Selected tags

Further tags

Ανεπαίσθητη πορδή μικρού μεγέθους συνήθως αμοληθείσα εν ομοβροντία και υπούλως παραμένουσα στους θύλακες του πρωκτού.

Αντιληπτή όταν ο δράστης καθίσει και λόγω πίεσης ακούγεται. Το μοναδικό είδος κλανιάς που ακούγεται, όχι την στιγμή της απελευθέρωσης, αλλά σε μεταγενέστερη χρονική στιγμή.

Άσε ρεζίλι έγινα. Με κάλεσε σπίτι της η γκόμενα και στο ασανσέρ έριξα μία βρώμικη. Όταν καθίσαμε στο τραπέζι όμως, είχε μείνει ένα υποκλανίδιο και ακούστηκε σαν μεντεσές σκουριασμένος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευμεγέθης κουράδα, δυσκόλως αποδεσμευόμενη εκ του παχέος εντέρου και δι' αυτόν η έκλυσή της προκαλεί δάκρυα ανακούφισης, όπως τα οφθαλμικά κολλύρια.

Είχα να χέσω 3 μέρες κι έβγαλα ένα κωλύριο άλλο πράγμα...

Προφ λογοπαίγνιο με τις λέξεις «κώλος» και «κολλύριο». Βλ. και γεννητούρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραφθορά από την μασχάλη. Εννοείται ο άνθρωπος που μυρίζει μασχαλίλα απο χιλιόμετρα, ο άνθρωπος που μάλωσε με το σαπούνι.

Πωπώ μπόχα. Μη τον πλησιάζεις αυτόν, σκέτος Πασχάλης είναι.

Ο Χήνος Πασχάλης (από poniroskylo, 14/06/09)Ένας άλλος Πασχάλης (από poniroskylo, 14/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο συγκεκριμένο λήμμα, ούτε βάρκα θα αδειάσουμε από όμβρια ύδατα, ή θαλασσινό νερά, ούτε καν για βάρκα μιλάμε.

Οπότε τι έχει στην γκλάβα του ο ποιητής όταν σπικάρει την ατάκα;

Τα νερά που πρέπει να αδειαστούν είναι τα ούρα και η βάρκα (λόγω κοιλότητας μαζεύει νερά) παραπέμπει στην ουροδόχο κύστη που συλλέγει τα ούρα.

Οπότε το άδειασμα της βάρκας αντιστοιχεί στο άδειασμα της ουροδόχου κύστης μέσω σεϊκερ. Και για να το σπάσουμε σε φραγκοδίφραγκα, εκφέροντας τον όρο εννοούμε πως πάμε να ρίξουμε έναν πέο κάτουρο, πως πάμε για κατούρημα ντε.

Η παλιά αυτή πλακατζίδικη ατάκα μιλάει για κατούρημα, κωδικοποιημένο σε ψαράδικο format. Μιλάμε, δηλαδή, για ένα κατούρημα διανθισμένο με θαλασσινό αγέρα, με αρμύρα, με γλαροπούλια κι άλλα τινά.

- Πού πας ρε Μήτσο τρέχοντας; Κάτσε λίγο να σου πω κάτι ενδιαφέροντα νέα που άκουσα.
- Πάω να αδειάσω τη βάρκα αδελφέ... Αργότερα τα άλλα.
- Καλό βόλι τότενες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για να ξεπαρθενευτείτε και όσοι ελάχιστοι (;) ακόμα θεωρείτε τα πάντα γύρω από το σεξ και την γυναίκα να περιβάλλονται με το θερμό κόκκινο χρώμα του πάθους, έχω να σας μιλήσω για «τα καφέ». Ή «τα σκούρα», ή «τα τελευταία».

Είναι το απολειφάδι αίματος που εμφανίζεται στην σερβιέτα ή ακόμα χειρότερα στο βρακί κατά το ξεκίνημα ή το τελείωμα της περιόδου (όταν η ροή δεν είναι κανονική), ή στα μισά του κύκλου (για διάφορους λόγους, ωορρηξία, πρόβλημα, εγκυμοσύνη, άλλα) ή, τέλος, στην φάση της κλιμακτηρίου (εκτός αν πλημμυρίζεις, που είναι η άλλη πιθανή εκδοχή, όσο ξέρω).

Τα καφέ είναι μια απεχθής κατάσταση που μποχάει, που δεν λέει να τελειώσει (μπορεί να κρατήσουν μέεεερες), που αποτελεί δυσάρεστο συναπάντημα για τον άντρα, ο οποίος σα μαλάκας δεν εννοεί να σε πιστέψει ότι δεν έχει τελειώσει η περίοδος και νομίζει ότι κάνεις κορδελάκια γιατί δεν τον θέλεις και τελικά την πατάει όταν δει μπροστά του (στο γλειφομούνι) ή πάνω στον περί πολλού θεωρούμενο πέοντά του τα σιχαμερά μεζεδάκια που θυμίζουν σπληνάντερα (αυτό το τελευταίο: κλόπυράιτ Μες).

  1. – Τι έγινε με τον γυναικολόγο, όλα καλά;
    – Το ανέβαλα, ακόμα δεν μου έχει τελειώσει η περίοδος, πέντε μέρες έχω τα καφέ...

  2. – Αυτή τη φορά η περίοδος με πέθανε στον πόνο, τέσσερεις μέρες τα καφέ... μέχρι να έρθει κανονικά κατάπια ό,τι παυσίπονο είχα και δεν είχα.
    – Δεν το κοιτάς μπας κι έχεις αρχή κλιμακτηρίου;
    – Φάει τη γλώσσα σου μωρή, 32 χρονών είμαι ακόμα!
    – Ε τότε δες μην είναι ψευτοπερίοδος και είσαι έγκυος...
    Απόλλων;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εσώρουχο ανδρικό παλαιάς κοπής και σχεδίου, πρωτίστως σλιπάκι υπόλευκο λόγω μακροχρόνιας χρήσης.

Το εν λόγω εσώρουχο έχει την εξής ιδιότητα: Είτε απορροφάει τις δυσάρεστες οσμές από διασπορά κλανοβολισμών είτε αντιστέκεται σθεναρά στην φθορά που αναπόδραστα προκαλεί ο πυροβολισμός από τόσο κοντινή απόσταση σε ένα ταπεινό βαμβακερό ύφασμα.

Το αλεξίκλανο βρακί, έπειτα από μαγευτικές νύχτες με φασολάδα και λοιπά πορδογενή φαγητα, παρουσιάζει φαινόμενα όσμωσης με το περιεχόμενο του εντέρου αμέσως πριν την απέκκριση. Κοινώς, χρωματίζεται σε χρώματα φαιάς αποχρώσεως, ελαφρώς καφέ. Μερικές φορές όταν το κλάσιμο γίνεται σε παρέα ανδρών, και δη σε κατασκηνώσεις, η ανάγκη να επιβληθεί κάποιος με το περιεχόμενο του κώλου, του το αλεξίκλανο βρακί χρωματίζεται κίτρινο μπροστά, αποτέλεσμα της υπερπροσπάθειας αερισμού και ίσως έπειτα απο κατανάλωση φτηνόμπυρας.

Γνωστός κλανιάρης πηγαίνει σε μαγαζί εσωρρούχων για να αγοράσει εσώρρουχα και παραγγέλνει ως εξής:
- Δώστε μου σας παρακαλώ μια εξάδα αλεξίκλανα μινέρβα νούμερο 6

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φετέισον, το τυρί που μαζεύεται στο άπλυτο πέος ενός τυροβρωμίκουλα.

- Φέτα και αγγούρι, λίγη ντοματούλα λείπει για να φας χωριάτικη, είπε ο Νώντας στο Λίλιαν με το ιδιότυπο σαρδόνιο γέλιο του..

Got a better definition? Add it!

Published

Η μπόχα που βγάζουν τα ούρα, κυρίως τα πολυκαιρισμένα, όχι τόσο τα φρέσκα (αλλιώς τα φρέσκα δεν θα τα έπιναν όσοι είναι φανατικοί οπαδοί της ουροθεραπείας...) -- βλέπε σχετικά και εδώ.

Κατρουλίλα μποχάνε τα «τσίσα μειναμένα στην λεκάνη όλη νύχτα κατά την διάρκεια καύσωνα» (Μες), τα «τσίσα σε σκοτεινό σημείο πίσω από κάδο σκουπιδιών σε πεζοδρόμιο» (Μες πάλι), τα δημόσια ουρητήρια (όπου η κατρουλίλα συνδυάζεται ωραιότατα με την τσιγαρίλα και την σκατίλα), αλλά και πολλές απεριποίητες τουαλέτες πλοίων, ταβερνών κλπ, κατρουλίλα βρωμάει το τέτοιο σου άμα έχεις μέρες (λέμε τώρα) να πλυθείς, γάμα τα κι άσ' τα δηλαδή.

Τολμώ να πώ ότι η κατρουλίλα βρωμάει πολύ λιγότερο στα βρέφη ή στα ζώα, καθότι αυτά τα δύο σπήσιζ τουλάχιστον δεν αφοδεύουν αλκοόλ, φάρμακα και τσιγάρα με τα ούρα τους.

Μια από τις κατρουλίλες που «βρωμάνε ωραία» που έλεγε κάποιος, είναι των ζώων που τρέφονται με σανά.

Αυτά για τον πρωινό σας καφέ σήμερα.

- Α να, έχει ένα άδειο τραπέζι εκεί, πάμε να κάτσουμε;
- Ρε δε βλέπεις ότι είναι άδειο επειδή είναι κοντά στις τουαλέτες; Θα βρωμάει κατρουλίλες, σίγουρα.

Έπινε ένα ποτήρι από τα δικά του την ημέρα (από Vrastaman, 18/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά όλοι γνωρίζουν τον νόστιμο καλοκαιρινό μεζέ από αμπελόφυλλα που συνοδεύει ούζα χωρίς πάρτι αλλά με πάγο.

Μεταφορικά όμως είναι τα φουσκωτά πρησμένα δάχτυλα ποδιών με έντονο πεντικιούρ νταρντανοβύζας και κωλόχοντρης, η οποία νομίζει πως όλοι οι άνθρωποι ζυγίζονται σε γεφυροπλάστιγγα και ντύνεται με εφαρμοστά ρούχα.

Φοράει αντισέξυ κολλητά και το καλοκαίρι κυκλοφορεί με ροζοσομονοκοραλλοκόκκινομπορντό πέδιλα, ένα νούμερο μικρότερο από το πόδι της. Με αποτέλεσμα τα καημένα τα δάχτυλά της να ασφυκτιούν και να πρήζονται ακόμα περισσότερο, θυμίζοντας λόγω σχήματος τα σαρμαδάκια.

Τι τα 'θελε τα πέδιλα η (αφρα)Τούλα; Δεν βλέπει που έχει δάχτυλα σαν σαρμαδάκια;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατουρλιό ή κατρουλιό αποκαλούνται:

  • Το κάτουρο,
  • Το καταιγιστικό κατούρημα («με έπιασε κατουρλιό»),
  • Η αποκρουστική μυρωδιά των αποξηραμένων ούρων (η κατρουλίλα),
  • Η πολύ κακιά ή ζεστή μπύρα (βλ. κάτουρο).

- Θα σας πιάσει κατουρλιό από την τρομάρα σας!!!
(από εδώ)

- Το μετρό στο Παρίσι μυρίζει κατουρλιό
(από εδώ)

- Συγγνώμη αλλά η Amstel απλά δεν πίνεται.... Χειρότερο κατουρλιό δεν υπάρχει....(H Bud Light είναι εκτός συναγωνισμού πάντα....)
(από εδώ)

- Από μαύρες, η Murphy's είναι η καλύτερη, από ελαφριές η Lapin Kulta, Tsingtao, Sapporo και μην πει κανείς την κορόνα, το μεξικάνικο κατρουλιό!
(από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified