Λολοπαίγνιο από τον γνωστό και μη εξαιρετέο Πρόεδρο της Ρωσίας Влади́мир Влади́мирович Пу́тин και το επίσης γνωστό και μη εξαιρετέο πουτανάκι.

Ορισμένες περιπτώσεις όπου εφαρμόζεται το λολοπαίγνιο:

  1. Πολιτικοί που συνεργάζονται με τον Πούτιν. Λ.χ. χρησιμοποιείται πολύ τελευταίως από αντιπολιτευόμενους τη συγκυβέρνηση ΣΑΝΕΛ οι οποίοι δηλώνουν έτσι ότι η προσπάθεια στρατηγικής συμμαχίας με τη Ρωσία σημαίνει απλώς ότι προσπαθούμε να ανταλλάξουμε μία εκπόρνευση με μια άλλη ενδεχομένως χειρότερη. Πουτινάκι είναι σε αυτήν την περίπτωση ο πολιτικός που μπορούμε με όχι πολύ μεγάλη φαντασία να τον φανταστούμε σε ερωτικές περιπτύξεις με τον Πουτινιάρη Βλαδίμηρο σε ρόλο Στέφανου Κορκολή να του λαγνοβοά "είσαι το πουτινάκι μου;". Επίσης, κάποιος που ο Πούτιν τον χρησιμοποιεί ως αχυράνθρωπο. Δεν χρειάζεται όμως να πηγαίνουμε τόσο μακριά: Σύμφωνα με τον πολύ εύστοχο σχετικό ορισμό, πουτανάκι είναι και ο "πολύ φανατικός θαυμαστής μίας μάρκας ή χρήστης ενός προϊόντος ή υπηρεσίας", οπότε πουτινάκι είναι το fanboy ή bitch του Βλαδίμηρου ή γενικά της Ρωσίας.

  2. Μια ειδικότερη σημασία είναι αυτός που γράφει υπέρ του Πούτιν και της Ρωσίας στα κοινωνικά μήντια. Ορισμένοι με έφεση στις θεωρίες συνωμοσίας θεωρούν ότι πρόκειται για τρόλια που πληρώνονται από τον Πούτιν, για πράκτορες με ψεύτικους λογαριασμούς κ.ο.κ. κάτι που δεν μπορεί βέβαια να αποδειχτεί και παραβλέπει εξάλλου το γεγονός ότι στην Ελλάδα υπάρχουν πλείστοι όσοι αυτόβουλοι πουτινιάρηδες, χρήσιμοι ηλίθιοι ή και άχρηστοι ηλίθιοι. Τα εν λόγω πουτινάκια ανταπαντούν ότι είναι απαράδεκτο να στιγματίζεται ως τρόλι όποιος απλώς εκφράζει μια πολιτική άποψη αντίθετη στην κυρίαρχη μονοτροπία.

  3. Εναλλακτικώς, αποτελεί γουτσιστική προσφώνηση για τον ίδιο τον Βλαδίμηρο ή μειωτικός χαρακτηρισμός που δείχνει την αδυναμία ή την εκπόρνευση του ίδιου του Πούτιν.

  4. Σεξιστικώς, τα εκ της Ρωσίας του Πούτιν ορμώμενα πουτανάκια ή άλλα ρωσίδια.

1.α. Ο Τσίπρας είναι το πουτινάκι των Ρώσων. (Από το Τουίτερ).

β. Βλέπω κοτζιά πουτινάκι στα εξωτερικά, βλέπω βαρουφάκη στο finance, γατάκι με φαίνεται κάτι διάβαζα οτι ήδη έκανε πίσω, και λαφαζάνη στο broken μηχανοστάσιο. πιστεύω ότι αυτό εδώ είναι παγκοσμίου ενδιαφέροντος δηλαδή ο κύριος "αριστερή πλατφόρμα" στο πόστο της Πολυπόθητης Παραγωγικής Ανασυγκρότησης. (Εδώ)

γ. τρελεβαντεεεεεεεεεεεεεεεεέεεεεέέ΄ε εισαί όλα τα λεφτά αρχηγόπουλο ο Βολοκολάμσκ καί τά πουτινάκια (Από βρις-οφ μεταξύ εβλογημένων αγριοχρίστιανων εδώ).

2.α.Τα πουτινάκια προσπαθούν να μας πείσουν ότι αυτό το σαράβαλο απείλησε υπερσύγχρονο αμερικανικό πλοίο. (Εδώ).

β.Θέλουν τα πουτινάκια να κρυφτούν κι η χαρά δεν τα αφήνει. (Από το Τουίτερ).

3.α.Ζούμε έναν μεγάλο έρωτα με τον Βλαδίμηρο. Κι έτσι όπως είμαστε αγκαλιά, του λέμε «είσαι το Πουτινάκι μου». Κι αυτός μας απαντάει κάπως έτσι, αλλάζοντας τη λέξη... (Από Φέισμπουκ).

β.Είναι και ασχημομούρα και μας το πίκρανε διπλά το Πουτινάκι μας..... (Η πρόεδρος της Λιθουανίας συνέκρινε τον Πούτιν με τους Χίτλερ και Στάλιν).

4.α.Λεω τωρα να προσλαβω τη Σβετλανα!! ηδη εγκατεστησα το σωλήνα (inox 2'')και η pipa δωρο!!! ανθεκτικη στην πεινα στη διψα,στο πηδημα!!! σκετο πουτινακι!!! (Εδώ).

β.Εναρμονιζόμενοι με τους γεωπολιτικούς προσανατολισμούς της πολυχρονεμένης μας κυβέρνησης, επιλέξαμε να περάσουμε τη χθεσινή Ανάσταση στη ρωσική εκκλησία της οδού Φιλελλήνων. [...] Κατά τα άλλα στο εκκλησίασμα κοζάραμε ορισμένα ωραία πουτινάκια, με τα κολλητά τους κλπ, αλλά όχι τις εξτραβαγκάντσες που κάνουν οι δικές μας οι ξετσίπωτες - πολλές ρωσίδες, γριές και νιες, φορούσαν αυτό το τσεμπέρι που καλύπτει το κεφάλι, σε μας φυσικά αυτό αποκλείεται δια ροπάλου διότι πώς θα δείξω αγάπη μου ότι πήγα κομμωτήριο κλπ. Αυτά σε γενικές γραμμές, and the year's. (Ένας γνωστός από τα παλιά, -a blast from the past που λέμε και στο χωριό μου περιγράφει την εξπήριανς από την Ανάσταση στη Ρωσική Εκκλησία της οδού Φιλελλήνων).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως εξ άλλου τέρμα Θεού πάνω έχει αναφερθεί, το λjjήμμα τούτο, εκτός από την απεριποίητη, αντισεξουαλική γυναίκα σημαίνει και το ταγαροκνίτικο στιλ, το οποίο με τη σειρά του υπάγεται στο ευρύτερο ρεύμα κνιτγουέρ, της ημέτερης οτ κουτύρης.

Την σήμερον, χρησιμοποιείται πλέον ευρύτατα και ως συνώνυμο του βλάχου, της βλαχούτσας, και γενικότερα του κιτς, πάντα κατά τη λεπταίσθητη γνώμη της εκάστοτε υπερκαλλιεργημένης σνομπαρίας και με την υποψία ότι κάπου, δεν μπορεί, ο εν λόγω καλός απόγονος των Αφελίμ, έχει κάνει μια μαλακία.

ι. Δραχμή, ζαγάρι και Hermès ταγάρι!

ιι.
Μια φορά Κνίτης μια ζωή ταγάρι

ιιι.
Γιαυτό πέθανε η κλασική μουσική. Δεν είχαν ντράμερ. Που πας χωρίς ντράμερ ρε ταγάρι;;

ιν. Ο Δήμαρχος και το ταγάρι!...
(...) »Καταγγέλλουμε το γεγονός και δηλώνουμε ταυτόχρονα την αντίθεσή μας σε συνήθειες που θυμίζουν κοινοτάρχες της παλιάς εποχής, οι οποίοι κουβαλούσαν την σφραγίδα της κοινότητας στο ταγάρι τους», καταλήγει στην ανακοίνωση/καταγγελία η Λαϊκή Συσπείρωση

ν.
Σόρρυ που σας χαλάω το αφήγημα, αγαπητό αγράμματο ταγάρι αλλά ο όρος low cost αφορά τους χαμηλούς ναύλους των εταιρειών αυτών

νι.
Ποιος είναι η «λατέρνα» του ζωδιακού κύκλου και ποιος το «ταγάρι» του αστρολογικού χάρτη;

νιι.
Βγαίνει η άλλη η περπατημενη σελέμπριτι με μπουφάν γυαλιά ηλίου γοβά και ταγιέρ μαζι με 2 δρομείς κ λέει ούαου μαραθώνιος Ουστ ταγάρι !!

νιιι.
Θα κρατάω ένα κόκκινο γαρύφαλλο για να με γνωρίσεις. Εσύ πάρε μαζί το ταγάρι σου για να σε γνωρίσω κι εγώ.

(ιx.)
Δεν θα ξεχάσω την σοφία της γιαγιάς μου που με τόση καλοσύνη με συμβούλευε «Πρόσεχε ρε ταγάρι μην στα φάει κανα βρωμοπούτανο και τρέχεις»

Elie Tahari εσείς, Elie Tagari εμείς! (από Khan, 02/04/15)Elie Tahari εσείς, Elie Tagari εμείς! (από Khan, 02/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ομορφοβία, ομορφοβικός

Ορισμός

Η ομορφοβία είναι ο φόβος (έως του σημείου της παθολογικής φοβίας), η αποστροφή ή οι διακρίσεις κατά των ναζωραίων, κομψών ή / και καλοντυμένων ανθρώπων. Τα άτομα που ενεργούν με τέτοιους τρόπους περιγράφονται ως ομορφοβικά.

Αίτια

Έρευνες έχουν δείξει ότι η ομορφοβία μπορεί να προέρχεται από φυλετική επιλογή (βλ. έχει ασχημindie), πολιτική αγκύλωση (βλ. ταγάρω), θρησκευτική προκατάληψη (βλ. χριστιανόφουστα), αισθήματα κοινωνικής ανασφάλειας, ή έλλειψη επαφής με ωραίους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι δυνατόν να παρατηρηθούν φαινόμενα ομοφροβίας προερχόμενα και από τους ίδιους τους ζαγωραίους.

Αναπαραγωγή

Οι ομορφοβικοί κατά κανόνα και εκ πεποιθήσεως ζευγαρώνουν μόνο με σαλούφες (βλ. σαβουρογαμόσαυρος, μπαζοφονιάς).

Ευθυμολογία

Πρόκειται φυσικά για λολοπαίγνιο στην ομοφοβία (το σόλοικο αντιδάνειο του homophobia). Ενίοτε όμως καταγράφεται κι ως λολαδερός ανορθογραφισμός (βλ. παράδειγμα 5).

1.
Και ο έρωτας είναι ομορφοβία: φοβία για την επίδραση της ομορφιάς των άλλων και μαζί η βία της μίας και μόνης ομορφιάς. Η πίστη στην ομορφιά, η ακατάβλητη έλξη για την ομορφιά είναι ό,τι προσπαθεί -άλλοτε μάταια, άλλοτε όχι- να αντισταθεί στον ερωτικό παραλογισμό.

2.
- Δεν μου τη πέφτει. Μάλλον θα είναι ομορφοβικός.

3.
- Δεν μου τη πέφτει. Μάλλον θα είναι ομορφοβική...

4.
- Ομορφοβικός: αυτός που εχθρεύεται τον Βαξεβάνη και τον φθονεί λόγω της αισθητικής του υπεροχής.

5.
- Η Ελλάδα είναι από τις πιο ομορφοβικές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μιας και το 64% των Ελλήνων δηλώνει πως είναι αρκετά διαδεδομένη η δυσμενής μεταχείριση στο εργασιακό περιβάλλον, λόγω των σεξουαλικών προτιμήσεων.

(από σφυρίζων, 04/02/15)"Μεγαλώνοντας μπορεί να γίνεις καλός ή καλύτερος συγγραφέας, αλλά πιο όμορφος άνδρας σίγουρα όχι." (από Khan, 22/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπάζο που καίει μαζούτ, σε ένα super pack υπερπροσφοράς 2 σε 1.

Και για όποιον δεν κατάλαβε: η βραδύπω ψαροκασέλα, η αργοκίνητη μπατάλω, η ανήκουσα στον Κώδικα ξανθιά, η ούτε-με-ξένο-πούτσο χαζομούνα, η τα-ζώα-μου-αργά χλαμούτσα.

Λολοπαίγνιο του εν Φραπέ αδελφός GATZMAN από το δουπού.

  1. - Η Φεβρωνία εθεάθη εις το νυφομπάζαρο, σπεύδω μην με προλάβει έτερος ήρωας...
    - Σπεύσε όμως βραδέως Καυλαγόρα, το μπαζούτ δεν αναμένεται να απομακρυνθεί από το πόστο του any time soon...

2.
ΡΕ ΜΟΥΝΟΣΚΥΛΟ ΑΝΤΕ ΓΑΜΑ ΚΑΝΑ ΠΟΥΤΣΟ ΝΑ ΣΤΑΝΙΑΡΕΙΣ! Η ΚΑΙ ΚΑΜΙΑ ΠΡΟΒΑΤΙΝΑ! [...] ΕΙΣΑΙ ΤΕΛΕΙΩΣ ΜΠΑΖΟΥΤ ΡΕ ΓΥΦΤΟ!! ΑΙΩΝΙΑ ΠΕΜΠΤΟΣ ΘΑ ΕΙΣΑΙ!!ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΡΗ ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λολοπαίγνιο αμφίβολου γούστου και ελαφρώς σεξιστικό, εκ του μιλκομπούκαλο, δηλαδή του μπουκαλιού γάλακτος Milko, και του μιλφ, αρκτικολέξου του Mother I'd Like to Fuck, που λέγεται για πολύ όμορφη, σέξι και τρε κρεβατάμπλ γυναίκα, η οποία είτε έχει παιδί, είτε είναι σε ηλικία όπου την βλέπουμε και ως μητέρα (30-35 χρονών και μέχρι να γίνει τζιλφ).

Πρόκειται για λεξιπλασία νέας κοπής από αμφιβόλου χούμορ ανέκδοτα, που επιδέχεται πολλαπλές ερμηνείες: Στον καυλύτερο από όλους τους δυνατούς κόσμους, πρόκειται για μιλφού μπουκαλομούνα, με τρε κομιλφό σωματότυπο παρόμοιο με μπουκάλι κοακόλας, δηλαδή μεγάλα βυζιά, στένεμα στη μέση και πάλι πλούσια περιφέρεια, μια αμβλυμένη κλεψυδρομούνα με άλλα λόγια.

Σε λιγότερο καυλούς κόσμους μπορεί να πρόκειται για μιλφίδιο μίλκο, δηλαδή για κοντό μιλφέιγ με ύψος ένα κι ένα milko. Δεν μας χάλασε (καθόλου). Οι δυο ερμηνείες άλλωστε δεν αλληλοαποκλείονται.

Γενικά η παρομοίωση με γαλακτοκομικά προϊόντα είναι αναμενόμενη για μια μιλφομάνα που δύναται να κεράσει και μιλφ σέηκ. Εξάλλου αυτά τα ό,τι να 'ναι β΄ συστατικά λέξεων πολλές φορές δεν προσφέρουν τίποτα το συγκεκριμένο πέρα από το να επιμηκύνουν την λέξη καθιστώντας την πιο ο,τινανιστικώς εμφατική (βλ. παρατήρηση Βίκαρ για καραγκιοζοπαίκτη).

  1. Το ανέκδοτο:
    Ειναι μια παρεα 4-5 σ'ενα μπαρ και ψαχνουν για γκομενακια ρε παιδι μου. Γυρνανε απο δω, γυρνανε απο κει, τιποτα. Ξαφνικα σηκωνεται ενας και λεει «κουλ, αφηστε το πανω μου». Βγαζει απο την τσεπη του ενα μπουκαλι κακαο, πινει δυο γουλιες και ξαφνικα εμφανιζονται 2 βυζαρουδες 40αρες με ψιλοτακουνα, καθονται στα γονατα τους, τριβονται, μπλαμπλα, φικιφικι.
    Βγαινουν το επομενο βραδυ ξερωγω, παλι τα ιδια. Ξηρασια. Σηκωνεται παλι ο τυπος, «το χω», βγαζει το μπουκαλι με το κακαο, πινει δυο γουλιες, σκανε μυτη 3 τυπισσες στα 35 τους, μινι φουστιτσα, ταγερακι, κυριλε αλλα σεξυ, καριεριστριες σκυλες σεξουλιαρες, τους πλησιαζουν, λενε δυο κουβεντες και καρφι στην τουαλετα για κινκι στιγμες.
    Βγαινουν το επομενο βραδυ, πανε σ'ενα μπαρακι, τιποτα απο γυναικες. Κλασσικα σηκωνεται ο αλλος, βγαζει το κακαο, πινει και απο το πουθενα μια παρεα απο 40αρες τους πλησιαζει, τους χαϊδευει και τους παιρνει παραπερα να τους μαθει τα μυστικα του ερωτα. Αφου ανακτησουν τις δυναμεις τους, γυρναει ο ενας στον αλλο:
    -Ρε, τι πινει ο αλλος και ερχονται ολα αυτα;
    -Δεν ειδες;
    - Μιλφομπουκαλο.

2. Και ιδού γιατί ειμαι Μιλφομπούκαλο. Έτσι ειναι η ζωη μου!

  1. Λάνα, το... μιλφομπούκαλο.
    Το μισάωρο που περάσαμε στο δωμάτιο ήρθε απλά να επιβεβαιώσει ότι είναι ανάμεσα στο κορυφαία μιλφ που κυκλοφορούν εδώ και πολύ καιρό. Η γυναίκα βάζει κάτω πολλά νεανικά μουνάκια που που νομίζουν ότι θα κάνουν να χύσεις μόνο με την ομορφιά τους. [...] Αν μάλιστα κρίνω από τα βογγητά και τον τρόπο που πίεζε το κεφάλι μου πρέπει να απόλαυσε το γλυφομούνι που της πρόσφερα (δεν θα το έκανα αν δεν ήμουν ο πρώτος πελάτης της βάρδιας) και για «ευχαριστώ» ήρθε από πάνω μου, ήρθε στο πλάι, στήθηκε στα τέσσερα μέχρι να έρθει το τέλος σ' ένα ιεραποστολικό μόνο για... άθεους. Oσοι πιστοί προσέλθετε... (Από το μπουρντέλα ντοτ κομ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πούστρα που φοράει Ζάρα και λέει μεγάλες σοφίες με ξεφωνημένο υφάκι.

Το ροζάκι μπλουζάκι πρέπει να το συνδυάσεις με φιστικό παντελόνι, τάδε έφη ζαραπούστρα!

(από σφυρίζων, 28/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχαίος Έλληνας στρατηγός του 5ου αιώνα π.Χ. που έδειχνε ιδιαίτερη προτίμηση σε μεγαλύτερες και ωριμότερες γυναίκες. Απαντάται και ως Milfιάδης.

- Χτύπησα τρελό γκομενάκι χτες βράδυ! Τριανταπέντε και βάλε, χωρισμένη με παιδί, αλλά τούμπανο! Έχω πάθει πλάκα!
- Μα ποιος είσαι ρε φίλε, ο Μιλφιάδης;!

Ο Μιλφιάδης Βαρβιτσιώτης φουχτώνει τα γινωμένα θέλγητρα της Χριστίνας Παππά  (από σφυρίζων, 24/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λατινική (επιστημονική) ονομασία του δίποδου είδους των θηλαστικών που προκειμένου να ικανοποιήσουν την ανάγκη της αναπαραγωγής, ζευγαρώνουν με οποιοδήποτε αλλοπρόσαλλο ταίρι του είδους τους.

Το λατινικό διώνυμο κατά πάσα πιθανότητα προέρχεται, ως ελεύθερη μετάφραση, του ελληνικού χαρακτηρισμού σαβουρογάμης.

- Μαλάκα τη βλέπεις τη γκόμενα στο μπαρ;
- Αυτή ρε τρόμπα δε βλέπεται.
- Εγώ πάω να της την πέσω.
- Στο καλό. Τουλάχιστον, δεν θα ανησυχεί η WWF μην κι εξαφανιστεί το είδος σαβούριους φακέντιους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που έχει ένα χρόνο και πάνω να πατήσει στο εδώ.

Είναι ανάλογο με το ξεκουμπισμένος, αλλά στο δεύτερο μπορεί η απομάκρυνση να έγινε βίαια και όχι αφεαυτού.

Ο Μιτζνούρ είναι χαμένος.

Βέβαια δεν είμαι το μοναδικό παράδειγμα

Got a better definition? Add it!

Published