Further tags

Αραχτός.

- Τι κάνεις εκεί;
- Ψεκάστηκα με αραξόλ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ανέγγιχτος.

- Μαλάκα αυτόν γιατί δεν τον χώνουν ποτέ;
- Είναι τεφάλ, μεγάλο βύσμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χάπι για όταν δεν την παλεύεις.

- Έχω 10 μέρες μέσα, έχω φρικάρει.
- Πάρε κάνα παλεβοτανίλ.

Και το αντίστοιχο. (από Galadriel, 16/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χωμένος.

Με πήρε τσιμπητό για αγγαρεία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σκουπιδιάρα.

- Θέλω 2 επιβάτες για το πλοίο της αγάπης.

(από patsis, 16/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το F-16, τα κουνούπια του Έβρου.

Μαλάκα, μου την έπεσε σμήνος εφ δε γκατζ στη σκοπιά.

Βλ. και Γκατζολία, γκατζολόπτερο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πρωινή αναφορά του τάγματος.

Ωχ μαλάκα τάκοταϊμ, την κόβω για 10άρα.

Από το τάκος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αστυνομικό τμήμα.

- Βάλε ζώνη, περνάμε από στρουμφοχωριό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται ειρωνικά για το περιπολικό (ιδίως από αυτούς που δεν χωνεύουν τους μπάτσους), γιατί κουβαλάει 2 αρχίδια (μπάτσους) μέσα.

- Κόψε ταχύτητα, βλέπω μποξεράκι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε χρήση επιφωνηματική σημαίνει:
1. Η κατάσταση έχει φτάσει στο μη περαιτέρω, αλλά επιθυμώ να ταλαιπωρηθώ κι αλλο. 2. Πάρ' τα μωρή άρρωστη.
3. Απλή έκφραση απογοήτευσης.

Χρησιμοποιείται κυρίως σε στατιωτικές κοινότητες.
Ετυμολογία (πιθανολογείται): από πορνογραφική ταινία του Γκουσγκούνη.
Ισοδυναμεί με το επιφώνημα «τρομπόνι» ή «τρομπόνι τώρα» ή «ρούφα το τρομπόνι (πουτανίτσα)».

  1. - Πάλι εμένα βάλανε σκοπιά.
    - Έτσι, και τις μπάλες.

  2. - Και μετά την έβαλα στα τέσσερα...
    - Πωπω μαλάκα, και τις μπάλες!

  3. - Πώς πάει; Όλα καλά;
    - Μπα, πίπα-κώλο. Και τις μπάλες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified