Further tags

γριάλιτι, γρια-lity

Ριάλιτι με γρέντζες και γιαγιόνια που άμα λάχει μπορεί να αποδειχθούν και κουγκαρονίντζα.
Στην Αμερική το ριάλιτι παιχνίδι Extreme.Cougar.Wives έχει προκαλέσει αίσθηση και πολλά σχόλια, γιατί το βασικό του θέμα είναι οι ερωτικές σχέσεις ηλικιωμένων γυναικών με πολύ νεαρούς άνδρες. Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις οι διαφορές ξεπερνούν και τα 40 χρόνια.
Στα καθ' ημάς, ο όρος υπάρχει πριν το 2004 ("Άγαμοι Θύται"), αλλά έγινε βάιραλ μετά την ανάδειξή του από το ράδιο Αρβύλα:
ΡΑΔΙΟ ΑΡΒΥΛΑ - Γριάλιτι show

από το δίχτυ:

  • Το πρόγραμμα των Αγάμων είναι αρκετά πλούσιο και περιλαμβάνει παλιά και νέα επεισόδια. Ο Ιεροκλής παρλάρισε ωραία με τρεις περσόνες: ως κλασική γιαγιά [γριάλιτυ σώου], ως γιεγιές νονός [και yes και no] και ως Ανέστης [γκαλοπάκιας βραδύγλωσσος]. Πολύ πετυχημένο ήταν επίσης και το τρίδυμο Ιεροκλήξ- Σταροβελίξ - Κακοφωνήξ [Κορμανός] που κατέβηκε στην Αθήνα για το Άουτλουκ και τα μεταλλαγμένα καρπούζια του. (εδώ)"

  • Έριξα ένα μικρό zapping στα δορυφορικά κανάλια και αποχαυνώθηκα με το γνωστό ολλανδικό γριάλιτυ “Time to Say Good Bye”, στο οποίο διάφοροι υπέργηροι παίχτες προσπαθούν να πεθάνουν ο ένας τον άλλο μια ώρα αρχύτερα. (εδώ)

παραδείγματα για τον τουίτι:

  • Και απο την αλλη Τεταρτη το νεο γρια-lity με την Αννα Βισση...στεη τιουντ

  • Μα δεν το βλέπουν οι καναλάρχες; Τα ριάλιτι ως σήμερα απέτυχαν να αγγίξουν την τρίτη ηλικία. Ποιος θα σκεφτεί τα γριάλιτι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α. Χοντρός (-ή). Από το τόφαλος

  1. οταν λες τον αλλο χοντρο, βοδι, τοφι κλπ κλπ ειναι ρατσιστικο αλλο αν εσυ τον λες για "πλακα" (εδώ)

  2. Βάζω να κάνω μακαρονάδα, σκέφτομαι 10 το βράδυ είναι, σα βόδι θα γίνω, τρώω ένα λίτρο παγωτό ΕΥΤΥΧΩΣ ΠΑΡΑΛΙΓΟ ΘΑ ΓΙΝΟΜΟΥΝ ΤΟΦΙ ΜΕ ΤΑ ΜΑΚΑΡΟΝΙΑ (εδώ)

Β. Βλήμα, ούφο, φυτό.

Νομίζω οτι αυτό το τελευταίο (το φυτό), εισήχθη σε αναγραμμαντείο και ανορθογραφείο και ούτως πως προέκυψε το τόφι, δηλ. ο φύτουκλας.

  1. Τι φάση την είδατε όλοι λεξιπλάστες ρε τόφια; (εδώ)

  2. Και βλέπεις κατι τόφια συμφοιτήτες σου με πτυχίο και λες τι κάνω λάθος (εδώ)

  3. Ρε τόφια εσείς που φτάσατε 24 χρονών κι έρχεστε ακόμα να δώσετε εξετάσεις για πτυχίο με τη μάνα σας...τι φάση;;; (εδώ)

  4. πραγματικά το forum του indy έχει γεμίσει με τόφια... (εδώ)

  5. ειμαι λομπι δραχμης, μην συγκρινεσαι μαζι μ! εσυ καταλαβες τι σημαινει παραμονη ρε τοφι? καταλαβες η τα καψες ολα τ κυτταρα? (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχοντας αριθμητική υπεροχή προσεγγίζω άτομο μόνο του ή μικρότερη ομάδα ατόμων με σκοπό να τραπουκίσω με τον όγκο της μάζας που με συνοδεύει.

Η λέξη προέρχεται από την συνήθη εικόνα των Γυμνασιακών χρόνων, σε περιπτώσεις που κάποιος Έλληνας μαθητής παρενοχλούσε, εξύβριζε ή με οποιονδήποτε τρόπο πουλούσε τρέλα σε άλλο μαθητή Αλβανό. Το σύνηθες φαινόμενο ήταν ο Αλβανός μαθητής να αποχωρεί άτακτα και στο επόμενο διάλειμμα να επανεμφανίζεται συνοδευόμενος από άλλους 10 Αλβανούς προκειμένου να πάρει το αίμα του πίσω στο πολλαπλάσιο και ταυτόχρονα να τσιμεντωθεί η αντίληψη πως δεν τα βάζουμε με Αλβανούς.

Επί της ουσίας, το ρήμα αλβανιάζω αναφέρεται στη κλασική περίπτωση του «με ενοχλείς, θα το πω στον μπαμπά/αδερφό μου». Ωστόσο εδώ, όπως καταδεικνύεται από τα γεγονότα της καθημερινής ζωής, στις περιπτώσεις αλλοδαπών το τραμπούκισμα εις βάρος τους έχει μεγαλύτερο βάρος καθώς υπεισέρχεται και το επιβαρυντικό στοιχείο της ρατσιστικής συμπεριφοράς (παρ' όλο που δεν υπάρχει η παραμικρή ρατσιστική διάθεση από καμία πλευρά).

Επιπλέον, στη σχολική κοινότητα ήταν σύνηθες να υπάρχει μια αλληλεγγύη ανάμεσα σε παιδιά εθνικοτήτων που αποτελούσαν μειονότητες, οπότε φαντάζει λογικό, όταν ένα ελληνόπουλο τραμπουκίζει Αλβανό παιδί, να προκαλεί συσσωρευμένη αντίδραση απ' όλο το εθνικό group.

Συνεπώς, κάποιος που αλβανιάζει συγκεντρώνει μάζες με το μέρος του και με θράσος επιτίθεται σε κάποιον σε μια άνιση αναμέτρηση.

Το ρήμα χρησιμοποιείται για να περιγράψει περιστατικά επιθέσεων στο δρόμο, αλλά βρίσκει πιο εκτεταμένη χρήση σε ηλεκτρονικά παιχνίδια multiplayer (όπως το League of Legends.)

Συχνά συναντάται και στην παθητική του μορφή ως «με αλβάνιασαν».

- Προχθές στο ντέρμπυ με τη Καλαμάτα τι κάνατε;
- Να στα ξαναλέω; Είχαμε κρυφτεί με τα παιδιά από τον σύνδεσμο και μόλις βγήκαν τα πρώτα γατιά τους αλβανιάσαμε σαν να μην υπάρχει αύριο!
- 500 άτομα στα πρώτα γυναικόπαιδια ε; Καλά ξηγήθηκες ρε τρελέ.

- Και που λες, είχα παει με Khazix να σολάρω Δράκο και λίγο πριν τον ρίξω... ΤΣΟΥΠ, σκάνε και τα 5 μούλικα από παντού, μου δίνουν την μήτρα της μάνας μου στο χέρι... Αλβανικές τακτικές κ έτσι..
- Εμ αφού το ξέρεις, άμα δεν αλβανιάσεις στο game δεν πας πουθενά..

- Είχαμε πάει εχθές στο Village με τον Ρούλη για ταινία... Το βράδυ που γυρνούσαμε μας την έπεσαν ξαφνικά κάτι Αλβανοί και μας πήραν τα κινητά!
- Πωω...Σοβαρά μιλάς ρε Νώντα; Αλβανικές τακτικές στο δρόμο;
- Ναι ρε συ.. Μας αλβάνιασαν κανονικά σου λεω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαράδεκτος, ανακριβής και ρατσιστικός προσδιορισμός για τους ομιλούντες το σλαβικό ιδίωμα κάτοικους της Μακεδονίας.

Νεζνάμηδες συναντούσαμε στην αυγή του περασμένου αιώνα στα χωριά της Κοστούρ-Καστοριάς, Λερίν-Φλώρινας, Αλμωπίας (Καρατζόβας)-Μογλενών, Μοριχόβου, Γενιτζέ (Γιαννιτσά), Κουκούς-Κιλκίς, Σρς-Σέρρες και αλλαχού.

Έτσι τους ονόμασαν οι Παλιοελλαδίτες και Κρητικοί Μακεδονομάχοι, επειδή στις ανακρίσεις στις οποίες τους υπέβαλλαν, οι βουλγαρίζοντες σλαβόφωνοι απαντούσαν σταθερά νε ζναμ, δηλαδή «δεν γνωρίζω». Βεβαίως, η μπάλα πήρε και τους ελληνόφρονες σλαβόφωνους (Γραικομάνους κατά τους Βουλγάρους) αφού πολύ συχνά τα καλόπαιδα από την Κρήτη δεν ασχολούνταν να τους ξεχωρίσουν και περνούσαν από την κάμα (μάχαιρα) τους εξίσου εχθρούς και φίλους (π.χ. ο Ματωμένος Γάμος της Ζέλενιτς).

Η Ελληνική γλώσσα με όλη την περιπλοκότητα που μεταφέρει (πτώσεις, κλίσεις, εγκλίσεις, τόνοι και πνεύματα και άλλα χαοτικά) είναι εύκολο ν' απολεσθεί και να αντικατασταθεί από την εύκολη και απλοϊκή σλαβική (π.χ. μπόρα, σβάρνα, γράνα και λοιπό λεξιλόγιο που σχετίζεται με αγροτικές και κτηνοτροφικές εργασίες). Επομένως, δεν πρέπει να καταλογίζουμε μειωμένο εθνικό φρόνημα στους σλαβόφωνους Έλληνες του Βορρά.

Σήμερα δεν έχουν μείνει παρά ελάχιστοι αφού σχεδόν όλοι είτε εκπατρίστηκαν σε Βουλγαρία-Σκόπια, είτε μετανάστευσαν σε Αμερικές και Αυστραλίες, είτε επέστρεψαν στην Ελληνική γλώσσα.

Είμαι ντόπιος «νεζνάμης», όπως μας αποκαλούν οι των άλλων φυλών. (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Eξάγεται από τον χαρακτηρισμό παρθενόπη. Υποκοριστικό παρθενοπιπίτσα.

Είναι ένα λογοπαίγνιο ανάμεσα στον χαρακτηρισμό παρθενόπη που αφορά κοπέλες που έχουν πάρει όλο τον ανδρικό πληθυσμό ,αλλά δεν βάφονται, ενίοτε είναι και λίγο άπλυτες και παριστάνουν τις ''συντηρητικές''.

Συχνά ταλαιπωρούν τον πιο μαλάκα από τους γκόμενούς τους δίνοντάς του μόνο πίπα-κώλο, εξ'ου και η σύζευξη παρθενόπης με πίπα.

Σύμφωνα την ελληνική Wikipedia, η λέξη παρθενόπη υπήρχε στην αρχαιότητα ως κύριο όνομα θεότητας. Η Παρθενόπη ήταν μια από τις μυθικές Σειρήνες της Ελληνικής Μυθολογίας. Όταν ο Οδυσσέας περνούσε από τις ακτές που διέμεναν οι Σειρήνες γνωρίζοντας σχετικά για την ανθρωποφαγία τους αντιπαρήλθε με το σκάφος του και τους συντρόφους του την περιοχή τους, χωρίς να σταματήσει. Τότε απελπισμένη η Παρθενόπη που δεν ανταποκρίνονταν ο Οδυσσέας στο θέλγητρo της φωνής της έπεσε στη θάλασσα και πνίγηκε. Το πτώμα της εκβράσθηκε σε μια παραλία της Ιταλίας όπου οι τότε, μόλις νεοφερμένοι εκεί κάτοικοι, άποικοι Χαλκιδείς από τη Κύμη, το περισυνέλεξαν και το ενταφίασαν σε μνήμα. Γύρω από το σημείο εκείνο ίδρυσαν στη συνέχεια τη νέα τους πόλη, αποικία, που ονόμασαν Παρθενόπη, η οποία και είναι η σημερινή Νάπολη στην Ιταλία.

- Aπό μέρους μου (νεολογισμός-απόδοση του ''εκ μέρους μου'', μήπως χρειάζεται λήμμα ως slang;) δεν έδωσα κανένα δικαίωμα.
- Αφού μου πήρες πίπα μωρή πουτάνα.
- Για μένα σχέση είναι μετά το πρώτο φιλί. Με τέτοια συμπεριφορά και τέτοιο αμάξι δεν θα κάνεις ποτέ σχέση. Σου εύχομαι ό,τι καλύτερο.

(από Δημήτρης Αρναούτης Οικονομάκης, 02/09/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τελευταίο στάδιο Pokemon του τζιβάτου, ίσως με εξειδίκευση και μετεκπαίδευση στον σιτσουασιονισμό ή λικβινταρισμό (εκ των situation και liquidation, κοινώς ο μπαχαλάκιας) ή τον αλκοολισμό ή την πρέζα. Καμία σχέση πάντως με όλους εμάς τους βολεμένους αστούς και λοιπές πόρνες του καπιταλισμού.

Πιθανόν να μιλάμε για εξέλιξη του κοινού ορκ και όχι απαραίτητα τζιβάτου.

- Δεν ξαναπάτησα σε πάρτι στο Πολυτεχνείο από τότε που κουρεύτηκα και άρχισαν να με στραβοκοιτάνε οι διάφοροι εξαρχειωμένοι τύποι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μεζές του πέους / πούτσου. Η γκομενίτσα που φοράει πλατφόρμες και ψηλοτάκουνα και πάλι στο 1,60 βρίσκεται. Η πολύ κοντή γκόμενα η οποία ίσως έχει όμορφο πρόσωπο ή αδύνατο σωματάκι αλλά παρόλ' αυτά διατηρεί ψευδαισθήσεις ότι μπορεί να γίνει μοντέλο, να βρει χορηγό κούκλο και δίμετρο μόνο επειδή της είπαν κάποτε ότι είναι γλυκούλα! Όταν είναι μόνη, της βγαίνουν όλα τα κόμπλεξ γιατί πολύ απλά ένα ωραίο προσωπάκι δεν αρκεί για να σε κάνει γκομενάρα στο 1,50. Καταλήγει πουτσομεζές για τους μερακλήδες επιβήτορες.

- Συγγνώμη αλλά μου αρέσουν οι άντρες από 1,90 και πάνω!
- Χαχαχαχα δεν το περίμενα ποτέ από πουτσομεζέ αυτό ειλικρινά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εύχοντρος χοντρομαλάκας.

Πάσα: Vrastaboy.

- Γύρω από την υποψηφιότητά μου συσπειρώνεται όλη η δημοκρατική προοδευτική παράταξη...
- Μπαμπά δεν βαρέθηκες να βλέπεις αυτόν τον χοντρομπαλάκα, βάλε λίγο Nickelodeon...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειδικό μείγμα σπέρματος και αγγελόσκονης, αστερόσκονης ή, έστω, στρας που χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο από κουνιστές ως κρέμα ημέρας για να προσδώσει γκλάμουρ και φωτεινότητα στο πρόσωπό τους. Μερικές πολύ πρόστυχες το βάζουνε και στο ψωμί, αντί για βιτάμ.

- Ντικ μωρή τσαπερδονοκωλοσφυρίχτρο το γαργαρότεκνο τσαρδόφατσα πώς λάμπει η μούρη του!
- Αμ, τι θες χρυσή μου, κι εγώ άμα πλακωνόμουνα τις πουσταλευριές με το μυστρί έτσι θα 'μουνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκωπτικά η πόλη Τρίκαλα, υπονοώντας ότι οι κάτοικοί της είναι τυρόβλαχοι, τύροι, ή τυρόλδοι (βλ. και ντιρόλο). Βέβαια, συνήθως οι παρόμοιες εκφράσεις χαρακτηρίζουν τους Λαρισαίους, πρβλ. τυρί, τυρέμπορας, τυρόγαλο, αλλά πιάνει η μπάλα και τους Τρικαλινούς.

- Πώς το βλέπεις το Μαράκι; Νταξ, είναι από τα Τυρίκαλα, αλλά από όταν πήγε Εράσμους στην Μπαρτσελόνα έχει κάνει στροφή στην πχοιότητα!
- Καλό το Τρίκαλο! Τι λέω; Τι καλό; Τρίκαλο και βάλε.

(από Khan, 05/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified