Το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (ΛΝΕΓ) του Γιώργου Μπαμπινιώτη, από το Κέντρο Λεξικολογίας. Μετωνυμία από το Μπάμπης.

Το ΛΝΕΓ έχει κυκλοφορήσει μέχρι τώρα σε τρεις εκδόσεις (1998, 2002 και 2008), και είχε μεγάλη εμπορική επιτυχία, η οποία ενμέρει οφείλεται στις ποικίλες χρηστικές καινοτομίες του, όπως το ενιαίο λημματολόγιο (αρκτικόλεξα, κύρια ονόματα και λοιπά, ενσωματωμένα στο κύριο λημματολόγιο), συνοδευτικά σχόλια για τη χρήση των λέξεων, γλωσσικοί πίνακες, συστηματική ετυμολόγηση και άλλα (Γ. Τράπαλης 2007).

Ανάμεσα στις επιλογές του ήταν η ακραία ιστορική ορθογράφηση, που οδήγησε σε τύπους όπως αγώρι, τσηρώτο και άλλα, η οποία έγινε αντικείμενο οξείας κριτικής και πολεμικής (ένα παράδειγμα, αυτό το κείμενο του Σαραντάκου).

Ο Μπάμπης, με όλες του τις ιδιαιτερότητες, παραμένει ένα από τα κυριότερα βιβλία αναφοράς στις συζητήσεις του σλανγκ τζι αρ, μαζί με τον Τριαντάφυλλο.

  1. κάποιες από τις αργκοτικές λέξεις μπαίνουν στα μεγάλα λεξικά (οι πολύ αποδεκτές, πχ. σκατά, μαλάκας και τέτοια αντίστοιχα σε κάθε γλώσσα. ο Μπάμπης έχει ακόμα και το μουρόχαβλος, για παράδειγμα) (σχόλιο της ιρονίκ εδώ)

  2. Επάνω χρησιμοποιούμε με παρόμοιο τρόπο τη λέξη σεργιάνι ή και συργιάνι. Τα λεξικά (ΛΚΝ & Μπάμπης) ορίζουν το σεργιάνι ως ο περίπατος, η βόλτα - τελεία. Και δεν διευκρινίζουν ότι σεργιάνι είναι η βόλτα σε μέρος που έχει κόσμο - σεργιάνι στην ερημιά δεν νοείται. (σχόλιο του πονηρόσκυλου εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν μια ιδιωματική διάλεκτος τείνει να εκλείψει, ελλείψει ομιλητών.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα: τα καλιαρντά.

Ἡ φθοροποιὸς ἐπίδρασις τῶν μικροαστῶν ἔγκειται εἰς τὸ ὅτι δὲν γεννοῦν τίποτε. Ἁπλῶς καταναλίσκουν. Ὅ,τι πιάνουν γίνεται στάχτη καὶ μπούρμπουλη (ἐκ παραφθορᾶς τοῦ λατινικοῦ pulver=σκόνη), ἀκριβῶς διότι ὅ,τι δὲν (ἀνα)γεννᾶται, θνήσκει. Ἀνακατεύτηκε ἡ κοινωνία, ἐδόθησαν «τὰ ἅγια τοῖς κυσί», φάνηκε καὶ τὸ AIDS, ἀπενοχοποιήθηκε ἡ πουστία, χάθηκαν τὰ καλιαρντά. Τὰ σήμερα λεγόμενα καλιαρντὰ τοῦ Ψινάκη κλπ (δὲν ἔχω τπτ μὲ τὸν ἄνθρωπο, σοβαρὸς ἐπαγγελματίας εἶναι, μέχρι καὶ ὁ Καρατζαφέρης τὸ λέει) δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μὲ τὰ veritable: Εἶναι ξεπεσμένα, λεξιπενικὰ καὶ ψευτισμένα, ὅπως καὶ ὅλα τὰ ἄλλα τοῦ τέλους ἐποχῆς (ὅρα καὶ ὁρισμὸ [2008]τοῦ συσλάγκου Papara). Δὲν διασώζουν τίποτε ἄλλο, παρὰ τὸ ὗφος καὶ τὴν τσαχπινιὰ τῶν καλιαρντῶν, μεταφυτευμένα βεβαίως στὸ σύγχρονο πλαίσιο τῆς ὑστέρας ἐποχῆς.

(Ο επιφανής σλάνγκος aias.ath περιγράφει τον αργκό θάνατο των καλιαρντών χρησιμοποιώντας συντακτικό που δυστυχώς επίσης αργκοπεθαίνει).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χαϊδευτικό της Λίλιαν. Λίλιαν- Λιλιανάρα- (μουνάρα)- νάρα.

-Και ποιοι θα είναι στο μπαράκι;
-Ο Μήτσος, ο Κίτσος, ο Λάκης, ο Μάκης, ο Τάκης, ο Σάκης και η Νάρα.
-Ποια Νάρα;
-Η Λιλιανάρα!
-Α, κατάλαβα! Θα είναι πάλι η λάρα, η νάρα και το καυτό συναπάντημα!

Η Λίλιαν συστήνεται σε νέο ψαρωμένο θαυμαστή: Με λένε Λίλιαν. Οι φίλοι με φωνάζουν Νάρα. Εσύ μπορείς να με λες δεσποινίδα Ευαγγελία Μηνιάτη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σχηματίζεται αναλογικά προς το «political correctness», αλλά καθώς αναφέρεται στην σλανγκ παρουσιάζει διαφορές. Περιλαμβάνει μια σειρά από άγραφους κανόνες που αφορούν αφενός στην αξιοπρεπή, εποικοδομητική και αψεγάδιαστη παρουσία μας στο slang.gr, και αφεδύο στην ίδια την πράξη του σλανγκίζειν. Θα εξηγηθώ σταδιακά.

Καταρχήν political correctness και slangical correctness έχουν κάποια κοινά. Λ.χ. ο σλανγκιστής πρέπει να κρατά ορισμένες ισορροπίες και δεν του επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει το σάιτ ως βήμα για να προπαγανδίσει τις ατομικές του πολιτικές, ιδεολογικές, θρησκευτικές ή και αθλητικές απόψεις. Υπάρχει βέβαια ένας κοινός τόπος, όπου οι σλανγκιστές μπορούν να συμφωνήσουν (τη εξαιρέσει ίσως ανορθογραφιστών τινών), λ.χ. ότι η ακροδεξιά είναι σκανδαλώδης κι η ακροαριστερά δογματική, αλλά από κει και πέρα ο σλανγκιστής πρέπει να προσέχει να ασκεί ισόρροπη κριτική. Ούτε μπορείς λ.χ. αν θέλεις να είσαι slangically correct να μπεις μέσα για να λημματογραφήσεις λ.χ. εναντίον των βάζελων, επειδή είσαι γαύρος.

Εκεί εξαντλείται και η όποια ομοιότητα με την political correctness. Γιατί η τελευταία προϋποθέτει μια αυξημένη ευαισθησία προς ευεξοβέλιστες και ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όπως οι ομοφυλόφιλοι, οι ξένοι, ή και οι γυναίκες. Αντιθέτως, είναι απολύτως slangically correct λ.χ. να καταγράψεις μερικές εκατοντάδες συνώνυμα του γκέι, ακόμη και τα πλέον υβριστικά, ή της πόρνης, ή να καταγράψεις λ.χ. εθνικά ονόματα, που ευνοούν τον εντοπισμό λ.χ. της πορνείας ή της δουλείας σε ένα έθνος. Πράγματα βέβαια που βρίσκονται στους αντίποδες της political correctness. Υπάρχει μάλιστα ένας σχετικός προβληματισμός. Αφενός η σλανγκ ως εναλλακτική γλώσσα έχει κάτι το βέβηλο και το ανατρεπτικό προς το status quo και είναι φορέας επαναστατικής δυναμικής με το γυμνό και μόνο γεγονός του σλανγκίζειν. Αφεδύο, όμως, με το να φέρει εντός της όρους που εκφράζουν τόσα απωθημένα και φοβίες εναντίον λ.χ. ομοφυλόφιλων, γυναικών, ξένων, τελικά ευνοεί κι ένα είδος ομοφοβίας, φαλλοκρατισμού και ξενοφοβίας, εντέλει συντηρητισμού. (Εξάλλου το χιούμορ γενικά ενέχει ένα στοιχείο συντηρητισμού, λ.χ. ο Αριστοφάνης ήταν ο πλέον συντηρητικός συγγραφέας της αρχαιότητας, και συνέβαλε έστω πολύ έμμεσα στην καταδίκη του Σωκράτους).

Η γνώμη μου είναι ότι πρέπει να διακρίνουμε τον διττό χαρακτήρα του σλανγκίζειν. Αφενός είναι επιστήμη. Είναι περιγραφική γλωσσολογία που απαιτεί κατά το δυνατόν αντικειμενική καταγραφή, ερμηνεία και ετυμολόγηση οποιουδήποτε όρου ακουστεί μες στην γλωσσική κοινότητα. Και ως τέτοια επιστήμη είναι υπεράνω της ηθικής, οπότε ορθώς η σλανγκική ορθότης ίσταται επέκεινα της πολιτικής τοιαύτης. Αφεδύο, όμως, η σλανγκ είναι και τέχνη ως λεξιπλαστικό όργιο αποκλινόντων συνειρμών, οι οποίοι παράγουν γλώσσα και όχι μόνο την καταγράφουν. Η προσωπική μου άποψη είναι ότι ο σλανγκικώς ορθός σλανγκιστής οφείλει να αδιαφορεί για την πολιτική ορθότητα όταν ασκεί το σλανγκίζειν ως περιγραφική επιστήμη, αλλά ταυτοχρόνως όταν το ασκεί ως τέχνη να εμμένει στην διάστασή του που είναι η πλέον κοινωνικώς κριτική και εξάπτουσα την πολιτική εγρήγορση.

Για να το πω πιο απλά, νομίζω ότι ο σλανγκιστής μπορεί να διακρίνει: α) πότε καταχωρίζει ένα λήμμα, επειδή έχει ακούσει μια έκφραση να επαναλαμβάνεται από διαφορετικά πρόσωπα στο περιβάλλον του, και τότε είναι σλανγκικώς ορθόν να την καταχωρίσει, ακόμη κι αν προσβάλλει λ.χ. τους ομοφυλόφιλους ή τις γυναίκες, και β) πότε αφήνεται να παρασυρθεί σε μια λεξιπλαστική έμπνευση, ή καταγράφει μια τεχνητή από σλάνγκαρχο λέξη, και τότε οφείλει να είναι σε εγρήγορση για το αν η λέξη αυτή συνάδει με τον ανατρεπτικό και βέβηλο χαρακτήρα της σλανγκ.

Και για να πάω και σε μερικά απτά θέματα σλανγκικής ορθότητας. Slangically incorrect είναι αυτός που λ.χ.:
1. καταχωρίζει γνωστές από παλιά παροιμίες, που είναι καταγραμμένες στη λαογραφική μελέτη και έχουν παγιωθεί στη συνείδησή μας ως κοινό κτήμα.
2. καταχωρίζει εφήμερα λογοπαίγνια και ατάκες προσώπων εξουσίας ή σεσημασμένων λογίων. Περιθώριο να καταχωρισθεί κάτι τέτοιο υπάρχει μόνο εφόσον ένα τέτοιο λογοπαίγνιο έχει διαπεράσει σε κάποιο βάθος χρόνου την ομιλούσα κοινότητα. Και καλύτερα να έχει και κάποιον κριτικό/ ειρωνικό/ ανατρεπτικό χαρακτήρα ή αντιθέτως να είναι μαργαριτάρι που χρησιμοποιήθηκε μετά απ' την κοινότητα αντίθετα προς τις προθέσεις αυτού που το εκστόμισε.

Slangically correct είναι αυτός που λ.χ.:
1. θα βάλει στο Δημόσιο Πρόχειρο καλά λήμματα, και όχι τα σλανγκενεργά του απόβλητα, καθιστώντας το σκουπιδότοπο.
2. θα καλλιεργήσει ένα πνεύμα ευγενούς άμιλλας και αμοιβαίων φιλοφρονητικών ενθαρρύνσεων με τους συσλανγκιστές, αλλά όχι τόσο ώστε να δώσει βάση σε κατηγορίες για σπεκουλαδορία.
Κ.ο.κ. Οι λίστες δεν είναι εξαντλητικές.

Ο (υποθετικός) χρήστης Νεοκλής καταχωρίζει λήμμα: «Όποιος δεν ξέρει να ζυμώσει, πέντε μέρες κοσκινίζει». Σχόλιο: Όπα μεγάλε, είσαι slangically incorrect.
Δεύτερη προσπάθεια με λήμμα: «το τρένο της αλλαγής».
Σχόλιο: Παραμένεις slangically incorrect. Πάρ' το αλλιώς!
Τρίτη προσπάθεια με λήμμα: «γαμιολόπουστας». Ορισμός: Ο γαμόπουστας, η σκατίπουστα.
Σχόλιο: Α γεια σου! Τώρα είσαι slangically correct!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση του τίτλου της γαλλικής εφημερίδας «Le Monde Diplomatique», που ανήκει στην «Le Monde», και εννοεί τον moderator, άκα ιστομάστορα, άκα γουεμπμάστορα, που δεν κερνάει αμέσως την μπανάνα, δεν σε πάει αμέσως για μπανάκι, αλλά το πάει διπλωματικά, στο φέρνει έξω έξω κτλ.

Ο όρος χρησιμοποιήθηκε από τον Χαλικούτη.

– Τι θα γίνει με την λημματολάσπη;
– Λημματολάσπη like diamonds is forever!, που λέει κι ο Vrastaman. Ανάθεμα τους mod diplomatiques, που την έχουνε δει «everything goes»!

Baruch Spinoza. Σαν τον "κυβερνήτη" του οι mods diplomatiques του slang.gr. (από Hank, 13/02/09)

Σχετικά: μοντέλο, μόδιστρος, ο, Μ.Ο.Δ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χρήστης του slang.gr, που συνηθίζει να παίρνει τα λήμματα έτοιμα από το Δημόσιο Πρόχειρο και δεν τα βρίσκει μόνος του. Χαρακτηρίζεται από ραθυμία και θέληση για σταθερότητα και μονιμοποίηση, όπως οι υπάλληλοι του Δημοσίου.

-Πώς έφτασες ρε Dirty Talking τα 136 λήμματα σε χρόνο dt;
-Το Δημόσιο νά 'ναι καλά! Αυτά είναι τα καλά του δημοσίου υπαλλήλου!

Δημόσιος υπάλληλος επί το έργον. (από joe909, 07/09/11)Ευειδής μοντ στο Δημόσιο Πρόχειρο του σλανγκρ. (από joe909, 07/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Λυμαίνομαι το slang.gr με την λημματολάσπη μου.

  2. Μαίνομαι με μανιώδη λημματοπλημμυρίδα.

Clopyright: Hank, Vrastaman.

Υπάρχουν διάφοροι τύποι, αυτοί που λημμαίνονται το σάιτ για κάνα μήνα και μετά εξαφανιζόλ, αυτοί που είναι αργές αλλά σταθερές αξίες, κι αυτοί που το λημμαίνονται για πάντα. Για τους τελευταίους ισχύει και το ρητό του Βράσταμαν:
«Λημματολάσπη and diamonds are forever»!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως «ο σκύλος είναι ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου», κατά το κλασικό γνωμικό, έτσι ο καβουροσλανγκόσαυρος είναι ο καλύτερος φίλος του Σλάνγκου Δράκου, κατά το σλανγκικό γνωμικό. Οι αρετές του, που αποδεικνύουν το γνωμικό, πολλές: Είναι πιστός, σε ακολουθεί παντού ως σκιά σου, προστατεύει το σλανγκόσπιτο από μπαγαποντοδότες, τους οποίους γαυγίζει. Κι όλα αυτά όντας ταπεινόφρων, έως χαμερπής, αφού η χαμέρπεια αποτελεί φυσική του ιδιότητα, κι όχι κάποιο ηθικό επίτευγμα.

Σλάνγκος 1: Είδες; Τους πήρε χαμπάρι τους μπαγαποντοδότες ο καβουροσλανγκόσαυρος, ενώ εμείς κοιμόμασταν!
Σλάνγκος 2: Και μάλιστα τους γάβγισε και φύγανε, πριν να κάνουν διάρρηξη στο σλανγκόσπιτο.
Σλάνγκος 1: Ωραία! Βάλτου τώρα λίγο λημματολάσπη να φάει, γιατί τον βλέπω πεινασμένο, κι άμα δεν του δώσουμε τίποτα, είναι ικανός να μας φάει ζωντανούς!

shamefaced crab (από pavleas, 26/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με το ξενικό αυτό λήμμα προσαρμοσμένο στο slang.gr εννοούμε την καλύτερη θέση κατάταξης που έχει λάβει ποτέ κάποιος χρήστης στη διαδρομή του. Είναι δηλαδή κάτι ανάλογο με την παγκόσμια κατάταξη του Τέννις, όπου λέμε για κάποιον αθλητή ότι τώρα είναι Νο 22 αλλά το πέρσοναλ μπεστ του είναι Νο 5. Νομίζω ότι πρόκειται για ένα χρήσιμο στατιστικό που θα άξιζε να προστεθεί στο προφίλ του κάθε χρήστη, αλλά τέσπα.

Μετά από 3897 ορισμούς, 5748 μήδια και 12756 σχόλια, είμαι Νο 1468 με personal best 639.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  • Εργαλείο για να βιδώνεις και ξεβιδώνεις μεταλλικά αντικείμενα, του οποίου η λαβίδα θυμίζει δαγκάνα κάβουρα, εξ ου και το όνομα.

  • Καβούρι είναι και το Crab louse, η γνωστή καβουρογαμόψειρα.

  • Ο κολλητσίδας, αυτός που σε πιάνει στις δαγκάνες του και δεν σε αφήνει να φύγεις. Όχι μόνο η γκόμενα καβουρογαμόψειρα, αλλά και ο φίλος /-η.

  • Ασφαλώς και ο καβουροσλανγκόσαυρος.

Ανακεφαλαιώνοντας, το εξαιρετικά σλανγκενεργό αυτό οστρακόδερμο μας δίνει τουλάστιχον 8 σημασίες, εκ των οποίων οι 5 βασικές (ο μποντιμπιλντεράς, ο κάγκουρας, ο τσιγκούνης, το εργαλείο και ο κολλητσίδας) συν μία αγγλιά, μία αυτοαναφορική και μία πραγματολογική σημασία.

Ακόμη μας δίνει τις εκφράσεις:

Ο λαός μας έχει ακόμη τις εκφράσεις:

  • να καβούρους, δώσε μου αλεύρι, για άδικες ανταλλαγές,
  • τι είναι ο κάβουρας, τι το ζουμί του, για κάτι που δεν επαρκεί, διότι είναι λίγο σε ποσότητα,
  • πάω σαν τον κάβουρα βαδίζω πλάγια, κινούμαι αργά και νωθρά.

    Δες τη Βικούλα.

Πάσα: ΑυτοχτοΝούλης.

  1. - Μπα, δεν γίνεται με το κλειδί, για φέρ' τον κάβουρα ρε μάστορα.

  2. - Πρόσεχε Χάνκυ μη κολλήσεις καβουρογαμόψειρες, γιατί πλησιάζει και η 27η Φεβρουαρίου (Παγκόσμια Ημέρα Frappernité)!
    (Ο σλανγκομπαμπάς Vrastaman δίνει την πατρική του συμβουλή εδώ).

  3. Εἶπεν οὖν ὁ διδάσκαλος:
    - Οὐκ ἔστιν καλὸν λαβεῖν τὸ λῆμμα τῶν Σλάνγκων καὶ βαλεῖν τοῖς καβουρίοις.
    - Ναὶ, κύριε, πλὴν καὶ οἱ καβουροσλανγκόσαυροι ἐσθίουσι ἀπὸ τῆς λημματολάσπης τῆς πιπτούσης ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν Σλάνγκων καὶ εὐφραίνονται.
    - Ὦ τέκνον κάβουρα, μεγάλη σου ἡ δαγκάνα!
    (Από την παραβολή του κάβουρα).

(από Khan, 20/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified