Further tags

Βαθυστόχαστη ατάκα καθηγητών θετικών επιστημών που θέλουν να μειώσουν τους εκνευριστικούς συνάδελφους φιλόλογους. Η κόντρα αυτή είναι από παλιά γνωστή, καθώς όλοι θυμόμαστε από τα σχολικά μας χρόνια ότι πάντα φυσικοί, χημικοί και μαθηματικοί κάναν μεταξύ τους παρέα και όχι με φελόλογους. Ίσως επειδή συνηθίζεται η φιλόλογος να είναι γυναίκα, πιθανότατα σε κλιμακτήριο, με έλλειψη άντρα ή κάτι άλλο ρε πούστη –δεν ξέρω τι– που την στέλνει συνήθως στα πρόθυρα νευρικής κρίσης και γενικά χαζής και λανθασμένης κρίσης. Ανατρέξτε στη μνήμη σας και όλοι σας θα είχατε μια βλαμμένη /-ο ρηχή /-ό φελόλογο που σας ζάλιζε και δεν εκτιμούσε το χιούμορ σας –μένοντας στην επιφάνεια χωρίς να κοιτάζει το βαθύ νόημα του χαβαλέ και του παλιμπαιδισμού– που βρήκε έπειτα από χρόνια εδώ την ενσάρκωσή του!

(Δεν έχω παράδειγμα, αλλά ό,τι και αν βρίσκεται καταχωρημένο στο slang ο/η φελόλογος θα ήθελε να το ρίξει στην πυρά μαζί με τον server!)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος συνώνυμος με την μουνόπλακα, το κοκομπλόκο και τις λοιπές ηχοποίητες δυνάμεις που αποδίδουν την μπλε οθόνη που μπορεί να φάει κάποιος για πολλούς και ποικίλους λόγους.
Σε αντίθεση με την μπλε οθόνη και σε σύμπνοια με το κοκομπλόκο και τη μουνόπλακα, παθαίνεται.

- Έχω πάθει μπακακάο με τις βυζάρες του πάνω ορόφου.

Βλέπε και μπακακάου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκικός γλωσσοδέτης. Δοκιμάστε να το πείτε όσο πιο γρήγορα μπορείτε!

Clopyright: Mes.

-Σεξοπορνοανωμαλοδιαστροφικό πουτσομουνοκαυλομαλακομπούκωμα! Ορίστε, τό 'πα!
-Έχασες ένα «καριόλο»! Πάμε πάλι απ' την αρχή!
-Α, δεν παίζω, δεν παίζω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

*Καμία σχέση με την ΠΑΣΠ*. Προκύπτει από τις λέξεις «πάω» και «σπίτι» και υποδηλώνει το αυτό. Βλ. επίσης: την κανά.

- Λοιπόν μάγκες, μάλλον θα γίνω πασπίτης σε λίγο...

(από Khan, 14/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερθετικός σλανγκική αδεία του «στο τσακ», δηλαδή παρά τρίχα, την τελευταία στιγμή κ.ο.κ.

Στο τσακ του τσακός, με έναν πόντο διαφορά νικήσαμε την Γαλλία! «Βάλ' το αγόρι μου!», είπε ο Σκουντής κι ο Μητσάρας τό 'ριξε το θεϊκό τριποντίδι στην εκπνοή! Αυτά είναι!

Βάλ\' το αγόρι μου!  (από Hank, 03/02/09)

Δες και ποτέ των ποτών.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως φάντη μπαστούνι, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία ονομάζουμε κάποιον που εμφανίζεται απροσδόκητα και ξαφνικά μπροστά μας και που συνήθως μας είναι ανεπιθύμητη η παρουσία του.

Ως συκοφάντη μπαστούνι, θεωρούμε κάποιον που, ενώ γνωρίζει επακριβώς την αλήθεια για κάποιο θέμα, από συμφέρον ή από προσωπικό βίτσιο, περιστασιακά ή σε μόνιμη βάση κατηγορεί κάποιον /-αν για ανυπόστατα πράγματα. Πολλοί εξ' αυτών το κάνουν με τρόπο ώστε να ξεγελούν ευκολότερα. Αυτοί είναι οι πιο επικίνδυνοι. Βεβαίως κάποια στιγμή θα αποκαλυφθεί ο ρόλος τους, ωστόσο όμως η ζημιά έχει γίνει. Γι 'αυτό και λειτουργούν σαν μπαστούνι, από τα προβλήματα που δημιουργούν (χαλούν φιλίες, συμφωνίες, κλπ).

Τους βλέπουμε παντού. Στις καθημερινές μας συναλλαγές, όπου ή θα συκοφαντήσουν κάποιον άμεσα, ή πλαγίως. Πολλές φορές έχουμε πιάσει κάποιον φίλο μας κάπως ψυχρό μαζί μας, χωρίς να μπορούμε να εξηγήσουμε μια τέτοια συμπεριφορά, μέχρι να μάθουμε πως κάποιος μας έχει συκοφαντήσει παρασκηνιακά.

Οι τύποι είναι περιζήτητοι στα δημοσιοκαφρικά παράθυρα γιατί, με τις φωτιές που ανάβουν, φουντώνει το κλίμα. Τότε ο δημοσιοκάφρος τεχνηέντως επεμβαίνει, τάχα μου τάχα μου για να συντονίσει την κατάσταση, κάνοντάς την όμως εσκεμμένα χειρότερη.

Πολλοί εξ αυτών συκοφαντούν ανεξαιρέτως διάφορους και διάφορους. Είναι παγγελματίες του είδους. Έτσι βοηθούν στην αύξηση της θεαματικότητας και στον εγκλωβισμό των μαζών, με στόχο την προώθηση ποικίλων μορφών συμφερόντων (διαφημιστικά έσοδα, προώθηση κάποιας πολιτικής γραμμής, κλπ), αφού, η πλειοψηφία των θεατών, αντί να προτιμά εποικοδομητικούς διαλόγους που προβληματίζουν, αφυπνίζουν και οδηγούν στην αλλαγή σκέπτεσθαι, προτιμούν τις οδούς του εύκολου εντυπωσιασμού.

- Δεν αντέχεται αυτή η κατάσταση με τους συκοφάντες μπαστούνια στα παράθυρα των ειδήσεων. Που λες, χθες στις ειδήσεις μπλά μπλα μπλα
- Ε αφού σε χαλάνε, όπως λες, γύρνα το γαμημένο το κανάλι.
- Μπα τέτοια ώρα είναι πανταχού παρόντες.
- Ε... βάλε dvd, κάνε σεξ, άκου Χριστοδουλόπουλο που σ' αρέσει. Σίγουρα έχεις πιο δημιουργικά πράγματα να κάνεις.

Δες κι εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευχή στην αρχή της ημέρας, για μια μέρα που προβλέπεται/ ή ευχόμαστε να είναι καυλερή.

Επίσης: Η καυλημέρα φαίνεται απ' το πρωί.

Πω πω τι σηκωμάρες είναι αυτές πρωϊνιάτικα! Η καυλημέρα απ' το πρωί φαίνεται!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν τα lol δεν αρκούν, έρχονται τα ROFL και όταν γίνουν πολλά και πέφτουν με καταιγιστικούς ρυθμούς που θυμίζουν ελικόπτερο, τότε έχουμε το Roflcopter,

- Ήταν μία κότα. Σηκώνει το ένα πόδι , σηκώνει το άλλο και πέφτει.
- Roflcopter.

(από sexpeer, 25/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του είμαι φλώρος. Πηγάζει από τον καφέ φίλτρου ο οποίος δε φημίζεται για τη δύναμή του, τόσο στο άρωμα όσο και σαν τονωτικό.

- Πω πω βρέχει και θα γίνουμε λούτσα...
- Καλά ρε μαλάκα, φίλτρου είσαι; Πώς κάνεις έτσι, ψιλόβροχο ρίχνει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τερατόμορφο πλην γευστικότατο ψάρι γένους Lophius Piscatorius που έρπει στον βυθό της θάλασσας καταβροχθίζοντας ό,τι βρεθεί στο διάβα του με το πελώριο παραμορφωμένο στόμα του. Πωλείται πάντα χωρίς κεφάλι, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος υστερικών κρίσεων ή λιποθυμιών στο ιχθυοπωλείο, καθώς η μορφή του είναι από αποκρουστική έως εφιαλτική. Οι ψαγμένοι μεζεκλήδες ωστόσο πάντα επιμένουν να πάρουν και το κεφάλι, καθώς κάνει την απόλυτη ψαρόσουπα.

Σλανγκιστί, πεσκανδρίτσα αποκαλείται η γυναίκα με πρόσωπο βατραχόψαρου αλλά σώμα αναφοράς. Υπάρχει ωστόσο μια καθοριστική, ειδοποιός διαφορά με την γνωστή σε όλους γκόμενα-γαρίδα: την πηδάς μεν αλλά δεν πετάς το κεφάλι (ούτε το κάνεις και σούπα). Διότι παρά την αποκρουστική του ασχήμια έχει κρυφά και γοητευτικά χαρίσματα –όπως χιούμορ, πνεύμα, σκέρτσο και πάνω απ' όλα ουράνιο κλαρίνο (χαλάλι το ενδεχόμενο ενός τσιμπούμερανγκ!)– που την εξιλεώνουν σε μεγάλο βαθμό. Με κατάλληλο φωτισμό σχεδόν ξεχνάς τη σιχαμερή της φάτσα και δεν απαιτείς καν να φοράει χαρτοσακούλα πάνω από το κεφάλι!

- Πού εξαφανίστηκες βρε Πανούλη;

- Βρυκα γκωμενακυ φοινο! Εχοι σομα σαν γωργωνα εχο παθι μουνοπλακκα! Κε αιχι και πλι χοιουμωρ μετα το σεχ μυλαμαι με τοις ορεσ! I shink I yam in luv!

- Καλά, γιατί δεν μας την γνωρίζεις;

- Νασπο, δαι βγενοι εξο … οι γιτονεςς ζιτοισαν ασφαληστυκα μαιτρα για να μι πάθουν ψοιχοτραλαλα τα πεδακηα τουσ!

- Κατάλαβα, με πεσκανδρίτσα πήγες κι έμπλεξες καημένε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified