Further tags

Παρά την χρήση του κτητικού «μου», σε καμία περίπτωση αυτός που το λέει δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει την ιδιωτική του πουτάνα, ή ότι είναι προαγωγός, αφού, ως γνωστόν οι πουτάνες είναι κοινά αγαθά.

Η έκφραση χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει έντονο συναίσθημα αγανάκτησης, νεύρων, δυσφορίας, αδικίας λόγω διαφόρων λόγων.

Χρησιμοποιείται και ως «γαμώ την πουτάνα μου, γαμώ» προσδίδοντας μεγαλύτερη έμφαση στην αγανάκτηση και όχι στο γαμήσι της πουτάνας.

Συναφή / συνώνυμα: γαμώ την αγανάκτησή μου, γαμώ, γαμώ την καταδίκη μου.

  1. Στο γήπεδο
    - Κοίτα το μαλάκα τι έχασε.
    - Ναι ρε. Διώξτε το ρε το παλτό, γαμώ την πουτάνα μου, γαμώ.

  2. Στη δουλειά
    - Ρε Θανάση, τι έκανες, γαμώ την πουτάνα μου; Έσβησες το αρχείο;
    - Χέσε με. Το έχω backup.

  3. Φανάρι Φραντζή και Συγγρού.
    - Ρε μαλάκα τροχονόμε, εμείς θα περάσουμε ποτέ, γαμώ την πουτάνα μου; Σύνταξη θα πάρουμε εδώ ρε; Ξύπναααααααα !!!!

Δες και γαμώ + αντικείμενο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Μπορεί να αναφέρεται σε δυσδιάκριτη υπο-περίπτωση ενός γενικότερου φαινομένου, η οποία συνήθως αμελείται ή παραβλέπεται για λειτουργικούς ή άλλους λόγους και σκοπούς.

Μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να χρησιμοποιηθεί όπως οι «ψύλλοι στ' άχυρα».

Μαθηματικά, μπορεί να παρασταθεί με μία τοπική ασυνέχεια ή ακρότατο κατά τμήματα συνεχούς συνάρτησης, ορισμένης σ' όλο το R, ή ως ένα πεπερασμένο στοιχειο υψηλής διακριτοποίησης (του οποίου οι ιδιότητες θεωρούνατι, πρακτικά, αμελητέες), ή ως απειροστικό στοιχείο, μπουρουμπούρου...

Πραγματολογικά, η απεικόνιση μίας «πούτσας», δηλ. ενός μορίου (κάποιου λοστρόμου, Γκασμαδονησιώτη, Φιλιππινέζου μάγειρα, ή ενός θηλαστικού της θαλάσσης) στο αρχιπέλαγος θα μπορούσε να θεωρηθεί μία αμελητέα ποσότης στην ευρύτερη οντότητά του (κοινωνικο-οικονομική, ναυτιλιακή, γεωγραφική, κλιματολογική, κλπ.)...

  1. Ή, μπορεί να αναφέρεται σε αναπάντεχη, απροσδόκητη εμφάνιση ενός φαινομένου ή πράγματος το οποίο, σε συνδυασμό με τα προηγούμενα, μπορεί να «προεξέχει» της γενικότερης στάθμης των πραγμάτων...

Φυσικο-μαθηματικά, αν και απέχουμε πολύ από την κατανόηση των εννοιών της σύγχρονης κοσμολογίας, αλλά γουστάρουμε να την κάνουμε κρεμαστάρια και να την βαφτίζουμε «μπλε», θα μπορούσε να αποσωθεί με τις θεωρίες για παράλληλα σύμπαντα και σκουληκότρυπες....

Στην καθομιλουμένη, το «ξεκάρφωτο», το απιστεύτου, το «ξώμπαρκο» που πετάγεται στη ζωή μας και μας αφήνει σέκους, είναι κάποιες έννοιες που θα μπορούσαν να περιγραφούν από το εν λόγω λήμμα.

  1. Για την ιστορία της φράσης, πιθανότατα ανεφωνήθη δια στόματος τινός λειτουργού των παραμεθορίων νήσων και χερσονήσων (ιδέ το παράδειγμα)...
  1. Μας πήγε τώρα ο Σάββας ο Μπούκερ από τας Σέρρας, σαν μια πούτσα στο Αιγαίο, να μας κάνει το ντι-τζέη και να κατακτήσει την Αμερική...Ανάθεμα κι αν τον ακούσει κανείς στο ντοριτάδικο στο Σαν Ντιέγκο...

  2. Ποιον είδα ρε τις προάλλες; Το Θέμη τον ψηλλό ρε! Στο σταθμό, στην απέναντι αποβάθρα! Ήταν πήχτρα, ρε, σαρδέλες ο κόσμος! Και πεταγόταν η μάπα του σαν μια πούτσα στο Αιγαίο! Καλή φάση!

  3. Ακάκιε! Τρέξε να βαρέσεις τα σήμανδρα! Θαύμα! Φαλλός αναδυόμενος από της θαλάσσης! Του Αγίου Π.. ανήμερα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειδική κατηγορία γκόμενας (συνήθως νεαρής ηλικίας) η οποία δεν χορταίνει τον πούτσο, κατά κύριο λόγο τρέφεται και αναπτύσσεται με αυτόν...

- Πω! ρε φίλε, με τάραξε η πεονύμφη, με άφησε μισό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλάκας.

Απόδοση με μια πιο επιστημονική διάθεση, ή λόγω καμουφλάζ.

Συναντάται και ως «χειροπράκτης».

Στο σπίτι της μαμάς - πεθεράς:
η Σύζυγος: «Νίκο πρόσεχε τή γλώσσα σου. Ακούει η μαμά».
ο Σύζυγος: «Καλά. Λοιπόν, ο αδελφός σου είναι εντελώς χειρωνάκτης Λίτσα».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απόσπασμα από εδώ:

Tο είδος otus scops της οικογένειας Strigidae. Μικρή κουκουβάγια με μήκος σώματος περίπου 20 εκατοστόμετρα. Οι βορειότερες φυλές είναι μεγαλύτερες με αχνότερους χρωματισμούς από τις νοτιότερες. Το όνομά του οφείλεται στη μονότονη κραυγή του: «Γκιον!».

Και ιπτάμενος και νυκτόβιος. Άρα, αν θέλεις να τον κλάσεις, χέσε ψηλά κι αγνάντευε.

Επομένως... το κλάσε μου το γκιώνη είναι συνώνυμο με το κλάσε μας τα αρχίδια. Ακριβέστερη απόδοση είναι κλάσε μου τον πούτσο. Χρησιμοποιείται συνήθως από επαρχιώτες και ιδίως από πελοποννήσιους. Ο λόγος για τον οποίον χρησιμοποιείται το συγκεκριμένο πτηνό και όχι κάποιο άλλο είναι αδιευκρίνιστος. Κάλλιστα θα μπορούσε να είναι κλάσε μου τον δρυοκολάπτη ας πούμε.

- Πανάγο. Με τις μαλακίες που κάν'ς η εφουρία θα σι σκίσ'.
- Άει 'σα πέρα ρε. Θα μι κλάσ' του γκιών'.

(από dimitriosl, 20/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να απαντήσουμε με τρόπο απαξιωτικό σε συνομιλητή που λέει εξυπνάδες. Το νόημά του είναι παρόμοιο με τα λήμματα φτύσε τ' αρχίδια σου και φτύσ' τα μπούτια σου και, ανάλογα με τον τόνο της φωνής, μπορεί να είναι ήπιο σαν «άντε παράτα μας», έως και προσβλητικό, όπως άει στο διάολο.

Δεν μας είναι γνωστό εάν πρώτα κάποιος σκέφτηκε την παρούσα έκφραση και στη συνέχεια ο λαός, χάριν συντομίας, έκοψε το μέρος με τα γραμματόσημα, ή αν πρώτα ο λαός σκαρφίστηκε το «φτύσε τα αρχίδια σου» και κατόπιν κάποιος το προχώρησε ένα βήμα πιο πέρα.

Ο γράφων ουδεμία ευθύνη φέρει για νοερές εικόνες που πιθανώς να σχηματίσετε διαβάζοντας το υπόλοιπο του ορισμού.

Αυτό που ξέρουμε είναι ότι ο δημιουργός εμπνεύστηκε παρομοιάζοντας τον όρχι με τη συσκευή εκείνη στα ταχυδρομεία, η οποία διαθέτει ένα ειδικό υγρό που υποκαθιστά το σάλιο, στο οποίο ακουμπάμε τα γραμματόσημα και τα καθιστά έτοιμα για να κολληθούν στο φάκελο, χωρίς να απαιτείται από εμάς να τα γλύψουμε. Κάνοντας όμως τη εύστοχη παρατήρηση ότι το συμπαθές μέρος του σώματος δεν έχει την ικανότητα να αυτο-λιπαίνεται, όπως η βάλανος, υποχρεούται να προσθέσει το φτύσιμο για να στέκει η έκφραση.

- Πείτε μου παρακαλώ το σειριακό αριθμό της συσκευής.
- 240........
- Αποκλείεται. Αρχίζει με άλλα νούμερα.
- Σας διαβάζω τον αριθμό που λέει στο πεδίο «Serial Number».
- Δεν μπορεί, κάποιο λάθος κάνετε.
- Είναι ένας 11ψήφιος αριθμός;
- Ναι. (Ακολουθεί παρόμοιος διάλογος)
- ΑΠΟΚΛΕΙΕΤΑΙ να είναι αυτός που μου λέτε.
- Ρε φτύστ' τ' αρχίδια σου και κόλλα γραμματόσημα! Θα το φτιάξω μόνος μου.
(από προσωπική τηλεφωνική συνομιλία με υπάλληλο service).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνθρωπος ο οποίος έχει ένα σκοπό, έναν προορισμό, μία μοίρα: να σου πρήζει τα αρχίδια. Συνώνυμος με αρκετούς άλλους χαρακτηρισμούς, όπως πρηξοπουλίδης, ο χαρακτηρισμός φουσκωτήρας στηρίζεται στην βασική παρατήρηση ότι ο όρχις έχει, πολύ χοντρικά, σφαιρικό σχήμα όπως ένα μπαλόνι. Έτσι όταν πρήζεται λέμε και ότι φουσκώνει.

- Ο Κώστας με έχει πρήξει στα τηλέφωνα. Όλη την ώρα με παίρνει και μού λέει το μακρύ του και το κοντό του.
- Άστα, είναι μεγάλος φουσκωτήρας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος χρησιμοποιείται ως απαξιωτικός χαρακτηρισμός προσώπων.

Γενικά, σκατό πατημένο αποκαλείται κάποιος όταν ο εκφέρων τον χαρακτηρισμό θέλει να υποδηλώσει ή να τονίσει το χαμηλό επίπεδο της όποιας υπόστασης του χαρακτηριζόμενου. Είτε αυτή είναι διανοητική, είτε εμφανισιακή, είτε επαγγελματική.

  1. Άντε βρε σκατό πατημένο από 'δω. Που θα μου πεις ότι εγώ φταίω...

  2. Ρε Πάνο, π'ως ήταν έτσι αυτή η γκόμενα; Σκατό πατημένο δικέ μου.

  3. Ρε παιδιά, τί άσχετος είναι ο προϊστάμενος !!! Σκατό πατημένο και το παίζει και παντογνώστης...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εγώ τον πιάνω / έπιασα, εσύ τον πιάνεις / έπιασες, αυτός τον πιάνει / έπιασε μαλάκα.

Εμείς τους πιάνουμε / πιάσαμε εσείς τους πιάνετε / πιάσατε, αυτοί τους πιάνουνε / πιάσανε μαλάκες.

Επ' ουδενί δεν πρέπει να αποδοθεί στη φράση η έννοια του αγγίζειν. Διότι εκτός του ότι τον μαλάκα δεν τον πιάνει τίποτα, η φράση χρησιμοποιείται ως εναλλακτική απόδοση του «πιάνω κορόιδο», αλλά με πολύ μεγάλη έμφαση στο κορόιδο. Δηλαδή τόσο κορόιδο, ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΑΛΑΚΑΣ.

Άπειρα τα παραδείγματα ....
1. Μας πιάσανε μαλάκες και τους ψηφίσαμε.
2. Καλά ρε, έδωσες 4000€ γι' αυτό το κλαστήρι; Μαλάκα σε πιάσανε φίλε. 3. Μωρή, αφού πιάστηκα μαλάκας και σε παντρεύτηκα, καλά μου κάνεις. 4. Κάποιον θα βρω να πιάσω μαλάκα να του πασάρω το οικόπεδο πριν φουσκώσει το ρέμα και γίνει ποτάμι. 5. Ρε αφού είναι άσχετοι. Πιάστε τους μαλάκες και πουλήστε τους τις φούσκες. 6. Πιάστηκα μαλάκας φιλενάδα και το πλήρωσα για Chanel κ.ο.κ.

(από dimitriosl, 22/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ μπουχέσας.

Είσαι σαν κουραδομηχανή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified