μουνοθύελλα, μουνοκαλύβα, μουνόλακκος, μουνοπλαγιά, μουνοπλημμύρα, μουνώνας, μπαζοκαταιγίδα, μπουλογιόλι, του μουνιού το πανηγύρι, moon storm.
Got a better definition? Add it!
Συνώνυμη έκφραση του αρχιδόκαμπος και πουτσοχώραφο, αλλά δίνει περισσότερο έκφραση στα πρόσωπα παρά στο μέρος.
Έχει πέσει πολύ πουτσοσπορά σε τούτη την καφετέρια.
Λέξεις για το συνωστισμό αντρών: αρχιδάλωνο, αρχιδαριό, αρχιδόκαμπος, καψιμί, λοσταρία, πουτσοπανήγυρος, πουτσοσπορά, πουτσοχώραφο, σβερκαρία, τίγκα στο αρχίδι, τσατσάρα, ψωλαρία, ψωλοχώρι.
Λέξεις για το συνωστισμό γυναικών: Αιδοίον πέλαγος, ακατάσχετη μουνορραγία, θεομουνία, μουνόβραση, μουνοθύελλα, μουνοκαλύβα, μουνόλακκος, μουνοπλαγιά, μουνοπλημμύρα, μουνώνας, μπαζοκαταιγίδα, μπουλογιόλι, του μουνιού το πανηγύρι, moon storm.
Got a better definition? Add it!
Η λέξη πατικωλίδι ετυμολογείται εκ των πατάω και κώλος.
Πρόκειται για ιδιωματισμό του Αγρινίου, όπου πολλοί παράνομοι αγώνες στους δρόμους και στις αερογέφυρες. Συνεπώς ως πατικωλίδι ορίζεται η κόντρα, η σπινιά και γενικά το γαμηστερό καυλόγκαζο.
Σπανιότερα συναντάται και ως συνουσία μέσω πρωκτού.
Ρε συ, είδες φανάρια-αερογέφυρα κάτι τρελά πατικωλίδια που έπεσαν;;;;
Αν πάς στο σπίτι της Εύας, κάνε της ένα καλό πατικωλίδι!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το ισχυρό σοκ, ενίοτε και το αναπάντεχο σοκ.
Σύνθετη λέξη η οποία προέρχεται από τις λέξεις, πρωκτός και σοκ και η οποία αποτελεί την σύντμηση των δύο παραπάνω λέξεων.
Τις προάλλες που έβλεπα ειδήσεις, έπαθα πρωκτοσόκ από την ανακρίβεια του ρεπορτάζ.
Got a better definition? Add it!
Η λέξη έχει πολλές έννοιες. Την λες ας πούμε όταν διαφωνείς με κάτι και λες, ας πούμε, ότι δεν θα γίνει ποτέ (τ' Αγίου Πούτσου), ή όταν θες να περιγράψεις κάτι που είναι χάλια, π.χ. μια κατάσταση, ή κάτι, τέλος πάντων. Σε όλες τις περιπτώσεις η λέξη είναι χυδαία.
Πω ρε με αυτή τη κρίση. Δεν θα καταφέρω να κρατήσω το σπίτι μου με τέτοιο τριπούτς επάγγελμα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η πίπα, το τσιμπούκι, η πεολειχία, ο πεοθηλασμός, το κοντραμασελάτο ανάμεσα σε ομοφυλόφιλους άντρες.
- Θα τονε γαμήσω τον πούστη!
- Ρε περπελέτο σου λέω! Περπελέτο και άγιασμα στα καμπανέλια!
Got a better definition? Add it!
Η χρησιμοποίηση του καυλιού, δηλαδή, το σεξ (εκτός φυσικά αν γίνεται λεσβιακά). Οτιδήποτε εμπεριέχει καυλί.
- Καλά, ρε. Η Χριστίνα είναι τέλεια στο καυλόχρηστο. Μάλλον γι' αυτό την λένε όλοι «καυλοχρηστίνα».
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Συνδυασμός των λέξεων «καλησπέρα» και «σπέρμα». Προσφωνείται από αμφότερα και τα δύο φύλα:
(χτυπάει κουδούνι)
- Έρχομαι μωρό μου....
- (ανοίγει την πόρτα) Ήρθα να δούμε DVD, όπως μου είπες.
- Καλησπέρμα! Μμμμ...ντύθηκες όπως πρέπει βλέπω.
- Τι είναι αυτό που έχει φουσκώσει στο σλιπάκι σου βρε παλιόπαιδο;
- Για έλα να δεις. Κάποιος θέλει να σου πει κάτι.
- Για να δω......ΩΩΩ!
- Καλησπέρμα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μπουκλόνι, το - (πληθ): μπουκλόνια.
Πεολειχία, στοματικός έρως προσδιδόμενος προς άρρεν (από άρρεν ή θήλυ ή trans ή by ή bye-bye... δεν έχει σημασία).
Συντομογραφία του «τσιμπουκλόνι».
Συγγενής ρίζα με το «μπουκώνω»...
... και με πλακώνει σε κάτι μπουκλόνια το γκομενάκι φίλε... άσε !!!
Got a better definition? Add it!
Πρωτεΐνη του τρίτου κύκλου του Κρεμπς, της ανοσιοδιασταλτικής γονιδιακής φωσφατίνης, της οικογένειας των φεϊσμπουκιδών.
Εμφανίζεται σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης είτε με απλή ενεργητική μορφή, είτε στην βαρύτερη αυτοάνοση και αυτοπαθή. Πρόκειται για την ανάγκη κάποιου να βγάζει στη φόρα τα σώψυχα, τα σώβρακα και τα γκαγκά του προς άγραν μερικών like, να δημοσιεύει hoaxes τόσο προφανή όπως «Σοκ, δείτε τον άνθρωπο που έφαγε 2.5 κιλά φασολάδα βραστερή και δεν έκλασε» ή «chain messages» σαν το κλασικό «στα 12 shares που θα γίνουν απ το δικό σου μεγαλώνει ο παργαλάτσος σου 12micron».
Η δράση της είναι άμεση, καταπραϋντική και αντιγηραντική. Εκλύεται ακόμη με δημοσίευση τραγουδιών με άποψη και σπάνιων, που κανείς δεν ξέρει όπως το «nothing else matters», «losing my religion» αν πρόκειται για ξαναμμένο ροκά ή τη «συννεφιασμένη κυριακή» αν είναι λαϊκό παιδί. Από κάτω βάζει πρώτος το like παίρνοντας την ημερήσια συνιστώμενη δόση του. Αυτή είναι και η βαριά μορφή της μεταλλαγμένης likeίνης, εφάμιλλη του αυνανισμού μπροστά σε καθρέφτη με φαντασίωση φτασμένου γαμιάς.
Ρε μαλάκα θα τη μπλοκάρω την Τασούλα απ το φουμπου, έβγαλε φωτό την πρώτη ματωμένη σερβιέτα της, τζάνκι για likeίνη έχει καταντήσει.
Got a better definition? Add it!