Σημαίνει ότι οι επιδόσεις με μια γυναίκα στο κρεβάτι είναι εξαιρετικές.
Μάνος: - Πώς τα πήγες με την Άννα δικέ μου;
Κώστας: - Φίλε, χθες την ξέσκισα την καριόλα... Έγινε παρακαύλωμα του πυρός!!
Σημαίνει ότι οι επιδόσεις με μια γυναίκα στο κρεβάτι είναι εξαιρετικές.
Μάνος: - Πώς τα πήγες με την Άννα δικέ μου;
Κώστας: - Φίλε, χθες την ξέσκισα την καριόλα... Έγινε παρακαύλωμα του πυρός!!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Έκφραζει, με τους ανάλογους χαρακτηρισμούς βέβαια, τα προσόντα μιας γυναίκας. Εμπνευσμένο από λαϊκο άσμα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χλεμπαγιέ ή πλεμπαγιέ. Από την πλέμπα > «πλεμπάγια». Ενέχει μπασκλασαρία, κακογουστιά και έλλειψη περιποίησης. Το αντίθετο του κυριλέ.
- Τι έλεγε, τελικά, το φαγάδικο που πήγατε, ρε Βαγγέλη;
- Τι να λέει... Όλα φύρδην μίγδην, τσαλαπατημένα και βλαχομπαρόκ... Χλεμπαγιέ.
Got a better definition? Add it!
Κάπως πιο λυρική διατύπωση του χρυσού ντους, άκα της χρυσής βροχής. Πρόκειται για φετιχιστικό θαλάσσιο σπορ, επισήμως χαρτογραφημένο ως ουρολαγνεία ή ουροφιλία.
- Aκομη να προσθεσω οτι η ταπεινη μου γνωμη ειναι , ολα ειναι μεσα στο μυαλο μας, κ προσωπικα φτιαχνομαι τρελα οταν βλεπω οτι κ η συντροφος μου, φτιαχνεται κ καυλωνει τρελλα με αυτο το χρυσοβροχι που βλεπει να τρεχει στα μπουτια της, την κοιλια της,το στηθος της η ακομη κ στο στομα της!!
(από το σάη του Greek BDSM Community)
- Πάντως για το χρυσοβρόχι, από ό,τι λένε είναι ολόκληρη διαδικασία που κοστίζει κιόλας, πρέπει να αρχίσεις να κερνάς την γκόμενα ποτά, τσάγια, τίλια, καφέδες, ξίδια, νερά, κοακόλες, διουρητικά, για να βγει καλό αποτέλεσμα. Μοιάζει με διαδικασία αποπλάνησης μέσω αλκόολ, μόνο χειρότερο.
(Khan, εδώ)
Got a better definition? Add it!
Στελνω τουίτ, αλλά με την χαριτωμένη έννοια.
Πρώτος ο Τζιπάκος επισήμανε ότι το τουίτ στα ποδανά είναι τιούτ. Κι έτσι άνοιξε ο ασκός του αστειάτορα Αιόλου για κάθε λογής λολοπαίγνιο τ.:
- Τοιούτερ: Θα κάνω νέο σόσιαλ νέτγουορκ, Gaybook. Αντί για ποσταρίσματα πουσταρίσματα, αντί για πόουκ, πουτσοσκάμπιλο...
(εδώ)
- Το τουίτ ανάποδα διαβάζεται τιούτ. Μασωνοαδερφάτο παντού. (θα το προωθήσω στην «Ελεύθερη ώρα»! ή να δοκιμάσω και «Ριζοσπάστη»;)
(εκεί)
- Αφού στην πραγματικιά ζωή δεν γελάει κανείς σας με αναγραμματισμοχιουμοράκια. Στο τοιούτερ γιατί μας πρήζουτε τους όρχεις με δαύτα;
(παραπέρα)
- τοιούτερ - το εύθυμο αδερφάκι του twitter.
(χα χα, ευθυμήσαμε πάλι)
(όλα τα παραπένω είναι τιούτ)
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται αντί του πουτσοσκάμπιλου, και είναι στην ουσία μια politically correct έκφραση για την περιγραφή πουτσομπουνιδίων σε πρόσωπο (αντρικό ή γυναικείο).
Εκ των πέος + ράπισμα.
- Πω δικέ μου, έπεσα στο κρεβάτι με την παπαδιά προψέ, σου μιλάω ότι πήγε να μου τον καταπιεί!
- Αγίου Ευαγγελίου το ανάγνωσμα...
- Κοκκίνισε το μαγουλάκι τση από το πεορράπισμα ρε, άσε τη λειτουργιά κ τσι μαλακίες κ έλα να σου λέω να τον παίζουμε!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ορίζεται ως η εκσπερμάτιση σε γυναικείο πρόσωπο, κατόπιν πεολειχίας ή/και συνουσίας. Αποτελεί λογοπαίγνιο της ταυτοπροσωπίας και λέγεται σε περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί η λέξη χυσομαπίδι, πουτσομούρα, χυσοκέφαλο κλπ.
- Για πε ρε, τι έκαμες με το Σούζυ;
- Πω πω δικέ μου, άσε έπαιξε Σκόττι Πίππεν, και πεοράπισμα κ σπερματοπροσωπία... Δεν μπορώ και να μιλήσω είμαστε στην εκκλησία...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Πρωτοειπώθηκε από τον κ. Π.-Α. Κ., τον Ιούλιο του 1977 κατά την εκδρομή αποφοίτησης ΟΠΕ/ΑΠΘ '77 στις «ανατολικές» -τότε- χώρες, στο πούλμαν που μας μετέφερε από τόπου σε τόπο.
Η αναφορά έγινε λόγω της ακατάσχετης όρεξης κάποιων νεαρών συναδέλφων για προσωπικές επαφές και σχέσεις που. ενώ ήσαν τιμητικές για εμάς, ίσως η μορφή των αιτουμένων να μη ήταν σύμφωνη με τα περί κάλλους πρότυπά μας, πάντα.
Το λέμε πλέον όταν θέλουμε να απομακρύνουμε αιτήματα... σύγκλισης από μη άκρως επιθυμητά άτομα... (σα να πάνε όλες να μας σπιτώσουν -τάχα).
Πρόσεχε μη σε τυλίξει, ε; Αν δε παινέψεις το πλάκωμα, θα πέσει να σε σπιτώσει...
Λογοπαίγνιο με το «αν δεν παινέψεις το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακώσει».
Got a better definition? Add it!
Παράφραση του άρες, μάρες, κουκουνάρες. Η φράση χρησιμοποιείται κι αυτή για να δηλώσει ότι όσα ειπώθηκαν είναι ψευδή, παπαριές και τα συναφή, με την εξής διαφορά: ότι εδώ αναφέρεται μόνο σε όσους φουσκώνουν όσα λένε για τις κατακτήσεις τους στις γκόμενες.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μιλάμε για διακήδευμα όταν το διακύβευμα είναι τι είδους κηδεία θα διαλέξεις. Σαν να λέμε θες να σε θάψουν, να σε καύσουν ή να σε ταριχεύσουν ένα πράμα.
Το διακύβευμα είναι μια πολύ μουράτη λέξη και σχετικά νεόκοπη ψαγμενιά, που μεταφέρει κυρίως το γαλλικό enjeu, και λιγότερο το αγγλικό at stake και άλλες εκφράσεις (παλιότερα υπήρχε το ρήμα διακυβεύω-όμαι, αλλά όχι το ουσιαστικό, βλ. το ιστολόι του Ν. Σαραντάκου για πλήρη ανάλα). Ειδικά στην προεκλογική περίοδο πριν από τις εκλογές της 6/5/2012 (και κάπως λιγότερο στις εκλογές του 2009) φορέθηκε τόσο πολύ ώστε αρχίδει και κουράδει, αφού όλοι οι πολιτικοί αντί να ζητάν απλώς την ψήφο μας βαττολογούν πλέον ad nauseam για το διακύβευμα των εκλογών. Σε δειμοκρατικά πλαίσια ο καθένας προβάλλει το δικό του εκβιαστικό δίλημμα, για άλλον το διακύβευμα είναι Μνημόνιο ή Αντιμνημόνιο, για άλλον Ευρώ ή δραχμή (άκα κόμμα ευθύνης ή κόμμα δραχμής), για άλλον Ευρώπη ή Αφρική (πλέον μάλλον η Ευρόπη, όπως καλλιόπη, σημαίνει την διανοιγείσα ευρεία οπή), για άλλον υποταγή ή εθνική υπερηφάνεια. Σε κάθε περίπτωση μάλλον πρόκειται για διακήδευμα και όχι για διακύβευμα, αφού αυτό που καλούμαστε να επιλέξουμε είναι το είδος της κηδείας μας, ή στην καλύτερη περίπτωση το πόσο θα αναβληθεί.
Η λέξη διακήδευμα εμφανίζεται συνήθως ως μαργαριτάρι τ. παπαριά καμαρωτή πολιτικών και πολιτικολογούντων, που θέλουν να φανούν ψαγμένοι αλλά δεν το έχουν. Μόλις και μετά βίας μπορεί το μαργαριτάρι να καλυφθεί α πουστεριόρι με την δικαιολογία ότι πρόκειται για το αρχαίο κῆδος= φροντίδα. Τα κωμικά αυτά ολισθήματα ερμηνεύονται ως φροϋδικά σλιπάκια, οπότε ο όρος διακήδευμα ετυμολογείται από το κηδεία για να σατιρίσει την στομφώδη διανοουμενέ εμμονή στην λέξη διακύβευμα . Εδώ πάντως αναφέρεται ως μαργαριτάρι πολιτικού το οποίο ο Τακίς το ορθογραφεί χαριτωμενίστικα ως διακύδευμα και καλά από το κῦδος (= δόξα).
- αυτο το «διακυβευμα».. σχεδον παντα το μπερδευα..
με το διακηδευμα...
(αδοκιμος ορος ,αλλα καταλαβαινεις τι θελει να πει κιολας..)
-Να ρωτήσω με το διακήδευμα υπονοείτε και κάτι σε κηδεία από το ρήμα κηδεύω; Μάλλον δεν αναφέρεστε στο κήδος, την φροντίδα, από το ρήμα κήδομαι, φροντίζω. Και πάλι δε νομίζω ότι είμαστε για κηδείες όσο για τα πανηγύρια... (Εδώ).
Το μεγάλο διακήδευμα των εκλογών είναι αν θέλουμε ένα κόμμα που θα μας οδηγήσει στην χρεωκοπία μέσω της ύφεσης των μέτρων του Μνημονίου ή ένα κόμμα που θα μας οδηγήσει στην έξωση από το Ευρώ και τον καταστροφικό πληθωρισμό που θα επακολουθήσει.
Got a better definition? Add it!