Ο τύπος του αναρχικού που η κύρια τακτική του είναι να πετάει μπουκάλια στην αστυνομία και σε άλλους στόχους κατά την διάρκεια συγκρούσεων. Σχετικά λήμματα: γκαζάκιας, μπουκάλι, μπουκαλάκιας, χαοτικός, μπάχαλος, μπαχαλάκιας, μπαχαλάκης, μπάχαλο, ντου, λίστα του ντου.

- Ενώ είχε συμφωνηθεί η πορεία να είναι ειρηνική, βρέθηκε ένας μπουκαλάκιας, έκανε τη μαλακία του και μας πέθαναν οι μπάτσοι στα χημικά!

πολλά καφάσια μπουκάλια (από jesus, 10/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη γηπεδική διάλεκτο σημαίνει επεισόδια μεταξύ οπαδών αντίπαλων ομάδων ή οπαδών και αστυνομίας.

-Τι έγινε στο Αρτάκη το Σάββατο ρε ψηλε;
-Παίχτηκε σκηνικό με τις γαβριέλες(=γαύροι).Τους ρίξαμε τρελό τρέξιμο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα επεισόδια που γίνονται σε πορείες ή στα γήπεδα που δεν έχουν κάποιο νόημα ή ιδιαίτερο στόχο και απλά προκαλούν αναστάτωση.

Και ενώ είχε συμφωνηθεί πως η πορεία θα είναι ειρηνική, αρχίζουν κάτι πιτσιρικάδες τα μπάχαλα και σπάνε μια στάση λεωφορείου και κάτι καρτοτηλέφωνα. Ορμήσαν τα ΜΑΤ και πήραν όλη την πορεία στο κυνήγι.

(από Khan, 29/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Extreme sport στο οποίο επιδίδονται κουκουλοφλώροι, μπαχαλάκηδες και λοιπές δυνάμεις του ανθού της ελληνικής νεολαίας. Συνίσταται στο να αναγκάσεις έναν μπάτσο να αναπηδήσει και να τρέξει, στην δε ιδεατή περίπτωση είναι η ρίψη του τσουμπά από υψηλό κτήριο, αλλά χωρίς σχοινί ασφαλείας.

Προφάνουσλυ, πρόκειται για λολοπαίγνιο με το ακραίο σπορ Bungee jumping, προσφιλές στις κουράδες.

Πάσα: Jeanoir.

  1. ayto to kalokairi as kanoume oloi mpatsoi jumping mpas kai adiasei o topos apo mlkes.. Relax... (Γκρηκλιστής στο hiphop.gr)

  2. Να ανακηρυχθεί το μπάτσοι-jumping σε επίσημο ελληνικό ολυμπιακό άθλημα. (Πρόταση στο athens.indymedia.org).

  3. paidia pame oloi gia mpatsoi jumping;;; na arxisoume na tous rixnoume apo ta ktiria re...oi an8ropoi apoktoun ligoi eksousia kai nomizoun pos einai 8eoi...
    (Πρόταση στο συσιφόνι).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος του αναρχικού που η κύρια τακτική του είναι ο εμπρησμός αυτοκινήτων και τραπεζών, χρησιμοποιώντας γκαζάκια και βάζοντας τους φωτιά
Σχετικά λήμματα: μπουκαλάκιας, χαοτικός, μπάχαλος, μπαχαλάκιας, μπαχαλάκης, μπάχαλο, ντου, λίστα του ντου.

- Βγήκαν χτες το βράδυ κάποιοι γκαζάκηδες και κάψαν 4 αυτοκίνητα και 3 τράπεζες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη συνδικαλιστική αργκό, είναι η μορφή αγώνα που συνίσταται στη βίαιη, θορυβώδη είσοδο συνδικαλιστών μέσα στο γραφείο του Γενικού Διευθυντή, αρμόδιου Υπουργού ή άλλου κυβερνητικού αξιωματούχου. Μπούκες κάνουν κατά καιρούς οι οπαδοί στον αγωνιστικό χώρο του γηπέδου και οι φοιτητές στα γραφεία των Πρυτάνεων και των προέδρων των Σχολών, οπότε παίζει και χτίσιμο της πόρτας του γραφείου.

Φαινομενικός σκοπός της μπούκας είναι η διατράνωση της αντίθεσης στα σχέδια ξεπουλήματος του δημόσιου αγαθού (της υγείας, της παιδείας, της ηλεκτρικής ενέργειας, των τηλεπικοινωνιών, των μεταφορών κ.α. πολλά), αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα παιχνίδι εντυπώσεων στα πλαίσια της εξασφάλισης ανταλλαγμάτων που όταν παρασχεθούν, μπουκώνουν τους μπουκαδόρους και τους κάνουν να το γυρίζουν τρελίτσα.

Πιθανώς να ετυμολογείται από το ιταλ. bocca = στόμα (π.χ. nella bocca del' luppo = στο στόμα του λύκου), απ΄όπου προέρχεται και η μπουκιά (βλωμός, ελληνιστί).

  1. Θα κατεβούμε σε όσες πορείες και μπούκες χρειαστεί, προκειμένου να εμποδίσουμε τις αντεργατικές εξαγγελίες της Κυβέρνησης.

  2. Ενώ ήταν μαζί μας σε όλους τους αγώνες και τις μπούκες, τώρα που εκλέχτηκε Νομαρχιακός Σύμβουλος κάνει πως δεν μας ξέρει.

  3. Τρεις αγωνιστικές αποκλεισμός της έδρας του Πυρσού Γρεβενών η ποινή για τη μπούκα των οπαδών του στον αγώνα με τον Καμβουνιακό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από μπλε και χακί αποτελούνται τα κοινώς λεγόμενα ΜΑΤ, δηλαδή οι αστυνομικοί που είναι επιφορτισμένοι με τη διατήρηση της τάξης μέσω της καταστολής πλήθους (ή, για να το κάνουμε πιο λιανά, ματατζήδες είναι οι μπάτσοι που σπάνε διαδηλώσεις και συγκεντρώσεις. Δια ροπάλου.). Ο διαχωρισμός παραπέμπει προφανώς στο χρώμα της στολής.

Τα μπλε ανήκουν στην ΥΜΕΤ (Υποδιεύθυνση Μέτρων Τάξης) και είναι βοηθητικό σώμα. Σε φουλ εξοπλισμό, φέρουν όπλο, γκλομπ, ασπίδα και κράνος. Συνήθως τούς κατεβάζουν όπου δεν προβλέπεται πολύ ξύλο, ή για ελιγμούς (περικυκλώσεις, αποκλεισμούς εισόδων / εξόδων και άλλα στρατηγικά), ή απλώς για καβάντζα. Πληθυντικός: τα μπλε, οι μπλε ή οι μπλέδες.

Τα χακί, οι κατεξοχήν ματατζήδες, ανήκουν στην ΥΑΤ (Υποδιεύθυνση Αποκατάστασης Τάξης). Ο εξοπλισμός τους περιλαμβάνει όλα τα παραπάνω, αλλά και αλεξίσφαιρα γιλέκα, αντιασφυξιογόνες μάσκες, περικνημίδες και λοιπά προστατευτικά, δακρυγόνα και κρότου-λάμψης. Αυτωνών η εκπαίδευση είναι για πιο χάρντκορ καταστάσεις. Γι' αυτό και αν ψάξεις για φωτογραφίες με «ΜΑΤ», «καταστολή» κλπ, εννιά στις δέκα θα σου βγάλει χακί στολές. Πληθυντικός: τα χακί, οι χακί ή οι χακήδες. Σπανιότερα, λέγονται και πράσινοι.

Να μη συγχέονται με τους εκαμίτες, οι οποίοι δεν έχουν καμία σχέση με την καταστολή πλήθους -αυτοί είναι καθαρά κομάντα. Παλιότερα, οι πρωτάρηδες τους μπέρδευαν (έβλεπαν τα χακί σε πλήρη εξάρτυση, ένα ομολογουμένως σχιακτικό θέαμα, και λέγανε αμάν! μας την πέσαν τα ΕΚΑΜ!) -αλλά έκαναν λάθος, διότι τα ΕΚΑΜ δεν είχαν κανένα λόγο να βρίσκονται σε συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις. Απ' τα δεκεμβριανά και μετά, τίποτα πλέον δεν αποκλείεται. Άντε με το καλό, να κατεβάσετε και στρατά στους δρόμους, να μην κοροϊδευόμαστε τέλος πάντων.

Δες και: καπελάκιας.

  1. Είμαι στα ΥΜΕΤ (μπλε με ασπίδες) και θέλω να θίξω το θέμα της προτροπής του κόσμου προς εμάς να ενωθούμε με το πλήθος ώστε αυτό νικηφόρο να μπει μέσα στην βουλή...

  2. Διμοιρίες έχουν περικυκλώσει την ΑΣΣΟΕ από απόσταση, μια μπλε Δεριγνύ και Πατησίων από την μεριά της καθόδου, κλούβα με χακί στην πλατεία Βικτωρίας ακριβώς έξω από τα πρώην FLOCAFE. Οι μπλέ είναι σε στάση αναμονής σε σχετική ετοιμότητα.

  3. Πριν λίγο εισέβαλαν μπάτσοι στον χώρο του σχολείου. Απέναντι έχει κλούβα με μια διμοιρία χακήδες, δυο περιπολικά και ασφαλίτικα.
    (όλα απ' το νέτι)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified