Selected tags

Further tags

Προκύπτει από την παράφραση της λέξης πυρασφάλεια και εκφράζει :

1. Tη διαθεσιμότητα και επάρκεια μπύρας σε φιλικά τσιμπούσια κλπ προκειμένου οι συνδαιτυμόνες να οδηγηθούν σε ολοκληρωμένες εμπυρίες και να μην κρεμάσει το σύστημα κατά την ανοδική πορεία προς το τσακίρ κέφι τη χαλάρωση, το ρισετάρισμα του μυαλού, την πλήρη φόρτιση των αλκοολικών μπαταριών, την κατάσταση κροκοκοδειλοποίησης, λιάρδαςκαι σταφίδας. Είναι άλλωστε άτοπο και κρίμα, το να αναρωτιέται κανείς: two beer or not to beer, όταν δεν υπάρχει απόθεμα.

Παρόλες όμως τις εκτιμήσεις και τις προβλέψεις που μπορεί να κάνουμε, μπορεί να ξεμείνουμε και μοιραία να φτάσουμε σε empty fuel κατάσταση, είτε λόγω αυξημένου αριθμού συνδαιτυμόνων, είτε γιατί θα μπορούσαν να 'ρθουν απρόβλεπτα και κάποιοι με αναπτυγμένους μπυροκοιλιακούς, είτε λόγω ότι κάποιοι συνδαιτυμόνες μπορεί να αποδειχθούν μπυρωινομανείς, είτε λόγω του ότι κάποιοι που πίνουν άλλα ποτά μπορεί να το γυρίσουν σε μπύρες, είτε λόγω απρόβλεπτης τάσης για υπερκατανάλωση που μπορεί να οφείλεται στο δέσιμο της ομάδας, στην ανεβαστική μουσική, στο ζέσταμα της ατμόσφαιρας και γενικότερα σε διάφορες συγκυρίες που μπορούν να δράσουν ως σουβλάκι ή ντόμινο ώστε να παρασύρουν τους άλλους και έτσι σε dt να ξεμείνουμε από μπύρες. Γι' αυτό προτείνεται να γίνει κάτι που συμβαίνει στο management των επιχειρήσεων. Μιλάμε για την έγκαιρη στιγμή ζήτησης παραγγελίας ανανέωσης του μπυροστόκ (στοκ από μπυρόνια), ώστε η παραλαβή του νέου στοκ, να μη γίνει αργότερα από την οριακή στιγμή κατάρρευσης του υπάρχοντος στοκ και έτσι να ξενερώσει η βραδιά, εκεί που καλά καλά έχουν αρχίσει να ζεσταίνονται οι κινητήρες. Οπότε ο beer administrator (διαχειριστής μπυροκατάνυξης) προτείνεται να ’ναι ορθολογιστής, να μπορεί να ελέγχει την κατάσταση (από θέμα εμπυριών τη βραδιά της μπεκροκατάνυξης) αλλά και να έχει εμπειρία από εμπυρίες και σχετικές κραιπάλες ώστε η εκτίμησή του να ‘ναι σωστή. Αν δεν πιάσει τον στόχο του (διαθεσιμότητα μπυρών), θα χαρακτηριστεί στόκος, αφού το νέο στοκ δεν κατέφθασε έγκαιρα.

2. Οποιοδήποτε μέτρο εξασφαλίζει τη διαφύλαξη της άρτιας κατάστασης του στοκ των διαθέσιμων μπυρών (Παράδειγμα 2) και αποτρέπει την κατανάλωση του περιεχομένου μεμονωμένων μπυρών ή στοκ αυτών, από μη εξουσιοδοτημένα άτομα (Παράδειγμα 3)

Σημείωση: θα μπορούσε να επισημανθεί πως, ενώ η πυρασφάλεια αφορά την καταστολή μιας εκδηλωθείσας φωτιάς, η μπυρασφάλεια αφορά όλες εκείνες τις ενέργειες που πρέπει να ληφθούν ώστε να διασφαλιστεί το άναμμα του υγρού πυρός. Εντούτοις, σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να συνδυαστούν οι δυο αυτές καταστάσεις (βλ. παράδειγμα 4)

  1. Πρόκειται να γίνει τσιμπούσι με μπιρίτσουαλς στο σπίτι του Μήτσου.
    - Μήτσο πως πάμε από μπυρασφάλεια; Όλη η ομάδα έχει τα κέφια της απόψε και θέλουμε να το κάψουμε.
    - Μέινε ήσυχος. Είμαι εμπυροπόλεμο άτομο. Έχω κάνει τέτοιες προμήθειες που τόσοι κι άλλοι τόσοι να 'ρθουν θα περάσουμε μάχιμα και με το περίσσευμα θα μπουγελωθούμε, θα ποτίσουμε τα λουλούδια του κήπου και θα μεθύσουμε και τις κότες στο κοτέτσι.
    - Καλός είσαι ρε μαλάκα. Εσύ μέθυσες από τώρα.

  2. - Άκου να δεις τι διάβασα στο http://stilitis.blogspot.com/2008/09/blog-post.html Απίστευτη μπυρο-είδηση! Αυστραλός οδηγός έβαλε ζώνη σε κιβώτιο μπύρας στο πίσω κάθισμα και όχι σε 5-χρονο ενώ οδηγούσε! Συγκεκριμένα, στο αυτοκίνητο βρίσκονταν 4 ενήλικες, 2 μπροστά και 2 πίσω, και το 5-χρονο. Αντί όμως το μικρό να πάρει την τρίτη θέση στο πίσω κάθισμα, ανάμεσα σε αυτούς που ήταν πίσω ''καθόταν'' ένα κιβώτιο με μπύρες, ''ασφαλισμένο'' με τη ζώνη ασφαλείας σαν κανονικός συνεπιβάτης! Το 5-χρονο ήταν κάτω στον κεντρικό χώρο για τα πόδια... Οι αστυνομικοί οι οποίοι σταμάτησαν το όχημα για έλεγχο έμειναν με το στόμα ανοιχτό!
    - Αυτό θα πει μπυρασφάλεια

  3. Πάτα εδώ

  4. Και εκτός από όλα τα άλλα έκανα καλούς φίλους από την πυρασφάλεια. Η πυρασφάλεια ενίοτε τα βράδια μετατρέπεται και σε μπυρασφάλεια.

http://iliotropio.blogspot.com/2005/07/blog-post.html

(από GATZMAN, 04/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο όχι απαραίτητα εύσωμο ή με μπυροκοιλιά, που μπορεί όμως και καταναλώνει απίστευτες ποσότητες αλκοόλ χωρίς να έχει ιδιαίτερη προτίμηση σε συγκεκριμένο είδος. Συνήθως σταματάει να πίνει όταν εξαντλούνται όλα τα διαθέσιμα αποθέματα αλκοόλ, ή όταν πέσει αναίσθητος από το ποτό.

- Βάλε να πιούμε ένα ποτάκι ρε φίλε.
- Άσε μεγάλε, πέρασε ο Διονύσης απο 'δω χθες βράδυ και τα στράγγιξε όλα. Μέχρι και το Creme de Menthe ήπιε ο αθεόφοβος. Μου άφησε το σπίτι στεγνό.
- Τι νεροχύτης είναι αυτός ρε μαλάκα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιο μάγκικη απόδοση του λήμματος κλάνω μέντες χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψουμε κατάσταση που επέρχεται μετά από κατάχρηση αλκοόλ ή ουσιών.

- Που ήσασταν εχθές ρε μαλάκες και σας περίμενα;
- Άσε πήγαμε για μπύρες και γίναμε κλασμεντέν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.

  2. Συντόμευση της καβάντζας, βλ. καβάντζα.

  1. Μωρό μου έχω πιει μια κάβα, μόνο εσύ λείπεις.

  2. - Με τη Γιάννα τι έγινε τελικά;
    - Τίποτα, την έχω για κάβα τώρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Κρεμάω, χαλαρώνω
  2. Βάζω μέσα σε σακκούλα
  3. Είμαι φυτό, ζαμπόν, αλοιφή
  1. Εσύ που γυμνάζεσαι πολύ, να ξέρεις ότι δεν πρέπει ποτέ να σταματήσεις γιατί οι μυς μετά σακκουλιάζουν και δεν θα βλέπεσαι...

  2. - Τι να τα κάνω τώρα όλ' αυτά τα φαγητά, κρίμα είναι να τα πετάξω...
    - Σακκούλιασέ τα και ρίχ' τα στις γάτες.

  3. Χθες ήπιαμε τόσους μπάφους που μέχρι τα ξημερώματα ήμουν σακκουλιασμένος σε έναν καναπέ και δεν ένιωθα τίποτα.

βλ. και σα(κ)κουλέας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συνήθεια αρκετών κατεστραμμένων παρεών ολκής να πηγαίνουν το βράδυ έπειτα από διαρκές κάψιμο με ξύδια και χόρτα στο σπίτι αυτού που του χουν μείνει αλκοόλ και φούντες, ώστε να λάβει η ανεπίσημη αυτή γιορτή ένα τέλος, πιθανότατα όντας όλοι αλοιφή σε καναπέ κρεβάτια, καρέκλες και πατώματα (λες και δεν τα χουν ήδη χορτάσει αυτά, όλοι οι ρούκουνες!)

- Έλα πάμε στον Στελάρα να φάμε, και μετά τελετή λήξης στου Μήτσου.
- Καλά ρε δράκε, κι άλλο θες; Δεν χόρτασες κραιπάλες για σήμερα;
- Μόνο με την τελετή λήξης σταματάει, αφότου παραδώσουμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπόμπα αλκοολούχο ποτό, το Θήβας Ρήγκαλ!

Από την ομώνυμη εταιρία εμπορίας (;) οινοπνεύματος (και για εξωτερική χρήση) στο Ηράκλειο Κρήτης.

Κάτσαμε σε ένα καφενέ στο Καμαράτshι, τshαι αντί για κονιάκ μας έφερε κονιόρδο ο τshερατάsh!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα καύσιμα κατά τη βιβλιογραφία αποτελούν την ύλη που όταν καεί αποδίδει θερμική ενέργεια.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση μιλάμε για υγρά καύσιμα και πιο συγκεκριμένα για υγρό πυρ (π.χ: ούζο, καραουισκάκι, μπυρόνια) που όταν καούν στον κινητήρα (κοιλιά) ενός πότη είναι ικανά να του προσδώσουν την ενέργεια που θα χρειαστεί για να κόψει λάσπη από την πεζή πραγματικότητα και να αφεθεί στην πνευματική απογείωση.

Γιαυτό και σε τέτοιου είδους κατανύξεις χρειάζονται ικανά αποθέματα πρώτων υλών. (βλ. μπυρασφάλεια)

Η υπερκατανάλωση μπορεί να οδηγήσει σε ενδιαφέρουσες χορευτικές φιγούρες, σε στουκάρισμα κατά την απογείωση (πτώσεις από γλιστρήματα, κλπ) και σε ένα σωρό άλλα σκηνικά που θα παιχτούν live.

Το πού θα πάει το πράγμα εξαρτάται από τη σχέση του «πιλότου» με το αλκοόλ και τις δυνατότητες του κινητήρα του (π.χ: ένας ασυνήθιστος στο πιόμα, που δεν έχει φάει καταλλήλως, μπορεί να πάθει αλάμπαρση και να γίνει λιάρδα), τις συγκυρίες και την προηγούμενη φυσική του κατάσταση (π.χ: η ψυχική ευφορία σε συνδυασμό με μια καλή παρέα συμβάλλει στην ονειρεμένη απογείωση, η κούραση συμβάλλει στην εξάντληση, ενώ η κακή ψυχική κατάσταση πακέτο με μια μικρή αφορμή μπορεί να οδηγήσει σε παρεξηγήσεις και τσακωμούς).

Ένας κρασοπατέρας που τα πίνει σε ταβέρνα, έχει γίνει σωστό κουρούμπελο. Κάποια στιγμή απευθύνεται στον ταβερνιάρη σε άπταιστα ορέστικα:
- Ε... παλικάρι... πιάσε καύσιμα.
- Τρία κιλά ήπιες κυρ Μανώλη. Πόσο θα πιεις;
- Σε... γελάσανε... χίκ. Φαίνεται ήπιες πολύ... χικ και τα βλέπεις διπλά... χικ. Να το προσέξεις αυτό... χικ... Είσαι και νέο παιδί... χικ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Νικολάι Γκόγκολ (βλ. εδώ και εδώ) ήταν Ρώσος ποιητής, συγγραφέας και μυθιστοριογράφος και θεωρείται ένας εκ των γιγάντων της ρώσικης λογοτεχνίας και ο πατέρας του ρώσικου ρεαλισμού. Γεννήθηκε το 1809 από γονείς Κοζάκους. Πασίγνωστα έργα του: ο Τάρας Μπούλμπα, το ημερολόγιο ενός τρελού, κλπ. Ένα χρόνο πριν πεθάνει ταξίδεψε στους Αγίους Τόπους, όπου ένας ιερέας τον έπεισε πως η εργασία του είναι αμαρτωλή. Αυτό τον έκανε να καταστρέψει τα αδημοσίευτα χειρόγραφα του. Πέθανε στη Μόσχα το 1852.

Όταν κάποιος λέει, τη φράση: γίνομαι Γκόγκολ, δε μιλάει για μετενσάρκωση του Γκόγκολ. Μήπως όμως εννοεί πως θα γίνει λογοτέχνης σαν αυτόν; Το τοπίο θα ξεκαθαρίσει παρακάτω.

Όταν κάποιος λέει, γίνομαι Γκόγκολ, εννοεί πως έχει γίνει γκολ. Έχει πιει τα κέρατα του κι είναι σε μαύρα χάλια. Είναι σκνίπα! Είναι στη φάση που μετά βίας κρατάει επαφή με την πραγματικότητα κι εκπέμπει την ατάκα: γίνομαι Γκόγκολ από το «μαύρο κουτί» του (είναι «απογειωμένος» γι' αυτό και ο λόγος για «μαύρο κουτί»).

Το διπλό γκο (στη φράση: γίνομαι Γκόγκολ) εκφέρεται από τραύλισμα της γλώσσας ένεκα κατάποσης του Βόλγα (ποτάμι συμβατό με την πατρίδα του Γκόγκολ). Στη φάση που είναι πουτινιές δεν μπορεί να κάνει, καθότι ο Πούτιν δεν είχε γεννηθεί τότενες. Μπορεί να κάνει κάτι άλλο όμως.

Μπορεί να δημιουργήσει λογοτεχνικά έπη, όπως το ημερολόγιο ενός τρελού νούμερο Χ (κάθε μεθυσμένος δημιουργός κι ένα update), ο άγριος Κοζάκος αρχηγός Τάρας Μπούλμπα Χ (που τον είχε ενσαρκώσει στον κινηματογράφο ο Γιουλ Μπρίνερ) κλπ. Πίνοντας, πίνοντας, αντί να καραφλιάσει αυτός (αφού δε θα καταλαβαίνει τι λέει), θα κάνει τους άλλους Γιουλ Μπρίνερ (παρεμπιπτόντως σε κάποια σκηνή του Τάρας Μπούλμπα παίζει άγριο πιόμα).

Άρα μεθώντας, κάνει φιλολογικό μνημόσυνο στον Γκόγκολ και συνεχίζει το έργο του στο οχληρό περιβάλλον των οινοποτείων. Αν λοιπόν θέλει κανείς να διασωθεί το έργο του δεν έχει παρά να ηχογραφεί την ώρα της δημιουργίας.

Κλείνοντας αποτείνω τις θέρμες μου ευχαριστίες στους φίλους Ιονά και Παυλέα για την ωραία ιδέα. Ειλικρινά, παιδιά αποδείχτηκε πολύ ενδιαφέρον το λήμμα. Όταν το αναλάμβανα είχα κάποια υποψία αλλά με τίποτα δεν μπορούσα να φανταστώ, την απόλαυση που θα με περίμενε στην πορεία. Γκόγκολ σπέκια !

Μεθυσμένος: Η γη γυρίζει, χικ. Καλά το 'πε κι ο Γαλιλαίος που δεν ήταν από τη Γαλιλαία, αλλά από την Ιταλία.
Ταβερνιάρης: Μαζεύτε τον ρε. Ξέφυγε ο κρασοπατέρας!
Μεθυσμένος: Δεν είμαι κρασοπατέρας... χικ... Γίνομαι Γκόγκολ... Ξέρεις ποιος είναι ο Γκόγκολ; Ο πατέρας του ρώσικου ρεαλισμού είναι. Μην εμποδίζετε το δημιουργό... χικ... να ξεράσει τις ιδέες του... χικ. Ταβερνιάρης:Τα 'χει κάνει ρώσικη σαλάτα μου φαίνεται. Μεθυσμένος: Όπως ο Γκόγκολ έσκισε κάποια αδημοσίευτα τεφτέρια του... χικ... έτσι και το δικό μου έργο δε σώζεται... χικ... Κακόμοιρε δημιουργέ... Κανείς δε σε σκέφτεται... χικ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι προέκταση της λέξης κόκαλο και αναφέρεται σ' αυτόν που βρίσκεται υπό την έντονη επήρεια ουσιών ή/και αλκοόλ.

-Γεια σου Billy! -Ω τη Μαίρη μας!
-Είσαι καλά;
-Εγώ καλά είμαι, εσύ καλά είσαι;
-Α κατάλαβα. Πάλι κοκαλίγκα είσαι Bill!

(από baburas, 28/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified