Further tags

Η ικανότητα θήλεος να θέλγει τα αρσενικά σε βαθμό που να θέλουν να το... πιτσιλίσουν.

Σύνθετη λέξη εκ του πιτσιλάω και του αγγλικού ability.

Η κλίμακα κυμαίνεται από το -8 (π.χ. η κ. Λουκά) έως το +13 (σε Αντζελίνα Τζολί ένα πράμα).

- Πώς σου φαίνεται το παιδί στην γωνία;
- Ενα οκτώ στην πιτσιλισαμπίλιτυ θα το δώσω!

Δες και πιτσιλάω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποκειμενική κλίμακα. Η ποσότητα ποτών που πρέπει να καταναλώσει ο βαθμολογητής, ώστε να καταφέρει να πιτσιλίσει το υπό βαθμολόγηση θήλυ.

Η κλίμακα ξεκινάει από το 0, το οποίο μπορεί να έχει πολλές καταγεγραμμένες, από Αντριάνα Λίμα μέχρι και λ.χ. την θελκτική γραμματέα στη δουλειά. Δηλαδή θα την παστέλιαζες, έτσι ξεροσφύρι (sic), πλήρως νηφάλιος. Η κλίμακα δεν έχει ταβάνι αφού το drop-dead του καθενός, ώστε να απουσιάζει πνευματικά από μια συνεύρεση π.χ. με την κ. Λουκά, μεταβάλλεται δραματικά ανάλογα με τις αντοχές.

Σύνθετη λέξη εκ του πιτσιλάω και του αγγλικού ability.

Η κλίμακα κυμαίνεται από το -8 (π.χ. η κ. Λουκά) έως το +13 (σε Αντζελίνα Τζολί ένα πράμα).

Κυριακή, πρώτο επισκεπτήριο στο στρατόπεδο. Αυτοί που δεν περιμένουν επισκέψεις, κάθονται σε μια γωνία και βαθμολογούν τα θηλυκά που εισέρχονται στο στρατόπεδο:

- Φτούουου! 9 για να μην πω 10.
- Πίσω γορίλλα, 16.
- Άααα σας άκουγα τόσην ώρα και απορούσα γιατί είναι όλες χάλια! Σε αντίστροφη πιτσιλισαμπίλιτυ βαθμολογείτε;
- Μαλάκες, εκεί στα αριστερά!!! Μηδέν!!! Πόπω τι είναι αυτό το παιδί!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξέρουμε όλοι τον παλαιοπώλη, τον παγοπώλη και τον παντοπώλη. Και σίγουρα έχουμε μπει σε κρεοπωλεία, καπνοπωλεία και καφεζυθοπωλεία. Είναι δε πλέον και πολύ πιθανό να συχνάζουμε σε κάποιο μεζεδοπωλείο - σχετικά νεόκοπο αυτό αλλά απολύτως καθιερωμένο πια.

Η ευελιξία των καταλήξεων -πώλης, -πωλείο είναι απεριόριστη και η χρησιμότητα τους για τους λεξιπλάστες ανεξάντλητη. Σχεδόν όποιο ουσιαστικό και να κολλήσεις μπροστά θα βγει, πάνω κάτω, νόημα - και την ίδια στιγμή θα έχει δημιουργηθεί μια καινούργια λέξη που θα περιγράφει, θα αποσαφηνίζει, θα ειρωνεύεται ή και θα φαντάζεται κάποια μεταπρατική δραστηριότητα ή αυτούς που την ασκούν.

Σε λεξιπλασίες αυτού του τύπου καταφεύγουμε συχνά για διάφορους λόγους - και ιδού μερικοί από τους λόγους αυτούς και ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα:

  • δεν υπάρχει όρος που να εκφράζει την έννοια, ή τουλάστιχον΄όχι μονολεκτικά - π.χ. στοιχηματοπώλης αντί για πράκτορας στοιχημάτων ή μπούκις, ή καρτοπώλης αντί για πωλητής καρτών κινητής τηλεφωνίας, ή/και
  • κρίνουμε ότι απαιτείται μια δόση δηκτικής ειρωνείας - αλλά, σε ένα σχετικά κόσμιο - π.χ. ρουσφετοπωλείο αντι για το πολιτικό γραφείο βουλευτή, ή κηδειοπώλης αντί για ιδιοκτήτης γραφείου τελετών, εργολάβος κηδειών ή κοράκι, ή τσοντοπωλείο αντί για ερωτικό βίντεο κλαμπ ή sex shop, ή/και
  • θέλουμε να δώσουμε μια λόγια επίφαση σε κάτι καθημερινό και μπανάλ - π.χ. σουβλακοπώλης αντι για σουβλατζής με παρόμοια λογική με το σουβλακερίαντί για σουβλατζίδικο, ή/και
  • αυτό μας ζητούν είναι άκαιρο, εξεζητημένο, παράλογο - βλ. παραδείγματα κάτωθι, και
  • απλώς θέλουμε να κάνουμε τον έξυπνο

-πώλης, -πωλείο = το τέλειο εργαλείο ... και φτιάχτο μόνος σου

  1. - Θέλω μπισκότοοοο ...
    - Τάκη, το παιδί θέλει μπισκότο ...
    - Κι εγώ τι θες να κάνω;
    - Να πα να του πάρεις ...
    - Τέτοια ώρα; Τέτοια ώρα, όλοι οι μπισκοτοπώλες έχουν κλείσει ...

  2. - Αχ, ένα ταγεράκι που φορούσε η Νικόλ Κίντμαν ... αλλά, πού να βρεις τέτοιο εδώ ... Παρίσι μόνο ...
    - Έτσι είναι, Ελίζα μου ... ταγεροπωλεία της προκοπής μόνο Παρίσι βρίσκεις ... άντε και Μιλάνο ... (κούνια που σε κούναγε, μωρή μπάζο ...)

  3. - Ξέρεις, Μήτσο μου, μ'αρέσεις ... αλλά εγώ δεν θέλω αυτές τις σχέσεις της μιας βραδιάς ... έγω θέλω μια σχέση σοβαρή ... θέλω δεσμό ...
    - Εντάξει, ρε μανούλα μου ... αύριο πρωί που θ' ανοίξουν τα δεσμοπωλεία θα πάω να σου πάρω έναν ... Τώρα θα κάτσεις για όχι ... έτσι να στον ακουμπήσω λίγο ... όχι τίποτα δύσκολο ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τυπάς που φλερτάρει με την μπάλα από τα γεννοφάσκια του,αλλά εξακολουθεί να παραμένει άμπαλος. Κυριότερη αιτία το ότι «δεν το έχει», δηλαδή η έλλειψη ταλέντου. Η κατάληξη -inho,που υπάρχει στα ονόματα πολλών Βραζιλιάνων μπαλαδόρων χρησιμοποιείται για να τονίσει την ειρωνεία.

- Πολύ τσαρούχι ο τύπος. Πρώτη φορά κλωτσάει τόπι στην ζωή του;
- Όχι ρε, από 7 χρονών παίζει.
- Και τον λένε Αμπαλίνιο, κατάλαβα.

Ο Τογκολέζος αμυντικός Jean Paul Abalo (από allivegp, 25/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο θλιβερά χοντρός τύπος, ο μαν που κατεβάζει μια Πίτσα Χατ για πλάκα (όταν λέμε Πίτσα Χατ, εννοούμε το μαγαζί ολόκληρο).

-Χαλάρωσε ρε Τάσο, 10 μπριζόλες μονοκοπανιά έχεις κατεβάσει από το πρωί, big smoke θα γίνεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος μπαγαπόντη τρολεατζή, που συχνάζει στις φοράδες και τα κουβεντοδωμάτια και συστήνεται ως Αναΐς, ενώ στο τέλος αποδεικνύεται Παναής. Το χειρότερο είναι να σου κλείσει και ραντεβού από κοντά.

Ασίστ: Vrastaman.

Μια παρεξήγηση της Ironick έγινε αφορμή ο Τάκης Βρωμοστομίδης να θεωρηθεί Βρωμοκουβέντα/ Βρωμόστομη στο θηλυκό, αλλά ύστερα από έναν συμβιβασμό στο ουδέτερο «Ντέρτι»/ «Βρωμόλογο» βγήκε τελικά απ' την ντουλάπα ως e-Παναής.

Από το Παναής. (από Hank, 23/02/09)αφιερονετε εξερετικα (από ο αυτοκτονημενος, 23/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νέο είδος πούτανου, που ψαρεύει πελατεία σχεδόν αποκλειστικά μέσω διαδιχτυών. Μια κύρια μορφή του είναι τα City-Tours ή «τουρίστριες».
Θέλει προσοχή, γιατί όπως και με τους e-πούτσους απ' την άλλη πλευρά, πέφτει πολύ φωτοψώνισμα και τα διαδικτυακώς φαινόμενα απατούν. Μπορεί να πας για e-πούτσισμα και να κάνεις όντως e-πούτσισμα, αλλά με την άλλη, την αρνητική έννοια. Όπως το λέει κι ο λαός μας «να πας για ανωμαλί****, και να βγεις αγγουρεμένος». Γενικά είναι ή του ύψους ή του βάθους. Τις προτιμούν και e-λληναράδες...

-Ρε συ αυτός ο e-πούτανος εδώ είναι φτυστή η Sylvia Saint!
-Δεν είναι φτυστή η Sylvia Saint, είναι η Sylvia Saint, που μας την παρουσιάζει το πρακτορείο ως Τζέσικα! Πάνε να μας πιάσουνε Κώτσους! Μακριά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άξιο τέκνο των Β.Π. συνήθως, trendy στο έπακρο, κάτι αντίστοιχο του ημοκορά, μόνο που οι μουσικές επιλογές είναι πιο βάριουμπλ, δηλαδη RnB, emo punkιες αλλά και κάθε λογής αηδία που είναι της μόδας. Δεν είναι απαραιτήτως fan της emo μουσικής ή κουλτούρας, απλά γουστάρει να επιδεικνύεται.

Γιώργος: - Έλα ρε Μάκη, μαύρα μάτια κάναμε να σε δούμε... πού χάθηκες;

Μάκης: - Ρε, ακούω «Βας» τώρα, πάμε σε κανά Starbucks μετά... Α, και να με λες «Mike» είναι πιο trendy...

Γιώργος (στον Ηλία): - A, καλάα... πάει χάζεψε και αυτός... emoφρίκουλο σκέτο...

(από Khan, 18/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι αλιτήριοι της Γουώλ Στρητ που απαλλοτριώνουν τα λεφτά του κοσμάκη με μεγάλα κόλπα στο χρηματιστήριο του Καζίνο.

Τώρα τι σόι λήμμα είναι αυτό, ρωτήστε τον Πάνο2, που το έβαλε στο Δημόσιο Πρόχειρο.

- Πού πήγανε τα λεφτά σου;
- Μου τα φάγανε οι kleftenboys.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τηλεοπτικό R-Rated - motherfucker.

- 3, 2 ,1 on air.
- You crazy motherbeeper!!

...το σκέφτηκαν ήδη! (από Vrastaman, 25/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified