Further tags

Αυτός που είναι βλάκας αλλά και βλάχος συνάμα.

  1. Είχαν και στο χωριό σου... βλάκχo ;

  2. Πού πας ρε βλάκχο με το...

Αλλά και όταν ο Βάκχος υπό την επήρεια του αλκοολ αρχισε τις βλακείες (από GATZMAN, 18/07/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Είναι τα ανώμαλα ρήματα που, όταν περιτριγυρίζεσαι από αυτά μπορείς να πάθεις μέχρι και κατάθλιψη.

Με λίγα λόγια, μεταφορικά τα ανώμαλα ρήματα είναι κάποιοι γύρω μας που μας δημιουργούν προβλήματα, είτε στον εργασιακό μας χώρο, είτε στον κοινωνικό μας περίγυρο.

Από το γνωστό «ου μπλέξεις», το οποίο έχει εμπλουτισθεί και καταδεικνύει την κακότητα κάποιων ατόμων οι οποίοι έχουν βαλθεί να μας κάνουν άνω κάτω τη ζωή.

Αν είσαι γιατρός, η δάσκαλος, σεβάσμιος (σεβάσμιος όμως!! δηλαδή έχεις κερδίσει τον σεβασμό των γύρω σου) δεν μπορείς να εκφρασθείς διαφορετικά, δηλ. σε κάποια συζήτηση δεν σου επιτρέπεται να πεις: «τον γαμημένο»... «τον πουσταρά» κτλ, κι έτσι τους αποκαλείς «ανώμαλα ρήματα» (είναι ανώμαλοι στη ψυχή και στο σώμα δηλαδή).

  1. Ο ορισμός αυτός αναφέρεται στη μάθηση: τα παιδάκια 1η και 2α γυμνασίου δυσκολεύονται λίγο με τη γραμματική και τα ανώμαλα ρήματα, που στον μέλλοντα τονίζονται στην πρώτη.

Πάσα: Alex

  1. Μαμά Λάκη: - Λαλάκηηηη, διάβασε παιδί μου τη γραμματική σου!
    Λάκης: - Άσε με ρε μάνα, ουφ... ου μπλέξεις με ανώμαλα ρήματα...

  2. - Καλώς τον μυστήριο, πού 'σαι εσύ ρε κακομοίρη... Εγώ χθες Κυριακή είχα έρθει εδώ και δούλευα, γαμώ το μπελά μου... (παραμύθι του κύριου μαλάκα, έτσι για να κάνει πλάκα).
    - Ρε Στάθη τι σου λέει αυτός, χαχα!
    - Τι να πει κι αυτός! Άσε ρε Μήτσο... ου μπλέξεις με ανώμαλα ρήματα...

βλ. και ανώμαλο ρήμα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος που κάνει απραγματοποίητα σχέδια, πετάει στα σύννεφα, δεν έχει επαφή με την πραγματικότητα, επίσης έχει πάρει σασί, είναι και γκαγκά.

Ο βλαμμένος αιθεροβάμων.

- Λοιπόν φίλε, παίρνουμε μπαλόνια με ήλιον, πάρα πολλά, πώς να σου πω... ίσαμε χίλια πεντακόσα, φτιάχνουμε και μια βάση, δεμένα τα μπαλόν με τη βάση, και πάμε Αγγλία, ναι ρε φίλε.. γίνεται!
- Καλά... μπούλη, είσαι και αιθεροβλάμων βλέπω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όνομα που αποδίδεται στον υποτιθέμενο Ισπανό πρέσβη μαζί με τους υπόλοιπους διπλωμάτες μιας υποτιθέμενης χώρας.
Μερικοί από τους συναδέλφους του:

Ιταλός: Αλμπέρτο Μασταξίνι
Γάλλος: Ζαν Πουστιέ
Άγγλος: Τζον Χώστον
Γερμανός: Καρλ φον Μπήχτεν
Δανός: Έρικ Χούφτενσεν
Πορτογάλος: Πίνο Χυσομούνια
Βολιβιανός: Χοσέ Εκλασαμέντες
Ρώσος: Ποπώφ Βρωμοκολάροφ
Ουκρανή: Τατιάνα Πηγαδομούνοβα
Τούρκος: Ψωλάμπεης Χυσάν
Κινέζος: Ψω Λα Κι
Γιαπωνέζος: Χυνωμέσα Στομουνί

Στην εκδήλωση θα παραστούν οι πρέσβεις των χωρών: Ιταλία: Αλμπέρτο Μασταξίνι
Γάλλία: Ζαν Πουστιέ

κλπ...

Got a better definition? Add it!

Published

Είναι ο δριμύτρελος σε φόρουμ στο ιντερνέτι, και κάνει μια δυναμική επιστροφή στην παρέα που την έχει κουφάνει με τις παπαρολογίες του, καθότι ξερόλας και προφέσορας:

- Χαιρετώ τους αγαπητούς και φίλτατους συνδαιτυμόνες, σας έλειψα; Λοιπόν...με βάση την ετεροχρονισμένη δομική αντιπαλότητα του λαϊκού προτσές, μπλα, μπλα..

Επέστρεψε δυναμικά, θέλοντας να κατατροπώσει τα πλήθη, επέστρεψε δριμύτρελος.

Δες και δημήτριος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλάκας με λεφτά, ο πλούσιος μαλάκας.

- Άσε, μου την έπεσε σήμερα ένας μαλάκας...
- Μαλάκας ή μαλαcash;

(από dipyadip, 19/10/12)(από Vrastaman, 23/10/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή μάλλον, σκουληκιΑρης.

Σκουληκιάρικη προσβόλα για τους εκ Θεσσαλλλονίκης ορμώμενους Αρειανούς.

Πιο στεγνά: σκέτα σκουλήκια.

- Η φωτογραφία είναι από το μπαράζ του Βόλου για την κατάκτηση του πρωταθλήματος, ανάμεσα στον ΣκουληκιΑΡΗ και τον GAYρο (άλλο ένα πρωτάθλημα που το πήρε σε μπαράζ ο Θρήνος). (εδώ)

- Ηττα με κατεβασμενα τα χερια για τον Παναθηναικο μας απο τον παθιασμενο σκουληκιΑρη στου Χαριλαου, μα δεν πειραζει γιατι πολυ απλα πηραμε αυτο που μας αξιζε, δεν παιξαμε καλα, ο Αρης ηταν καλυτερος και δικαια χασαμε...
(παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Eίναι ο έχων επιμελώς ατημέλητο ντύσιμο ή αμελώς ευπρεπή ενδυμασία.

- Μας το παίζει και πλούσιος με το αμάξι του αλλά όταν ανοίγει την πόρτα φαίνεται πόσο κυριλέτσος είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτοί που κατάφεραν να γίνουν η ελίτ μιας χώρας, μιας κοινωνίας, ενός κόσμου, κυρίως επειδή υπήρξαν στον ιδιωτικό και δημόσιο βίο τους μέγιστοι αλήτες, αδίστακτοι, πάτησαν επί πτωμάτων, πουλήθηκαν και πούλησαν, με θράσος, αυθάδεια και παντελή έλλειψη ηθικώνε φραγμώνε. Και μετά το παίζουν και εκλεπτυσμένοι, κουλτουριάρηδες λάτρεις της τέχνης και του πολιτισμού, και φιλάνθρωποι. Βρε ουστ!

Βλ. και ελίτ της αλήτ, ελίτης.

  1. ΜΟΝΟ ΜΕ ΤΗ ΔΡΑΧΜΗ Θ’ ΑΠΑΛΛΑΓΟΥΜΕ ΑΠ’ ΤΗΝ ΑΛΗΤ. (Εδώ).

  2. Η Αλήτ που κατευθύνει Media. Τα πρόσωπα του συστήματος. ΟΙ ΚΟΥΡΑΔΟΜΗΧΑΝΕΣ ΤΗΣ “ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ”. 7 ΦΑΜΙΛΙΕΣ “ΝΤΑΒΑΔΕΣ”. (Εδώ)

  3. Η Ελλάδα δεν χάνεται, η «αλήτ» που την κυβερνά καταρρέει…Ο «Τιτανικός» της «αλήτ». (Εδώ).

(από Khan, 25/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τελευταίο στάδιο Pokemon του τζιβάτου, ίσως με εξειδίκευση και μετεκπαίδευση στον σιτσουασιονισμό ή λικβινταρισμό (εκ των situation και liquidation, κοινώς ο μπαχαλάκιας) ή τον αλκοολισμό ή την πρέζα. Καμία σχέση πάντως με όλους εμάς τους βολεμένους αστούς και λοιπές πόρνες του καπιταλισμού.

Πιθανόν να μιλάμε για εξέλιξη του κοινού ορκ και όχι απαραίτητα τζιβάτου.

- Δεν ξαναπάτησα σε πάρτι στο Πολυτεχνείο από τότε που κουρεύτηκα και άρχισαν να με στραβοκοιτάνε οι διάφοροι εξαρχειωμένοι τύποι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified