σκυλοκουράδα, σκυλοκούραδο

Αλλιώς το σκυλόσκατο, η κουράδα του σκύλου. Όπως λέει και ο Dry Hammer, "σου γεμίζει περισσότερο το στόμα" από ό,τι η μικρότερη λέξη σκυλόσκατο. Το βρίσκουμε ήδη στη Λωξάντρα της Μαρίας Ιορδανίδου, γραμμένη το 1962.

  1. "Η Λωξάντρα φοβότανε τα γιατροσόφια της κόνα-Αννίκας, της πλάτρας. Τα σιχαίνουνταν. Πράματα ήτανε εκείνα να μήν τα σιχαθείς; Από κατρουλιό αρσενικού παιδιού έκανε η κόνα-Αννίκα γιατρικό για τις χιονίστρες και για τα σκασίματα των χεριών. Από σκυλοκούραδο έκανε σκονάκια για το βήχα, και τα φυσούσε μέσα στο λάρυγγα με καλαμάκι. Από ψόφια ποντίκια και λάδι έκανε ποντικαλοιφή. Μέσα στο καύκαλο του μυδιού έκανε τρεμπεντιναλοιφή, καλλυντικό για το πρόσωπο. Έκοβε το σιριλίκι, γήτευε την ιλαρά, σήκωνε τον αφαλό...και τί δεν έκανε η αδικιωρισμένη, αλλά η Λωξάντρα τη σιχαίνουνταν." (Μαρία Ιορδανίδου, Λωξάντρα, Αθήνα: 1962).
  2. Εχθές όπως γυρνούσα σπίτι, πάτησα πάνω σε κάτι περιττώματα σκύλου και αυτό με έβαλε σε σκέψεις. Ενώ κάποιος άλλος θα προσπερνούσε ενοχλημένος ένα τέτοιο συμβάν, εγώ ένιωθα πως μου είχε συμβεί κάτι πολύ σημαντικό, ένα γεγονός κοσμοϊστορικής αξίας, καθώς μου άνοιξε τα μάτια για το νεφελώδη τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το σύμπαν. [...] Το μυαλό μου είχε απορροφηθεί σε τέτοια θεμελιώδη ερωτήματα και σκεπτόμενος ακατάπαυστα τη σχέση αιτίου αιτιατού που πιθανώς συνέδεε τη Παπαρίζου με το σκυλοκούραδο, έτρεξα γρήγορα σπίτι να καταγράψω τις σκέψεις μου. [...] Στη γαλήνη και ησυχία του δωματίου μου κοίταξα προσεκτικά το παπούτσι μου και το πώς είχαν απλωθεί τα σκυλίσια υπολείμματα πάνω του. Δε μπορούσα παρά να είμαι σίγουρος πως η ίδια συμπαντική δύναμη που έστειλε στο Νεύτωνα το μήλο και έκανε τον κατά τ' άλλα σεμνότατο Αρχιμήδη (ή τον Αριστείδη;) να τρέχει γυμνός στους δρόμους φωνάζοντας «Εύρηκα! Εύρηκα!», προσπαθούσε να μου πει κάτι. «Μίλα μου! Σ' ακούω» είπα στο παπούτσι μου και το κοίταξα ανυπόμονα. (Η συνέχεια του διανοητικού θρίλερ εδώ).
  3. Οι ευρωπαίοι νεοέλληνες που βγάζουν το κατοικίδιό τους βόλτα, θεωρούν εικαστική παρέμβαση υψίστης πολιτιστικής αξίας τις σκυλοκουράδες. (Εδώ).

Μεγαλύτερο σλανγκικό ενδιαφέρον έχει το ότι το βρίσκουμε και ως βρισιά, για να περιγράψει έναν άνθρωπο ξευτίλα, μηδαμινό, σκατιάρη, σκατένιο, ένα σκουπίδι, ένα απόρριμμα.

  1. "Είσαι ο επόμενος! Είσαι ο επόμενος σκυλοκούραδο!" Ύστερα ο Παξ μουγκρίζει το όνομά μου. Κι έπειτα το επαναλαμβάνει η φωνή του Τάκτου, μετά η Νάιλα από τον Ψηλό Πύργο. Και γρήγορα εκατό φωνές το τραγουδούν σε όλο το κατακτημένο κάστρο, από την αυλή μέχρι τα ψηλά προκαλύμματα και τους πύργους. (Πιρς Μπράουν, Κόκκινη Ανατολή, εκδ. Μεταίχμιο, μετάφραση: Τιτίνα Σπερελάκη).
  2. ΓΙΑΥΤΟ ΒΓΑΛΕ ΤΟΝ ΣΚΑΣΜΟ ΗΛΙΘΙΟ ΣΚΥΛΟΚΟΥΡΑΔΟ ΟΥΣΤ ΚΟΠΡΙΤΗ. (Άλλος ένας φωνακλάς που μας ξυπνάει με φωνακλάδικες βρισιές στο Ξυπνήστε Ρε!).
  3. Τράβα γαμήσου ρε σκυλοκούραδο ρουφιάνε βρωμότουρκε. Αυτοί οι μογγόλοι γαμάνε την μάνα σου. (Από βρις-οφ στο συσιφόνι).
  4. Εναλλακτικός τίπλος: "Με χρησιμοποίησαν σαν σκεύος και αφού ικανοποίησαν τις ορμές τους, με πέταξαν σα σκυλοκούραδο". (Εναλλακτικός τίτλος διαδικτυακού αρρωστουργήματος εδώ).

Αρρωστούργημα του Ολλανδού καλλιτέχνη Schippers, απεικονίζει ένα σκυλοκούραδο μνημειωδών διαστάσεων, τοποθετημένο στους περίφημους ολλανδέζικους κήπους Keukenhof, κοντά στην πόλη Lisse της Ολλανδίας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρομερά βρωμερό / αηδιαστικό χέσιμο. Τόσο, που ο επόμενος δεν μπορεί να πλησιάσει το μπάνιο για αρκετή ώρα. Τις περισσότερες φορές, συμβαίνει λόγω κακής ποιότητας τροφής, δηλητηρίασης ή απλά πολύ πικάντικου/καυτερού φαγητού.

Ο όρος φυσικά προέρχεται από το κόμμα / παραμιλιταριστική /τ ρομοκρατική οργάνωση του Λιβάνου, λόγω της προφανής ηχητικής ομοιότητας της λέξης και ταυτόχρονα της τρομερής επικινδυνότητας των δύο εννοιών. Για το λόγο αυτό, αυτού του είδους το χέσιμο διατηρεί το θηλυκό γένος του όρου (βλ. παράδειγμα).

- Ωραία τα μεξικάνικα χτες, αλλά το πρωί αμόλησα μια χεζμπολάχ που γκρίνιαζε όλη η γειτονιά από τη βρώμα.

- Ρε μαλάκες, ποιος εξαπέλυσε τη χεζμπολάχ μέσα στο μπάνιο μου; Πώς θα κάνω μπάνιο τώρα;

(από Vrastaman, 23/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με έπιασε τσίρλα!

- Σού λέω ρε ο Τάκης μόνο στα λόγια είναι. Προχθές ήμασταν μέσα στο αμάξι και περνάει ένας μαλάκας ένα στοπ. Και φωνάζει ο δικός σου «ΠΟΥ ΠΑΣ ΡΕ ΟΡΝΙΟ;» Και κατεβαίνει από το αμάξι μια ντουλάπα 2 μέτρα...Ε, και τον πήγε γαρμπίλι! Σηκωθήκαμε και φύγαμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αμερικανική έκφραση, ιδιαίτερα δημοφιλής στους κύκλους των φοιτητών, οι οποίοι φημίζονται για τα ιδιαίτερα «άγρια» πάρτυ τους στα διάφορα κολλέγεια και αδελφότητες.

Η φράση περιγράφει εν συντομία την επίδραση της γενναίας κατανάλωσης μπύρας (αν μπορεί να χαρακτηρισθεί μπύρα ο Αμερικάνικος νερουλιασμένος ζύθος), στην υφή του προϊόντος κενώσεων της επόμενης ημέρας.
Κοινώς, η μορφή των σκατών του υπερ-καταναλωτή μπύρας η οποία μοιάζει με λάσπη. Το πρώτο συνθετικό αναφέρεται στην μπύρα Budweiser (ουδεμία σχέση με το ομώνυμο και σαφώς ανώτερο Τσέχικο προϊόν), η οποία είναι γνωστή ως Bud.

Προφανώς, το πρακτικό αποτέλεσμα είναι το ίδιο με οποιονδήποτε ζύθο, πλην όμως η έκφρασις θα έχανε το ομοικατάληκτον και την κωμική της ιδιότητα εάν φερ' ειπείν κυκλοφορούσε ως «Heineken Mud».

Χωρίς να θέλει να προδικάσει, ο καταχωριστής είναι σχεδόν βέβαιος ότι οι άρρενες που διαβάζουν το παρόν, χαμογελούν ενθυμούμενοι ηρωϊκές ημέρες Bud Mud στη ζωή τους...

- Τι έγινε ρε Μήτσο; Κομμένο σε βλέπω...
- Άσ 'τα, χθες είχε beach party και κατέβασα καμιά 20αρια λίτρα μπύρα.
- Τι λες ρε συ! και δε σε τρέχανε στα επείγοντα;
- Όχι, αλλά σήμερα όλη μέρα είχα ενσωματωθεί στη λεκάνη... Το απόλυτο Bud Mud σου λέω...

(από Desperado, 20/07/08)(από Desperado, 20/07/08)

Βλ. και μπεκροχέσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified