Ήρθε κι έδεσε. Τα βρήκαμε τα λεφτά μας. Την κάτσαμε τη βάρκα.

Ομόηχα: πέσαμε μούτσο, παίξαμε μούτσο

Καμία σχέση: μάτσα μούτσα, αφεντομουτσουνάρα, ο μούτσος που γαμούσαμε έγινε καπετάνιος

Μάιστα ... Δέσαμε μούτσο ... Όλα του γάμου δύσκολα κι η νύφη τραβεστί ...

(Σ.σ. - το γεγονός ότι ορισμός και παράδειγμα βγήκαν μόνον με εσωτερικά λυνξ = δείγμα ωριμότητας του slang.gr)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Αλλού: Κακό, σημαίνει δεν ψηφίζω, μηδενίζω.

  2. Στο σλανγκ τζη αρ, καλό: σημαίνει με εγκρίνει ο μοντ, περνάω το τεστ, τα πλαγιαστά γράμματα του τίτλου γίνονται μαύρα, παίρνω πιστοποιητικό σλανγκοηθείας. «Θα σε μαυρίσω»: Μεγάλο κομπλιμάν για σλανγκιστές.

Πηγή: Χανκ.

-Που είσαι, και σού 'χω νέα! Όσο έλειπες σε μαύρισαν στο σλανγκ τζη αρ!
-Γιούπιιιι! Ζήτωωωω! Τώρα είμαι κι εγώ ένας Σλάνγκος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν οι κότες έχουν γεννητούρια, κακαρίζουν για να διαλαλήσουν τη χαρά της δημιουργίας τους, για το καινούριο αυγό που κατάφεραν να φέρουν στον κόσμο. Χαίρονται γιατί κατόρθωσαν να πιάσουν, το στόχο του ημερήσιου πρότζεκτ τους.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, ο ντόρος (κακάρισμα), είναι ένδειξη δημιουργίας ενός σημαντικού γεγονότος (γέννηση αυγού).

Ερχόμαστε τώρα στην ερμηνεία της ατάκας του συγκεκριμένου λήμματος, όπου ο ποιητής μολογάει, πως: αντίθετα με τα παραπάνω, αλλού γίνεται ο ντόρος κι ο θόρυβος (κακάρισμα) κι αλλού γίνεται το σημαντικό γεγονός (αυγό).

Ορισμένες κλασσικές περιπτώσεις που μπορεί να συμβαίνει αυτό, παρουσιάζονται παρακάτω:

1) Κάποιοι που είναι αμέτοχοι σε ένα τομέα, ή κάποιοι που ασχολούνται με επουσιώδη θέματα του τομέα αυτού, κάνουν την τρίχα τριχιά, κάνοντας τον...ντόρο, ενώ αυτοί που ασχολούνται με τα ουσιώδη, λειτουργούν αθόρυβα. (βλ. παρ. 1).

2) Κάποιοι κάνουν ντόρο για επουσιώδη πράγματα, ενώ στα μουλωχτά κάνουν τα ουσιώδη. (βλ.παρ.2).

3) Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις του λόγου (γραπτού και προφορικού), που επιχειρείται γεφύρωμα διαφορετικών περιπτώσεων.

Στα καθ' ημάς (σλανγκικός μικρόκοσμος), ο όρος, θα μπορούσε να χρησιμεύσει κατά το πέρασμα από την κλασσική, στη σλανγκική σημασία ενός λήμματος. (κάτι που προσωπικά χρησιμοποιώ σε διάφορα λήμματα). Να πως γίνεται αυτό:

Ξεκινάμε πολλές φορές να αναλύουμε ένα θέμα και στην πορεία εμφανίζουμε κάποιο στοιχείο (το στοιχείο του ντόρου), που θυμίζει μια συγκεκριμένη πιθανή κατεύθυνση της ροής του λόγου. Τότε μέσω χρήσης του συγκεκριμένου όρου, προσπερνάμε το παραπλανητικό στοιχείο (το στοιχείο του ντόρου) και πάμε επεξηγηματικά προς την ουσία, προς το σημαντικό δηλαδή στοιχείο της περίπτωσης μας. (βλ. παρ. 3).

Συναφής έκφραση: Αλλού το όνειρο κι αλλού το θάμα.

Τις ευχαριστίες μου στην κοντέσα Βαλέραινα.

  1. - Όταν στην εταιρεία μας, καταπιανόμαστε με κάποια μικροεπένδυση, φωνάζουμε πως κάνουμε κοσμογονικό έργο, την ώρα που οι ανταγωνιστές μας κάνουν αθόρυβα, επενδύσεις στρατηγικής σημασίας.
    - Εμ, αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννάνε οι κότες φίλε μου. Γι' αυτό και πάμε απ' το κακό στο χειρότερο.

  2. - Κάποιοι εργατοπατέρες κάνουν ντόρο, για απλά εργατικά ζητήματα, μπρος σε δημοσιοκαφρικά παράθυρα ενώ στη ζούλατα κάνουν πλακάκια με τους άρχοντες της διαπλοκής. - Ε δεν το ξέρεις... Αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννάνε οι κότες.

  3. Μια απάντηση που περιέχει τον όρο, συγγενείς απ' της συκιάς το γάλα
    (το γαλακτώδες υγρό που περιέχουν τα ανώριμα σύκα), θυμίζει μεν... τον όρο συγγενείς απ' της μάνας το γάλα... αλλά... αλλά.... αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννάνε οι κότες!. Όταν εκφέρουμε τον όρο, υποδηλώνουμε εμφατικά και με χιουμοριστικό τόνο, πως δεν υπάρχει καμιά συγγένεια μεταξύ μας (ή αν υπάρχει είναι τόσο μακρινή, ώστε να μη λογίζεται ως συγγένεια), αφού απ' της συκιάς το γάλα μπορεί να πιει οποιοσδήποτε, εν αντιθέσει με το γάλα της μάνας το οποίο παραπέμπει σε αδελφική συγγένεια (ύψιστη μορφή συγγένειας).
    Δες

(από GATZMAN, 03/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όλοι μας γνωρίζουμε και έχουμε χρησιμοποιήσει την φράση: τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται. Ελάχιστοι όμως έχουν αντιληφθεί την ξεκάθαρη ειρωνεία που εμπεριέχει αυτή η φράση και η οποία γίνεται ξεκάθαρη με συντακτική ανάλυση που ακολουθεί:

Ποια παραλείπονται; Tα ευκόλως εννοούμενα!

Οπότε ενώ καλούμε των συνομιλητή μας να παραλείψει τα ευκόλως εννοούμενα, εμείς δεν τα παραλείπουμε κάνοντας αναφορά σε αυτά, με αποτέλεσμα να υπάρχει μια ξεκάθαρη αντίθεση μεταξύ των λόγων και των έργων μας.

- Μόνο με τον Ψωμιάδη θα πάει μπροστά η παράταξη.
- Τα... παραλείπονται ρε! Άμα βάλει και στις απόκριες την στολή της κολομπίνας 60% θα πάρουμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά λέξη μετάφραση του αγγλικού «what's your poison» που στην ουσία ρωτά «με τι φτιάχνεσαι;», «με τι την βρίσκεις;», «ποιο το κόλλημά σου;».

Αν κι αναφέρεται κυρίως σε ξίδια, ουσίες και βίτσια, έχει φτάσει να κυκλοφορεί από και καλά αλάνια μπάρμεν, ίσως, γιατρούς και νταβατζήδες με πολλά κονέ, μέχρι το πληκτρολόγιο κάθε βιαστικής ντεμέκ άνετης και περπατημένης νετο-γιαλόμας, όταν βολιδοσκοπεί τα όποια γούστα του εκάστοτε συζητητή.

To γνωστό αναντάμ παπαντάμ απ' τον Titus Lucretius Carus: Ut quod ali cibus est aliis fuat acre venenum πως «ό,τι αποτελεί τροφή για κάποιον, αποτελεί πικρό δηλητήριο για κάποιον άλλον», μοιάζει να ανάγεται από μια υπερανεκτική κοινωνία, σχεδόν χαριτωμένα και τελείως απενοχοποιητικά, σε αήθη κατανάλωση (ο πελάτης έχει πάντα δίκιο) οποιουδήποτε προϊόντος ή υπηρεσίας (όλα εμπορεύματα προς πώληση, για να κινηθεί με το νταλαβέρι η Αγορά).

Υπονοείται προφανέστατα, πως καθένας έχει τουλάχιστον από ένα, που στην τελική τον χαρακτηρίζει μονοδιάστατα, τουλάχιστον σ' όποιον ρωτά.

1.
-Η μόνη απορία πλέον είναι ποιο είναι το δηλητήριο σου πρωί - πρωί. Ουίσκι; Βότκα; Ρούμι; Τσίπουρο; Ποιο; -Όλα ρε, σε σφηνάκι.

2.
Λοιπόν, ποιο είναι το δηλητήριό σου απόψε; Τι είναι αυτό που σε βοηθά να κρύψεις αυτό που τα μάτια σου προσπαθούν να προδώσουν; Τι είναι αυτό που σου δίνει ενέργεια να χορεύεις όλο το βράδυ, αυτό που σε κάνει να δείχνεις όμορφη, ευχάριστη κι ενδιαφέρουσα; Τι έχει κάνει όλα τα μάτια να καρφωθούν πάνω σου; Είναι μήπως αυτό που βρίσκεται μέσα στο ποτήρι σου, που έχει γεμίσει κι αδειάσει ήδη τρεις φορές; Είναι η μουσική που έχει πλέον γίνει ένα με τους παλμούς της καρδιά σου, τα φώτα που έχουν κάνει τα πάντα γύρω σου να εξαφανιστούν κι αισθάνεσαι σα να έχεις μεταφερθεί ολομόναχη σ' έναν πύρινο πλανήτη;

(όλα απ' το δίχτυ)

Δες και δηλητήριο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορά κατά την οποία τονίζεται η ιδίοτητα του μεγέθους: Εικονική διόγκωση των όρχεων στο μέγεθος πλανητικού σώματος, η οποία προβάλλεται ως αποτέλεσμα αδιάλειπτης επανάληψης κάποιας λεκτικής (κυρίως) ή άλλης συμπεριφοράς από τρίτους.

Ρε μαλάκα, ειλικρινά τώρα, θα κόψεις να λες τις ίδιες και τις ίδιες παπαριές;; Αμάν σήμερα! Μου 'χεις κάνει τ' αρχίδια πλανήτες!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάρε Πέντε (βαθμούς)!

Εύχρηστος και συμβολικός τρόπος επιβράβευσης ορισμού ή σχολίου στο σλανγκρ, ελλείψει βαθμολόγησης/αξιολόγησης.
Ινσέψιο με Dave Brubeck και το μυθικό του Take Five**. Όπως έλεγε και ο acg για το Brubeck του, "επιστρατεύεται για τις ανάγκες του σάιτ, για να δηλώσει ότι ο εκφέρων πέρα από σπεκ, σπεκάουα, σπέκια κι αστρασπέκια, έχει και μουσικές γνώσεις ικανές να συνοδεύσουν την μέγιστη ποντοδοσία*".
Μπορούν εδώ επίσης να προστεθούν κι οι αστερίες, το +1, το κούdoς, το λανάτο κ.ά. που χρησιμοποιούνται τελευταία εντατικά κι από ανάγκη, όπως αναφέρθηκε εδώ.
*Take Five.

+5 παράδειγμα. Ολταιμκλά σικ. (εδώ)
Από μένα 5+5 στα σχόλιά σου βικ! (εδώ)
5+5, που δεν τα βάζω συχνά. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το «απορία ψάλτου βηξ», η απορία του χρήστη του Διαδικτύου λύνεται με το να ανατρέξει στα λυγξ, δηλαδή στους συνδέσμους που παρατίθενται.

Πηγή: GATZMAN.

Νιούμπης στο slang.gr: - Καλά ρε παιδιά αυτή η Λίλιαν ποια είναι;

Γενική αγανάκτηση των υπόλοιπων: - Απορία χρήστου λυγξ. Ψάξτο στραβάδι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα Τριανταφυλλίδη Ιάσονος που έβαζε μόνο 3 στα 10 σε ορισμένα ψώνια στυλ Έφη Βώδη στα ριάλιτι. Για κάποιο περίεργο λόγο έβαζε πάντα ειδικά τρία, κι όχι ας πούμε δύο ή τέσσερα, και με σαδιστικό τρόπο έλεγε στον τραγωδιαστή- θύμα του, ότι θα ήθελε να έβαζε κάτι παραπάνω, αλλά απλά δεν μπορούσε.

Και αυτοαναφορικώς για τους ορισμούς-λήμματα που πιάνουν την βάση, αλλά όχι παραπάνω. (Εδώ η κλίμακα είναι στα 5 αστέρια, κι όχι στους 10 βαθμούς, όπως στον Ιάσονα). Δηλαδή για τα λήμματα που δεν είναι ceci n'est pas slangue, αλλά μπαίνουν απλώς για λόγους σλανγκικής πληρότητας, χωρίς να βγάζουν γέλιο. Και με ορισμούς που δεν είναι ελλιπείς ή λάθος, αλλ' όμως μινιμαλιστικοί.

Αντώνυμα: Αφενός: αστρασπέκια, τα, Dave Brubeck, αστεράτος, ο, απλά σπεκ, σπεκάουα, δεκάστερο κ.ά.

Αφεδύο: λύμα, το, βλήμα, λημματολάσπη κ.ά.

Σλάνγκος προς συσσλαγκιστή: Λυπάμαι φίλε, καλό το λημματάκι, αλλά έχω δει και μεγαλύτερα, κι ο ορισμός επαρκής μεν, αλλά τον πολύ τον μινιμαλισμό τον βαριέται κι ο Philip Glass! Λυπάμαι, δεν μπογώ να βάλω πάνω από τγία.

(από Khan, 04/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «σπεκάστε, ψηφίστε», χωρίς το «τελειώσατε» είναι το ίδιον του σλανγκακλή (κατά τα θεριακλής, μερακλής), που είναι εθισμένος με την σλανγκ, και σε ένα καλό λήμμα, αφού πρώτα αποδώσει, ως ώφειλε, σπέκια και αστερίες, θα ξαναγυρίσει στον τόπο του εγκ-λήμματος ξανά και ξανά, ώστε με σωκρατική μαιευτική μέθοδο να γεννήσει μέσα από τον διάλογο κι άλλα λήμματα.

Το πλήρες «σπεκάστε, ψηφίστε, τελειώσατε» κατά το «ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε» του γνωστού διαφημιστικού καθαριστικών ειδών, αναφέρεται συνήθως στις παρακάτω περιπτώσεις, (η λίστα δεν είναι εξαντλητική):

  1. Για άρρητα λήμματα (κατά το «άρρητα ρήματα») όπου ό,τι σχόλιο και να πεις, θα το χαλάσεις. Οπότε μένεις άναυδος, at a loss for words, και κάνεις την τριπλέτα σεμνά και ταπεινά. Χαρακτηριστική περίπτωση τα εξωκόσμια λήμματα - λόγια του Κυρίου ημών Ιησού, που «ουκ εισί εκ του κόσμου τούτου», και πρέπει να αντιμετωπίζονται ως Γραφή, που την προσκυνάς χωρίς να σχολιάζεις. Αλλά και τα λήμματα του απόκρυφου Ιησού DT. Επίσης, λέγεται για λήμματα που θυμίζουν χρησμούς της Πυθίας: Συναισθάνεσαι την σοφία τους, αλλά δεν μπορείς να την προσπελάσεις νοητικά, οπότε ρίχνεις ένα σπεκ, λέγοντας «μιλάς με γρίφους, γέροντα» και αποσύρεσαι για να κάνεις ενδοσκόπηση τι έφταιξε και δεν αποδείχθηκες έτοιμος να καταλάβεις το λήμμα. Χαρακτηριστική περίπτωση το λήμμα: χαμούρεμα.

  2. Για το ταχυσλανγκικόν του πράγματος κατά το «ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε»: Σλάνγκος πάει στην δουλειά του το πρωί. Επειδή, όμως, είναι εθισμένος, στα διαλείμματα, μαζί με (ή χωρίς) το τσιγάρο κάνει μια γρήγορη τσάρκα στο slang.gr, πριν συνεχίσει την δουλειά του. Σε περιπτώσεις μεγαλύτερου εθισμού λέει στον ρουμάνο ότι ετοιμάζει το πρότζεκτ, ενώ στην πραγματικότητα σπεκάζει στο σάιτ μας. Επειδή όμως υπό το άγρυπνο βλέμμα του ρουμάνου, δεν είναι δυνατόν να κάνεις μαιευτική λημμάτων, το ταχύ «σπεκάστε, ψηφίστε, τελειώσατε» είναι η πικρή καθημερινότητα του Σλάνγκου. Το βράδι πάλι, γυρνά σπίτι, και η γυναίκα (ή άντρας για τις Αρχιμήδειες) έχουν απαιτήσεις, όπως σεξ, χάδια, τρυφερότητα, ενώ ο Σλάνγκος το μόνο που σκέφτεται είναι πώς να τελειώσει το λήμμα του, που το έχει βάλει στο Πρόχειρο, επειδή δεν μπορούσε να το τελειώσει στην δουλειά. Οπότε μέχρι να αποφασίσει να χωρίσει για να αφιερωθεί στην σλανγκ (ή σλανγκ ή οικογένεια), το «σπεκάστε, ψηφίστε, τελειώσατε» είναι η πικρή καθημερινότητα του Σλάνγκου και το βράδυ.

  3. Το σπεκουλαδόρικο «σπεκάστε, ψηφίστε, τελειώσατε»: Ο σπεκουλαδόρος έχει αντιληφθεί ότι τα λήμματά του απευθύνονται σε ορισμένο target group μεταξύ των σλανγκιστών, οπότε όταν ένας από αυτούς τους σλανγκιστές ανεβάσει λήμμα, ακόμη κι αν είναι λύμα, ο σπεκουλαδόρος θα το περάσει ένα γρήγορο σπεκ και δεκάστερο, για να εμπεδώσει σχέσεις αμοιβαίας πελατείας με τον συγκεκριμένο συσλανγκιστή. Βεβαίως, δεν θα επεκταθεί παραπάνω απ' το ψιλό σπεκ, ενώ θα κρατάει και την μύτη του να μην τον πάρει η μπόχα του λύματος, που σπέκασε μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει (διά μακροπρόθεσμου do ut des) την αδηφάγα αστρολαγνεία του.

  4. Ακόμη χειρότερα: Το «σπεκάστε, ψηφίστε» του σπαστήρα. Ο σπαστήρ γράφει μια σειρά λήμματα με ένα όνομα, μετά αποσυνδέεται και επανασυνδέεται με άλλο όνομα και ID, και κάνει ένα γρήγορο πέρασμα με δεκάστερα στα λήμματα αυτού του (α)ιδ(ο)ίου. Ο απόλυτος θρασυ-σπαστήρ δεν θα παραλείψει να δώσει και σπέκια ο ίδιος στον εαυτό του με άλλο όνομα, για να επαληθευθεί το υπό GATZMAN ρηθέν: «Σπεκάστε, ψηφίστε, τελειώσατε». Το παραπάνω είναι παράδειγμα προς αποφυγή για τους νεοκλήδες, ελπίζω να μην βάζω ιδέες...

Όταν ο acg σου έχει 137 παραλλαγές του την τρίζει την όπισθεν, ή όταν υπάρχουν έξι διαφορετικοί ορισμοί της κλασομπανιέρας, τι άλλο μπορείς να κάνεις, από ένα σπεκάστε, ψηφίστε, τελειώσατε.

Μαιευτική λημμάτων (από Hank, 05/02/09)Μπαγαποντοδότης συλληφθείς από τους ιστομάστορες. (από Hank, 06/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified