Further tags

Τα διακριτικά βαθμού όλων των υπαξιωματικών του στρατού (υποδεκανείς, δεκανείς, λοχίες κλπ.) για να υποδηλώσουν υποτιμητικά ότι κέρδισαν το βαθμό ρουφιανεύοντας και γλείφοντας ή ότι αυτό πρόκειται να κάνουν από εδώ και στο εξής.

- Εγώ είμαι υπαξιωματικός ρε! Έγινα δεκανέας στο 508.
- Σιγά το τσατσόσημο! Φαντάζομαι πώς το πήρες μπαζοδέκανο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αστεϊσμός για τον νέο στον στρατό. Από την ομώνυμη εταιρεία επίπλων. Ακουσμένο από την σειρούλα μου στον Εύρο.

- Πού 'σαι ρε νεοσέτ;
- Τι;
- Έλα, δεν χασομεράμε τώρα, πιάσε την σφουγγαρίστρα και ανέβαινε στο διοικητήριο για καθαριότητα.
- Εσύ τι θα κάνεις;
- Θα πίνω καφεδάκι στον όρχο, πώς σου φάνηκε;

Got a better definition? Add it!

Published

Στην κωδικοποίηση των στρατιωτικών γευμάτων είναι το μεγάλο και προφ αφόρητα σκληρό κομμάτι παστίτσ(ι)ο.

- Πάλι τούβλο έχει, θα σπάσω κανά δόντι και θα πάρω αναβολή...

Got a better definition? Add it!

Published

Μεταξύ των τροπών στρατιωτικών αρκτικολέξων, ο Οπλίτης Βραχείας Ανακατάταξης σλανγκίζεται σε Όταν Βαρεθώ Απολύομαι. Βέβαια πρόκειται για σλανγκ εκ των άνω, αφού την χρησιμοποιούν μάλλον οι θιασώτες του θεσμού και οι ίδιοι οι ΟΒΑ, παρά οι άλλοι για τους οποίους η διαφορά από τους πολυσλανγκισμένους ΕΠ.ΟΠ. δεν είναι και τόσο δραματική.

- Καλά ρε είσαι σοβαρός; Επειδή Πείνασες Ορκίστηκες Πάλι;
- Ώπα, φίλος, μην συγχέεις, εγώ είμαι ΟΒΑ, Όταν Βαρεθώ Απολύομαι, άλλο εκείνο, δεν έχει να κάνει!
- Καλά έτσι λένε όλοι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του λελέ < απολελέ και τρελελέ. Λέγεται όταν ο λέλουρας ανήκει στην ΕΛ.ΔΥ.Κ. (Ελληνική Δύναμη Κύπρου) οπότε κατά την επικείμενη απόλυση θα μπει σε αεροπλάνο, το λεγόμενο και λελοπλάνο, για να επιστρέψει στο Ελλαδιστάν (και οπουδήποτε αλλού υπάρχει επιστροφή με αεροπλάνο κατά την απόλυση, δεν γνωρίζω άλλες περιπτώσεις). Όσο, λοιπόν, πλησιάζει η περιπόθητη μέρα ο φαντάρος ακούει λελοτουρμπίνες, είτε όταν περπατά στο δάσος, είτε παντού και πάντα. Ο ήχος των λελοτουρμπινών είναι το επακριβές μηχανικό αντίστοιχο, αυτού που η φύση προσφέρει στους φαντάρους με το τιτίβισμα των λελεδονιών.

Πάσα: oistrogonamygdalos.

Ακούς λελοτουρμπίνες δηλ.;; αδερφέμ' ... καλή Αρχή... σε όλα σου! (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύμφωνα με ανάπτυξη στρατιωτικού αρκτικόλεξου, είναι ο υπηρετών στον ΛΑΤ, ήτοι τον Λόχο Αντιαρματικών.

- Και τι ειδικότητα πήρες;
- Λατίνος εραστής.

Got a better definition? Add it!

Published

Το αεροπλάνο με τις λελοτουρμπίνες που μεταφέρει τον απολυόμενο πίσω στον τόπο προέλευσης. Λέγεται κυρίως για τους απολυόμενους από την ΕΛΔΥΚ (Ελληνική Δύναμη Κύπρου).

Χτες που περπατούσα στο δάσος άκουσα ένα λελοπλάνο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για παραδοξολογική φράση (σαν το Αλβανός τουρίστας που κυκλοφορούσε πριν κάτι χρόνια) με την οποία περιγράφονται κάποιοι **ΕΠ**αγγελματίες **ΟΠ**λίτες που, αν και βασικά Επειδή Π**είνασαν **Ορκίστηκαν **Π**άλι και αποκλείεται να φτάσουν σε υψηλούς βαθμούς όπως αυτόν του ταξιάρχου, την είδαν παρόλα αυτά πολύ εξουσία μέσα στον στρατό για τις πενιχρές σαρδέλες που διαθέτουν.

  1. (από εδώ)
    «Επίσης στη θητεία μου στον ΕΣ, και ειδικά στο 289ΤΠ Σαμοθράκης, είχα την τύχη να γνωρίσω ένα νέο είδος ζωντανού, το οποίο δεν είχα την τύχη να συναναστραφώ ξανά στην ως τα τώρα ζωή μου. Τους ΕΠ.ΟΠ. (Επαγγελματίες Οπλίτες ή Επειδή Πείνασα Ορκίστηκα Πάλι ή Έφαγα Πόρτα Όπου Πήγα). Πρόκειται για μια ιδιαίτερη ράτσα θηλαστικού, συγγενική προς τον άνθρωπο αλλά με αρκετές διαφορές. Πρόκειται για πλάσματα εξαιρετικής ευφυϊας (όταν τα συγκρίνεις με άλλους αντίστοιχους μονοκύτταρους οργανισμούς), αν και για να είμαι ειλικρινής υπάρχουν και εξαιρέσεις που όμως απλά επιβεβαιώνουν τον κανόνα και τη γκαντεμιά τους να βρεθούν εκεί. Επίσης αν και ιεραρχικά βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο με τον απλό φαντάρο, τιμής ένεκεν λαμβάνουν από τους φαντάρους (κάποιοι κακεντρεχείς λένε ειρωνικά αλλά διαψεύδονται) διάφορους βαθμούς, έτσι έχουμε ΕΠ.ΟΠ. Ταξίαρχο, ΕΠ.ΟΠ. Υποστράτηγο, ΕΠ.ΟΠ. Αντιστράτηγο και ΕΠ.ΟΠ. Στρατηγό (βαθμός στον οποίο δεν φτάνουν ούτε οι απόφοιτοι της Σχολής Ευελπίδων). Αυτό γίνεται ίσως γιατί το τουπέ και η συμπεριφορά τους (πολλοί πάλι κακεντρεχείς λένε όχι όμως και οι ικανότητές τους) συγκρίνονται με αυτές των αντίστοιχων τιμητικών βαθμών.»

  2. (από εδώ)
    «Ακόμα κι αν οι φυλακές δεν μοιράζονται πια τόσο αφειδώς, υπάρχει ένας κύριος λόγος που οι φαντάροι δεν φοβούνται τους διοικητές κι αυτός είναι ότι κουμάντο κάνουν εν πολλοίς οι κατώτεροι αξιωματικοί και οι ΕΠΟΠ. Που είναι και το θλιβερό στην υπόθεση. Ο Ταγματάρχης παίζει generals και έξω λύνει και δένει ένας «ΕΠΟΠ-ταξίαρχος» που δεν ξέρει ούτε να γράφει το όνομά του.»

  3. (από εδώ)
    «Ναι, αυτούς τους «επαγγελματίες»...
    Που κατά 90% έχουν ύφος ΕΠΟΠ - Ταξίαρχος....

Υπάρχει και το άλλο «Επειδή Πεινάω, Όπλο Πιάνω» »

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύμφωνα με τις αναπτύξεις στρατιωτικών αρκτικολέξων, είναι ο φαντάρος που πρέπει να πάει στο ΚΕΦ (Κέντρο Ελέγχου Φρουράς) για να πάρει όπλο και να πάει στο σκοπέτο. Το κεφάτος ευφημισμός βέβαια.

- Πού πάει ο μίκυ;
- Είναι κεφάτος.

ΚεΦάτος Νάνο? (από GATZMAN, 02/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Πέραν από τον ορισμό που καταχωρήθηκε πιο πριν, ο χωσιματίας περιλαμβάνει και άλλους δύο τύπους ανθρώπων:

  1. Xωσιματίας καλείται το άτομο που τα χώνει, που δεν μασάει τα λόγια του και δεν φοβάται να εξαπολύσει μύδρους ενάντια σε οτιδήποτε και οποιονδήποτε τον χαλάει, στοχεύοντας είτε σε συγκεκριμένα πρόσωπα και καταστάσεις, είτε γενικότερα και αόριστα, τσουβαλιάζοντας ασύστολα τους πάντες και τα πάντα, ασχέτως με το αν έχει δίκιο ή άδικο.

  2. Στην φανταρική ιδιόλεκτο, xωσιματίας καλείται ο στρατιώτης που αγγαρεύει άλλους, δηλ. που χώνει κόσμο, για την εκτέλεση μίας υπηρεσίας ή μίας εργασίας εντός ή εκτός στρατοπέδου. Αυτό συμβαίνει είτε λόγω ανάγκης (π.χ. μία αρρώστια), είτε συχνότερα, λόγω γνωριμίας - κολλήματος - τακιμιάσματος - συγγένειας, ενίοτε δε ακόμη και απλά εντοπιότητας, με τους εκάστοτε επιλοχίες, αξιωματικούς - υπαξιωματικούς.

Πρέπει επίσης να τονιστεί πως ο χαρακτηρισμός του χωσιματία πιάνει εξίσου και τους βαθμοφόρους του Ε.Σ., οι οποίοι δεν διστάζουν να χώσουν τόσο στρατιώτες, όσο και κατώτερους στην ιεραρχία βαθμοφόρους. Είναι δε πάγια τακτική η μετακύλιση του χωσίματος στις κατώτερες βαθμίδες της ιεραρχίας, φαινόμενο που κυριαρχεί επίσης και σε όλες σχεδόν τις εκφάνσεις της πολιτικής και επαγγελματικής ζωής.

  1. Τελικά ο Ριζοσπάστης το παίζει «χωσιματίας» και η Λιάνα «τους» ξεπλένει: [NEMECIS, συνεντεύξεις, (όχι τυχαίες) – τεύχος Φλεβάρη 2010] με τους χαρακτηριστικούς τίτλους «Α. Λοβέρδος: Είμαστε στο χείλος του γκρεμού» και «Κατερίνα Μπατζελή: Δεν είμαι πολιτικός των δογματισμών». (Εδώ)

  2. Θεωρώ ότι η οποιαδήποτε δουλειά πρέπει να γίνεται κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ό,τι δουλειά και να είναι, ακόμα και ο στρατός. Αλλιώς, δεν υπάρχει νόημα να κάνεις το ο,τιδήποτε. Ο τεμπέλης στο στρατό, είναι τεμπέλης και στη ζωή του. Ο βυσματίας στο στρατό είναι βυσματίας και στη ζωή του. Ο χωσιματίας του στρατού χώνει συναδέλφους και στην προσωπική ζωή. Αυτό το συμπέρασμα ισχύει πάντα. (Πιο' δώ)

Δες ακόμη: χώστης, χώστρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified