Selected tags

Further tags

Η μεγάλη και παγκόσμια πουστιά. Ενδεχομένως σε τοπικές διαλέκτους να σημαίνει και το μακελάρισμα, δηλαδή το μεγάλο μακελειό.

Επίσης κυριολεκτικά μπορεί να σημαίνει και τα πανιά για το μουνί.

Αλλά σαν σχήμα μεταφορικού λόγου σίγουρα θα εννοήσουμε την σερβιέτα.

Προσπαθώντας να βρω λύση για το πρόβλημα, κοίτα τι μουνοπανιά ανακάλυψα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ισχυρό σοκ, ενίοτε και το αναπάντεχο σοκ.

Σύνθετη λέξη η οποία προέρχεται από τις λέξεις, πρωκτός και σοκ και η οποία αποτελεί την σύντμηση των δύο παραπάνω λέξεων.

Τις προάλλες που έβλεπα ειδήσεις, έπαθα πρωκτοσόκ από την ανακρίβεια του ρεπορτάζ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πατρύ εστί το άπατο πηγάδι. Συνήθως αναφέρεται και στις δύο οπές χωρίς διακρίσεις. Επίσης μπορεί να υπονοεί συνήθως το γυναικείο όργανο, αλλά μπορεί και να χρησιμοποιηθεί και σαν χαρακτηρισμός κατάστασης όπως πατρύ λοκώ, πατρύ βιεϊρά.

«Χθές, ήμουν με το γυναικάκι και της έσκισα την πατρύ. Μετά πήρα πατρύ λοκώ και στο τέλος πανηγύρισα σαν τον πατρύ Βιεϊρά»

Σημείωση. Ο Βιεϊρά για όσους δεν ξέρουν είναι Γάλλος ποδοσφαιριστής, υπήρξε μεγάλος αμυντικός μέσος ο οποίος μεγαλούργησε τα προηγούμενα χρόνια. Τώρα που εγέρασε κολλάει τα τελευταία του ένσημα πριν την σύνταξη. Το πλήρες όνομά του είναι Patrick Vieira εξού και το λογοπαίγνιο.

Patrice Loko (από poniroskylo, 31/07/09)Patrick Vieira (από poniroskylo, 31/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραπλήσιο του μαλάκα.

- Έλα ρε Βίκτορα...
- Σκάσε ρε ντόμψωλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ούλτρα-σούπερ-ντούπερ υπερθετικός του «σου γαμάω».

Μην συγχέεται με περιπτώσεις σε φάση «το μάτι μου», που είναι ιδιαιτέρως λάιτ, δηλαδή σιγά και τί έπαθε το θύμα τώρα, ρίχνει λίγο νεράκι και πάει πέρασε. Όοοχι, εδώ μιλάμε για μεγάλες ζημιές. Το «σου γαμώ τα μάτια» χρησιμοποιείται σε προχώ περιπτώσεις, όταν τα βάρδουλα, το ταμτιριρί, το φελέκι, το μουνί της Εύας που τον πέταγε, το κέρατο, το σόι, τα χάλια του, είναι πλέον ξεπερασμένα και δεν αρκούν για να εκφράσουν το μέγεθος της ζημιάς που έχει ήδη, ή θα πάθει ο καημένος ο γαμηθείς.

Εννοείται ότι για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, σου 'χω γαμήσει ήδη ό,τι τρύπα ή ό,τι άλλο έχεις και δεν έχεις (περιλαμβανομένων σπιτιών κ.λπ. περιουσιακών στοιχείων), όποιον αγαπάς και δεν αγαπάς, γενικώς σου χω γαμήσει τα πάντα όλα. Ακολουθώντας (γαμιώντας) σπειροειδή ανοδική πορεία, επανέρχομαι να γαμήσω μέλη του σώματός σου, αλλά πλέον, περνώντας σε μια ανώτερη σφαίρα, δεν περιορίζομαι στις ανοιχτές γνωστές διόδους, αλλά διεισδύω και στις πιο ασυνήθιστες και εξεζητημένες: ακόμα και σε εκείνες που δεν αποτελούν καν δίοδο, ούσες φραγμένες με διάφορα εμπόδια. Στην περίπτωση του λήμματος, υπάρχουν τρύπες υποδοχής μεν, φραγμένες από τους γνωστούς λιπώδεις βολβούς δε.

Ο γαμών δεν κωλώνει, σου γαμεί τα μάτια, να τα δεις όλα. Ή, το πιο πιθανό, να χάσεις το φως σου.

Εννοείται, η φράση παίζει και με την γνωστή έννοια «γαμάω και δέρνω», όπως και στο παράδειγμα.

Τέλος, το μά-τι, παίζει να χρησιμοποιείται και ως πιο σεμνό υποκατάστατο της μά-νας, όπως η πανα-χαϊκή υποκαθιστά στο μπινελίκι την πανα-γία (αίσχος).

Ασίστ: Χανκ από ΔΠ, που πήρε την ασίστ από μένα, ντίλι ντίλι ντίλι.

Από εδώ (αφού το χω έτοιμο, μην διασπαθίζουμε πόρους τώρα):

«Το παοκοσύνθημα τα σπάει το χω ξαναπεί κι αλλού, τί τα σπάει, τα σμπαραλιάζει, τί τα σμπαραλιάζει, τους γάμησε τα μάτια χαχαχαχ»

Ρασοφόρος βυζαντινός δήμιος γαμάει τα μάτια βούλγαρου αιχμαλώτου, μετά τη μάχη στο Κλειδί, 1014.  (από johnblack, 21/07/09)I fuck, you fuck, we all fuck for eye fuck (από Vrastaman, 21/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ινοβατίφ γηπεδική έκφραση, που σημαίνει το γνωστό: «Γαμώ την οικογένειά σου», «το σόι σου», «το ντι-εν-έι σου», «το μουνί της οικογένειάς σου!» κ.τ.λ.

Αναφέρεται στο οικογενειακό βιβλιάριο ασφαλίσεως υγείας.

- Πέναλτυ!
- Πέτσινο δίνει ο πουλημένος στο 90, γαμώ το οικογενειακό του βιβλιάριο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χιουμοριστική έκφρασις, που αποδίδεται συνήθως εις νεάνιδα αρεσκομένην να επισκέπτεται το τσιμπουκιστάν.

Παλιά λέγανε, «της αρέσουνε τα ξινά», Κύριος οίδε διατί...

- Πάμε έξω το βράδι με τη Μαίρη και τις φιλενάδες της; Θα' ναι κι η Σία.
- Ποιά ρε; Αυτή η μπατάλα;
- Φίλος, μην κάνεις τα λάθη! Εδώ μιλάμε για μεγάλη πεοπιπιλόζα! Έχει ρουφήξει χιλιόμετρα τσουτσούνι η τύπισσα! Σου λέω, ο αγωγός Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη δεν είναι τίποτα...
- Βούρ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μια λέξη με βάση τον μαλάκα.

Ο Αλέξης είναι μεγάλος μαλακοκαύλης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μπάρμπας ή και μπαρμπάδι είναι ο θείος (βλ. έχω μπάρμπα στην Κορώνη), άσχετα αν η λέξη μας φέρνει στον νου μια φωτογραφία ενός σοβαρού ανδρός, μυστακοφόρου και κάπως ομιχλώδους (ας μη γελιόμαστε, έτσι θυμάμαι τον μπάρμπα μου εγώ).

Ένας μπάρμπας λοιπόν, είναι μιας κάποιας ηλικίας και δεν τα καταφέρνει όπως οι νεαροί -είναι ένα από τα γνωρίσματα ενός ηλικιωμένου το να είναι αργός. Δεν παύει όμως, ακολουθώντας τον κανόνα της ζωής που λέει «ποτέ δεν κερδίζεις χωρείς να χάσεις» (και το αντίθετο), να έχει κάποια προτερήματα έναντι των νεαρών ανδρών, όπως:

στριφτό μουστάκι βαριά φωνή
μαγκιά
γνωριμίες σε πάνω και κάτω
τρόπους
και πάνω από όλα εκπαιδευμένη ΨΩΛΑΡΑ

Από εδώ η γυναίκα μου και από εδώ το αισθη.. εεεε ο μπάρμπας μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Full of juice ready to use η αλλιώς διώξιμο των χοντραδιών.

Συμβαίνει όταν έχει συγκεντρωθεί αρκετό σπερματικό υγρό και θέλει κάπου να πάει. Το πού – χμμμ! -- τη σήμερον ημέρα δεν ξέρω. Με παζολιάρη η σημερινή νεολαία, τι στα κομμάτια, δεν γαμούν;

- Άντε Δημητράκη θα πάμε μπουρδελότσαρκα, τυχερούλη!

- Ναι, ναι να πάμε, I am full of juice ready to use, κολλητέ μου! (προσέξατε αγγλικούρα ο Μητσάκος ε ;)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified