Selected tags

Further tags

Στο μπουρδελοϊδίωμα, αποτελεί τεχνικό όρο ειδικά για την στριπτιτζού.

Όχι δηλαδή ότι οι άλλες κορασίδες δεν ξεβρακώνονται, αλλά η διαφορά είναι ότι οι τζούδες μόνο ξεβρακώνονται (που λέει ο λόγος δηλαδή), ενώ οι άλλες γαμιούνται κιόλας.

Εξάλλου, ο όρος χρησιμοποιείται μειωτικώς κυρίως για να πλήξει την ψευτογκλαμουριά του σωληνάδικου, με το να αναδείξει την ταπεινή κοινωνική προέλευση (τ. Sans-culottes) των εν λόγω κορασίδων, που τις κάνει μάγκες και ντίβες ο κάθε αγαπούλης, ενώ κατά την πιο κυνική άποψη των παλαίμαχων στριποβετεράνων, που χρησιμοποιούν τον όρο, αποτελούν απλώς αποπροσανατολισμένες βλαχάρες, που δεν αξίζουν το όλο φαντασιακό παίγνιο.

  1. Ναι ρε για να πηδήξουμε μια ξεβράκωτη τώρα να κάνουμε ολόκληρο επιτελικό σχέδιο. Καλααααααααααααά (Απάντηση σε θρεντ: «Πώς ρίχνουμε στριπτιτζούδες»)

  2. Θα ερθεις για λιγο οπως λες και θα κυνηγας τις ξεβρακωτες; (Απάντηση σε θρεντ «Που πάνε για μπάνιο οι στριπτιτζούδες;»)

ξεβράκωτη μοτο (από dryhammer, 18/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο μπουρδελοϊδίωμα, τζου είναι η στριπτιτζού. Συνηθέστερα στον πληθυντικό: τζούδες.

Πέρα από το μάγκικο της σλανγκικής αποκοπής έχει το πλεονέκτημα ότι αποφεύγεται η λέξη στριπτιτζού που είναι πολύ πασέ. Από ό,τι βλέπω στο Διαδίκτυο, μπορεί σπανιότερα να χρησιμοποιηθεί το τζου, (περισσότερο όμως ως χαριτωμενιά της στιγμής, και όχι ως πάγιος όρος), και για την πιπατζού και την τεκνατζού, ενδεχομένως και για άλλες. Ενδιαφέρον, τέλος, έχει και ο εναλλακτικός ορισμός που έχουμε, που συνδέει τον όρο με το τζες.

Έτσι κι αλλιώς τα πιπίνια στα μπαράκια, λόγω και της φετεινής μόδας λιγώτερα φοράνε από τις τζουδες. (Ένα παράδειγμα μεταξύ πολλών από μπουρδελοσάι).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κολλώδης αίσθηση και όψη στο ρουθούνι, συνεπεία εισπνοής κρυστάλλων κοκαΐνης.

Καθάρισε τη μύτη σου ρε παπάρα! Έχεις καραμελώσει και καρφώνεσαι.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο οίκος ανοχής, το σπίτι. O Ηλίας Πετρόπουλος αφήνει να εννοηθεί ότι το σχετικά σπάνιο αυτό λήμμαν προσεγγίζει περισσότερο την έννοια του διαφθορείου παρά του μπουρδέλου. Και πράγματι, οι ελάχιστες καταγραφές στον γούγλη είναι μεταφορικές.

Αντί να αποτολμήσω εικασίες για το πώς κολλάει η έννοια «ρουφιάνος», σας παραπέμπω σε μια εξαιρετική ανάλυση εδώ προκειμένου να αποφασίσουμε μαζί.

Ασίστ: deinosavros.

- Για τον οίκο ανοχής, και γενικότερα, για την στέγη / στέγαση του αποκαλούμενου παράνομου έρωτος διαθέτουμε πολλά συνώνυμα: πουτανόσπιτο / ρουφιανόσπιτο / παλιόσπιτο / πορνόσπιτο / κερχανές ή κερχανάς / πουταναριό / τα δημόσια / τα καλά τα σπίτια ή και απλώς σπίτι. Οι δημοσιογράφοι ελάνσαραν την λέξη διαφθορείον που, για την ακρίβεια, σημαίνει: ρουφιανόσπιτο - και όχι μποντέλο.
(Ηλία Πετρόπουλου, «Το Μπουρδέλο», Εκδόσεις Γράμματα, 1980, σ. 8-9)

- Ρουφιανοσπιτο των λαμόγιων (Βουλη) (εδώ)

- Η καταγγελία της φοροδιαφυγής είναι ρουφιανιά, η φοροδιαφυγή τότε τί είναι; Το γεγονός ότι η οικονομία στενάζει, οι μισθοί κόβονται, και θα κοπούν και άλλο, ότι του ΦΠΑ μένει στο 23%, με τον υδραυλικό να σου κλείνει το μάτι (με απόδειξη 80, χωρίς απόδειξη 60) τί είναι;;; Πάντως αυτό το σύστημα εφαρμόστηκε στη Γερμανία από το ’80 με ουσιαστικά αποτελέσματα. Με τη λογική του «καταγγελία για φοροδιαφυγή είναι ρουφιανιά» τότε και η αποκάλυψη για τα αυθαίρετα των υπουργών είανι ρουφιανιά και τα μπλόγκς που τα αποκαλύπτουν είναι ρουφιανόσπιτα.
(εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άρθρο 1: Αι γυναίκαι και η σε αυτών ομορφιά

Παράγραφος 1: Αι γυναίκαι γνωσταί και ως «θάνατος».

Επεξήγησις: Αααααχχχχ αι γυναίκαι... οπόσοι χαρακτηρισμοί υπάρχουν ίνα χαρακτηρίσουν την ομορφιά μίας γυνής... Ένας εξ αυτόν, όστις χαρακτηρίζει την λαϊκή γυνή τα κάλλη της οποίας ενίοτε ξεχειλίζουσιν από τον μικροσκοπικό άλλωστε ρούχισμόν καλείται παρά εξίσου λαϊκών ανδρών ως «θάνατος»... Διατί; Μα διατί τοιούτος θάνατος αναμένει τον ανήρ όστις θέλει κοιμηθεί μετά αυτών.

Αιρετική εξήγησις: αποκαλείται «θάνατος» διότι υπονοείται οικονομικός θάνατος του επίδοξου καρδιοκατακτητή, καθότι η συγκεκριμένη γυνή ίνα εντυπωσιασθεί επιθυμεί κατανάλωση άφθονων φιαλών ουϊσκιου, αγορά ακριβού αυτοκινήτου κα άλλα καγκούρικα κόλπα.

(Το παράδειγμα αποτελεί μετάφρασις του παρακάτω βιντεακίου εις την ελληνικήν, δηλαδή καθαρεύουσα. Παρατίθεται η αυθεντική ρήσις υπό την ένδειξη sic και η μετάφρασις )

Πελάτης εν σκυλαδίκω, εντυπωσιασμένος παρά την τραγουδιάραν: «Ω αγαπητέ, θα ήθελες να πίπτεις άνθη κατά το μέγιστο δυνατόν εις τοιαύτην κορασίδα;» (sic: «λουλούδια σ' αυτό το θάνατο στο φουλ!»).

Εν τω 1:05 ο εν λόγω πελάτης αποκαλεί την τραγουδιάραν ως "θάνατο", δια λόγους οι οποίοι αναφέρονται εις τας άνω εξηγήσεις...! (από Γιώργος Ζάκκης, 11/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παίζω ένα ταξίμι, και γενικά αυτοσχεδιάζω πάνω σε κάποιο όργανο (τυπικά από αυτά που συγκαταλέγονται στα όργανα της λαϊκής, ρεμπέτικης, και παραδοσιακής ορχήστρας) άνευ συνοδείας.

Το ταξίμι στην λαϊκή μουσική παράδοση αποτελεί έναν σύντομο, εισαγωγικό αυτοσχεδιασμό που λειτουργεί σαν εισαγωγή σε κάποιο κομμάτι (και που χρησιμοποιεί τους δρόμους ή τις κλίμακες του κομματιού) με σκοπό να μπάσει τον ακροατή στο λεγόμενο ήθος του κομματιού αυτού (δηλαδή την διάθεση που αποπνέει). Υπό αυτή την έννοια, το ταξίμι κατά κάποιο τρόπο έχει μία παραπλήσια λειτουργία με τα απηχήματα της ορθόδοξης εκκλησιαστικής (λέγε με βυζαντινής) μουσικής.

Σε πιο σύγχρονο κόντεξτ, μπορείς να ταξιμάρεις ακόμη κι αν δεν παίζεις ρεμπετολαϊκοόργανα, ή αν βρίσκεσαι σε διαφορετικό μουσικό περιβάλλον (ροκιές, τζαζιές, κλπ κλπ). Στην περίπτωση αυτή, η χρήση του εν λόγω ρήματος ή προδίδει σαρκασμό εκ μέρους του χρήστη, ή χρησιμοποιείται για να προσδώσει μία εσάνς μαγκιάς στα λεχθέντα.

  1. Οπως κατάλαβες τραβιέμαι κι εγώ με ένα τέτοιο όργανο. Αν και το έχω αφήσει στην άκρη για να ταξιμάρω στο μπουζούκι τα τελευταία χρόνια. (Από εδώ)

  2. Νίκο όπως σου είπα και στο MSN (Pads) θα χρειαστείς μόνο σπίτι σου,όχι σε μαγαζί ζωντανά κλπ.Πάρε μια πιο απλή μέθοδο (όπως εγώ).
    Χρησιμοποίησε «χαρτάκια» θα σου δείξω πως για να το κάνεις γρήγορα ή να έχεις σε λειτουργία και το Pa80 σου (ακόμα καλύτερα) για να έχεις και όλο το LE ελεύθερο για να ταξιμάρεις σε όλες τις οκτάβες. (Από εδώ)

  3. Όσο για μένα, Γιάννη, ζήτησα απ' το αφεντικό όπως έπαιζες, να χτίσει πόρτες και παράθυρα, να το πάρεις απόφαση, να μην μπορείς να φύγεις, να μείνουμε κι εμείς μαζί, κι όσο αντέξουμε. Πόσο; Δέκα μέρες; Είκοσι; Ένα μήνα; Κάποτε θα γίνει, μακάρι να γινόταν έτσι, με σένα να ταξιμάρεις απ' το πάλκο,χωρίς να υπάρχει χρόνος για να σε σταματήσει. (Από εδώ)

  4. Όταν ακούς τουμπερλεκιές απο τα περισότερα ΄΄παραδοσιακά΄΄ μουσικά σχήματα τα λέμε σήμερα , περιμένεις να βγεί και καμιά Χανούμισα για χορό τσι κοιλιάς. Μάλιστα και κάποιοι τουμπερλεκάδες ταξιμάρουν κιόλας!!!τρομάρα μας. Κάποιοι άλλοι πιο κουλτουροκρητικοί βάζουν λέει μπεντίρ!!! (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Ζύθος αισχίστης ποιότητας τόσο από άποψη γεύσης, όσο και από άποψη ποσότητας αλκοόλ, που δίνει την εντύπωση πως είναι περισσότερο χυμός βρύσης με ένα υποτυπώδες ποσοστό βύνης και λυκίσκου, έτσι απλά για το φολκλόρ.

Η γεύση της κυμαίνεται από υποτυπώδης (πρακτικά άγευστη) έως ελαφρώς (ή βαρέως) πικρή -με την κακή πάντα έννοια- ενώ υπάρχουν συχνά-πυκνά και περιπτώσεις όπου απλά πίνεται, αλλά είναι τόσο τζούφια που, χυμό να πάρεις, πιο εύκολα την ακούς. Συναντάται σε πολλά σούπερ-μάρκετ ως προϊόν μάρκα μ' έκαψες, πολλές φορές με στάμπα προέλευσης ζυθοπαραγωγού χώρας, ενώ πωλείται και σε πλείστα μπαρ και κλαμπάκια σε βαρελίσια βερσιόν ως προϊόν αγνού μπομπαρίσματος σε τιμή κανονικής μπύρας. Ως μπύρα, είναι το είδος ποτού που αποδεικνύει έμπρακτα όσο τίποτε άλλο ότι, όπως είπε κι ο ποιητής, την μπύρα δεν την πίνεις, την δανείζεσαι.

  1. Άλλαξα κορδόνια στα παπούτσια μου και χαίρομαι κάργα!Ετοιμάζομαι να φάω τοστ γιατί έχω λιμοκτονήσει.Ήπια μια mcfarland και είναι μια άθλια νερόμπυρα. (Από εδώ)

  2. Οι εταιρείες ψάχνονται και με άλλους χώρους, και αυτό είναι προς τιμην τους, και ο λόγος που δώσαμε λίγα χρήματα για να μπούμε, ήταν πως δεν θα είχαμε Fuzz ή Gagarin, θα είχαμε την Κωλομύγα. Μπύρα Κραφτ με πέντε ευρώ, ναι, δεν έχει νερόμπυρα, αλλά αυτός ΔΕΝ.ΕΙΝΑΙ.ΧΩΡΟΣ. (Από εδώ)

  3. Οι απανταχού Μπυραματιστές το απαίτησαν εγγράφως και όποιος δεν λαμβάνει υπόψιν του τη λαϊκή απαίτηση είναι με μαθηματική ακρίβεια καταδικασμένος να σαπίσει στην κόλαση πίνοντας ζεστές νερόμπυρες από τα πηγάδια του Διαβόλου και της παρέας του οι οποιές βράζουν και κοχλάζουν από τις αμαρτίες μας!!! (Από εδώ)

στο 1:00 (από anchelito, 02/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το άτομο που βρίσκεται υπό την επήρεια αλκοόλ, αισθάνεται ευφορία και συχνά παραφέρεται.

Χτες το βράδυ ήπιαμε 4 μπουκάλια ουίσκυ και γίναμε γιάμπαλο!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάω να κοιμηθώ ή κοιμάμαι. Προέρχεται από τον ήχο του ροχαλητού χρχρχρ-φσφσφ.

- Τι κάνεις; Θες να βγούμε βόλτα;
- Μπα είμαι κουρασμένος και λέω να χρουφίσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συχνά αναφέρεται και στη χορευτική ομάδα που συνοδεύει τον τραγουδιστή που εμφανίζεται σε νυχτερινό κέντρο διασκέδασης.

Πήγα χθες στο Σάκη και το μπαλέτο ήταν φανταστικό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified