Selected tags

Further tags

Το αναλογικό overclocking.

Η ιστορία ξεκινά από παλιά, από τις τάξεις του ενδόξου Ε.Σ.

Πριν πολλά πολλά χρόνια κάτι ξενέρωτοι Αυστριακοί σχεδίασαν το φορτηγό όχημα Steyr 680M και το εφοδίασαν με άχρηστα επιχειρησιακά χαρακτηριστικά όπως το ακατανόητο «θέσεις καθήμενων 12».

Ο χρόνος κύλησε και η ένδοξη πατρίδα μας κατασκεύαζε το εν λόγω όχημα ως Marathon Steyr 680M στο εργοστάσιο της Στάγιερ Ελλάς / Πουθενά δεν κολλάς! (Ναι ξέρω οι νεώτεροι αναγνώστες δεν μπορούν να πιστέψουν ότι κάποτε κατασκευάζαμε οτιδήποτε, αλλά έτσι λένε τα κιτάπια).

Τα στελέχη του ενδόξου Ε.Σ. τέθησαν τότε πρό του εξής προβλήματος:

Πώς να μεταφέρω 24 οπλίτες (στο πεδίο βολής / υποστολή σημαίας / καταπολέμηση πυρκαϊάς / ότι να 'ναι) με ένα μόνο αγώι διαθέτοντας μόνο ένα Στάγιερ;

Και εφευρέθη το overclocking δια της μεθόδου κώλο μέσα, κώλο έξω!

Έκτοτε η φράση αυτονομήθηκε και χρησιμοποιείται γενικώς για την υπέρβαση κανόνων λειτουργίας ενός συστήματος με απτά θετικά αποτελέσματα, χώρις όμως ανάλυση μεσοπρόθεσμων επιπτώσεων.

Αρχικό:
- Μα κυρ επιλοχία δεν χωράμε!
- Έλα, κώλο μέσα, κώλο έξω!

Μεταγενέστερο:
- Δεν προλαβαίνουμε το deadline με καμμία Παναγία!
- Έλα ρε συ, πάρε δύο προηγούμενες τεχνικές εκθέσεις και λίγο το το κοπί το πίτα, λίγο κώλο μέσα, κώλο έξω θα βγει!

Marathon Steyr 680M  (από Vrastaman, 17/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για κάποια κατάσταση η οποία έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο και έχει φτάσει στο όριο. Από τον κόφτη του γκαζιού στις μηχανές κάθε είδους οχήματος και όχι μόνο.

- Τι κάνεις ρε φίλε;
- Άσε, η αγαμία βαράει κόφτες.

Βλέπε και σχετικό λήμμα χτυπάω κόκκινα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησημοποιείται υποτιμητικά όταν «μάγκας» γκαζώνει απότομα μηχανή, αυτοκίνητο, παπάκι. Προέρχεται από το βίτσισμα του αλόγου ή καλύτερα του γαϊδάρου για να πάει γρηγορότερα.

Ββββββββββρρρρρρρρρρρρρνννννννννν...
-Το βιτσίζει το καγκούρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μοτοποδήλατο. Το μηχανάκι. Μικρού κυβισμού - 50 κ.ε. έως 125 κ.ε.. Άλλο στυλ από τη βέσπα και σαφώς μικρότερο από μια νορμάλ μοτοσυκλέτα. Πρόδρομος των παπιών. Κλασικές μάρκες μοτοσακό: Zundapp, Kreidler, Motobecane.

Λέξη των αρχών της δεκαετίας του '60, εκτός μόδας ήδη από τη δεκαετία του '80 και τώρα υπό εξαφάνιση. Ετυμολογείται από το Ιταλικό motosacco, όπου sacco=σάκκος - ίσως γιατί τα πρώτα μοτοποδήλατα είχαν σάκκους για ψώνια στο πλάι.

Ο πληθυντικός είναι τα μοτοσακό - το μοτοσακό, τα μοτοσακά είναι φάουλ εξίσου σοβαρό με το στυλό, τα στυλά.

Άλλα σχετικά λήμματα: πραπρά, πρι-πρι

- Πουθενά δεν είναι να πηγαίνεις την σήμερον ημέρα... παντού έχει τέντυ-μπόηδες με τα μοτοσακά...
- Μάλιστα, θείε... δίκο έχετε... (είσαι μπαρμπόιλ...)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που χρησιμοποιούσαν παλαιότερα αντί για την λέξη μοτοσυκλέτα.

- Ήρθε με το μοτοσακό να με παρει να πάμε για μπάνιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι Αθηναίοι ταξιτζήδες (ή ταρίφες), λόγω του κίτρινου χρώματος που έχουν τα ταξί στην Αθήνα.

- Μου τη σπάει η κίτρινη φυλή! Οι περισσότεροι από αυτούς την έχουν δει άρχοντες του δρόμου επειδή απλά και μόνο έχουν μεγάλη πείρα!

Βλ. και σχετικό λήμμα κιτρινιάρης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Και κωλοφεράτζα . Λήμμα με 2 ορισμούς, ρισπέκια στο συνάδελφο λημματοδότη kala_krasia που το ανέβασε.

  1. Κωλοφεράντζα, γνωστή στον κάγκουρα και ως γκαζόφρενα. Οδηγούμε με μεγάλη ταχύτητα πίσω από προπορευόμενο όχημα, κρατώντας την απόσταση μερικά εκατοστά, (για να χεστεί ο μπροστινός) και όσο κι αν αυξήσει ταχύτητα εμείς διατηρούμε την απόσταση αυτή. Επιτυγχάνεται με το δέξι πόδι στο γκάζι και το αριστερό ακουμπισμένο στο φρένο, ωστε να μειώσουμε το χρόνο αντίστασης αν ο μπροστινός φρενάρει. (ΠΡΟΣΟΧΗ: ΑΝ ΔΕΝ ΕΙΣΤΕ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΑΣ ΚΑΓΚΟΥΡΑΣ ΜΗΝ ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΤΕ)

  2. Όταν πάμε κάποιον γαμιώντας, τον τρέχουμε, τον σκίζουμε, του λιώνουμε το κορμί, του γαμάμε τα πρέκια, τον έχουμε στενό μαρκάρισμα, και για παρατετμένο χρονικό διάστημα, λέμε οτι τον πηγαίνουμε κωλοφεράντζα.

(Μεταξύ καγκουριών)

- Βγήκα με το GTI εχθές το βράδι στην Πεντέλη και μου τυχαίνει ένας φλούφλης με ένα Audi TT, και τον πλακώνω σε κάτι γκαζόφρενα δικε μου... χέστηκε πάνω του.
- Πολλή ώρα;
- Τον πήγαινα κωλοφεράντζα για 4 χιλιόμετρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μειωτικός / ειρωνικός χαρακτηρισμός για άτομα μεγαλομεσαίας ηλικίας. Παρά το γεγονός ότι ο πραγματικός Μπάρμπα-Μπρίλιος (όχι αυτός με τον γάλο, αυτός του ορισμού μας) είναι 60+, συμπεριφορά Μπάρμπα-Μπρίλιου μπορούν να έχουν και νεότεροι αλλά πάντα άρρενες.

Στο πρόσωπο του Μπάρμπα-Μπρίλιου, συγκεντρώνονται όλα τα θαυμαστά χαρακτηριστικά της νεοελληνικής ιδιοσυγκρασίας:

  • Παντελής έλλειψη επικοινωνίας με το περιβάλλον (ως επίσης και περιφερειακή όραση).
  • Απόλυτος σταρχιδισμός για όλους και όλα γύρω του.
  • Ταχύτητα κίνησης που θα ζήλευε και ο Αφρικανικός μεγαλοσαλίγκαρος (σε εποχή ανάπαυσης).
  • Εικόνες, πολλαπλά τάματα και λαμπάδες στον Άγιο Ωχαδερφέ και στον Όσιο Έλαρεπαιδίμουτώρα.
  • Η «κοινή λογική» είναι αντικείμενο της προχωρημένης κβαντομηχανικής (μακριά από μας).

Η ομοιότητα με παρόμοιες εκφράσεις, έγκειται στο πρώτο συνθετικό «Μπάρμπας». Παρόλο που επί της ουσίας σημαίνει «Θείος», η λέξη χρησιμοποιείται για να προσδώσει έναν ειρωνικό τόνο για άτομα με «επαρχιώτικη» νοοτροπία, ήτοι απλοϊκά / κουτοπόνηρα ή αργά (φυσικώς ή / και πνευματικώς), σε σχέση με τα «γατόνια» των μεγάλων πόλεων. Παράδειγμα ο Μπάρμπα-Γιώργος (βλ. παράδειγμα του acg εδώ) και τον Μπάρμπα-Μυτούση (από το cult αναγνωστικό Δημοτικού του 1975). Ο Μπάρμπα-Μπρίλιος, μπορεί να είναι και Διαστημόβλαχος, αλλά συνήθως είναι κάτοικος πόλης.

Στο ίδιο μοτίβο λοιπόν, ο χαρακτηρισμός Μπάρμπα-Μπρίλιος, χρησιμοποιείται κυρίως για τους μεσήλικες / υπερήλικες οδηγούς, που συνδυάζουν ένα ή περισσότερα από τα εξής αξιόλογα χαρακτηριστικά:

  • Αυτοκίνητο 20ετίας ή ολοκαίνουργιο στα 1000cc (τα καθίσματα εννοείται ότι έχουν ακόμη το σελοφάν).
  • Διάφορες παπαριές κρεμασμένες στον κεντρικό καθρέφτη
  • Περιμετρικά «μαμίσια» ή Autoplus προστατευτικά Bumper Protector (ναι, ακόμη και στους προφυλακτήρες, το οποίο είναι οξύμωρο εξ ορισμού αλλά τέλος πάντων).
  • Αυτοκόλλητο χάρτη Ελλάδας (στραβοκολλημένο) – εναλλακτικά διάφορα αυτοκόλλητα ανάλογα με το τι ψώνιο έχει ο κανακάρης του.
  • Σχάρα old school (στραβωμένη από το βάρος των διαφόρων που τοποθετούνται κατά τας εξορμήσεις «στο χωριό»).
  • Κοτσαδόρο με ή χωρίς μπαλάκι του τέννις (εννοείται ότι δεν ρυμουλκεί τίποτα, είναι για να μην παρκάρουν κοντά του) – εναλλακτικά (σε extreme Μπρίλιο), αυτά τα ηλίθια κουτιά για σκύλους, που θα έπρεπε να έχουν κηρυχθεί παράνομα με ποινή επιτόπου πυροβολισμού του οδηγού εδώ και πάρα πολύ καιρό.
  • Αλλήθωρα φώτα (πορείας, ομίχλης ή και τα δύο) τα οποία σε ξεγκαβώνουν.
  • Αναμμένα πίσω φώτα ομίχλης γιατί μπέρδεψε τα συμβολάκια με το ξεθαμπωτήρι του πίσω τζαμιού.

Σημείωση: Εφόσον συνδυάζονται όλα τα παραπάνω, είναι προφανές πως έχουμε να κάνουμε με μια έξτρα κατηγορία, στον υπάρχοντα εξαίρετο ορισμό των Καγκούρων: Μπαρμπακάγκουρας (πιο ανεπτυγμένος από τον Ανυποψίαστο Γονέα στο ίδιο λήμμα).

Ανεξαρτήτως όμως του συνδυασμού των παραπάνω χαρακτηριστικών, ο Μπάρμπα Μπρίλιος φαίνεται κυρίως από τη συμπεριφορά του στον δρόμο. Είναι ο τύπος ο οποίος:

  • έχει πιάσει στασίδι με 50 στην αριστερή λωρίδα και δεν καταλαβαίνει γιατί όλοι τον μουντζώνουν και κορνάρουν
  • πάει μπροστά σου με 20 χ.α.ω. σε στενό από το οποίο δεν έχεις διαφυγή
  • κάνει 15’ να παρκάρει το ρημάδι σε χώρο για τριαξονική νταλίκα
  • βγαίνει παγανιά στην Εθνική έχοντας φορτωμένη την Άρτα και τα Γιάννενα στο όχημα (γιαγιά με την κουνιστή πολυθρόνα στη σχάρα κλπ). Προφανώς το Sunny πάει με το ζόρι 80, τα πίσω λάστιχα έχουν κάνει γωνία τύπου κωλοφτιαγμένου BMW 2002 και τα φώτα στο Θεό από το βάρος.
  • αλλάζει από 1η σε 2α αφού το στροφόμετρο έχει φτάσει στις 9000 σ.α.λ. βγαίνουν καπνοί και τα πιστόνια φαίνονται ανάγλυφα στο καπώ
  • πάει με 100 στην ευθεία και πλακώνεται στα φρένα πριν από ΚΑΘΕ στροφή για να μπει με 30 (γενικώς υπάρχει ένας μαγνητισμός με το πετάλι του φρένου τον οποίο μελετούν στο CERN αλλά δεν βλέπω να βγάνουν άκρη)
  • όταν χιονίζει, βάζει τις αλυσίδες όπου λάχει (ακόμα και διαγωνίως!) και συνεχίζει ακάθεκτος ακόμη και στην άσφαλτο – απαραίτητο αξεσουάρ, ο χιονάνθρωπος στο καπώ.

Προφανώς ότι και να κάνεις (φώτα, κόρνα, βρισιές, μολότοφ, χειροβομβίδα, RPG, Milan), ο τύπος δεν καταλαβαίνει Χριστό και μάλιστα τα παίρνει στην κράνα που τον ενοχλείς. Αν δε πετύχεις και τον απόλυτο συνδυασμό: 70άρης με καβουράκι / τραγιάσκα, γιλέκο-σακκάκι, την «κυρά» από δίπλα (με τσάντα στην αγκαλιά) και σκαραβαίο (μεγαλύτερης ηλικίας από τους επιβάτες συνδυαστικά), τότε έχεις εξασφαλισμένη θέση στο Δαφνί.

Πλήρης αντίθεση, ο γκαζόβλαχος.

Οποιαδήποτε βόλτα σε Ελληνικό αστικό δρόμο και Εθνική Οδό.

Βλ. επίσης φωτό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προέρχεται από το όνομα του οδηγού της φόρμουλα 1, Μίχαελ Σουμάχερ.

Αναφερόμαστε στον οδηγό που την έχει δει πιλότος και τρέχει μαλλιοκούβαρα. Μπαίνει στις στροφές με τις μπάντες και με τις πόρτες ενώ η αδρεναλίνη του είναι μόνιμα στο κόκκινο. Ένα σύννεφο σκόνης σηκώνεται από όπου περνάει, ενώ είναι ικανός να παρασύρει τα πάντα στο πέρασμα του.

Συχνά «χαίρει» της εκτίμησης περαστικών που τον παρασημοφορούν με φάσκελα, όταν τον δουν μπροστά τους. Αυτός όμως, τους έχει συνδεμένους με κέντρο, και ζώντας στην καρακοσμάρα του, συνεχίζει την πτήση του. (βλ. Παράδειγμα 1). Άλλες φορές δε, εντυπωσιάζει με τις ικανότητες του, τους φίλους του. (βλ. Παράδειγμα 2)

  1. - Φάε ρε το μαλάκα το Σούμι. Πώς τρέχει έτσι το άτομο;
    - Δε λες που παραλίγο να μας σκοτώσει.

  2. - Σωστός Σούμι ο Μήτσος. Δεν κατάλαβα για πότε φτάσαμε στην Πάτρα!

Μίχαελ Σουμάχερ (από GATZMAN, 28/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση-αυτοκόλλητο σε κωλοπειραγμένα αμάξια τύπου Honda Civic Vti, Skoda Octavia 1000hp, Toyota Corolla κλπ που οδηγούν νεαροί κάγκουροι και καυλοτίμονοι.

Αποτρέπει τους συνοδηγούς από το να στήσουν το αμάξι τους με το συγκεκριμένο γιατί και καλά θα φάνε σκόνη.

(Σε φανάρι της παραλιακής)
- Στήσιμο;
- Άσετο...
(Ακολουθεί σπινιά για να πάρει μάτι ο θρασύς το αυτοκόλλητο και να κάνει τουμπέκα)

Όχι τέτοια αυτοκόλλητα πάντως (από Galadriel, 16/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified