Further tags

Εφόσον το ετυμολογήσουμε από το μπάτσος = χαστούκι, μπάτσα, σκαμπίλι (απ' τα αρωμούνικα), είναι ο οικογενειόρχης, που θέλει να ζήσει ζωή μπάτσελορ (=εργένη) και τελικά τα καταφέρνει να ζήσει ζωή μπάτσελορ με την έννοια ότι τον περιμένει η γυναίκα του με μπάτσους, παντόφλα και τον πλάστη. Ενίοτε και η πεθερά.

Υπερθετικός: μπάτσελορ πάρτι.

- Βγήκε χτες ο Αρίστος με τα μπουζουκομούνια και τελικά έκανε μπάτσελορ πάρτι!
- Πού; Στον Πλούταρχο;
- Όχι, στο σπίτι του, όταν γύρισε τα χαράματα και τον περίμενε η γυναίκα του...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση πέρασε στο λαϊκό λεξιλόγιο πριν 50 περίπου χρόνια. Πηγή της ήταν οι εισπράκτορες των αστικών λεωφορείων της εποχής.

Η τιμή των εισιτηρίων δεν ήταν ενιαία, αλλά καθοριζόταν από το μήκος της διαδρομής. Από την αφετηρία μέχρι την τάδε στάση, το εισιτήριο κόστιζε 1,30 δραχμές π.χ., μέχρι την δείνα στάση κόστιζε 1,60 δρχ, μέχρι την ταδεδείνα 2 δρχ, κ.ο.κ. Όποιος λοιπόν είχε κόψει από την αφετηρία εισιτήριο αξίας 1,60 δραχμών, έπρεπε να κατέβει μόλις το λεωφορείο έφτανε στην αντίστοιχη στάση, ή να πληρώσει την διαφορά μέχρι εκεί που ήθελε να συνεχίσει. (1)

Ο εισπράκτορας ανήγγειλε κάθε επόμενη στάση με μία μονότονη επαγγελματική φωνή, αλλά στις «τερματικές» μετά το όνομα της στάσης, η φωνή του γινόταν πιο ένρινη και αυστηρή όταν ανήγγειλε το game over των εκάστοτε εισιτηρίων, προειδοποιώντας έτσι τα ψιλολαμόγια να κατέβουν και να μην επιχειρήσουν παράβαση.

Παρ' όλο που ο εισπράκτορας ανήγγειλε σε κάθε τερματική στάση και το τέλος του δικαιώματος των εισιτηρίων της αντίστοιχης τιμής, «τέρμα τα μία και τριάντα», «τέρμα τα μία κι εξήντα», μόνον η φράση τέρμα τα δίφραγκα ευτύχησε να καθιερωθεί. Ίσως επειδή είχε μεγαλύτερο «όγκο» και στόμφο στην εκφώνηση, ή ίσως επειδή το δίφραγκο είχε αρκετή αξία και η φράση υποδήλωνε πως είχες κάνει και αρκετή υπομονή μέχρι τώρα.

Η φράση περικλείει και μια μαγκιά και χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από την περασμένη γενιά, με την σημασία των: Μέχρι εδώ ήταν, Τέλος, Δεν πάει άλλο, Ως εδώ και μη παρέκει (2)

Χρησιμοποιήθηκε και σε πιο λάιτ έκδοση, για να δείξει την αποφασιστικότητα κάποιου ν' αλλάξει την μέχρι τότε στάση του. (3)

Μπήκε όμως και στην πολιτική φρασεολογία δείχνοντας την «μη ανοχή» του λαού απέναντι σε κάποιο πολιτικό πρόσωπο. (4)

Τέλος κατάφερε να δείξει και το τέρμα του νήματος για κάποιον. (5)

  1. Εισπράκτορας: «Παπάγου, τέρμα τα δίφραγκα»

  2. Σαν πολλά μου τα έκανες μάγκα μου. Ως εδώ ήταν, τέρμα τα δίφραγκα.

  3. Ωωπ αγαπούλα μέχρι εδώ ήτανε, δεν ξανακαπνίζω. Τέρμα τα δίφραγκα!

  4. «Στοπ κύριε υπουργέ! Δεν μπορείτε να εμπαίζετε άλλο τους αγρότες. Τέρμα τα δίφραγκα»

  5. -Άστα ρε Γιώργη, τον χάσαμε τον Μανώλη...
    -Τί λες ρε φίλε;
    -Ναι σου λέω, τέρμα τα δίφραγκα γι' αυτόν.

(από Βασίλης-7, 18/04/09)No more two pence, my lad! (από Jonas, 21/04/09)Αλέξανδρος ο Μέγας. 336-323 π.Χ.  Χρυσός στατήρας.  (από ο αυτοκτονημενος, 22/04/09)Να και το δίφραγκο! (από Jim Blondos, 17/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποτελεί αόριστο του γνωστού τα μάλλα ρήματος «χέστηκα», όπερ υποδηλεί μεταφορικώς την αδιαφορία προς τα λεγόμενα ή και πραττώμενα του συνομιλητού μας. Τη σήμερον ημέρα, δύναται χρησιμοποιηθεί ως η πλέον πρωτότυπη και, τρόπον τινά, στυλάτη έκφραση αποδοκιμασίας.

Αγησίλαος: «Χαρίλαε, δεν εννοείς να καταλάβεις το νόημα των όσων σου λέω: πρέπει να επενδύσεις εις ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου διότι...»
Χαρίλαος: «Αγησίλαε, συγνώμη αλλά εχέσθην!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από αρχαιοτάτων χρόνων, η ενασχόληση με τον εαυτό είχε αποκτήσει ιδιαίτερη σημασία, καθότι θεωρείται και είναι μια μέθοδος πρόληψης των κακών που μαστίζουν τον άνθρωπο. Με το να ψάχνεις την εσωτερική σου αλήθεια, ταυτότητα, ισορροπία κλπκλπ, πρώτον αφήνεις τους άλλους ήσυχους, δεύτερον δεν αναλώνεσαι σε περιττές επαφές, τρίτον πιθανόν να προκύψει από την ενδοσκόπησή σου κάποια λύση που να αφορά τους συνανθρώπους σου.

Σήμερα, στην εποχή της εξαπλωμένης ημιμάθειας, η οποία αποτελεί απαραίτητο στάδιο ανάμεσα στην μαζική αμάθεια του παρελθόντος και την ευκταία καθολική γνώση, όλα τα συμπεράσματα του παρελθόντος έχουν γίνει πρωτίστως αντικείμενο επίδειξης ημών των ημιμαθών και αντικείμενο εκμετάλλευσης των πονηρών που κοιτάζουν με άλλον τρόπο τον εαυτό τους, αρχίζοντας από την τσέπη τους.

Η ενδοσκόπηση λοιπόν, που τόσο υμνήθηκε ανά τους αιώνες (θυμίζω τον Μάρκο Αυρήλιο με το περίφημο «ένδον σκάπτε»), ζυμώθηκε σαν αξία μέσα στον χρόνο, κι έφτασε να πάρει νέα μορφή μετά τον Φρόυντ, συστηματικοποιήθηκε, επιστημονικεύτηκε, εξαπλώθηκε. Έφτασε έτσι και στην πόρτα του κάθε πονεμένου και του κάθε μαλάκα, μεταξύ των υπολοίπων. Από την πόρτα αυτή, βγήκε στο φως της δημοσιότητας, παραλλαγμένη και αλλοτριωμένη. Και κατέληξε, όπως χίλια δυο αξιόλογα πράγματα, να παρεξηγηθεί και να διακωμωδηθεί, ιδίως από αυτούς οι οποίοι πιστεύουν στην πραγματική αξία της.

Κοροϊδεύοντας λοιπόν τώρα τον ασόβαρο, ημιτελή και επισφαλή (ωσεκτουτού) τρόπο με τον οποίον χειριζόμαστε στις μέρες μας τα του εαυτού μας, λέμε την ενδοσκόπηση και την ανάλυση «αυτοψυχοψάξιμο», λέξη γελοία από την σύνθεσή της και μόνο, γεμάτη αστείους ήχους.

Ακόμα και κάποιος που πραγματικά προσπαθεί (όχι επειδή είναι της μοδός, αλλά διαβασμένα και διακριτικά) να φέρει σε ισορροπία τις ψυχικές του εκκρεμότητες, θα μπει στο καζάνι με τον κάθε μαλάκα και θα υποστεί το δούλεμα του περίγυρού του. Πράγμα που σημαίνει ότι η προσπάθειά του θα αποκτήσει ένα καινούργιο μέτωπο.

Το αυτοψυχοψάξιμο μπορεί να το κοροϊδεύουμε, αλλά είναι αναπόφευκτο, ιδίως σε στιγμές υποχρεωτικής μοναξιάς, όπως είναι, για παράδειγμα, η σκοπιά των φαντάρων. Όπως γράφει σε ένα ΠΜ που μου έστειλε συσλανγκιστής, «δεν υπάρχει φαντάρος που να έχει κάνει δίωρο, τρίωρο, ν-ωρο στη σκοπιά και να μην έχει περιπέσει στον εν λόγω όρο. Συνειδητοποιήσεις έχουν συντελεστεί, ημερολόγια έχουν γραφεί, ποιήματα έχουν γεννηθεί, σχέσεις έχουν χαλάσει ή αποκατασταθεί στο μυαλό του νέου που έχει για παρέα τα χωράφια, τις βουνοκορφές, τις τυχόν εφόδους, τα γίδια... Για να μη μιλήσουμε για τα, καθόλου αστεία, τραγικά περιστατικά...».

Έχω λοιπόν να σας αναφέρω δύο τέτοια, κι ας μακρηγορήσω, κι ας εξειδικεύσω τον ορισμό. Ένας φίλος φαντάρος μου τα διηγήθηκε.

Μια νύχτα στη σκοπιά, εκεί που σκεφτόταν τα δικά του και κοίταζε το υπερπέραν, έπεσε το μάτι του σε μια κοντινή ξερολιθιά και είδε κάτι λευκό να φεγγίζει. Πλησίασε, και βρήκε χωμένες ανάμεσα στις πέτρες, καμιά δεκαριά σελιδούλες από μπλοκ, από αυτά που συχνά κουβαλάνε οι φαντάροι στην τσέπη. Πήρε τα χαρτιά και διάβαζε το ανορθόγραφο και κακογραμμένο παραλήρημα κάποιου συν-φαντάρου του, που είχε εκμεταλλευτεί τις ώρες της σκοπιάς για να καταγράψει τις ψυχώσεις του. Κοντολογίς, έγραφε ότι τον ενοχλούσαν τα πάντα. Τα έβαζε με διάφορους εκεί μέσα, με συγκεκριμένα άτομα. Τους κατηγορούσε ότι τον έφεραν στη φάση που ήταν. Και κατέληγε στο ότι ορισμένοι από δαύτους ήταν βρυκόλακες που τον κυνηγούσαν να του πιουν το αίμα... Ο φίλος μου ουδέποτε έμαθε την ταυτότητα του συγγραφέα. Το κείμενό του, λέει, ξεπερνούσε τα τρία Α4. Το ξανάβαλε εκεί που το βρήκε.

Το άλλο περιστατικό, αφηγημένο από τον ίδιο φίλο μου, είχε ως εξής: δυο φαντάροι κουβεντιάζαν στην πύλη του στρατοπέδου. Νύχτα μαύρη. Ξαφνικά ακούνε έναν πυροβολισμό. Σα να ερχόταν από το φυλάκιο που βρισκόταν από πίσω τους. Πλησίασαν έντρομοι, σιγά-σιγά. Πάνε στην είσοδο της σκοπιάς και βλέπουν τα πόδια ενός φαντάρου που κείτονταν στο έδαφος με την πλάτη ακουμπισμένη στον πέρα τοίχο του κτίσματος. Το όπλο ακουμπισμένο στο στήθος του και, πίσω από το κεφάλι του, μια σκούρα κηλίδα. Και τότε τον ακούνε να λέει, αρντάν τελείως: Τι θέτε ρε μαλάκες; Όταν του εξηγήσανε τι τρόμος τους είχε πιάσει νομίζοντας πως ήταν αυτοκτονία, ο τύπος τους είπε πως το μπαμ ήταν από ένα σακούλι με πατατάκια το οποίο είχε ανοίξει με τον γνωστό τρόπο. Τους είπε επίσης ότι ο ίδιος είχε μείνει εκεί χάμω ακίνητος, χεσμένος -μόλις είδε τα κεφάλια τους να ξεπροβάλλουν από το πλάι του ανοίγματος του φυλακίου- για την φυλακή που θα έτρωγε. Και η κηλίδα; Από κάποιον άλλον φαντάρο, που είχε πετάξει κάτι τύπου μίλκο στον τοίχο...

- Τι γίνεται αυτή η Στέλλα βρε παιδί μου, έχω να την δω από τα Χριστούγεννα...
- Τό 'χει ρίξει στο αυτοψυχοψάξιμο. Αποφάσισε ότι είναι ένας κακός άνθρωπος και πρέπει να ψάξει μέσα της να βρει την καλή Στέλλα.
- Ωχούουουου!

Βλ. και ψάχνομαι, κάνω δουλειά με τον εαυτό μου. Εναλλακτικές πρακτικές αυτοβελτίωσης και αυτοβοηθείας: αυτοψυχοψάξιμο, κινονία, λάτζα γιόγκα, ταβανοθεραπεία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η μέγιστη απόσταση στην οποία μπορούν να εκσφενδονισθούν τα θραύσματα της εξερχόμενης λάβας εκ του ηφαίστειου του μπαργαλάτσου κατά την παλινδρόμηση.

  2. Χιουμοριστικά, η μέγιστη απόσταση που πρέπει και καλά να κρατήσουμε από έναν γκουρού της μαλακίας, ώστε η επίδραση της μαλακίας του πάνω μας να είναι αμελητέα.

Το λέμε με σκοπό να μοιραστούμε τις κοινές μνήμες που 'χουμε κρατημένες στη βάση δεδομένων του μυαλού μας, από τη γνωστή δράση του συγκεκριμένου μαλάκα, διακωμωδώντας έτσι τη φάση.

Ετς, η αναφορά στον μαλάκα, μας φέρνει πιο κοντά!

  1. Δυο ραμολί συζητούν:
    - Η ακτίνα δράσης μαλακίας είναι αντιστρόφως ανάλογη με την ηλικία. Κάποτε κυνηγούσαμε πουλιά στον αέρα με τα φλόκια μας... Τώρα τα πουλιά ψάχνουν να βρουν το ντέμο μπαργαλάτσου που μας απόμεινε για να παίξουν μαζί του, του κάνουν κούκου, αλλά αυτός ...το 'χει σετάρει στο αντικούκου.

  2. Η σαββατοπαρέα συγκεντρώνεται στο γνωστό στέκι.
    - Ε Μήτσο, βρισκόμαστε εντός ακτίνας δράσης μαλακίας του Πέτρου. Θυμάσαι τι έχει γίνει στο παρελθόν, όταν επιχειρούσαμε αντίστοιχες καταστάσεις. Ας επιδείξουμε λοιπόν σύνεση κι ας απομακρυνθούμε γιατί αλλιώς... τη γαμήσαμε. Θυμάσαι τότε που... μπλα... μπλα... μπλα...
    - Ετς! χα χα χα!

(από Vrastaman, 22/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος φυσικά προέρχεται εκ των λέξεων, γέρος και νεολαία. Και, όπως η νεολαία, έτσι και η γερολαία απαρτίζεται απ' άτομα και των δύο φύλων. Ο όρος μπορεί να έχει είτε ειρωνική είτε χιουμοριστική χροιά.

Εκφέροντας τον όρο θα μπορούσαμε να αναφερόμαστε:

1) Σε άτομα της τρίτης ηλικίας (π.χ: ένα ραμολί, μια ομάδα καπήδων, κλπ) και ειδικότερα σε άτομα αυτής της κατηγορίας που νεανίζουν (π.χ: ένας γεροξούρας, μια που είναι πιο μεγάλη απ' την Ακρόπολη και στοκάρεται για να καλύψει τα σημάδια του χρόνου).

Σχετικά λήμματα: γερομπισμπίκης, γριέντζω, παππουδέλι, γιαγιούμπα, γιαγιόνι, λυκόπουλο, πίτα του παππού, Χαϊλάντερ, παραδίδω πινακίδες. Για την περίπτωση αυτή βλ. παρ. 1.

2) Σε άτομα που θεωρούνται μεγάλοι για να ασχολούνται πλέον, με κάποια συγκεκριμένη δραστηριότητα (π.χ: ξεσταχιασμένοι ποδοσφαιριστές). Για την περίπτωση αυτή βλ. παρ. 2.

3) Για νέους ανθρώπους που, είτε εκ του φυσικού τους (π.χ: μπούληδες, μπουλούκοι, παιδιά του μπαμπά, κλπ), είτε λόγω συνθηκών ζωής (π.χ: προσβολή από δυοξύνη λόγω εργασίας σε εταιρεία του δημοσίου τομέα,γύμναση κοιλιακών, κλπ), παρουσιάζουν χαρακτηριστικά που δεν συνάδουν με τη νεότητα (δράση, ενεργητικότητα, κλπ). Για να το σπάσουμε σε κέρματα: μιλάμε για νωθρότητα, χαλαρότητα, ατολμία, βαριεστημάρα, κλπ. Για την περίπτωση αυτή βλ. παρ. 3.

4) Για νέους ανθρώπους που ενώ διάγουν μια ζωή που χαρακτηρίζεται από δράση και ενεργητικότητα σύμφωνα με τα στάνταρντ της εποχής, στην οπτική κάποιων γεροντότερων, όπου οι νέοι ήταν πιο ανθεκτικοί σε δυσκολότερες συνθήκες (που υπήρχαν τότε) τα πράγματα δεν φαίνονται έτσι. Τους θεωρούν νωθρούς και αδρανείς. Για την περίπτωση αυτή βλ. παρ. 4.

Αποτείνω ευχαριστίες στον συνάδελφο Jona που είχε την ιδέα, αλλά και στην ironick, αφού από το παράδειγμα αυτού του λήμματος της, ξεκίνησε ο δρόμος για το λήμμα αυτό.

Σημείωση:
1) Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε περιστασιακά, ή μόνιμα, σε μεμονωμένα άτομα, σε συγκεκριμένη ομάδα ατόμων και γενικότερα σε θέματα που αφορούν, κάποια εκ των προαναφερομένων κατηγοριών.

2) Για λόγους καλύτερης εκφραστικότητας, θα μπορούσαμε να κουνήσουμε αργά το κεφάλι, προς τα δεξιά και προς τα αριστερά για να προσδώσουμε «άρωμα» γηρατειών στο λόγο μας. Για ακόμα καλύτερη εκφραστικότητα, θα μπορούσαμε να παρατείνουμε την προφορά του «ρ», κατά την εκφορά του όρου «γερολαία».

1) Στα Θέρμα Ικαρίας, στις ιαματικές πηγές.
- Μην τρέχεις πολύ με τ' αμάξι εδώ. Υπάρχει αρκετή γερολαία. Άσε μη χτυπήσεις κανέναν και τον πληρώνεις για χρυσό.

2) Ήρθε επιτέλους η ώρα να βγει στην σύνταξη ο ΠΑΛΑΙΩΝ ΠΑΙΧΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΟΣ και όλη η γερολαία της ομάδας μαζί. Όπως έπρεπε να είχε γίνει απο το 2004, μετά την κατάκτηση του Euro.
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ
Από το troktiko.blogspot.com
Παράδειγμα από λήμμα:Παλαιών Παιχτών Γερμανός

3) Επιτρέπεται ρε εσύ, στα εικοσιπέντε σου, να δείχνεις τέτοια βαριεμάρα και τέτοια ατολμία; Στη γερολαία είσαι;

4) Α ρε... νέοι είναι αυτοί; Ένα οχτάωρο, καφετέρια, υπολογιστής... Ε εμείς στην ηλικία τους παίρναμε την πέτρα και τη στίβαμε. Αυτοί γέρασαν πριν την ώρα τους. Νεολαία σου λέει ο άλλος. Γερολαία είναι.

Μάργκαρετ, Υπουργός γερολαίας στη νέα κυβέρνηση; (από GATZMAN, 30/09/09)Σύνταξη στα 120... (από HODJAS, 01/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το «κεραυνοβόλος έρως», είναι ο έρωτας που γεννά κέρατα και περικοκλάδες, είτε επειδή απατάς τον/την μέχρι πρότινος σύντροφό σου, είτε επειδή σε απατά αυτή /-ός. Πολλές φορές ο κερατοβόλος έρως είναι και κεραυνοβόλος (εξ ου και το λογοπαίγνιο), ή έτσι θα ήθελαν να πιστεύουν οι οικογενειόρχεις.

Ασίστ: Ο Άγνωστος Σλανγκιστής (κάπου στην καθ' ημάς λημματολάσπη το πήρε το μάτι μου, μα δεν θυμάμαι πού).

- Μόλις την είδα, με χτύπησε κερατοβόλος έρως. «Αφήνω γυναίκα, παιδιά, σκυλιά, και φεύγω μαζί σου στην Χαβάη, μανάρα μου», είπα μέσα μου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το όνομα Flocafe, αναφέρεται στα καφέ της εταιρείας Flocas (Φλόκας), εταιρείας που τώρα πια έχει απορροφηθεί από τον όμιλο Vivartia.

Ο όρος Flocafe, θα μπορούσε να αποτελεί κωδικοποίηση του όρου στριπτιζάδικο, με παροχή υπηρεσιών φραπέ.

Η συσχέτιση του όρου & της αναφερόμενης σημασίας, βασίζεται στο γεγονός πως, ο όρος Flocafe (Φλοκαφέ=Φλόκας+καφές), παραπέμπει σε παραγωγή φλοκοπόταμου, που παράγεται μέσω διαδικασίας παραγωγής καφέ φραπέ, σε φραπενεία, δια χειρός έμπειρων φραπεδιάρων που φτιάχνουν καφέ, με πιστοποιητικά ποιότητας Φλόκα. Λέμε τώρα!.

Καλή η εμπειρία του καθενός στη Βαράγκειο προσέγγιση, αλλά, άλλη η προσφορά μιας έμπειρης φραπεδιάρας, που έχει:

- την... πεογνωσία.

- το μεράκι και την αγάπη για τη δουλειά της.

- το ενδιαφέρον για την εκπλήρωση των αναγκών των πελατών, με
τον καλύτερο τρόπο.

- τη διαθεσιμότητα χρόνου προκειμένου να στείλει κάποιους στον έβδομο ουρανό της ευδαιμονίας και της απόλαυσης, κλπ.

Ο στόχος εκφοράς του όρου μπορεί να είναι:

- H πρόσδοση διαφορετικής οπτικής στην κατάσταση (δίνοντας της μια χιουμοριστική νότα και προσδίδοντας της, άλλα χρώματα κι αρώματα).

- Η απόκρυψη της ουσίας από λαθρακουστές.

Η εκφορά του όρου δεν δημιουργεί υποψίες, απορίες, διαρροές, στους λαθρακουστές, αλλά απαιτεί συνομιλητή μυημένο στον κώδικα.

Αν όμως αυτός γνωρίζει μεν, αλλά αργεί να συνδεθεί, τότε τον βοηθάμε με έξυπνες λέξεις κλειδιά, με κλείσιμο ματιού και με άλλα κόλπα, από τον κόσμο της νοηματικής.

Δυό Μπακούρια (που γνωρίζουν τον όρο, για τον οποίο συζητάμε εδώ), συζητούν.

- Θέλω να κάνουμε κάτι άλλο απόψε, πέρα από το να πάμε σε καφέ, πράγμα που κάνουμε συνήθως.
- Οκ. Είσαι για τιγκανά σε κάποιο... Flocafe; (η εκφορά του όρου, γίνεται με κλείσιμο του ματιού).
- Μέσα. Βαρέθηκα πια, όλο καπουτσίνο, καπουτσίνο. Ήρθε η ώρα για πουτσίνο... χε χε χε!

(από GATZMAN, 28/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προέρχεται, από τη λέξη Λούξεμπουργκ (Λουξεμβούργο) και παραπέμπει στο ομώνυμο δουκάτο, που έχει ως αρχηγό, τον Μέγα Δούκα Ερρίκο του Λουξεμβούργου. (που είναι δε, ο τελευταίος μέγας δούκας, στον κόσμο).

Αλλά... αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες.

Αναφερόμαστε εδώ, στο δουκάτο μιας αντρικής οικογένειας, αλλά και στον αρχιδούκα του (δούκα των αρχιδιών), τον Λούτσεμπουργκ (λούτσος... στο πιο αριστοκρατικό).

Ο Λούτσεμπουργκ έχει ως υπηκόους δυο όρχεις και διατηρεί τον τίτλο του ανώτατου άρχοντος, των σλανγκικών κάτω χωρών.

Ο αρχιδούκας, δεν θα μπορούσε να μην είναι τζέντλεμαν. Και εννοείται, πως όταν βλέπει κυρία σηκώνεται. Το σαβούρα βίβρ στο αίμα του. Ας μην... το κρύψωμεν άλλωστε.

Κι όταν κάποια τον φέρει στα ντουζένια του, τότε αυτός, ξεχνάει την ευγενική του καταγωγή και είναι σε ετοιμότητα για να κάνει λούτσα, άνευ διασπερματεύσεως, αυτήν που κατόρθωσε να ανυψώσει καταλλήλως το ανήθικον του κατόχου του.

Η χρήση του όρου γίνεται, είτε για να προσδώσουμε χιούμορ στο λόγο μας, είτε στα πλαίσια πειράγματος.

- Η Εριέτα, είναι γόνος αριστοκρατικής οικογένειας. Μην πας και μιλάς για λούτσους μπροστά της, όπως έκανες την προηγούμενη φορά. Θα σε παρεξηγήσει.
- Ε τότε θα το πιάσω στο πιο αριστοκρατικό.
- Μπράβο!
- Δε θα ξαναμιλήσω μπροστά της για [λούτσο].
- Μπράβο!
- Θα μιλήσω για τον αρχιδούκα του Λούτσεμπουργκ, τον Λούτσεμπουργκ... χε χε χε - Γκρρρ!
- χε χε χε...

(από GATZMAN, 02/05/09)O Ερρίκος σε αναμνηστικό νόμισμα του 2004 (από GATZMAN, 02/05/09)Η πόλη του Λουξεμβούργου (από GATZMAN, 02/05/09)Με σλανγκική ματιά φαίνονται, το πέος κι οι όρχεις  (από GATZMAN, 02/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το όπου γη και πατρίς που λένε όσοι δεν θέλουν να στεριώσουν, να προκόψουν και να γίνουν οικογενειόρχεις, αλλά προτιμούν τα one night stand, ή, ελλείψει των πρώτων, τα οne night slang. Συμπληρώνεται από το «αρκεί νά 'χει ψωμί να τρως και μουνί να γαμείς».

Ασίστ: Αυτοκτονημένος.

- Καλά, γιατί κουβαλάει στην δουλειά βαλίτσα ο Τσιλιμπούρδογλου;
- Δεν έχει μόνιμο σπίτι, οικογένεια, παιδιά, σκυλιά, γατιά. Όπου βραδιάσει και πατρίς!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified