Further tags

Έχω βγει σε MMORPG και κάνω farming, δηλαδή σκοτώνω τέρατα για να πάρω gold, αντικείμενα κτλ.

- Που τα βρήκες τα 100.000 gold ρε νουμπά;
- Τα αγόρασα από κινέζο.
- Άμα βαριέσαι να φαρμάρεις ρε όρνιο τι το θέλεις το WoW; Παίξε καμιά πασιέντζα καλύτερα.

(από HardcoreGR, 06/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως έχουμε δει στο ήδη υπάρχoν λήμμα, το κόζι είναι χαρτοπαικτικός όρος και σημαίνει ατού, το «χρώμα» δηλαδή που έχει οριστεί να είναι ανώτερο των υπολοίπων, σε ένα παιχνίδι.

Η φράση λέγεται όταν θέλουμε να πούμε ότι άλλαξε η κατάσταση, υπό την έννοια όμως ότι κάποιος ή κάποιοι είχαν το πάνω χέρι και καρπώνονταν κάποια πράγματα, και τώρα η δύναμη αυτή έχει μεταβιβαστεί σε διαφορετικά χέρια.

Σαν να λέμε ότι γύρισε ο τροχός.

  1. - Από βδομάδα θα δεις τι έχει να γίνει!
    - Από βδομάδα θα μου κλάσεις, άλλαξαν τα κόζια μεγάλε.

  2. - Τι έγινε εδώ ρε καρντάσια; Θα φάμε τσαμπουκά από τον λίγδα μέσα στο μαχαλά μας; - Άλλαξαν τα κόζια όσο ήσουν μέσα, Τάκαρε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μαγαζί με φρουτάκια , με slot machines που λένε και στα Χανοχώρια, άκα με κουλοχέρηδες ή με ληστές με το ένα χέρι. Με άλλα λόγια το μανάβικο, η φρουτερί.

Λίγο πιο δόκιμα είναι το οπωροπωλείο, ωστόσο δεν βρήκα την λέξη ούτε σε Μπάμπη, ούτε σε Τριαντάφυλλο. Ακόμη πιο γενική σημασία φαίνεται ότι έχει στα Κυπριακά.

Λίγο πιο μεταφορικώς μπορεί να σημάνει και μια κατάσταση που μετατρέπεται σε καζίνο και τζόγο, ως μη έδει.

  1. «Ξήλωσαν» νέα παράνομη ...φρουταρία! (Εδώ).

  2. ΠΑΣΟΚ
    ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΟΜΜΑ, ΕΙΝΑΙ ΦΡΟΥΤΑΡΙΑ!! (Εδώ).

(από σφυρίζων, 09/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ασσόδυο παραπέμπει σε μία παραλλαγή του ταβλιού, στην οποία επιδίδονται οι κατηγορίες ανθρωπίδων λούμπεν, ρεμπεσκές,αυτοφωράκιας, και τεκετζής. Ως εκ τούτου είθισται να αναπαράγεται από τους γνήσιους ομογάλακτους των από πάνω, τον ελεμέ και το ρεμάλι της Φωκίωνος Νέγρη.

Το «δύο κι άσσος» στα περισσότερα παιχνίδια έχει ταυτιστεί με την πιο άτυχη ζαριά, γι' αυτό λοιπόν και αναπαράγεται σε πληθώρα τραγουδιών ως καταδίκη της μοίρας. Λέγεται πως είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο στις φυλακές, αν και μερικοί θα ισχυρίζονταν ότι ούτε για φυλακή δεν κάνει.

Θα μπορούσε να υποτεθεί ότι το συγκεκριμένο παιχνίδι γεννήθηκε όταν τα χρόνια ήταν δύσκολα και ο λαός μας άκουγεκαζαντζίδη και τα 'ριχνε στη μαύρη του τη μοίρα. Στην προσπάθειά του, ο κόσμος διεκδικεί την έκφρασή του μέσα από τις παραδόσεις και τους πολιτισμικούς θεσμούς, ώστε να εκφράζουν τα δικά του συμφέροντα, τη δική του πραγματικότητα.

Το ασσόδυο έτσι ενδέχεται να εφοδίασε όλους τους κατατρεγμένους και μουτζωμένους απ' τη μοίρα με το δικό τους παιχνίδι, ένα παιχνίδι όπου η ζαριά αυτή, που στη ζωή σου έφερνε δυστυχία, εκεί στα χάριζε όλα.

Ρέα: - Πρώτη φορά ακούω γι αυτό το παιχνίδι...

Ματίλντα: - Κοίτα Ρέα μου, αυτό το παιχνίδι ούτε ο κουφοντίνας στη φυλακή δεν το 'παιζε, μέχρι που δεν είχε τι να κάνει και το 'ριξε στο ασσόδυο, γι' αυτό και την έκανε ο παλαιοκώστας επειδή έπαιζε μόνο φεύγα και σπάστηκε ο άνθρωπος.

(από το διαδίκτυο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τουλάστιχον δυο καρακλασικές έννοιες:

  • Κόβω (δηλ. τυπώνω) χρήμα, ασκώ πληθωριστική νομισματική πολιτική με κυρίως λαϊκιστικά ελατήρια τ. «το αφεντικό τρελάθηκε», «Τσοβόλα δώσ' τα όλα», κ.ταλ.
  • Όταν ένα κοφτήριο χέζεται στο παραδάκι, βγάζει τρελά κέρδη (αλλά όχι πάντα με το σταυρό στο χέρι).

Εκ του Λατινικού moneta, το νομισματοκοπείο.

Εκφέρεται κυρίως από άτομα παλαιάς κοπής. Βλ. επίσης το κλασικό τρίπτυχο τση επιτυχίας: μέσο, μονέδα, μουνί.

  1. - Είχαμε το Χολαργό που έκοβε μονέδα, δραχμή συνεχώς, γι’ αυτό και έφθασε ο πληθωρισμός στο 25%...

- Να επιβεβαιωθεί, δηλαδή, επίσημα η ανεξαρτησία της Κεντρικής Τράπεζας ώστε να μην κόβει μονέδα κατά το δοκούν και συνεχιστεί ο αδυσώπητος πληθωρισμός.

  1. - ένα φρικωδώς κακόγουστο πλαστικωμένο εικονοστάσι, που κόβει μονέδα μέσω ενός κηροστασίου, που διαθέτει και τεχνολογία αιχμής για να μην καπνίζονται πολύ οι ασβεστωμένοι τοίχο

- Κόβουν μονέδα οι... παραλίες

"Τσοβόλα δώσ\' τα όλα!" (από Khan, 22/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απροσδιόριστο μεταφορικό αντικείμενο το οποίο το «τρώει» κάποιος όταν χάνει σε: κόντρα με αυτοκίνητο / μηχανάκι, video game, αθλητικό παιχνίδι κλπ.

Εν γένει συνώνυμο εκφράσεων του στυλ τρώω πούτσα, τον πίνω, «τη ρούφηξα», αν και κανείς δε γνωρίζει την ουσιαστική σημασία της ίδιας της κλαπάνας.

Τα βάλαμε με ένα Starlet κι εκεί που είχα ετοιμαστεί να τον πατήσω, μου 'ριξε μια κλαπάνα που ήταν όλη δικιά μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδαράτη ή νυχτερινή ποδαράτη λέγεται στην Πάτρα η παρέλαση των πληρωμάτων το τελευταίο Σαββατόβραδο της Αποκριάς. Στην παρέλαση αυτή τα πληρώματα παρελαύνουν χωρίς τα άρματά τους, γι' αυτό και λέγεται ποδαράτη, σε αντιδιαστολή προς τη Μεγάλη Παρέλαση της Κυριακής.

Στη βραδινή ποδαράτη παρέλαση τα πληρώματα του Πατρινού Καρναβαλιού εφαρμόζουν αυτοσχέδιους τρόπους φωτισμού για να εκπληρώσουν την εντολή «Αυτοφωτιστείτε!».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αναφερόμεθα στο ομώνυμο μηχανικό πιάνο, αλλά στην ποδοσφαιρική σλανγκιά για όσους λεβέντες (παιχταράδες, διαιτητές, κ.ά.) χρηματίζονται. Επίσης, η πράξη της δωροδοκίας.

Εκ του τα πιάνω όλα, βεβαίως βεβαίως.

1. Η πιανόλα Θέμος βρίζει κόσμο και παίκτες του ΠΑΟΚ

2 δωστε και κανα χαρτζιλικι στο σάντος την πιανόλα.

3. Ο πρόεδρος της Ραπίντ και η «πιανόλα» με την Βοιβοντίνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λεπόν, υπάρχουν τουλάστιχον δυο μεγάλες κατηγορίες πλασέ:

  • Ένα καλοζυγισμένο και όχι ιδιαίτερα δυνατό σουτ με το οποίο ο παίχτης «πλασάρει» την μπάλα (συνήθως με το εσωτερικό του ποδιού) όπου ή σε όποιον θέλει.. Εκ του γαλατικού placer, τοποθετώ («une balle bien placée»). Παίζει και στο βόλεϊ.
  • Στο γλωσσάρι των αλογομούρηδων, ιπποδρομιακό στοίχημα ότι το άλογο στο οποίο ποντάρουμε θα τερματίσει σε μια από τις δύο πρώτες θέσεις. Πάλι, εκ του γαλατικού placer (αγγλικανιστί: each-way).

1. Απέκρουσε με ανάποδο ψαλιδάκι το πλασέ του Μέσι

2.
♫ Τον τζόκεϊ με το άλογο
βοήθα Παναγιά μου
για να μην έρθουνε πλασέ, ναι πλασέ
και χάσω τα λεφτά μου, στον ιππόδρομο ♫
(Γιώργος Μητσάκης)

Πλασέ μεγάλου παίχτου (από σφυρίζων, 03/04/13)Αλογομούρικο πλασέ (από σφυρίζων, 03/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα γνωστά μηχανάκια του διαβόλου, εκ του αγγλικάνικου fruit machine.

Στην Ελλάδα λειτουργούν 9 νόμιμοι ναοί με 4,121 φρουτομηχανές. Πρόκειται όμως για την κορυφή του παγόβουνου καθώς ο Έλλην έχει πρόσβαση σε εκατοντάδες e-ναούς καθώς και σε αμέτρητες παράνομες φρουτερί σε κάθε γειτονιά. Βάσει πρόσφατης δε νομοθεσίας, οσονούπω η μούνα μας θα πήξει με 35,000 βίνδεο-μηχανάκια (VLT) σε όλη την επικράτεια.

Όπως προκύπτει από τον Economist, είμαστε η 9η χώρα παγκοσμίως σε κατά κεφαλή τζογοχασούρα (πάνω από $400 ανά ενήλικα).

Ο τζόγος είναι η χοντρότερη ίσως εγχώρια μπίζνα, με τζίρο που ξεπέρασε τα €2,2 δις το 2011 και κρατεί καλά παρά την κρίση.

Ας πανηγυρίζουμε λοιπόν την λεβεντιά μας με ένα μικρό σλανγκαπάνθισμα ωσαναφορά τα φρουτάκια:

Ονοματολογία φρουτακίων:

Τα βρίσκεις σε:

Σ.ς.: Το γνωστό sport cafe στο ύψος Φιξ τ. ιδιοκτησίας μακαρίτη σελεμπριτονίου (βικτιμά τση αναβόλας) λέγεται ότι καθαρίζει πάνω από €10 εκατ., εκ των οποίων τα μισά πάνε δωράκι στις αρχές για να μην το κλείσουν. Χαλαρουίτα.

***Τα φρουτάκια ως κατσικίδια***:

  • Είναι γνωστές φαγάνες και ωσεκτουτού...
  • ...μπορείς να τις ταΐζεις...
  • ...με την ελπίδα ότι θα κελαηδήσουν (ο χαρακτηριστικός ευχάριστος ήχος όταν πιστώνουν τα κερδισμένα credits στον παίχτη)...
  • ...και θα αρχίσουν να ξερνάνε μπικικίνια.

Ανφρωπομορφικές ιδιότητες φρουτακίωνε:

  • Δεν δίνει τίποτε (κλασική ατάκα μικροαστικής μιζέριας παίχτη όταν των ρωτάς πως τα πάει με το συγκεκριμένο μηχανάκι). Ίσως επειδή...
  • ...το μηχανάκι είναι κλειστό (αστικός μύθος ότι κάποια φρουτάκια τα κλείνουν με διακόπτη τα καζίνο γιατί μπορούν) ή απλά επειδή είναι...
  • ...σφικτό ή κρύο. Ο παίχτης ή θα περιμένει το μηχανάκι να...
  • ...ανοίξει (μηχανάκι που δείχνει ότι έχει αρχίσει να δίνει κέρδη) ή θα ψάξει να βρει...
  • ...ένα ζεστό μηχανάκι που δίνει κέρδη και τους κρατάει στο παιχνίδι χωρίς να χρειάζεται να το τροφοδοτήσουν με χρήματα.

Ονομασίες φρουτομηχανόβιων:

(Βλ. και εδώ)

Παλαιάς κοπής φρουτάκια (από σφυρίζων, 09/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified