Further tags

Κάτι το απροσδιόριστο, κάτι το μη επαρκώς εντοπισμένο, που όμως γίνεται ασυνειδήτως αντιληπτόν από ειδική περιοχή του αντρικού εγκεφάλου, στην οποίαν είναι ιδιαιτέρως ανεπτυγμένα τα μουνορανταροκύτταρα.

Τον διαθέτουν οι γυναίκες που όχι μόνον δεν έχουν καμιά πουτσοπαγίδα πάνω τους (ου μην αλλά και κάτω τους), αλλά αντιθέτως έχουν αυτό το ιδιαίτερο κάτι - και οι ψωλές όπου φύγει φύγει.

Με την πρώτη ματιά, είναι γαμήσιμες και αξιαγάμητες, αλλά τα μουνορανταροκύτταρα έχουν άλλη γνώμη...

Μία ξινομούνα στον κύβο ίσως, ή κάποια που εμπνέει πραγματικά τον φόβο του οδοντοφόρου αιδοίου, μπορεί όμως και τον γέλωτα λόγω του γραδαρίσματος πως το αιδοίον είναι φαφούτικο, οπότε ποιος γαμεί ψηλά καπέλα...

Πολύ καλές υποψήφιες είναι οι φαρμακομούνες, λιγότερο οι στρειδομούνες, ενώ καμία τύχη δεν έχουν να συμπεριληφθούν στον κατάλογο οι ζαχαρομούνες.

  1. - Μεγάλη μουνοθύελλα ενέσκηψε στο μπαράκι, Λάμπρο.
    - Ναι αλλά πιάνω και ψωλοδιώχτη στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Ώπα, νά την... Κοίτα την δεύτερη ξανθιά στο τρίτο τραπέζι. Τον έχει, αδερφέ μου.

  2. Αμάν πια κι αυτή η Μαίρη βρε Πόπη μου, δεν σταυρώνει άντρα! Τί σόι ψωλοδιώχτη έχει πια;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η καλή μεταγραφή, ο παίκτης που κατευθείαν με τη μεταγραφή του καπαρώνει θέση στην βασική ενδεκάδα της ομάδας.

Θα πάρουμε κανένα ενδεκαδάτο παίκτη φέτος, ή θα τη βγάλουμε όπως πέρσι με τα...

Στο 0.40 περίπου. (από Khan, 27/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που πνίγει το κουνέλι, αλλά έχει μια αξιοθαύμαστη προτίμηση στο τσιμπούκι.

Μην τη βλέπεις έτσι σεμνή... τσουτσουνοπνίχτρα είναι η Αλέκα. Άμα σε βάλει κάτω θα σε στραγγίξει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εντελώς ανίδεος στη χρήση υπολογιστικών συστημάτων. Ο ανίκανος να παστώσει το κοπίδι.

Από το αλβανικό μπιτ=εντελώς και μάπας=βλάκας, παραπέμποντας στις ψηφιακές εικόνες τύπου bitmap.

Καλά ρε πούστη! Μπίτμαπ είσαι; Έδωσες την πιστωτική σου στο hackers.net;

(από baznr, 27/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τεράστια κοιλιά.

Πανουσιακή λεξιπλασία από την σύνδεση των λέξεων κοιλιά και μαντζάρε (ιτ. mangiare) = τρώω, με συνειρμική μεταφορά στο όρος Κιλιμάντζαρο της κεντρικής Αφρικής.

Μεγάλε! Τι κοιλιμάντζαρο είναι αυτό που έχτισες μέσα σε έναν χρόνο;

(από baznr, 26/04/09)(από baznr, 26/04/09)Κιλιμάντζαρο. Το σλανγικό χιόνι του είναι το υποδόριο λίπος (επιφανειακό λίπος) (από GATZMAN, 27/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βλάκας, ο μάπας, ο χαζός, ο σκατόβλαχος επίσης.

- ΕΛΑ ΡΕΕΕΕΕΕΕΕΙΙΙΙΙ ΚΩΣΤΑΑΑΑΑΑΑΑ!
- Ωχ, μαλάκα...το σκατούμπι με φωνάζει, ...τρέχω να κρυφτώ...

Από το σκατό και -ούμπι/-ούμπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την γνωστή φράση έλα μωρέ, την οποία έχουμε πει ουκ ολίγες φορές, αλλά στο στόμα αυτής της ομοταξίας αποκτά άλλο, πιο προχωρημένο, νόημα.

Δεν τον αγγίζει τίποτε. Δεν δεν δίνει δυάρα για ότι συμβαίνει γύρω του. Ό,τι και να συμβεί δεν αξίζει κάτι περισσότερο από ένα «έλα μωρέ...». Το νταξ και το νταξναούμ, είναι πολύ φτωχά για να εκφράσουν την δική του απαξίωση των πάντων. Ο κουλ τύπος είναι πολύ ζεστός γι' αυτούς. Δεν είναι ούτε ο γνωστός χαβαλές, ή αυτός που παίρνει λίγο σταρχιδιαμόλ για ν' αντεπεξέλθει μία πρόσκαιρα δύσκολη κατάσταση. Όοοχι, αυτός από μικρό παιδί έχει πάρει τόσες πολλές και μεγάλες δόσεις γραψαρχιδίνης επί καθημερινής βάσεως, που του έχουν δημιουργήσει μία χρόνια απάθεια για τα τεκταινόμενα. Μπροστά του ο κλασικός Άγγλος φλεγματικός, μοιάζει τρομοκρατημένο παιδάκι.

Ένα μικρό, αλλά υπολογίσιμο, ποσοστό των συμπατριωτών μας έχει δημιουργήσει αυτή την ξεχωριστή κατηγορία και ολόκληρη ομοταξία, οι «ελαμωρέδες», έχει συσταθεί για χάρη τους στην κοινωνοβιολογία. Βασικός πυρήνας της ομοταξίας, ο απανταχού Ελληνάρας.

Ενώ ο πραγματικός σκοπός της φράσης έλα μωρέ, είναι ν' ανυψώσει το ηθικό και να δώσει κουράγιο και θάρρος στην αντιμετώπιση ενός προβλήματος, οι ελαμωρέδες έχουν προχωρήσει ένα βήμα πιο πέρα. Εξαφανίζουν το πρόβλημα!

Ακόμα και αν τους αναγγείλεις την έναρξη του Γ' ΠΠ, δεν θα εισπράξεις τίποτε περισσότερο από ένα απαξιωτικό «έλα μωρέ...».

Σημ. Στην ομοταξία ελαμωρέδες αναφέρθηκε ο συνθέτης Τάκης Μουσαφίρης.

  1. Ρε συ, δύσκολα τα πράγματα για τον Θανάση. Έμεινε άνεργος και έχει τρία παιδιά. Κάτι πρέπει να κάνουμε σαν φίλοι.
    — Ναι; Έλα μωρέ, πώς κάνεις έτσι, κάτι θα γίνει. Γλείφε την φραπεδούμπα σου.

  2. — Άντε πάλι, νέα απειλή βρήκαν για να μας έχουν στην πρίζα. Η γρίππη των χοίρων είναι σοβαρή.
    — Έλα μωρέ, και γιατί κάνεις έτσι; Λες και είσαι χοίρος!

  3. — Τί έχεις να πεις για την νέα αστυνομική βία; Πάλι πιστόλι τράβηξαν και πυροβολούσαν αδιακρίτως.
    — Έλα μωρέ, σιγά το πράγμα. Εξάλλου όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα, κ.λπ. Δεν πάμε για μια φραπεδιά να τσουλήσει η ώρα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ραδιενεργό στοιχείο, συγγενές με το ομοφυλόνιο, με τη βασική διαφορά ότι το πουστώνιο προκαλεί άμεσο πανικό και υστερική συμπεριφορά στους στρέιτ άντρες, οι οποίοι προκειμένου να διασφαλίσουν το άβατο της αδιάφορης κωλοτρυπίδας τους γίνονται από επιθετικοί μέχρι δολοφόνοι.

«Κύριε δικαστά, μαχαίρωσα τον μακαρίτη 583 φορές επειδή εισέπνευσα πουστώνιο και έχασα τον έλεγχο των πράξεών μου».

(από Vrastaman, 23/04/09)νοτ γκέυ ηνάφ (από jesus, 23/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Ταινία κουλτουριάρικη που σε κάνει αναρωτιέσαι μεγαλόφωνα πού το πάει. Συνήθως δεν το πάει πουθενά και άδικα χαράμισες την ώρα σου. Από το βιβλίο: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007.

Ο Θάνος έριξε μια ματιά στο πρόγραμμα της τηλεόρασης αλλά είχε μόνο μια γαλλική πουτοπάη και μια αμερικανική μαλακία δράσης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λυσσάρα που παραμονεύει να σου κλέψει τον γκόμενο την ώρα που σκύβεις να δέσεις το κορδόνι σου. Από το Πλαθολόγιο - Η απουστειρωμένη έκδοση, εκδ. Intro 2008.

Πάμε να φύγουμε από δω, είναι τίγκα στους ορμοφυλόφιλους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified