(Ακολουθεί μεγάλο μπλιάχ και ίου).

Τυρόπιπα λέγεται κοροιδευτικά και καλούα η τυρόπιτα. Βέβαια, ως σλανγκισταί και γενιά που μεγάλωσε με σαΐτες και τα ρέστα, εμείς θα δώσουμε το κάτι άλλο στη λέξη ετούτη.

Τυρόπιπα λοιπόν είναι η πίπα, η οποία γίνεται σε ματζαφλάρι το οποίο έχει τσακωθεί με τα σαπούνια άρα έχει μαζέψει αρκετό τυρί. Τόσο που θα το ζήλευε και τυρόπιτα!

(Μπλιαχ ε; Εγώ προειδοποίησα πάντως!)

  1. (στο κυλικείο)
    -Μια τυρόπιπα!
    -Ε; Τι;
    -Σέντρα. Μια τυρόπιτα λέω!!!
    -Άαα...

  2. -Πώς ήταν ο Θρασύλαος Λουκία μου;
    -Ένα θα σου πώ Μαράκι...τυρόπιπα.
    (Το Μαριώ ξερνάει ανεξέλγκτα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση η οποία προκύπτει από την ενστικτώδη διάγνωση ότι τα υγρά του αντικειμένου του πόθου διακρίνονται από την γλυκιά τους γεύση, την ωραία μυρωδιά και ενδεχομένως από θεραπευτικές ιδιότητες. Παίζει επίσης και η προσμονή της αγιοσύνης μετά την κατάποση, ιδιότητα που, αν και αποδίδεται από την εκκλησία στην μαυροδάφνη, εντούτοις και άλλες ουσίες την διεκδικούν.

Τυχόν ταύτιση του λήμματος με την πασίγνωστη έκφραση: «Σφάξε με αγά μου να αγιάσω» είναι υπό συζήτηση.

-Πω ρε μάγκα τι κόμματος είναι τούτος;
-Πού ρε συ;
-Να πίσω σου. Χύσε πασά μου να μεταλάβω!!!

(από Khan, 28/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση, που χρησιμοποιείται για να δηλώσει επικείμενον λούτσο (μεταφορικά ή και κυριολεκτικά). Μερικώς παρόμοιο με την φράση κάνε χωρίστρα κι έρχομαι, δεδομένου ότι, μόνον η έκφανσή της: ετοιμάσου κι έρχομαι να σε γαμήσω έχει εδώ εφαρμογή, ενώ το ρήμα μεριάζω βρίσκεται σε διαλεκτική σχέση με τη λέξη κωλομέρια, ως προς την προετοιμασία - αναμονή ψωλιάς...

Εκ του γνωστού ποιήματος Ο βράχος και το κύμα του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, όπου προσωποποιείται ο βράχος ως Τούρκος και το μανιασμένο κύμα ως Έλλην, που αποζητεί διψασμένος το λυτρωμό του! Όλως παραδόξως, μια απλή αντικατάσταση του βράχου σε κώλο και του κύματος σε λούτσο, αρκεί, ώστε να αποδίδεται διττώς το ίδιο νόημα (κοίτα ο διάολος!). Ιδού το ποίημα.

- Έξι-πέντε! Αφήνεις παραμαμά! Έτσι και φέρω πεντάρες, την πούτσισες!
- Ωχ! Πεντάρια! Σκατά έφαγες;
- Μέριασε κώλε να διαβώ!

(από Khan, 23/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χυδαία ύβρις, ακολουθούμενη από επίδειξη του ανδρικού μορίου, που προσκαλεί σε πεολειχία.

Αναφέρεται στην γνωστή έκφραση όχι μόνο προσωποποίησης, αλλά και αγιοποίησης (!) της τσαπούς (βλ. «του Αγίου Πούτσου ανήμερα» = ποτέ/πάρα πολύ αργά σε χρονικό ορίζοντα), ως δήθεν υπαρκτή ημέρα του εορτολογίου, κατά την οποίαν καλούνται οι πιστοί να προσκυνήσουν (και να φιλήσουν) γονυκλινείς την εικόνα του τιμωμένου αγίου. Αν θέλουν μπορούν και να σταυροκοπιούνται.

Χρησιμοποιείται και ως εριστικό, υποτιμητικό και εκδικητικό σκώμμα μετά από πλήρη και οριστική επικράτηση εις βάρος του αντιπάλου, δηλαδή: πάρ' τα μωρή άρρωστη, πάρτα Λίζα και κάντα κορνίζα, πάρ' τ' αρχίδια μου κ.ο.κ.

(Μπάλα) :
-Πιάσ' το Μήτσοοοοο ! Ωχ...
-Γκόοοοοοολ ! Του Αγίου Πούτσου σήμερα αγόρι μου, έλα να προσκυνήσεις, έλα !

Προσκυνητής του Καθολικού St. Peon (από Vrastaman, 08/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα που χρησιμοποιείται συνήθως αργά το βράδυ, όταν σε πρήζει η γκόμενα.

Έχει διφορούμενο νόημα: ως κοι-μήσου υπονοεί και γα-μήσου (και αντιστρόφως).

- Είσαι ένας άχρηστος. Δεν σε αντέχω άλλο.
- Καλά, μήσου τώρα και τα λέμε αύριο.

(από allivegp, 09/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σουμουνιάζομαι λοιπόν, εκ του ΣΜΝ (σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα) ή αλλιώς αφροδίσια κι όχι αφροδισιακά (γελάμε τώρα). Όταν κάποιος σουμουνιάζεται, δεν ξέρει από πού του έχει έρθει. Καλεί τον γιατρό πανικόβλητος και τις περισσότερες φορές αναθεματίζει και καταριέται την τύχη του που είπε κι αυτός ο καημένος μια φορά να γαμήσει...! Σουμουνιάζεται με την αφή, την επαφή ή την μαλακία κατόπιν επαφής. Το άτομο το οποίο προσβάλλεται ή είναι γκαντεμόσκυλο ή πάει νύχτα με την άλλη ή κεράτωσε την κοπέλα του κι η τύχη τον εκδικείται.

- Άσ' τα ρε μαλάκα...

- Τι, δεν πέρασες καλά;

- Ναι ρε μαλάκα, αλλά μια φορά είπα να γαμήσω και σουμουνιάστηκα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Αριστερό» σερφάρισμα ή ποντίκωμα αποκαλείται ο on-line αυνανισμός, το να πλοηγείσαι δηλαδή στο διαδίκτυο με το αριστερό σου χέρι, καθώς το δεξί ψυχαγωγεί τον μπαργαλάτσο.

Πρόκειται για Ελληνική απόδοση των left-hand surfing και left-hand mousing.

Βαγγέλης: Γιο, πάμε για κανά μπυρόνι;

Πέρι: Έχω ραντεβού για αριστερό ποντίκωμα με το Kitty_Darling69 που γνώρισα στο πεηντάρ.gr

Βαγγέλης: Έχει πιξελιάσει το μουνί σου στο cyber-φραπέ, ρε πστ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για την ετήσια ποσότητα αιδοιοφόρων που αλληλεπίδρασαν με την κάτω κεφαλή ενός ατόμου.

-στάνταρ, τσιμπούκ λουκούμ,πισωκολλητό κ.α.

Στελέχη του υπουργείου οικονομικών εξετάζουν τη θεσμοθέτηση του εν λόγω εισοδήματος στη φορολογική δήλωση.

- Και το κάτω κεφαλήν εισόδημα οκ;
- Γάμησέ τα, χειρότερα κι απ' το κανονικό....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχει ήδη γίνει αναφορά στο ακαφελόγιστο εδώ. Εκεί το πράγμα εστίαζε στην επίδραση της καφεΐνης στον ανθρώπινο οργανισμό.

Τα πράγματα όμως εξελίσσονται. Αφού δημιουργήθηκε νέα διάσταση στην έννοια του καφέ, μοιραία δημιουργείται νέα διάσταση για τον όρο του ακαφελόγιστου.

Η ατάκα μπορεί να απευθυνθεί σε κάποιον, που είναι μέσα στα νεύρα, ενώ παράλληλα γνωρίζουμε πως έχει το... πάθος με τα flocafe, στα οποία σημειωτέον έχει καιρό να πάει.

Όταν λοιπόν τον βλέπουμε να 'χει τα νεύρα τσατάλια, του λέμε φίλε έχεις το ακαφελόγιστο, θέλοντας να τον χαλαρώσουμε (μέσω αυτής της χιουμοριστικής νότας) αλλά η/και να του προτείνουμε και καλά... άμεση καφεθεραπεία από ειδικευμένη ορθοπεϊκό, που μπορεί να του κάνει τον λαϊκό μπαργαλάτσο του, τζέντλεμαν στο πι και φι. Μια τέτοια θεραπεία... μπορεί να τη γουστάρουμε και εμείς άλλωστε.

- Πάλι βρίζεις κι αστράφτεις σήμερα, τον έναν και τον άλλον στο λογιστήριο, για ψύλλου πήδημα. Έχεις το ακαφελόγιστο, δε λέω. Έχεις να πας σε ορθοπεϊκό των flocafe, από τότε που βγήκαν οι λάσπες. Αλλά τι σου φταίω κι εγώ που δε μ' αφήνεις να χαλαρώσω, έτσι που σε βλέπω... χα χα χα! - Πού το πας;
- Θυμάσαι πόσο συχνά πηγαίναμε στο παρελθόν; E αυτό να κάνουμε και τώρα. Γιαυτό προτείνω τιγκανά για φραπενείογια να 'ρθουμε στα ίσα μας... χε χε χε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified