Further tags

Αυτός που ντρέπεται να πει ή να κάνει κάτι.

  1. - Έλα ρε πλάκα θα έχει... Θα δεις!
    - Δεν έρχομαι ρε Νίκο... Φοβάμαι!
    - Άει μωρή κλασομπανιέρα!

  2. - Στείλε τον Κώστα να πάει να της μιλήσει!
    - Ποιον Κώστα ρε... Αυτός είναι κλασομπανιέρας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ήπια βρισιά, συνήθως μεταξύ φίλων. Λέγεται ως απάντηση σε ανοησία, πείραγμα και λοιπά.

- Ρε, τι μαλλί είν' αυτό ρε βλάκα;! Σαν μουνί κλαμένο είσαι ρε!...
- Δεν μου λες, σε γάμησα ή μου ξέφυγες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φλώρος.

- Τζάσε ρε χαρτογιακά μη γίνει του μουνιού!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλαπέρδας.

- Κόψε φάτσα ο χλιμίτζουρας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος μας εκνευρίζει. Η έκφραση εννοεί «γαμώ το μουνί της Εύας που σε γέννησε».

Επίσης:

Γαμώ τον Χριστό σου
Γαμώ το σπίτι σου
Γαμώ το σόι σου
Γαμώ την τύχη σου
Γαμώ το κέρατό σου

Και για μας:

Γαμώ την πουτάνα μου
Γαμώ την τύχη μου
Γαμώ την πανακόλα μου
Γαμώ την τρέλα μου
Γαμώ το μουνί μου
Γαμώ το κέρατό μου
Γαμώ το σπίτι μου

Ουδέν σχόλιον...

Δες και γαμώ + αντικείμενο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι βρισιές, το μάλωμα, απο το σιχτίρ.

  1. - Για συμμαζέψου, μην ακούσεις κάνα σιχτίρι, έτσι;;

  2. - Θα μου πεις πού είχες πάει μωρή, ή να αρχίσω τα σιχτίρια;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση με την οποία ο ομιλών δηλώνει πλήρη αδιαφορία προς το άτομο που απευθύνεται. Ενίοτε χρησιμοποιείται σε καταστάσεις στις οποίες ο ομιλών είναι αναγκασμένος να αδιαφορήσει για ορισμένα πράγματα.

  1. - Νομίζω πως είσαι τελείως βλάκας τελικά! - Σ' έκλανα!

  2. - Άντε, θα αργήσουμε στο μάθημα και θα μας φωνάζει ο καθηγητής! - Τον έκλανα κι αυτόν...

  3. - Βιάσου, θα αργήσουμε! - Μα, δεν θα αγοράσουμε αυτό που μας είπε ο Κώστας; - Τον έκλανα κι αυτόν, βιάσου σου λέω, πρέπει να είμαστε στην ώρα μας στο ραντεβού!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άσχημος ή κακός στα καλιαρντά. Από κει βγήκε και το όνομα καλιαρντά.

Τζους καλιαρντό γκουγκού! (=φύγε κακό φάντασμα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση κλισέ κατά τις δεκαετίες 60-80 (βλ. κλάσε μου).

- Φιλαράκο θα τις μαζέψεις μου φαίνεται...
- Κλάιν μάιν σύρζα! (θα μου τα κλάσεις σύριζα)
- ΟΚ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified