Further tags

Αυτός ο οποίος μπορεί να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες ενός χανγκόβερ, κατέχοντας γνώση ανακατωτικής μαντζουνίων και ικανότητα διαχείρισης κρίσεων ανάλογη με αυτήν του μαγκάιβερ.

Ύψιστο αξίωμα πότη, καθώς τα χανγκόβερ είναι ο εξελικτικός μηχανισμός που επινόησε η πάνσοφος φύσις ούτως ώστε να μην πίνει ο πάσα ένας, αλλά μόνο αυτοί που είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες με ανδρεία.

– Ξυπνάω, μαλάκα, χτες μετά την καταστροφή και με τη μία κατεβάζω μισό νεροπότηρο με το ζουμί απ' τ' αγγουράκια τουρσί. Σε 5 ήμουνα τζιτζί.
Άτσα ο χανγκάιβερ!!

(από patsis, 17/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γλωσσικό αμάλγαμα των «μεγαλειώδης» και «γλοιώδης». Δύναται να χρησιμοποιηθεί για να χαρακτηρίσει άτομα που το παίζουν καμπόσοι αλλά ταυτοχρόνως είναι σιχαμεροί (βρυ)κόλακες των ανωτέρων τους.

«Ο σοφέρ ανοίγει την πόρτα της απαστράπτουσας Hispano-Suiza και ευθύς ξεπηδά από μέσα αγέρωχος ο στρατάρχης [...]. Από πίσω, σκυφτός, με μοχθηρό χαμόγελο στα χείλη ακολουθεί βήμα προς βήμα ο μεγαγλειώδης υποστράτηγος Παχλάτσας.»

Από ανύπαρκτο μυθιστόρημα που διαδραματίζεται στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου.

Κλασσικός μεγαγλειώδης χαρακτήρας από τον κόσμο των κόμικς. (από the_inq, 25/02/09)Κλασσικός μεγαγλειώδης χαρακτήρας από τον κόσμο των κόμικς. (από the_inq, 25/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασσικός ελληνικός γυναικότυπος που χαρακτηρίζεται από χυμώδη και ζουμπουρλούδικη ανατομία με αεροδυναμικές καμπύλες και σφριγηλά σφαιρικά θέλγητρα.

Μπορεί να μη έχει το κορμί-λαμπάδα μιας λεβεντομούνας, αλλά υπερχειλίζει σπιρτάδα, θηλυκότητά και τσαχπινιά με αποτέλεσμα το πιτσολόμετρο κάθε αρσενικού να βαράει τιλτ. Πρόκειται για Κορμί που προσφέρεται για άπλετη απτική αναψυχή. Σε αντίθεση με τον φθισικό και κοκαλιάρικο της ανταγωνισμό, η Φρατζολίνα Ζολί είναι ονειρική βυζού, διαθέτει κώλο αναφοράς, στρατηγικά πιασίματα και εξαίσια μπουτάκια σαν φρεσκοφουρνιστά φρατζολάκια.

Εχθρός της Φρατζολίνας η μάσα. Δεδομένου δε ότι δεν κοπανιέται νυχθημερόν στα γυμναστήρια όπως οι λεβεντομούνες, είναι επιρρεπής στην παχυσαρκία. Ζυγίζεται λοιπόν με ζήλο καθημερνά και αν ποτέ ξεφεύγει λιγάκι αμέσως κάνει κωλόκρυψη, δίαιτα και παραλείβεται με κρέμες μέχρι να ξαναβρεί τα ίσια της.

Με κόπο και υπομονή πολλές Φρατζολίνες παραμένουν θεόμουνα σε βάθος χρόνου. Άλλες πάλι υποκύπτουν στο δέλεαρ των υδατανθράκων και καταλήγουν γαλακτερά βασταγερά ή φακλάνες.

Υπάρχουν πολλές γουάναμπι Φρατζολίνες με σωματότυπο αχλαδιού. Ωστόσο, η δυσανάλογα μεγάλη περιφέρειά τους, τα μπανανόβυζα και η κυτταρίτιδά τους τις καθιστούν ελάχιστα έως καθόλου θελκτικές, εκτός εάν συνεπικουρήσουν το αλκοόλ ή/και άλλα κρυφά χαρίσματα.

Ασσιστ: Angelina Jolie

Λίλιαν: Βύζους Κράιστ, φιλενάδα! Είδες με τι έσκασε μύτη στο μπαρ το Πέρι; Φτυστή η γκόμενα που παίζει την Λάρα αλλά στο πιο ρουμπενσινοκίνητο!

Λάουρα: Εννοείς την Φρατζολίνα Ζολί! Καλά τι γυρεύει μαζί της ο ξεφτιλισμένος;

Λίλιαν: Ξεκόλλα με το παρελθόν, το θέμα είναι να μας γνωρίσει το αμαρτωλό τωωωωρα!

H Angelina και η Φρατζολίνα - με το χέρι στη καρδιά, ποιά προτιμάτε? (από Vrastaman, 11/03/09)Ράνια Θρασκιά - Φρατζολίνα φοσό! (από Vrastaman, 11/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Λήμμα εμπνευσμένο από τίτλο (υπαρκτής;) «ερωτικής ταινίας» ο οποίος παρωδεί το θεατρικό έργο «Ο έμπορος της Βενετίας» του Σακεσπύρου.

Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει κάποιον που έχει εξαιρετικές ικανότητες σε έναν τομέα ή ως ειρωνικό συνώνυμο του γκραν γαμάω.

α)
- Μαααλάκα... πως κατάφερες να ξαναστήσεις ολόκληρο το LAN του κτιρίου σε 5 λεπτά;!
-Αγόρι μου... δεν με λένε τυχαία «έμπειρο της Βενετίας» στο networking...

β)
-Σου λέω μην αγοράσεις άλλες μετοχές... η επιχείρηση είναι φιάσκο...
-Κοίτα ρε τη νούλα που την είδε «έμπειρος της Βενετίας» και δίνει και συμβουλές!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καμμένος, αυτός που έχει κάψει φλάντζες για πολλούς και διάφορους λόγους, όπως πολύωρη παρακολούθηση μεσημεριανών εκπομπών (που τις τελευταίες μέρες μόνο για Σάκη και eurovision ασχολούνται, πώς να μην καρακατακαείς μετά;), πολύωρο σερφάρισμα σε ιστιοσελίδες στο ίντερνετ και κάπνισμα αμέτρητων τσιγαριλικίων.

- Τι βλέπεις πάλι ρε καΐκι στην Λαμπίρη;
- Σκάσε, λέει τι μάρκα κάλτσες θα φορέσει ο Σάκης στον τελικό το Σάββατο.
- Πόοοοοπο, έχεις καεί μαλάκα.

(από patsis, 19/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κουτοπόνηρος αντιήρωας, αυτός που συνδυάζει δηλαδή τις ιδιότητες του μπαγαπόντη και του ποντίου.

- Ο George W Bush απέτρεψε την ιατρική έρευνα στα βλαστοκύτταρα ως αντιχριστιανική ενώ βομβάρδισε αμάχους στην Μεσοποταμία...

- Ο Al Gore προτείνει να μειωθεί η χρήση ηλεκτρικών συστευών από ιθαγενείς της Αφρικής για να αποτραπεί το φαινόμενο του θερμοκηπίου ενώ ταξιδεύει παντού με το ιδιωτικό του τζετ.

(παραδείγματα μπαγαποντίων)

Got a better definition? Add it!

Published

Ρήμα που χρησιμοποιείται συνήθως αργά το βράδυ, όταν σε πρήζει η γκόμενα.

Έχει διφορούμενο νόημα: ως κοι-μήσου υπονοεί και γα-μήσου (και αντιστρόφως).

- Είσαι ένας άχρηστος. Δεν σε αντέχω άλλο.
- Καλά, μήσου τώρα και τα λέμε αύριο.

(από allivegp, 09/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αμάλγαμα των λέξεων μπύρα και του μυθικού ήρωα Ηρακλέους. Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την περιγραφή μίας συγκεκριμένης κατηγορίας μπυρόβιων, οι οποίοι υπό κανονικές συνθήκες είναι εσωστρεφείς φλώροι αλλά μετά την πόση του θαυμαστού αυτού ποτού γίνονται θαρραλέοι μπήχτες και επιτυγχάνουν λαμπρά κατορθώματα.

- Λοιπόν τη βλέπεις αυτή εκεί στο απέναντι τραπέζι; Τόση ώρα που μιλάμε με καρφώνει με τα μάτια. Θα πάω να της μιλήσω!
- Άσε ρε Μπυρακλή να πούμε, που πριν πιεις τις Franziskaner έλεγες ότι όλες σε έχουν χεσμένο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γλοιώδης απόδοση του αγγλικουρέζικου όρου superstar που αναφέρεται σε ένα πρόσωπο στο οποίο η δραστηριοποίηση στους τομείς λ.χ της ζώου μπίζνας ή του αθλητισμού, προσφέρει μεγάλη αναγνωρισιμότητα.

« Η πανσυμπαντική πρεμιέρα της ταινίας του Τζουζέπε Λουγκρατόρε »Bésame Βutzo« στελεχώθηκε από πολυάριθμους υπεραστέρες των καλών τεχνών όπως τον Schaquis Roewas και την Effie Θώδη»

Από το περιοδικό «Ιλ Πουστίνο» - 2007, τεύχος 69

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified