Further tags

Κοροϊδευτικά, τα διάφορα στεροειδή, αμφεταμίνες και λοιπά αναβολικά που καταναλώνουν τα ντούκια.

Επίσης χρησιμοποιείται για να δηλώσει ταινίες που «βρωμάνε τεστοστερόνη» σε στιλ Rambo.

  1. (Στο γυμναστήριο)
    - Πω τον τυπά! Μαλάκα, με γυμναστική και διατροφή μόνο δεν γίνεσαι έτσι.. θα πνίγεται στις μπρουταλίνες!

  2. (Στο σινεμά)
    - Τί να δούμε ρε 'σεις:
    - Ψήνεστεγια ROCKY;;;
    - Πωωω! Μπρουταλίνη! Μέσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προκύπτει από παράφραση της λέξης αμνοερίφια (αρνοκάτσικα).

Ο ποιητής αναφέρεται στις μυριάδες αρνιά και κατσίκια που κατασφαγιάζονται κάθε χρόνο για να δοξάσει το Χριστεπώνυμο πλήθος την Ανάσταση του Κυρίου (Αμνού του Θεού), σε ένα άνευ προηγουμένου φεστιβάλ χοληστερίνης.

Λέμε πως πρέπει να τηρήσουμε τα έθιμα, γιατί αν χάσουμε τα έθιμα, πάει και καλά η φυλή μας (αλήθεια, πού πάει, όρε;)

Και για να παραμείνουμε, πιστοί στις επάλξεις και στα... ιδανικά της φυλής, πλακωνόμαστε ακόρεστα στις... μάσες, ρευόμενοι από εθνική περηφάνια. Έτσι... θα ξανατρέξει καθάριο αίμα ομάδας Ε στις φλέβες μας. Αχ...Αρχίδια - μάντολες!. Θα γελάσει και το παρδαλό ερίφιο. Αν το αφήσουν βεβαίως να ζήσει. Η ζήτηση μεγάλη.

Και εντάξει. Ρευτήκαμε από εθνική περηφάνια... Tα καταφέραμε και πάλι, ε; Τον πιάσαμε το στόχο μας, ε;

Το γεγονός τώρα πως τα άλλα κράτη θεωρούν πως είμαστε του πεταματού... Νταξ... Άσε μωρέ τους βάρβαρους. Το γεγονός πως ο προϊστάμενος θα μας τα πρήξει πάλι αύριο... Νταξ... Λεπτομέρειες. Το έθιμο... Το έθιμο... Ε ρε τρομάρα στα μπατζάκια μας.

Και για να συμβεί τώρα αυτό το «θεάρεστο έργο», τα κυκλώματα της αγοράς, μη χάνοντας ευκαιρία, θα ξεχυθούν πάλι, σαν αιμοδιψείς Τάταροι, ξεκοιλιάζοντας κατσικίδιο για κατσικίδιο για να χεστούν στο ψιλικό οξύ once again.

Σημείωση: Αυτή βέβαια η σφαγή των αμνοεριφίων δεν γίνεται μόνο το Πάσχα. Απλά τότε είναι το κορύφωμά της.

- Φτάνει η γιορτή του Πάσχα. Πάλι οι ορδές των μανιασμένων χασάπηδων θα επιδοθούν σε μεγαλειώδη σφαγή αμνοεριφίων καταντώντας τα αμνοερείπια.

(από GATZMAN, 22/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το είδος ανθρώπου που νομίζει ότι αν για κάποιο λόγο δεν πιει καφέ το πρωί έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να φέρνεται απαίσια σε όλους γύρω του.

Από το βιβλίο: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007.

Δεν πάω διακοπές μαζί του. Είναι καφαρχίδης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ειδική κατηγορία εστιατορίων με τα οποία έχουν κάνει σύμβαση τα ΚΤΕΛ να ξεφορτώνουν τους επιβάτες. Τα εστιατόρια αυτά πάντα βρίσκονται στη μέση του πουθενά και ανελλιπώς σε οδηγούν σε αναρωτήσεις του τύπου:

«Μα καλά αυτοί μόνο από ταλαίπωρους ταξιδιώτες ζουν;»

Got a better definition? Add it!

Published

Αψυχολόγητη πράξη, βλακώδης ενέργεια, άτεχνη κίνηση.

Χαρακτηρίζεται έτσι μια πράξη όταν, τη στιγμή που όλα πάνε σχετικά καλά, «καταφέρνει» να τα κάνει όλα σκατά.

Από το όνομα του ποδοσφαιριστή Λουκά Βύντρα.

Στο τάβλι:
Ρε μαλάκα τι βυντριά ήταν αυτή; Δεν είδες ότι σου πιάνει τη μάνα με ντόρτια;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τελευταία ημέρα των διακοπών. Συνεκδοχικά: Το τελευταίο στάδιο οποιασδήποτε ευχάριστης δραστηριότητας. Από το βιβλίο Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007.

Με πόνο στην καρδιά, ο Μάριος αναπόλησε τη θλημέρα με τη Νίκη, και σκέφτηκε να της στείλει γράμμα εκεί που ζούσε τώρα. (Γκυστάβ Τρομπέρ)

Got a better definition? Add it!

Published

Κάτι που έχεις ξεχάσει να κάνεις αφού πέσεις στο κρεβάτι και που σημαίνει ότι πρέπει να ξανασηκωθείς, π.χ. να κλείσεις το φως στην κουζίνα, να σβήσεις τον θερμοσίφωνα, να βγάλεις τα σκουπίδια, να κάνεις τσίσα σου, κ.ο.κ. Από το βιβλίο Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007.

Η Ευαγγελία βεβαιώθηκε ότι έκλεισε το φως στην κουζίνα, έκανε και τσίσα της ώστε να μην αναγκαστεί να ξεξαπλώσει.

Got a better definition? Add it!

Published

Δώρο που σου φέρνουν συγγενείς ή μη στενοί φίλοι οι οποίοι δεν γνωρίζουν τα γούστα σου και γι’ αυτό τα δώρα τους σου προκαλούν ελαφριά τάση προς εμετό. Οι δωραηδίες μπορούν είτε να καταχωνιαστούν σε σκοτεινά, αραχνιασμένα ντουλάπια ή ν’ ανακυκλωθούν, σε περίπτωση βέβαια που δεν σας μέλλει ιδιαίτερα να καταστρέψετε μια σχέση κάνοντας ένα τέτοιο δώρο. Δωραηδιάζω. Από το βιβλίο: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007.

«Αχ τι ωραίο… απαυτό!» δωραηδίασε ο Ανδρόνικος, καθώς η κουνιάδα του τού έδινε ένα πρες παπιέ στολισμένο με βοτσαλάκια, πλαστική γοργόνα και κοχυλάκια, συν (χρυσή) θήκη για στυλό, συν τασάκι.

Got a better definition? Add it!

Published

Όταν έχετε χημεία με κάποιον στα πάντα εκτός από το σεξ.

Από το βιβλίο: Πλαθολόγιο - Η απουστειρωμένη έκδοση, εκδ. Intro 2008.

«Τι κρίμα που με τον Χρήστο έχουμε ανόργανη χημεία» αναστέναξε ο Πέτρος και έσβησε το τηλέφωνό του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκέι άντρας συμπαθητικός, χαριτωμένος και καλοσυνάτος σαν δελφίνι, όπως δηλαδή επιμένουν να μας θεωρούν κάποιες στρέιτ γυναίκες, οι οποίες σοκάρονται όταν ανακαλύπτουν ότι τα αδερφίνια κάνουν και σεξ και δεν είναι πάντα καλοσυνάτα. Από το Πλαθολόγιο - Η απουστειρωμένη έκδοση , εκδ. Intro 2008.

«Παιδί μου, δεν είμαι αδερφίνι! Βρωμοπουστάρα του κερατά είμαι, βγάλε με από το ροζ συννεφάκι που μ’ έχεις χώσει», φώναξε ο Κώστας στη φιλενάδα του.

Got a better definition? Add it!

Published