Βάλε μυαλό: Συνετίσου, συμμορφώσου
Βάζω κεφάλι: Διείσδυση πέους στο αιδοίο μέχρι ΚΑΙ την βάλανο (κεφάλι).

Έκφραση που φανερώνει έναν απροκάλυπτο εκβιασμό προς το αδύναμο φύλο. Χρησιμοποιείται κυρίως από μισογύνηδες, μικροτσούτσουνους και από παντρεμένους αλκοολικούς. Λέγεται με ωμό και βάρβαρο τρόπο με σκοπό να συνετίσει παύλα ερεθίσει το εκάστοτε θηλυκό...

Αυτή η μορφή απειλής προσδίδει στο φαλλοκρατικό αρσενικό μπόλικη αυτοπεποίθηση όπως επίσης και μεγαλύτερο φαλλό! Όσο για το θήλυ, ανάλογα με το μπάσο της φωνής του αρσενικού, κυριεύεται από ένα ρεύμα φόβου που μετατρέπεται σιγά σιγά σε ηδονή (λέμε τώρα!)

- Θοδωράαααα!!! Τις παντόφλες...
- Αααα, να σου πω Γιάννη δεν είμαι δούλα σου. Τελείωσαν αυτά!
- Κουνήσου μωρή σαβούρα μην έρθω από κει!
- Για έλα αν τολμάς! Με τόσο κρασί που έχεις πιει, αμφιβάλλω!
- Μωρή ξεκωλιάρα, βάλε μυαλό και πρόσεχε τι λες, μην έρθω απ' εκεί και μαζί με τις παντόφλες σου βάλω και κεφάλι! Ακούς..!!;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ούτη λέξη προέρχεται παρά του κλασσικού ανεκδότου (απαράδεκτον δια πράκτορας εάν δεν γιγνώσκεται παρά τα μέλη του σλανγκ.γρ) και υποδηλεί το ξαφνικό και επίπονο πρωκτικό σεξ ή μεταφορικώς την ξαφνική απειλή. Συνδυάζεται δε μετά της σχετικής χειρονομίας η οποία τελείται ως εξής: ο ομιλητής σφίξει γροθιά το αριστερό του χέρι και το κρούει με την δεξιά του παλάμη ίνα ακουσθεί ο γνωστός ήχος «πλατς!».

Α' Ανέκδοτο:

Δεγαμίων: Ω Ρουφοκώλων, πες μου, μετά της γυναικός σου πράττεται όλες τας στάσεις;
Ρουφοκώλων: Βέβαια!
Δεγαμίων: Ακομα και την «κεμπάπ»;
Ρουφοκώλων: Όχι, πως πράτεται ούτη;
Δ.: Λες της γυναικός σου να γδυθεί και στηθεί εις τα τέσσερα, βαίνεις σιγά-σιγά από πίσω της ίνα μη σε αντιληφθεί, και μπάπ!

Β' Πραγματικότις

Καυλαγόρας: Ήλθον το αφεντικό μου ύστερον από τας εκλογάς και φόρτωσέ με πλείστη εργασίας άνευ λόγου και αιτίας! Φαίδων: Αντελήφθην... κεμπάπ!

Λογοπαίγνιο «και μπάαααπ!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ο ενεργητικός άντρας συνουσιάζεται με άλλον άντρα με πρωκτικό σεξ ή αλλιώς τον κολομπαρεύει. Είναι επίσης έκφραση απειλής του τύπου «θα τον γαμήσω!»

Καλά, άμα τον πετύχω πουθενά θα του φάω το κουλούρι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified