Further tags

Έλλην μετανάστης εκ Γερμανίας.

Πλακώσανε και οι λαζοντόιτς απο το σόι του γαμπρού στον γάμο και αρχίσανε τα στο σταθμό του Μονάχου, άχου άχου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πακιστανός μετανάστης.

- Προσέλαβα ένα πακίνι για τη δουλειά.

βλ. και πάκι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα ακόμα συνώνυμο του γυναικωτού.

Ίσα μωρή λουλού που μας το παίζεις και άντρας!

(από joe909, 29/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ομοφυλόφιλος.

-Είναι φαρδυπάπουτσος, αυτός;
-Ου! Τουλάχιστον 49 νούμερο παπούτσι!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο Μυτιληνιός που ζει Αυστραλία.

Κάθε καλοκαίρι έρχονται στο νησί καγκουρογκασμάδες για διακοπές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σκαταδερφάρα, ο γκέουλας, αυτός που περπατάει σα να έχει καταπιεί σεισμό..., αυτός που τον κουνάει σαν βάρκα!

Διαδεδομένη έκφραση κατά τις δεκαετίες '80 και '90.

«και θυμάμαι τη νονά μου, την φοράδα που ερχόταν κάθε Πάσχα να μου φέρει την λαμπάδα και είπε: το παιδί δεν μου γυάλισε για μάγκας, θα γίνει ντιγκιντάγκας, θα γίνει ένας ντιντής»
Ημισκούμπρια - sex

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Ισθμός της Κορίνθου.

Οι κάτω από το αυλάκι = οι Μωραΐτες, οι Πελοποννήσιοι.

- Περνιέστε για έξυπνοι ρε, εσείς κάτω από το αυλάκι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ευρωπαίος αθίγγανος, ο γύφτος γενικά.

Κέρασε την παρέα μας ποτά και κάθισε μαζί μας. Όταν όμως άνοιξε το στόμα του καταλάβαμε ότι δεν ήταν έλληνας. Ήταν τσιγκανέιρος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που ντύνεται με γραβάτα-κοστούμι αλλά είναι ή εντελώς άσχετα και παράταιρα το παντελόνι με το σακάκι ή τη γραβάτα ή το πουκάμισο, ή είναι πολύ παλιάς μόδας, και γενικά τον φοράει το ρούχο και δεν το φοράει. Είναι ο τύπος που φοράει κουστούμι για να πάει στο σκυλάδικο και να το παίξει κάποιος ενώ στην καθημερινότητα ντύνεται με ό,τι βρει. Αυτός που προσπαθεί να το παίξει κυριλέ.

Ο Χ είναι γυφτοκυριλές, πάει στα μπαράκια με κολλημμένο μαλλί, κουστουμιά και άσπρη καλτσούλα και νομίζει ότι κάποιος έγινε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πόρνη, η τσούλα ή η πολύ πρόθυμη να ικανοποιήσει σεξουαλικά όλους τους ενδιαφερόμενους άντρες, με σαφή κοροϊδευτική αναφορά σε γυναίκες που προέρχονται από το πρώην ανατολικό μπλοκ κι έχουν συνδεθεί με την πορνεία.

- Άκουσες ότι ήρθε στην Ελλάδα η νέα πρέσβειρα καλής θέλησης του ΟΗΕ από την ......νία; (χώρα ανατολικής Ευρώπης)
- Ναι; Ποια, η Νατάσα Τσουτσουνοπέρνοβα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified