Further tags

γαμώτη, Σόιμπλε, ανάποδο γαμώτο και στριμμένο άντερο, δυσκοίλιο εκ της παραλυσίαςΒλ. και γαμώτο. Είναι λεξικοποίηση ελλειπτικής φράσης "γαμώ τη ..." όπου ως συνέχεια μπορεί να εννοηθεί " μαλακία που με δέρνει", "θειά σου/του τη χορεύτρια", "μάνα σου/ του"... Εϊναι προσβόλα ολκής που περισσότερο υπονοεί το εννοούμενο χωρίς προσυμφωνία κι έτσι ο αποδέκτης καταλαβαίνει ό, τι τον συμφέρει ή ό,τι μπορεί να ερμηνεύσει - τέλος πάντων! - εν τηι ρύμηι του λόγου. Ενώ το "γαμώτο" μπορεί να εξηγηθεί ως "γαμώ το αυτό, αυτό που μόλις για το οποίο έγινε λόγος" και ήταν μια αποτυχία, μια γκάφα, ένα παράπονο, μια ανεκμετάλευτη ευκαιρία και δεγκζερωγωτί, το "γαμώτη" με τη σύνταξη που έχει και το προηγούμενο προσβλητικό επιφώνημα και παραμέμπει σε ψευδοκρητισμό (σύνταξη Υ - Ρ - Α κι όχι Υ - Α - Ρ, όπως "αγαπώ τηνε" κι όχι "την αγαπώ"), μαμιέται κάτι γένους θηλυκού, συγκεκριμένο ή αφηρημένο. Η νοοτροπία μας ως λαού που θέλει να πηγαίνει συνέχεια ο νους μας στο πονηρό και το ηδονικό, που ηδονικότερο απ' αυτό δεν υπάρχει και το διαφημίζουμε διαρκώς μέσα απ' τις βρισιές μας, γιατί αυτό είναι μαγκιά ένδειξη αντρουάς και καφρίλικης ενηλικίωσης πράγμα στο οποίο συνίσταται η ταυτότητα του "μεσογειακού εραστή" του ποδολάγνου, πορδολάγνου και τα ρέστα και το γεγονός ότι είμαστε ρήτορες και γνήσιοι συνεχιστές της αρχαιοελληνικής παράδοσης να 'ουμ' στο "να μην κάνουμε, να μη λέμε κι όλας" και σ' αυτό και να περνιόμαστε καμπόσοι πουλώντας μούρη, θέλει να τα μαμήσει όλα και μόνο με τη σκέψη. Έτσι η αχαλίνωτη φαντασία του αποδέκτη της φράσης μπορεί να συμπληρώσει εκεί ό, τι πραγματικά γουστάρει και τραβά η όρεξή του και η έμπνευση της στιγμής.
Στα πλαίσια αυτολογοκρισίας απαντάται και ο τύπος "γαμώτ΄", με κομμένο το τελευταίο φωνήεν, για να μη γίνει κάποιος περισσότερο αγενής, να μη ρίξει το επίπεδό του (εντελώς - κάτι σαν το "gosh!" των Άγγλων για να μην επικαλούνται συνέχεια το Θεό, δεν κάνει και το(ν) κουράζουν), αλλά και απλά από βαρεμάρα. Μπορεί να εννοηθεί ή "γαμώτο" ή "γαμώτη", αλλά μάλλον περισσότερο προς το "γαμώτη" κλίνει γιατί η δάσυνση που το συνοδεύει στην απόληξη της εκφοράς του ταιριάζει περισσότερο. Άλλωστε είναι πιο ευγενικό να βρίζεις με αυτή τη λέξη των πολλών θηλυκών υπονοουμένων και φράσεων, όπου ο καθένας επιλέγει - φαντάζεται τη βρισιά του, παρά με αυτή των ουδετέρων που η γκάμα είναι περιορισμένη υπονοουμένων και λίγο πολύ γνωστή (όπως το προαναφερόμενο περιστατικό ή "το μυαλό σου το ανύπαρκτο" - πόσα ουδέτερα να βρεθούν για να τα μαμίσεις;) Στην τελική όλες αυτές οι βρισιές έχουν καταντήσει νίλες και πλέον λέγονται εύκολα, απενοχοποιημένα και με τάση ονειροπόλησης χωρίς να στοχεύουν σε ένα συγκεκριμένο ακροατήριο τη στιγμή που λέγονται και έχουν χάσει τη βαρύτητα της προσωπικής προσβόλας. Πλέον ανήκουν στις χαριτωμενιές και σε πιο λουζ στυλ του προφορικού λόγου, παρά εξυπηρετούν τους σκοπούς για τους οποίους δημιουργήθηκαν κάποτε ως ακραίες.

1.- Τί' ν' αυτό; Πού το βρήκες το εργαλείο;
- Ανέβα πάνω να σε κάνω μια γύρα κι άσ' τα πολλά πολλά...
- Ναι, στάσου να βρω τις πατήθρες... ΟΚ, φύγαμε... Ωχ, κοίτα έφυγε το κάλυμμα!
- Στάσου να γυρίσουμε... Γαμώτη! Και δεν είμαστε να χάνουμε χρόνο, μια τζούρα που προφταίνω πριν να με κάνει τσακωτό.
- Του θειού σου είναι;
- Ναι. Και πήγε σε μια γκόμενα εδώ πιο κάτω τώρα για λίγο... Το τί θέατρο παίζουμε στη θειά μου και στο γιο του, δε λέγεται!... (ΒΡΑΟΥΟΥΜ!..)
2.- Όοοχι, μην το στρίβεις από κει, θα σπάσει! (κρακ!) Νά'το, έσπασε, γαμώτ'!... Τί να σου πω τώρα, μωρέ; Άντε να βρω ανταλλακτικό τώρα!
- Σάπιο ήταν. Αργά ή γρήγορα θα γινόταν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Νίκος Φίλης, ο νυν υπουργός της παιδείας (;) μας. (βλ. κατελισμός)


Βλ. εδώ κι εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτος που τον πιάνουν Κώτσο οι πολιτικοί,ο χρήσιμος ηλίθιος,το κορόιδο Ο φουκαράς που τον δουλεύουν για να κάνουν τη δουλειά τους.

Τα έμαθες;ο Τάκης πιάστηκε Φούγκας -Γιατι τι έκανε; -Ψήφισε για να μην πληρώσει ΕΝΦΙΑ και τώρα του ήρθε περισσότερο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνθετη λέξη: μπάτσος + οξυζενέ.
Απότελεί απαξιωτικό χαρακτηρισμό για γυναίκες τηλεδημοσιογράφους του αστυνομικού ρεπορτάζ, με κοινό χαρακτηριστικό το ξανθο βαμμένο μαλλί, όπου κάθε "ρεπορτάζ" που παρουσιάζουν είναι απλά το αντίστοιχο δελτίο τύπου της αστυνομίας με αλλαγμένα τα λογια.

- «Τα ΜΑΤ καθόντουσαν ήσυχα-ήσυχα σε μια γωνία πίνοντας το φραπέ τους, όταν γεροντάκια διαδηλωτές τους πλησίασαν, και άρχισαν να τους πουλάνε τσαμπουκά, βρίζοντας και απειλώντας...
Οπότε, όπως αντιλαμβάνεστε και εσείς, αγαπητοί τηλεθεατές, δεν υπήρχε άλλη λύση απο την (περιορισμένη) ρίψη ξύλου, χημικών και 14 προσαγωγές».
- Άκου ρε τί ψέμματα λέει η ξεφτιλισμένη... Και θέλει να λέγεται και ρεπόρτερ.. Αλλαξε σε παρακαλώ το κανάλι να μη την ακούω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

"Άσε μας ρε με τον τσεφέσκουλα που θα μας την πει κι όλας..."

Υπερθετικός βαθμός του "τσέτουλας". Αρχιχλίμπουρας και μηδενοτίποτας αλλά με περιφρονητική διάθεση. Λέγεται με ύφος ξινισμένου χαλβαδόπαστου, του τύπου: "Άσε μας ρε με τον τσεφέσκουλα που θα μας την πει κι όλας..."

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινώς ο πούστης άντρας, σύνθετος ορισμός γαμώ + κώλος, δηλαδή ο εκφραστικός όχι κατά βάση θηλυπρεπής άντρας που θα έρθει με αφορμή την παρέα να σου κωλοτριφτεί.

Κοίτα ένα γαμοκώλη να δεις, δε του έφτανε η μαλακία που μας έπαιξε, έπρεπε να μας γαμήσει και από πάνω το μουνόπανο.

Δες καιγαμο-.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο ειδικός ιατρός για τα ανδρικα γεννητικά όργανα, ο ουρολόγος (υποτιμητικά)
  2. Αυτός που λέει συνεχώς πούτσες, μαλακίες, παπαριές

- Άσε ρε φίλε, έχει βγει μια κοκκινίλα στο πούτσο μου από χθες, με έχει πεθάνει...
- Ε, να πας σε πουτσολόγο τότε, μην το αφήσεις.

Να το μαλάκα, έρχεται... Τι 'ναι αυτός ρε! Όποτε ανοίξει το στόμα του, μαλακία θα πετάξει... Πουτσολόγος με πατέντα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι αυτός που με την δράση του νομιμοποιεί, βγάζει καθαρούς, ξεπλένει λαμογιές και λαμόγια που επιθυμούν μια έξωθεν καλή μαρτυρία, ένα ξεκάρφωμα βρε αδερφέ.
Με απλά λόγια, αυτός που κάνει ξέπλυμα βρώμικου λήμματος.

  1. Γιατι αν κατι ειναι χειροτερο στον κοσμο τουτο απο τον ολοκληρωτισμο, ειναι το να σαι ξεπλενης αυτου ... ΕΔΩ

  2. -μαλάκα θυμάμαι σε μια εκπομπή είχε εκπροσώπους από όλη την ακροδεξιά. ΝΔ, ΑΝΕΛ, ΛΑΟΣ και ΧΑ.
    -ξεπλένης των φασιστών είναι ρε, όπως όλοι αυτοί ... ΕΔΩ

  3. Βίζες θα μπορούν να αγοράζουν αλλοδαποί εκατομμυριούχοι στη Βρετανία αν δεσμευτούν να επενδύσουν. Λέγεται και κάλεσμα στην ξεπλένης United. ΕΔΩ

  4. Αυτη η χωρα δεν θα σωθεί ποτέ όσο υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν σοβαρά πως ενας ξεπλένης σκοπευει να τους χαρισει 600 δις ΕΔΩ

  5. ΑΓΓΕΛΙΑ ΓΑΜΟΥ ...
    Δημόσιος Υπάλληλος σε ξωτικιά χώρα, με ειδικότητα «φακελλάκιας-γρηγορόσημος» και με εταιρία «μαϊμού-μπαμπουϊνο» στο όνομα της τρίτης αξαδέρφης του, που πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες στην ίδια του την περεσία (φυσικά με την έγκριση και την υπογραφή του ιδίου), κονομημένος, με πολλά ακίνητα στην οφσόρ «Ο Ξεπλένης» και πάμπολλα γκαφρά στην «Μασουρι-Μπανκ» στα νησα «Καϋμενα Αϊλαντς», ζητάει σοβαρή σκέση, με ζουζουνοκατάσταση και γουτσου-γουτσου, με σκοπό το γάμο. Η υποψήφια πρέπει να ναι νοικοκυρά και πομονετικιά, να περιμένει μαζί με τον καλό της, το «μπαμ», που θα σοπεδώσει τη ξωτικιά χώρα και μετά ο νοών-νοείτω με τοση περγιουσία στα ξωτερικά και στις οφσόρες, τα φέραμε μέσα και μαζέψαμε όλο το κεχρί.
    Πληροφορίαι: Κον Παμεινώντα, κατά τας εργασίμους ημέρας του δημοσιοπαλληλικού ωραρίου. ΕΔΩ

  6. Ὑπάρχει πιό …«ξεπλένης» ἀπό τόν «ποτάμη»; Πιὸ ξεπλένης-τσιράκι τῶν τραπεζῶν, γίνεσαι ἀρχηγὸς κόμματος, ποὺ τὰ χώνει μεγαλοεργολάβος. ΕΔΩ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υβριστικό φολκλοροεπίθημα που δακτυλοδεικτεί τις δυσμενείς συνθήκες υπό της οποίες κάποιος "πιάστηκε" - δηλαδή έγινε η σύλληψή του - και τις υποτιθέμενες δυσάρεστες ιδιότητες που συνεπάγονται.

Το σάη ήδη καλύπτει τα:

Προσθέτουμε και μερικά ακόμα, σίγουρα υπάρχουν κι άλλα:

  • Διαβολόπιασμα, διαολόπιασμα: παιδί προερχόμενο από κακούς γονείς, με αποτέλεσμα το ίδιο να είναι δύστροπο και κακιασμένο.

- Ποιος άλλος θα την έκανε την ζημιά από το διαβολόπιασμα του Κωνσταντή... (Δημήτρης Τσαφαράς, Λαγκαδινό Λεξικό, Εκδ. Μέθεξις, Θεσσαλονίκη, 2013, σ. 52).

- Άκουσα και το «παλαιάς κοπής» "κερατοπιάσματα"... (εδώ)

- Σήμερα Νικόλα, σου την έφερε ο ταβερνιάρης και αλήτης και πουτανόπιασμα με τον όνομα Μπέος. Εσύ και ο άλλος με τα πούρα, ο Ανδρέας. (εδώ)

- εσένα καραγκιόζη ο νταλάρας ούτε να χέσει δεν καταδέχεται ... σκατόπιασμα έπιασες και τον νταλάρα στο στόμα σ (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλάκας.

Από το ιταλικό stronzo, που στη γείτονα σημαίνει στην κυριολεξία «κουράδα», αλλά χρησιμοποιείται κατακόρον ως κακόσημος χαρακτηρισμός. Με την κυριολεξία της, η λέξη απαντάται, βλέπω, και στα Επτάνησα:

Στρόντζος (ο): Ξεραμένο κόπρανο Κερκυραϊκό λεξικό

ρε παιδια τι σχεση εχει ο δημαρχος? Ελεος ...Δεξιος στροντζος ειναι - δεν ειναι εκει το θεμα , αλλα οχι οτι παιρνει και αυτος τις αποφασεις ...Ουτε η κυβερνηση τις παιρνει

εδώ

Αλλά για τον Αξιότερο Έλληνα Ποδοσφαιριστή δε θα πει ποτέ κουβέντα ο στρόντζος ο Κάρπετ.

από φόρουμ

..δολοφόνησαν οι φεράρηδες τον Μάσσα ωρέ ; ! Α τους στρόντζους !

από το ινσόμνια τζι άρ

Αυτά που λέω πριν τα κάλαντα των Χριστουγέννων, τα λες με τις λαμπάδες του Πάσχα, ρε στρόντζε!

από φόρουμ

Προσωπικά δε θα άντεχα με τίποτα να με κάναν συχνά πυκνά ρεζίλι όπως σε έχω κάνει εγώ σε όσα θέματα και αν έχουμε κοντραριστεί!! Για να φανταστείς πόσο στρόντζος είσαι, έχουμε επιγραφές με το όνομα Όσιρις στην Αίγυπτο, από τότε που άρχισαν να τον λατρεύουν ως θεό! Άρα κατά την τετράγωνη λογική σου....ο Όσιρις είναι είτε[σ.ς. ;...] υπαρκτό θεϊκό πρόσωπο!

από το φόρουμ τζι αρ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified