Ο τοξικομανής, ο πρεζάκιας που κάνει χρήση ναρκωτικής ουσίας σε ενέσιμη μορφή, κυρίως ηρωίνης. (Δες).
Βελονάτος τώρα είσαι Κοκαίνης τρομερός Φίλε,θα βρεις το μπελά σου Άσε δε και την υγειά σου. Κι είν΄ο βήχας φοβερός.
Ο τοξικομανής, ο πρεζάκιας που κάνει χρήση ναρκωτικής ουσίας σε ενέσιμη μορφή, κυρίως ηρωίνης. (Δες).
Βελονάτος τώρα είσαι Κοκαίνης τρομερός Φίλε,θα βρεις το μπελά σου Άσε δε και την υγειά σου. Κι είν΄ο βήχας φοβερός.
Got a better definition? Add it!
Ο μαστουρωμένος, ο συναχωμένος.
Συναχωμένος μου ρχεσαι, αμάν, αμάν, μουρμούρη μ' από πέρα και μεσ' στα
χέρια σου κρατάς, συνάχη μου, μια δίκοπη μαχαίρα. Με ποιον τα 'χεις,
συνάχη μου, αμάν, αμάν και πας να καθαρίσεις τη ιδική σου θίξανε και πας να εγκληματίσεις. Κοίτα καλά συνάχη μου, αμάν, αμάν, που
πάντα ξεσπαθώνεις, εκεί π'ανακατέβεσαι, συνάχη μου, μπέσα ποτέ μη
δώκεις. Το πουλασιλίκι σου, αμάν, αμάν και πάψε το συνάχι και δεν
ανακατέβομαι, συνάχη μου, σε οτι κι αν σου λάχει. Συναχωμένος μου
ρχεσαι, μουρμούρη μου, μάγκα μου από πέρα και μεσ' στα χέρια σου
κρατάς, συνάχη μου, μια δίκοπη μαχαίρα. (Μάρκος Βαμβακάρης, , 1934).
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται από φιλορώσους για να εξευτελίσουν τον ουκρανικό πατριωτικό χαιρετισμό Σλάβα Ουκράινι και για να δοξάσουν τον σημαντικό ρόλο που παίζει η κοκαίνη σε πλείστες όσες δραστηριότητες του ανθρώπου, όπως η τέχνη και η πολιτική.
Πιάσανε τους πέντε μάγκες στο περαία στο τρένο για Κίεβο με "χαρτομάντιλα για το συνάχι". Σύντομα θα βρεθούν να φωνάζουν Σλάβα Κοκάινι μαζί με τον ληγμένο με τα ληγμένα. (ΦΒ).
Got a better definition? Add it!
Αλλιώς ο μπαφάκιας.
Όταν πέρασα πολυτεχνείο είχα τις πρώτες μου επίσημες επαφές με τη συνομοταξία. Επί το πλείστον ανεξάρτητοι, αυτόνομοι και διασπασμένοι ακόμα και με τον εαυτό τους, οι τζιβάτοι είχαν μια τάση προς τα αριστερά κινήματα με τα πολλά αρχικά: Ε.ΝΕ.Ρ.Γ.ΕΙ.Α, Α.Ρ.ΧΗ. ΑΣ.ΠΡΟ.Δ.ΟΝ.ΤΗ.Σ. και παρόμοιες παρατάξεις ξεπηδούσαν κάθε δεκαπενθήμερο στα τραπεζάκια της σχολής. Και όλα ήταν στελεχωμένα με αφανοφόρους μουσο-ξερόλες και άσχημες γκόμενες με στυλάκι "προσπαθώ να γίνω ακόμα πιο άσχημη". Γαμώ το πρηξοπούτσι τους και γαμώ το "δασκαλίστικο" ύφος με το οποίο ξεκινούσαν κάθε συζήτηση. Ο "ανεξάρτητος" μπαφάτος πάντα νόμιζε ότι ήξερε την τάδε μπάντα πριν από σένα, ότι ήταν ο μόνος που κατέβαζε South Park σε rmv απ' το Napster, ο μόνος που κατέχει τα πολιτικά δρώμενα της χώρας. Από το 2000 και μετά, εξαπλώνεται και εξελίσσεται και πλέον στις μέρες μας ο τζιβάτος μεσουρανεί.
Ο σωστός τζιβάτος φοράει μεταχειρισμένο σαλβάρι μωβ-μαύρο, all-starάκια που έχουν γίνει παντόφλες απ' τα πολλά σκισίματα και από πάνω μπλούζα 8 νούμερα μεγαλύτερη, συνήθως άσπρη με στάμπα "Ψαροταβέρνα ΤΟ ΚΥΜΑ" ή κάτι παρόμοιο. Εναλλακτικά κυκλοφορεί παντού με μαγιό ξεβαμμένο απ' τον ήλιο και καφέ σανδάλι με στρώμα κοράτσας 2 cm, που θα αηδίαζε ακόμα και τα Τζαπανάκια του 2 girls 1 cup. Πάντα φέρει κάποιο "χειροποίητο" ξύλινο ή κοκκάλινο κόσμημα σε χέρια και πόδια, λες και είναι ο Σάκα Ζουλού. Το μαλλί του είναι φυσικά αφάνα ή τζίβα και βρωμάει σαν χώμα που το 'χει γαμήσει άστεγος. Αν το μαλλί είναι ίσιο και δε μπορεί απ' τη φύση του να τζιβώσει, θα το πιάσει με ευρηματικούς τρόπους χρησιμοποιώντας ριγέ πάνινη κορδέλα ή γυναικείο κλάμερ. Συχνά ο μπαφιάρης φέρει τεράστια γενειάδα που θα ζήλευε το μπάσταρδο παιδί του Zakk Wylde και του Osama Bin Laden. Βέβαια η γενειάδα παρουσιάζει πολλά "κενά" α-λα Bob Marley, καθότι το παιδί είναι ακόμα στην ανάπτυξή του. (Φάε ένα μαλάκα).
Got a better definition? Add it!
Αυτός που κάνει νταφού, από τον ομώνυμο ήρωα.
Έσκασε μύτη ο Φου Μαντσού στον Ρούκουνα.
Got a better definition? Add it!
Ο πρεζάκιας εκ του: πρεζαίος -> ζαίος (στα κομμέ) -> ζαίουλο (υποκοριστικό).
Πιάσε ένα ζαίουλο στη γωνία, αραχτό και λάιτ!
Got a better definition? Add it!
Ο τοξικοεξαρτημένος, ο πρεζάκιας στα κομμέ ή, μάλλον, στα μένα.
Got a better definition? Add it!
Ο πρεζάκιας, ο τοξικοεξαρτημένος, εκ του πρεζαίος -> ζαίος (κομμέ) -> ζέουλο (υποκοριστικό).
Γέμισε ζέουλα το πάρκο.
Got a better definition? Add it!
Ο χάλιας, αυτός που είναι απαίσια στην εμφάνισή του. Βλ. γλαφυρό ορισμό στο παράδειγμα.
(Από εδώ): Ο μέσος χαλέος είναι ακουσμένος, αλλά όσοι είναι ακουσμένοι δεν είναι χαλέοι. Βέβαια, ο ορισμός έχει την φράση παγίδα «καθιστά εμφανές», που θα πει ότι ο χαλέος (άρα, ο χαλασμένος) γουστάρει να φαίνεται πιωμένος, μαστουρωμένος και τα συναφή. Και ναι, αυτό ισχύει. Ο χαλέος είναι χάλι, αποχαλινωμένος. Ωραίος τύπος, καλός.
Δηλαδή, ο φασαίος μπορεί να στην βγει και λίγο εξυπνακίστικα ή να στην δώσει με κάποια συμπεριφορά ή εμμονή του Ο χαλέος δεν έχει εμμονές. Εκτός του ότι συνήθως την πίνει, είναι άνθρωπος απλός-ενίοτε, και απλοϊκός. Πολύ φυσική όψη, συνήθως μακριά μαλλιά. Απλό ντύσιμο, χωρίς κραυγαλέες αντιθέσεις στα χρώματα. Μπλουζάκι-παντελόνι.
Ήρθε η στιγμή για μια σημείωση: οι χαλέοι είναι περισσότεροι από τις χαλέες. Η χαλέα με την φασαία βρίσκονται εγγύτερα. Δεν ξέρω αν σας είναι σαφές. Χαλέος με φασαίο, ως αρσενικότητες, έχουν περισσότερες διαφορές από όσες η χαλέα και η φασαία ως θηλυκότητες. Ίσως, πάλι, η έρευνά μου δεν έχει ωριμάσει αρκετά σε σχέση με τις χαλέες.
Ο χαλέος τρώει ψιλο-ό, τι βρει. Δεν έχει να διαλάγει τον βιολογικό φούρνο, το ζουμερό αβοκάντο, το καλό το κρέας από τον χασάπη 10 χιλιόμετρα από το σπίτι του. Αυτά είναι φασαιότητες. Ο χαλαίος είναι σαν το νεράκι, προσαρμόζεται εύκολα σε δοχεία. Είναι, βέβαια, κάπως πιο πολιτικοποιημένος από τον φασαίο. Ή ίσως, στους φασαίους θα βρεις περισσότερα απολιτίκ άτομα. Ο μέσος Έλληνας χαλέος, που είναι η 20s εκδοχή του γκρούβαλου (του χίπη, ξιπόλητου με μούσια μέχρι το στήθος, ξιποληταρία στα βράχια της Γαύδου, πιθανά Κνίτη, Ρηγά ή αναρχικού), έχει ενσωματώσει τιε πέντε δέκα basic ιδέες αριστεροσύνης και αλληλεγγυότητας: φεμινισμός, οι πρόσφυγες είναι φίλοι μας, όλοι οι νεοέλληνες χριστιανοί μπάρμπες είναι κυρ-Παντελήδες, μίσος για τους πλούσιους καταπιεστές κλπ. Αυτά δεν είναι δουλεμένα σε μια βάση διαβάσματος, ζύμωσης και κοινωνικής εμπέδωσής τους. Ο χαλέος τα ακούει, τα ξεσηκώνει από συζητήσεις με στριφτά τσιγάρα κάπου στα όρθια, αλλά παίζει και να μην έχει κατέβει σε καμία πορεία σε όλη του την ζωή. Τα ενστερνίζεται γιατί του φαίνονται δίκαια και σωστά.
Μια άλλη βασικότατη διάκρισή του με τον φασαίο είναι η χαλαρή, πολύ χαλαρή, σχέση του με το διαδίκτυο. Συχνά, οι χαλέοι δεν έχουν σόσιαλ ή τα έχουν για να παρακολουθούν τους άλλους, τους κολλητούς ή την κοπέλα τους. Και πάλι, χαλαρά. Μπορεί να μπαίνουν δυο φορές την εβδομάδα. Και πολύ σας λέω.
Ο χαλέος φοράει βερμούδα το καλοκαίρι, ακούει ακόμα Ημισκούμπρια, δεν είναι πολύ extrovert κοινωνικά, του αρέσουν συνήθως μη χαλέες, πίνει πολλές μπίρες και, πιθανώς, πολλούς μπάφους. Αν καλούμουν να σχεδιάσω έναν χαλέο, θα τον έκανα κοντούλη, αδυνατούλη, με μπούκλες στα καστανά μαλλιά του, ωραίο πρόσωπο, αμηχανία στο βλέμμα, διστακτικότητα στις κινήσεις. Ο χαλέος είναι αυτός που, κατά την άποψή μου, θα επιβιώσει ανάμεσα στο χαωμένο σύμπαν φασαίων, γυμναστηριακών, κάγκουρων, χαρτογιακάδων και φλώρων.
Ο χαλέος είναι το μέλλον-είναι απλός, οικονομικός, γλυκούλης, καλόκαρδος, λίγο προχειρατζής βέβαια και ελαφρώς, τόσο όσο για να τον ερωτευτείς, επιπόλαιος. Τον αγαπάμε, τον προστατεύουμε, τον μιμούμαστε σε κάποιες από τις συνήθειές του. Ας πούμε, μην δει γάτα και σκυλί στο δρόμο. Θα πάει να χαϊδέψει, να αγκαλιάσει. Βασικά, χρειάζεται ο ίδιος μπόλικες αγκαλιές κι ας μην το ομολογεί.
Got a better definition? Add it!
Δοκίμως, είναι γυμναστική κίνηση.
Στη φυλακοσλάνγκ είναι διαδικασία ελέγχου του νεοφυλακισμένου για ναρκωτικά. Βλ. πρώτο παράδειγμα.
Στη σεξοσλάνγκ είναι πρακτική κατά τη στάση cow-girl ή reverse cow-girl με την οποία η ερωμένη κάθεται πάνω στον πέοντα επιτρέποντας βαθιά διείσδυση. Απολύτως ονειρώδες, αν πρόκειται για πρωκτικό σεξ.
Got a better definition? Add it!