Further tags

Κεφαλλονίτικη έκφραση. Εννοείται ο Άι Γεράσιμος. Προφέρεται «γαμώ τονάι μου».

  1. Κόπηκα γαμώ τονάι μου.

  2. Πού χάθηκες γαμώ τονάι σου;

κλπ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άχρηστος αθλητής.

Ωχ, τον τραχανοπλαγιά, τον Νικοπολίδη θα έχει βασικό ο Ρεχάγκελ;...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που έχει μικρή μύτη. Επίσης μπορούμε να το ακούσουμε και σαν «μισσιρή στο κάτω κεφάλι» που σημαίνει μικροτσούτσουνος.
Πάντως πρόκειται για μια λέξη που προέρχεται από την αργκό των περιστεράδων.

Βγήκε και ο άλλος ο μισσιρής στην τηλεόραση να μας πει για πλαστική στο πρόσωπο. Άντε ρε τον σαλιαμπάλια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το παρτάλι, γενικώς, ο ανοργάνωτος είτε στη ζωή του είτε στον αθλητικό τομέα.

- Ούτε τι θα κάνει αύριο δεν ξέρει
- Μην ασχολείσαι ρε με τον σαλιαμπάλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο διανοητικά καθυστερημένος, ο πειραγμένος δηλαδή. Προέρχεται από την γλώσσα των αυτοκινήτων που μετά από μία άσχημη τράκα αρπάζει το σασί και δεν γίνεται να διορθωθεί 100%.

- Ρε, μου έβρισε τη μάνα χωρίς να του πω τίποτα!
- Μη δίνεις σημασία ρε, το παιδί είναι αρπαγμένο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπουρούχα, μπάζο, η γκόμενα που δε βλέπεται.

- Α να χαθείς μωρή κλασοπαντιέρα που θα με πεις μαλάκα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικός υβριστικός χαρακτηρισμός για τον αστυνομικό.

Προέρχεται από τα τούρκικα και συγκεκριμένα από τη λέξη baskin =αιφνίδια έφοδος, ντου της αστυνομίας. Στην Ελλάδα, απαντάται στην αργκό των αστικών κέντρων σίγουρα από τον μεσοπόλεμο και φαίνεται να υπήρχε ακόμη πιο παλιά στα ιδιώματα της Ηπείρου και της Θεσσαλίας.

Πέραν του *ο μπασκίνας *υπάρχει και το θηλυκό ***η μπασκίνα*** (Βλ. παράδειγμα 2) και το ουδέτερο ***το μπασκίνι***. Επίσης, τα περιληπτικά ουσιαστικά ***το μπασκιναριό***, ***η μπασκιναρία*** και το γαλλοπρεπές ***μπασκινερί*** (βλ. παράδειγμα 3)

  1. Από το athens.indymedia.org

... θα διενεργηθεί και πάλι ΕΔΕ και θα την πληρώσουν οι βασανιστές με 15 μέρες.ΟΥΣΤ και πάλι ΟΥΣΤ.Φανταστείτε τι θα κάναν στα παιδιά που κατηγορούνται για τα γκαζάκια...όχι επειδή εκεί δεν τράβηξε videaκι κανένας μαλακοκαύλης μπασκίνας να το δείχνει στους μπατσόχοιρους φίλους του όπως έχει δείξει και άλλα τόσα με γυμνές γκόμενες που τυγχάνουν δείγματα της αρρωστημένης τους φαντασιάς ...

  1. Η δεύτερη στροφή από το «Αν μ'αξιώσει ο Θεός» του Βαμβακάρη

Η Γκρέτα Γκάρμπο μάγκα μου θ' ανάβει το τσιμπούκι
κι ο Ζακ Κιεπούρα στη γωνιά θα παίζει το μπουζούκι
ο Τζίμι Λόντος για νταής θα κάθεται στις τσίλιες
κι η Λίλιαν η Χάρβει θα διώχνει τις μπασκίνες

  1. Δίστιχο της προδικτατορικής περιόδου

Μπάς κι 'ναι δω, μπας κι' ναι κει
Γκρεκ Ροαγιάλ Μπασκινερί

Τούρκος Ζαφτιγιές στην Κρήτη από την τελευταία περίοδο της Οθωμανικής Διοίκησης - αγνώστου φωτογράφου (από xalikoutis, 17/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη από τα χάφτας + βλάκας. Όταν μόνο μία εκ των δύο λέξεων δεν επαρκούν για να εκφράσουμε την αγανάκτηση μας για κάποιον άλλο, αυτή είναι η τέλεια λέξη!

- Άντε ρε παλιο$%^# γαμώ το μουνί&^%$^(#@$.....!!
- Τι βρίζεις και συ ρε... Χαφταβλάκα!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O αστυνόμος, ο τροχαίος, ο τηρητής της τάξης και του νόμου, ο κατά κόσμον μπασκίνας.

Τα παράγωγα της λέξης είναι το μπατσικό (περιπολικό) και η μπατσαρία (η αστυνομία σ' ένα γενικότερο) ενώ γνωστό είναι και το κλασικό πλέον σύνθημα μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι. Για τις σπάνιες περιπτώσεις που κάποιος θέλει να αναφερθεί χαϊδευτικά σ' έναν εκπρόσωπο του είδους, υπάρχει και η εκδοχή μπατσούλης (δέον να χρησιμοποιείται με μέτρο).

Η GLX βερσιόν του μπάτσου είναι ο μπάτσμαν.

- Πέρνα ρε μαλάκα, πορτοκαλί είναι, δηλαδή τι πορτοκαλί, σαν ώριμη ντομάτα...
- Όχι ρε πούστη μου! Μπάτσος! Τι θέλω και σ' ακούω ρε άχρηστε;

(από Khan, 27/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του βρωμύλος και του γνωστού Τσέχου σκηνοθέτη Μίλος Φόρμαν («Στη φωλιά του κούκου») έχουμε έναν καλυμμένο και σχετικά ήπιο χαρακτηρισμό του κοινού βρωμιάρη, αυτού που εναλλακτικά αποκαλούμε λέσι, λεχρίτη, γλίτση ή λερέτη.

Ο Βρωμύλος Φόρμαν, για ευνόητους λόγους σχετίζεται με το γνωστό χρώμα βρωμυλί, το οποίο μοστράρει σε ρούχα, παπούτσια και λοιπά αξεσουάρ.

Προς άρσιν παρεξηγήσεως, δεν υπάρχουν ενδείξεις, πολλώ δε μάλλον αποδείξεις, ότι ο συμπαθής Τσέχος σκηνοθέτης είναι όντως άπλυτος και λίγδας. Απλά άτυχος για τις ανάγκες του σάιτ...

- Έτοιμος...
- Τι έτοιμος ρε χαρμπαγιάγκαλε; Έτσι θα βγεις ρε μαλάκα, άπλυτος και αξύριστος και θα ψάξεις για γκόμενες; Ε ρε κατακαημένε... Βρωμύλος Φόρμαν!
- Ωραίος σκηνοθέτης, αλλά τι σχέση έχει ο Φόρμαν με το πώς θα βγω εγώ;
- Α καλά...

(από acg, 25/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified