Further tags

Ενοχλητικό αντικείμενο με την μοναδική ιδιότητα να βρίσκεται πάντα στην απολύτως λάθος θέση. Η χρησιμότητά του είναι συνήθως αντιστρόφως ανάλογη του όγκου του και αποτελεί μόνιμο εμπόδιο σ' αυτό που θέλουμε να κάνουμε βιαστικά ή με ακρίβεια, με αποτέλεσμα να τα κάνουμε γιάμπαλα ή να αγοράζουμε οικόπεδο.

Φυσικός εχθρός του οποιουδήποτε μπόρδοκλα είναι η μίνιμαλ τάση στην εσωτερική διακόσμηση, ενώ το κιτς, το μπαρόκ, το ρουστίκ, το κλασικό και γενικά όλα τα υπόλοιπα στυλ διακόσμησης αποτελούν το φυσικό του περιβάλλον.

1
- Μεγάλος μπόρδοκλας αυτός ο μπουφές της θείας σου της Μερόπης...
- Μετρημένα τα λόγια σου για τη θεία μου αχαΐρευτε. Είχες δει εσύ στο χωριό σου τέτοιο μπουφέ...

2
- Και κάνω μία έτσι να πιάσω το τηλεσβηστρόλ από το πάσο και δίνω μία σ' αυτή τη μαλακία το λαμπατέρ που έβαλε η γυναίκα μου (και πλήρωσε ο μαλάκας βέβαια...) και φεύγει στο πάτωμα και γίνεται γιάμπαλα. Και της το 'χα πει ότι είναι μέγας μπόρδοκλας κι εκείνη μου 'πε ότι εγώ είμαι ατσούμπαλος και το λαμπατέρ είναι λέει αντικείμενο τέχνης, αλλά πού να ξέρω εγώ από τέτοια.

Got a better definition? Add it!

Published

Το πολύ κακής ποιότητας τσιγάρο, του οποίου ο καπνός έχει ένα καφέ-πράσινο χρώμα και συνήθως ένα πακέτο από τέτοια δεν κάνει πάνω από 2 ευρώ (π.χ. Γουίνστον).

- Πόσα σου μείνανε;
- Δύο ευρώ.
- Αμάν,πάλι πουτσιγάρα θα πάρουμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η επική διάθεση που σε κάνει να θέλεις να φορέσεις την πανοπλία σου, να πάρεις το σπαθί σου, να καβαλήσεις το άλογό σου και να αρχίσεις να θερίζεις εχθρούς (ή κάτι ανάλογο).

Η επικίλα προκαλείται από διάφορα ερεθίσματα: από επική μουσική (π.χ. κλασσική ή epic metal), από επικά έργα, από επικές ομιλίες (π.χ. την ηρωική ομιλία του Churchill το 1942, στον Β' Παγκόσμιο) κτλ. Μια μεγάλη επική στιγμή της σύγχρονης Ελλάδας είναι η τελευταία εκπομπή του Καναλιού 67 (15-9-1993), με τον Βασίλη Λεβέντη να τα δίνει όλα.

  1. - Τι ψωνάρες που είναι αυτοί οι Manowar...
    - Ψωνάρες ξεψωνάρες, τα πρώτα τους άλμπουμ βγάζουν τέτοια επικίλα που θες να πάρεις το σπαθί σου και ν' αρχίσεις να θερίζεις κεφάλια!

  2. - Πώς ήταν η ταινία;
    - Καλά, έβγαζε πολύ επικίλα μιλάμε!

  3. - Ρε τον αλήτη, είδες πώς μας παράτησε για να πάει σε άλλο συγκρότημα;
    - Άσε, έχω τρελά νεύρα... Βάλε Λεβέντη να ακούσω επικίλα μπας και ξεδώσω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρωτοετής σε στρατιωτική σχολή που τρέχει γύρω-γύρω για τιμωρία.

- Έχει πεθάνει στο τρέξιμο ο ψάρακας.
- Εμ, άμα κάνεις τον μάγκα, μετά κάνεις το πρωτοετόνιο. Θα στρώσει...

(από jesus, 09/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται στον μάστορα με τον οποίο κλείνεις επιτέλους το πολυπόθητο ραντεβού π.χ. για τα υδραυλικά, αλλά η συνέπεια δεν τον χαρακτηρίζει και σε «κρεμάει».

- Νίκο γιατί δεν ήρθες χθες;
- Άσε είχα ραντεβού με έναν κρεμάστορα ηλεκτρολόγο.

Καμία σχέση με το μέταλ συγκρότημα Cremaster (από protnet, 23/09/10)Καμία σχέση με την τριλογία ταινιών Cremaster του Matthew Barney (από protnet, 23/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανδρας μειωμένης αντίληψης και σοβαρότητας, πασών των ηλικιών...
Συναντάται παντού, ενθουσιάζεται με τα πάντα, άλλα ακούει άλλα καταλαβαίνει, δεν προσέχει ποτέ αυτόν πού μιλάει, διακόπτει συνεχώς με άσχετα.....
Γενικώς καί μονίμως, εκτός τόπου, χρόνου, κλίματος, συζήτησης, κατάστασης κλπ.....
Λίγο να μήν είσαι στή μέρα σου, σε αποτέλειωσε! Μακριά όλοι!.....

Νομίζω οτι κάθε παράδειγμα περιττεύει.....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το «καλώς τονα!», χρησιμοποιείται για περιπαικτικό χαιρετισμό. Μπορεί να συμπληρώνεται και από την ερώτηση πούτσουνα; (= πού' σουνα;)

Βλέπε και το καλώς τ' αρχίδια μας τα δυο.

  1. - Ήρθα κι εγώ παιδιά!
    - Καυλώστονα κι ας άργησε!

  2. - Γειά σου Γιάννη!
    - Καυλώστονα! Πούτσουνα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χαβαλές μετά (ακριβών) ναρκωτικών ουσιών.

Φτάνει ρε μαλάκα πια ο ναρκοχαβαλές, κάνε και τίποτα στη ζωή σου μωρή νούλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπέρδεμα, το βραχυκύκλωμα που παθαίνει κάποιος όταν του έρχονται όλα μαζί κι ανάποδα. Σχετικό με το σουμουντρούκουλου.

- Κακομοίρογλου, φτιάξε εκείνο το ριπορτάκι και να το 'χω σε μία ώρα. Α, και πού 'σαι. Το βράδυ έχω βάλει μία συσκεψούλα στις 10:30 με έντεκα παρά για το budget, οπότε τελικά θα χρειαστώ όλους τους πίνακες σήμερα κι όχι στο τέλος του άλλου μήνα όπως είχαμε πει. - Μα...
- Κακομοίρογλου παιδί μου, τι μα και ξε μα; Έχεις 4 ολόκληρες ώρες. Εντάξει, μάλλον όχι 4 γιατί θέλω να πεταχτείς και μέχρι την τράπεζα για τις επιταγές. Τι έχεις πάθει ρε παιδί μου και με κοιτάς σα χάνος; Σκουρδουμπλούκου; Έλα, ξεκόλλα.
- Μα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατηγορία εκείνη ταινιών στην οποία, όπως άλλωστε και στο Μπέβερλυ Χιλς, όλοι το κάνουν με όλους. Απλά στον πηδηματογράφο αυτό συμβαίνει σε ένα επεισόδιο και όχι σε 37 σαιζόν.

Η Alyssa Milano, γνωστή σταρ του πηδηματογράφου, είπε να το γυρίσει στην τηλεόραση και να ξεπλύνει την ντροπή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified