Περιγραφή πάρα πολύ δύσκολης, εξουθενωτικής και επίπονης κατάστασης.
Άσε, έχω ρουφήξει πολλή διάρροια με το καλαμάκι σε αυτή τη δουλειά! (Εδώ).
Περιγραφή πάρα πολύ δύσκολης, εξουθενωτικής και επίπονης κατάστασης.
Άσε, έχω ρουφήξει πολλή διάρροια με το καλαμάκι σε αυτή τη δουλειά! (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
σκυλοκουράδα, σκυλοκούραδο
Αλλιώς το σκυλόσκατο, η κουράδα του σκύλου. Όπως λέει και ο Dry Hammer, "σου γεμίζει περισσότερο το στόμα" από ό,τι η μικρότερη λέξη σκυλόσκατο. Το βρίσκουμε ήδη στη Λωξάντρα της Μαρίας Ιορδανίδου, γραμμένη το 1962.
Μεγαλύτερο σλανγκικό ενδιαφέρον έχει το ότι το βρίσκουμε και ως βρισιά, για να περιγράψει έναν άνθρωπο ξευτίλα, μηδαμινό, σκατιάρη, σκατένιο, ένα σκουπίδι, ένα απόρριμμα.
Got a better definition? Add it!
Ιστορικά το γαλλικό ντους προέρχεται από την εποχή των Λουδοβίκων και αναφέρεται στη χρήση αρώματος αντί νερού και σαπουνιού.
Στο πέρασμα του χρόνου όμως ο όρος γαλλικό ντους εξελίχθηκε και πλέον προσδιορίζει το γρήγορο ντους κατά το οποίο πλένονται μονο συγκεκριμένα μέρη του σώματος και ειδικότερα οι μασχάλες και το πουλί, δηλαδή όποια σημεία εντέλει θα εκτεθούν χωρίς να μας εκθέσουν. Οι μασχάλες επιλέγονται γιατί είναι πηγή έντονης δυσοσμίας και επομένως μπορεί να μας προδώσουν και το πουλί γιατί πάντα προσδοκούμε ότι θα χρειαστεί να φτάσουμε σε αυτό το σημείο. Η χρήση σαπουνιού παρότι είναι ικανή συνθήκη δεν είναι απαραίτητα και αναγκαία. Συνήθως το γαλλικό ντους γίνεται στο νιπτήρα της τουαλέτας, στο νεροχύτη της κουζίνας ή ακόμα πιο συχνά σε δημόσιες τουαλέτες.
Αναλόγως, προέκυψε και ο όρος αλβανικό ντους, ο οποίος προσδιορίζει το ακόμα πιο γρήγορο ντους και περιλαμβάνει μόνο το πλύσιμο του πουλιού. Συνήθως, το πλύσιμο γίνεται με ποτήρι γεμάτο νερό συνοδευόμενο από μια σταγόνα Palmolive. Ο προσδιορισμός αλβανικό φανερώνει σαφώς τα έντονα ρατσιστικά αντανακλαστικά της κοινωνίας μας και βεβαίως προέκυψε τα χρόνια προ της κρίσεως, τα λεγόμενα "καλά" χρόνια.
Το μέλλον μάς φαντάζει δύσοσμο και ήδη σε πολλούς θεωρητικούς κύκλους ο όρος αλβανικό ντους δείχνει να αντικαθίσταται από τον προσδιορισμό ελληνικό.
Μια παρέα αντρών κάθεται για καφέ σε κάποια καφετέρια. Ξαφνικά, η παρέα διαπιστώνει πως μια αιθέρια θηλυκή ύπαρξη από την απέναντι παρέα με έντονα βλέμματα και ερωτικές κινήσεις του σώματός της, απευθύνει ερωτικό κάλεσμα στον ψηλό της παρέας. Οι φίλοι του αρχίζουν το πείραγμα και τον προκαλούνε να κάνει την πρώτη κίνηση. Εκείνος, όμως διστάζει. Σκέφτεται πως βρωμάει ανυπόφορα και δε ξέρει τι να κάνει. Αγχώνεται και όταν αγχώνεται ιδρώνει. Γυρνάει στους υπόλοιπους και τους λέει: "Να πάω ρε μάγκες, αλλά έτσι που βρωμάω θα τρομάξει το κορίτσι και θα φύγει" Όλοι του λένε: "Πήγαινε ρε μαλάκα στην τουαλέτα για ένα γαλλικό, δεν έγινε και τίποτα δηλαδής. Σε 2 λεπτά είσαι έτοιμος και καθαρός". Όλοι εκτός από έναν. Τον κοντό, ο οποίος με ύφος βγαλμένο από τη σοφία της ζωής, του λέει: "Ψηλέ, το κορίτσι μίλησε. Η δύναμη της αγάπης νικάει όλες τις βρωμιές του κόσμου. Άντε κάνε ένα αλβανικό, εδώ στα γρήγορα για τα προσχήματα και έφυγες".
Got a better definition? Add it!
Μετά την εμπειρία μιας σχεδόν 5ετίας μανιασμένου ψόφα, ψόφα, ψόφα, ξεκινάει νομίζω/ελπίζω η αργή πορεία της συνειδητοποίησης του πόσο έφθειρε τη ζωή μας αυτός ο θυμός για οτιδήποτε μας θύμιζε τον «παράδεισο» που ζούσαμε και χάσαμε, χωρίς τουλάχιστον να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα, ώστε να ηδονοτριφτούμε μετά μανίας και χαιρεκακίας. Ήδη και μόνο η αναφορά σε *κίνημα «ψόφα» *δείχνει(;) μια τάση αυτογνωσίας.
● Οι αντιδράσεις των μαχητών του πληκτρολογίου ενδεικτικές μιας κοινωνίας που καταρρέει.
● Οι συνδικαλιστές που την προπηλάκισαν της «εύχονταν να ψοφήσει από καρκίνο».
1.Το κίνημα του “ψόφα!”, όλοι εκείνοι που από το 2011 εξαπολύουν από τα social media απίστευτης σφοδρότητας και ανατριχιαστικής χυδαιότητας επιθέσεις σε όποιον εκφράζει άποψη διαφορετική από το δικό τους αυριανισμό, θρηνεί με κροκοδείλια δάκρυα τον Βαγγέλη Γιακουμάκη. Και καταδικάζει το μπούλινγκ. Ουαί υμίν υποκριταί!
Got a better definition? Add it!
Έκφραση που προσφωνείται απαξιωτικά αλλά με πραότητα όταν κάτι πρέπει να υποβιβαστεί.
- «Σήμερα στον ΑΝΤ1 τα καλλιστεία για την Miss Ελλάς 2016».
- Της ψωλής μου τα μαλλιά. Άλλαξε κανάλι ρε.
Got a better definition? Add it!
Η λεκτική μούτζα. Όταν προσπαθείς να επιτύχεις έναν στόχο τόσο πολύ και αποτυχαίνεις τόσο οικτρά που δεν θα μπορούσες να κάνεις χειρότερα.
Προέρχεται από χαλασμένο μηχάνημα Touch & Play με 20 ερωτήσεις σε φλιπεράδικο στην Γλυφάδα, όπου αντί να γράψει
ΤΑ
ΚΑΤΑΦΕΡΕΣ
το τελικό σίγμα έκανε λούπα και έβγαινε και μπροστά από το κάππα, εξού και
ΤΑ ΣΚΑΤΑΦΕΡΕΣ
-Πήγα να παίξω Smoke On The Water στη κιθάρα μου για να κάνω μόστρα και στη δεύτερη νότα έσπασε η χορδή και με έκοψε.
-Συγχαρητήρια, τα σκατάφερες.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το μεγάλο θάρρος. Συνήθως σε υπερβολικό βαθμό, από απερίσκεπτο έως θρασύ.
Το τρίπτυχο αυτό έχει την έννοια της τιτανοτεράστιας μαγκιάς που δεν το έχει σε τίποτα να κλάσει θεωρώντας την κλανιά μια απλή απελευθέρωση αερίων.
Πηγή: ο παππούς Dr. Steve Brule.
- Πώς πήγε το διάβασμα στη Βιολογία Ι;
- Από τις 400 σελίδες διάβασα κάπου 40. Ε, του πούστη... από τις άλλες 360 θα βάλουν τα πάντα;
- Κατάλαβα, μαγκιά, κλανιά κι εξάτμιση.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Πέρδομαι μετα προσοχής, συνήθως σε ακατάλληλο χώρο.
- Ευτυχώς που υπήρχαν τα μαξιλάρια στον καναπέ και κούμπωσα κάτι κλανιές που με καίγανε από την ώρα που ήρθαμε σου λέω.
- Αφού σου είπα ρε φίλε, τι το ήθελες το κεμπάπ;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σε πολλά πανεπιστήμια στην Αμερική υπάρχει σε κάποιο ξεκλείδωτο δωμάτιο -το λεγόμενο Banana Republic Room- μια τεράστια ανάγλυφη σφραγίδα με τον θυρεό του ιδρύματος. Εκεί πάντα θα βρεις φοιτητές από την Ελλάδα, την Σαουδική Αραβία, το Ιράν, το Mιανμάρ, την Δημοκρατική Καμπουτσία κ.ά. λαϊκά δημοκρατιστάν, να σφραγίζουν ελεύθερα και κατά βούληση τα άπειρα δικαιολογητικά που τους ζητούν τα υπουργεία τους. Οι υπόλοιποι φοιτητές ξύνουν το κεφάλι τους με ειλικρινή απορία.
Η σφραγίδα είναι το απόλυτο σύμβολο της ταλαιπωρίας του πολίτη και της αενάως αναπαραγόμενης γραφειοκρατίας. Ωσεκτουτού, ο σφραγιδοκράτορας είναι ο Άρχοντας -Θεματοφύλακας του τρισάθλιου και ελεεινού αυτού μοντέλου δημόσιας διοίκησης. Όταν δε προΐσταται σε κάποια «αρμόδια αρχή» και κατέχει την «στρογγυλή σφραγίδα» τςη Ελληνικής Δυστοπίας, μορφοποιείται σε ούμπερ τελειωμένο λεβέντη-σαδιστή που (πιστεύει ότι) κρατάει τον Πάπα από τα αρχίδια.
Φάτε τους.
1.
Η απλοποίηση της νομοθεσίας δεν κοστίζει. Στερεί βέβαια τους σφραγιδοκράτορες από το γρηγορόσημο.
2.
Ο Ελληνας ήταν τσομπάνης στα καθαρά βουνά και η αξιοπρέπειά του δεν του επιτρέπει να γίνει βιομηχανικός εργάτης ... Αφισοκολλητήςκαι σφραγιδοκράτορας του πάνε περισσότερο, όσο και να πεις αυτές οι δουλειές έχουν μεγαλύτερο κύρος.
3.
Αν θέλαμε να δικαιολογήσουμε την φοροδιαφυγή θα λέγαμε ότι επειδή τα έσοδα της λόλας δεν είναι σταθερά (δεν δουλεύει μόνιμος σφραγιδοκράτορας στο δημόσιο) και επειδή μπορεί του χρόνου να τσιμπήσει κανένα αφροδίσιο και να μην δουλέψει, τα καβατζώνει για την δύσκολη.
4.
Αυτό το καραγκιοζιλίκι της Ελλάδας, που ο κυρ-μπάμπης ο σφραγιδοκράτορας της Εφορίας νομίζει ότι είναι Υπουργός Οικονομικών του Πλανήτη, δεν το βρίσκεις εύκολα σε άλλες χώρες.
Got a better definition? Add it!
κοπυπαστώνω, κοπυπάστωμα
Άθλια ελληνοποίηση του «κάνω copy-paste», όχι όμως πιο φρικτή από το «κάνω αντιγραφή κι επικόλληση».
Βλ. επίσης: σιπάρω, κοπυπαστατζής.
1.
Σκέφτηκα λοιπόν να ανεβάσω ένα από αυτά τα παλιά άρθρα και… βλέπουμε για τα υπόλοιπα. Πάντως, δεν κοπυπαστώνω: έχω χτενίσει το παλιό άρθρο, έχω προσθέσει μερικά, έχω ενσωματώσει κάμποσα πράγματα από τα (λιγοστά, τότε) σχόλιά σας.
2.
ΕΜΕΙΣ Δ Ε Ν ΕΦΑΡΜΟΖΟΥΜΕ Τ Ι Π Ο ΤΑ ΑΠΛΑ, ΠΑΠΑΓΑΛΙΖΟΥΜΕ ΜΕ ΠΕΡΙΣΣΗ ΑΥΤΑΡΕΣΚΕΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΕΣ ΠΟΥ ΤΙΣ ΚΟΠΥΠΑΣΤΩΣΑΜΕ ΜΕ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ…
3.
ΚΑΤΙ ΚΟΛΛΗΣΕ ΣΤΟ ΑΝΕΒΑΣΜΑ..Η ΚΑΤΙ ΞΕΧΑΣΑ ΣΤΟ ΚΟΠΥΠΑΣΤΩΜΑ...ΟΛΟΙ ΟΙ ΡΟΚΑΔΕΣ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΕΛΟΣΠΑΝΤΩΝ....:-)
4.
- κοπυπάστωμα -> copy/paste, copying and pasting
- Έκτρωμα δεν είναι ο όρος; Απορώ πώς το χρησιμοποιούν ορισμένοι...
- Αλήθεια, σε ρήμα πώς θα ήταν; Κοπυπαστώνω (με μπόλικο αλάτι;) ή κοπυπαστάρω; :Ρ
- Το «κοπυπαστώνω» θυμίζει παστά, το «κοπυπαστάρω» πάστες, ακόμα και το «κοπυπαστίζω» θυμίζει παστίτσιο. Δεν πεινάω, αλλά έτσι μου ακούγεται.
(διάλογος διερμηνέων)
Got a better definition? Add it!