Further tags

Πουστεία είναι αφηρημένο ουσιαστικό, που φτιάχτηκε μάλλον κατ' αναλογία προς την πορνεία. Ο Μπάμπης φυσικά δεν το έχει ενώ το γουγλ δεν δίνει κανένα αποτέλεσμα. Εντούτοις διαβεβαιώ τους λίγους που τυχόν δεν την έχουν υπόψη τους πως δεν αποτελεί δικό μου κατασκεύασμα.

Δεν ταυτίζεται με την πουστιά, που κατέληξε να σημαίνει κυρίως πράξη προδοτική και ειδεχθή. Πράξη στην οποία, υπό Κ.Σ., μόνο μια τελειωμένη λούγκρα θα μπορούσε να προβεί, και ποτέ ένα ωθέντικ αρσενικό που φοράει παντελόνια.

Η πουστεία έχει πολύ πιο συγκεκριμένο περιεχόμενο. Είναι η κατάσταση του να είναι κάποιος πούστης / γκέϊ / αδερφή / λούγκρα. Ειδικότερα, κατ' αναλογία προς την πορνεία, η πουστεία νοείται ως οιονεί επαγγελματική δραστηριότητα, ένα μέσο βιοπορισμού για κίναιδους.

Η αρχαιόπρεπη κατάληξη -εία προσδίδει μια ψιλοεπισημότητα στο λόγο, ο οποίος έτσι καταφέρνει ενίοτε να γίνει πολύ πιο δηκτικός απ' όταν μεταχειρίζεται καθαρόαιμες αγοραίες εκφράσεις. Κλασικό παράδειγμα είναι ο ευφημισμός τιμημένο, που υπο προϋποθέσεις μπορεί να προκαλέσει μεγαλύτερη αίσθηση απο το χιλιοειπωμένο γαμημένο.

Ο όρος πουστεία χρησιμοποιείται κατά κανόνα σε πλαίσια γενικολογίας, δίχως να εστιάζει σε συγκεκριμένα πρόσωπα.

- Η κοινωνία πάει κατά διαόλου, δε βλέπεις πως εξαπλώνεται η πουστεία στους νέους;

- Η πουστεία, τα ναρκωτικά, η σαπίλα του πολιτικού συστήματος, ο σταρχιδισμός, αυτά είναι τα μεγάλα προβλήματα της εποχής μας.

Κανείς βέβαια δεν σου απαγορεύει να πεις π.χ.

- πάει ο μαλάκας ο Θόδωρας, έπεσε κι αυτός στην πουστεία...

Αλλά, είπαμε, δεν είναι αυτή η κύρια χρήση της.

- Μερικοί λένε πως ο Πέτρος Κωστόπουλας είναι ο αρχιερέας της πουστείας εν Ελλάδι, αυτός που την απενοχοποίησε μέσα απ' τα περιοδικά του.

(από Τσακ εις την μέσην, 23/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερθετικός του σταρχιδισμός.

Παράγωγο: στομπουτσιστής.

Συνώνυμο: της ψωλής μας ο χαβάς.

Αγαπημένες ατάκες: ζμπότσομ, ζμπόυ τσομόυ / στον μπόυ τσο μόυ, ζμπούτσαμ.

  1. Το στομπουτσιστής / στομπουτσισμός με αρέσει περισσότερο (και το χρησιμοποιεί και ο Χοτζ).
    (σχόλιο αλίβε για το ζεμανφουτίδης)

  2. Καλό παιδί, δε λέω, αλλά με πεθαίνει αυτός ο στομπουτσισμός του, ο κόσμος χάνεται και δεν του καίγεται καρφάκι του μαλάκα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εμφανίζεται (περιέργως και δικαίως σπανιότερα) και σαν «χειώνω» (ίσως γιατί έτσι διαβάζεται σωστότερα «χι-ώνω» αντί του «χjόνω» που παραπέμπει στο «χιόνι», οπότε και γεννήθηκε το ήδη καταγεγραμμένο χιονίζω –όπου κι αναφέρεται σαν ρίζα του το «χιώνω» στο σχόλιο του xalikoutis. Με την ίδια έννοια αναφέρεται κι εδώ σε σχόλιο του johnblack).

Από το γράμμα χι (Χ) με το οποίο γραπτώς, διαγράφουμε / ακυρώνουμε / απορρίπτουμε κάτι είτε επειδή δεν μας αρέσει είτε επειδή το βρίσκουμε λανθασμένο.

Σημαίνει αυτά ακριβώς: απορρίπτω, μπανάρω, ακυρώνω, διαγράφω κι όταν αφορά πρόσωπα σημαίνει επιπλέον: «ρίχνω χυλόπιτα», γειώνω όπου υπονοείται το τελεσίδικο της πράξης και ένας απότομος χειρισμός απ’ τη μεριά αυτού που χιώνει.

Ουσιαστικά, με το χιώνω ρηματοποιούνται τα ήδη καταγεγραμμένα απ’ τον notheitis «ρίχνω/τρώω χι», που η ερμηνεία τους είναι μάλλον προφανέστερη.

Παίζει και το χίωμα: η πράξη του χιώνειν (!!!) που πολύ συχνά συναντάται (αναπάντεχα!!) στις φράσεις «ρίχνω/τρώω χίωμα».

  1. - Άλεξ αύριο ψήνεσαι να σώσουμε τον κόσμο;
    - Δύσκολο αυτό το ΣΚ, ανεβαίνει από Ηράκλειο ένας φίλος του κολλητού μου και θα παίξει τρελό πρόγραμμα μάλλον. Νιώθω άσχημα ρε φίλε γιατί είναι η 2η φορά που το χιώνω, χίλια σόρρυ…

  2. …σε έχω βαρεθεί. Και δεν θέλω να σου μιλήσω. Δεν «έχω τρεξίματα». Απλά δεν θέλω. Άμα μου ζητάς κάτι και σε χιώνω απλά ΔΕΝ ΘΕΛΩ να το κάνω. Πιθανότατα δεν έχω καν άλλα πλάνα.

  3. Είναι ο μόνος μαύρος που έκανε πάνω από 90 επεμβάσεις για να γίνει άσπρος και εσύ τον χιώνεις τόσο αλύπητα; Ντροπήηηηη...

  4. Είναι δυνατόν από μια ήττα στη 2η αγωνιστική (έστω κι από την ομάδα-μπυραρία) να χειώνουμε την ομάδα για όλη τη χρονιά;..

  5. Γεια σου ρε Θρυλάρα με έκανες να ξεχάσω το χίωμα που έφαγα απ’ την γκόμενα και τα πάντα…

  6. …τα σπάει μόνος του και χτυπιέται-χωρίς να αντιλαμβάνεται μέρος / χρόνο / τους διπλανούς του που τρώνε αδέσποτες απ' τα χεράκια του -μέχρι να γίνει τύφλα πάλι. Ξέρει κανείς μαλάκας να φλερτάρει ανθρωπινά; μπα, μόνο κάτι κάγκουρες πλησιάζουν κάτι γκόμενες που χτυπιούνται και οκέι, σε λίγο θα σκάσει πέσιμο με χίωμα-συνήθως- ή στην καλύτερη, θα φύγουν κατά το ξημέρωμα σε φάση «χάλια είναι, αλλά επιτέλους θα γαμήσω»…

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Κι όμως από πίσω ένα χι μπορεί να κρύβεται κλάμα (από sstteffannoss, 05/02/11)

Βλέπε και πόρτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο forum του hiphop.gr, «χλατσώνω» (ουσ.: χλάτσωμα) σημαίνει κάνω ban ή exterminate σε κάποιον χρήστη [ενν. κάποιος moderator κάνει].

- Τον χλάτσωσε ο Τραινατζής.
- Γιατί;
- Έβαζε τσόντες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα του Γιώργου Λεβέντη από το τηλεπαιχνίδι X-Factor, τον Ιανουάριο του 2010. Χρησιμοποιείται για να δηλώσει αγανάκτηση για μία κατάσταση ή κάποιο πρόσωπο.

  1. - Πόσο ήρθε ο λογαριασμός του τηλεφώνου;
    - Θα σου πω ρε μπαμπά, αλλά μη μου φωνάξεις, γιατί αυτό το μήνα μίλαγα με τον Νίκο στο κινητό λίγες ωρίτσες.
    - Πόσο; Πες μου να ακούσω.
    - Ε να....450 ευρώ.
    - Θα τρελαθώ, θα πηδηχτώ απ' το παράθυρο!

  2. - Τι έγινε από προχθές με τη Μαριάννα;
    - Τσακωθήκαμε λίγο, ψιλοπράγματα μωρέ.
    - Και τώρα είστε οκ;
    - Δεν θα το 'λεγα. Την έχω πάρει 3 φορές και τις έστειλα 5-6 μηνύματα και δεν απαντάει. Άσε, θα τρελαθώ, θα πηδηχτώ απ' το παράθυρο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η στύση που προκαλείται χωρίς λόγο. Ή με λόγο που δεν καταλαβαίνουμε, τέλος πάντων.

- Γιατί δε σηκώνεσαι ρε, να πεις την προσευχή;
- Τι λες, ρε; Έχω μεγάλη ανακάβλωση. Όλοι θα την δουν.

(από Vrastaman, 25/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χορηγός του έφηβου. Προέρχεται από την σχέση που έχει με τα αποδημητικά πουλιά. Δηλαδή να φεύγουν όλοι μαζί από την Ευρώπη τον Οκτώβριο.

Σχετικές φράσεις:

Ο κοντομάνικος (κατά το χάρτινος) για τον αποκλεισμό από την φάση των 128 του ουέφα.

Ο Ολυμπιακός βρήκε βασικό χορηγό για φέτος την εκπομπή «Μένουμε Ελλάδα».

(από daisy_mantroskylos, 20/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γαμήσι.

Σχετικές φράσεις:
- Της θεώρησα τα βιβλία.
- Της έλεγξα τα βιβλία.

- Χτες περαίωσα ένα μικρό για να διώξω τα χαλίκια.

(φίλος Λευτέρης)

¡Perrea! ¡Perrea! (από Vrastaman, 24/02/11)(από gaidouragathos, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ακόμα πιο μπάχαλο.

Φοβάμαι ότι ο Καντάφης θα μας ανοίξει μεγάλες δουλειές και θα γίνει μέγα χάμπαλο.

Got a better definition? Add it!

Published

Μπερδεύομαι.

Got a better definition? Add it!

Published